Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς / Η γαλλική κοινωνία και πολιτική εν μέσω εκλογικών αναμετρήσεων
Βίντεο και βασικά σημεία εισηγήσεων της διαδικτυακής εκδήλωσης που διοργάνωσε το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς
Μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση μεταξύ εκπροσώπων των πολιτικών ιδρυμάτων της Αριστεράς και του προοδευτικού χώρου στη Γαλλία και Ελλήνων καθηγητών διοργάνωσε την Τετάρτη 4 Μαΐου 2022 το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, στο πλαίσιο των θεματικών Θεσμοί-Δημοκρατία-Πολιτική και Ευρώπη & Κόσμος, με θέμα τις πρόσφατες προεδρικές και τις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές στη Γαλλία και τις πολιτικές και κοινωνικές διεργασίες γύρω από αυτές. Την εκδήλωση, με τίτλο “Η γαλλική κοινωνία και πολιτική εν μέσω εκλογικών αναμετρήσεων: Σε (α)διέξοδο;” συντόνισε ο δημοσιογράφος και διευθυντής του avgi.gr, Νίκος Σβέρκος.
Αναλυτικότερα, στη συζήτηση συμμετείχαν οι Arnaud Le Gall (Ίδρυμα La Boétie), Louise Gaxie (Ίδρυμα Gabriel Péri), Gala Kabbaj (Ινστιτούτο Espaces Marx), Benoit Monange (Ίδρυμα Πολιτικής Οικολογίας), Γεράσιμος Μοσχονάς (Πάντειο Πανεπιστήμιο) και Δέσποινα Σίνου (Πανεπιστήμιο Sorbonne Paris Nord), ενώ μια εισαγωγή στην προβληματική της συζήτησης και παρουσίαση των βασικών παραμέτρων των αποτελεσμάτων των πρόσφατων εκλογών έκανε η διευθύντρια του ΙΝΠ, Δανάη Κολτσίδα.
Τα θέματα που κυριάρχησαν στη συζήτηση αφορούσαν, μεταξύ άλλων, την αποτίμηση των εκλογικών αποτελεσμάτων και κυρίως τους λόγους της μεγάλης αποχής, καθώς και του νέου ιστορικού ρεκόρ που πέτυχε η ακροδεξιά. Επίσης, κάποιες επιμέρους πλευρές των αποτελεσμάτων αυτών με ιδιαίτερη σημασία, όπως η ψήφος των λαϊκών τάξεων, αλλά και της νεολαίας. Ιδιαίτερα τονίστηκε από πολλούς ομιλητές και ομιλήτριες και το θεσμικό πλαίσιο της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας και οι ιδιαιτερότητες του ημιπροεδρικού συστήματος, η «θεσμική κόπωση» και η ανάγκη θεσμικών τομών.
Το ενδιαφέρον όλων, ωστόσο, συγκέντρωσε όπως ήταν αναμενόμενο, η «επόμενη μέρα», με εκτιμήσεις τόσο για τη δεύτερη προεδρία Μακρόν, όσο και για τον χαρακτήρα «τρίτου γύρου» που επιδιώκει να δώσει ο Ζαν Λυκ Μελανσόν στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές, καθώς και η ιστορικής σημασίας συμφωνία των δυνάμεων της ευρείας Αριστεράς για κοινή κάθοδο σε αυτές.
Δανάη Κολτσίδα: Οι βασικές παράμετροι των πρόσφατων προεδρικών εκλογών στη Γαλλία και ευρύτερα ερωτήματα
Ανοίγοντας τη συζήτηση εκ μέρους του ΙΝΠ, η διευθύντριά του, Δανάη Κολτσίδα, παρουσίασε τις βασικές παραμέτρους των αποτελεσμάτων των πρόσφατων προεδρικών εκλογών στη Γαλλία, καθώς και κάποια ευρύτερα ερωτήματα που προκύπτουν από αυτά, τόσο ενόψει των βουλευτικών εκλογών που ακολουθούν, όσο και ευρύτερα. Αρχικά, υπενθύμισε τα αποτελέσματα του πρώτου και του δεύτερου γύρου, σημειώνοντας αφ’ ενός ότι αυτά σηματοδοτούν την οριστικοποίηση μιας νέας τριχοτόμησης του γαλλικού πολιτικού σκηνικού και την κατάρρευση των παραδοσιακών κυβερνητικών κομμάτων, αφ’ ετέρου ότι η νίκη του Εμ. Μακρόν έναντι της Μ. Λεπέν στον δεύτερο γύρο είχε μικρότερη έκταση από τις προηγούμενες φορές που βρέθηκε σε αυτόν ακροδεξιός υποψήφιος.
Στη συνέχεια, η Δ. Κολτσίδα επικέντρωσε την
προσοχή της στα ποσοστά της Αριστεράς, υπογραμμίζοντας ότι το άθροισμά
τους αποτελεί αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για να περάσουν η
ριζοσπαστική Αριστερά και οι σύμμαχοί της στον δεύτερο γύρο των
βουλευτικών εκλογών του Ιουνίου και ότι θα χρειαστεί να κερδηθούν
ευρύτερα ακροατήρια. Όπως είπε, βέβαια, ο Μελανσόν αύξησε τις δυνάμεις
του σημαντικά σε σχέση με το 2017, ειδικά αν η σύγκριση γίνει με το
άθροισμα των δυνάμεων Ανυπότακτης Γαλλίας και ΚΚΓ (που δεν είχε
κατεβάσει υποψήφιο το 2017).
Όσον αφορά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά
των αποτελεσμάτων σημείωσε τα εξής: Παρατηρώντας τη γεωγραφία της ψήφου,
διαπιστώνουμε μια οικονομική/ταξική και πολιτισμική (π.χ. θρησκευτική)
διαίρεση της γαλλικής επικράτειας, καθώς και τη διαίρεση μεταξύ αστικών
κέντρων, όπου κατέγραψε σημαντικά ποσοστά ο Μελανσόν, και υπαίθρου, όπου
έχει κυρίως δύναμη η Λεπέν. Περαιτέρω, ως προς τα δημογραφικά στοιχεία,
η Δ. Κολτσίδα υπογράμμισε ότι η έμφυλη διάσταση της ψήφου δεν φαίνεται
να έπαιξε ιδιαίτερο ρόλο, ενώ η γαλλική νεολαία επιβεβαίωσε τη
γενικότερη τάση παγκοσμίως των νεότερων ψηφοφόρων να μετατοπίζονται προς
τα αριστερά και να γίνονται καταλύτες των εξελίξεων με προοδευτική
κατεύθυνση.
Τέλος, ως προς τα κοινωνικά χαρακτηριστικά του εκλογικού σώματος των επιμέρους υποψηφίων, όπως εξήγησε η Δ. Κολτσίδα, τα ανώτερα -κοινωνικά και επαγγελματικά- στρώματα στήριξαν κυρίως τον Μακρόν, τα μορφωμένα κατώτερα στρώματα στράφηκαν προς την Αριστερά, ενώ εκείνα με χαμηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο προς την Ακροδεξιά. Πολιτικά, ο Μελανσόν υποδέχτηκε το 34% των ψηφοφόρων του σοσιαλιστή Αμόν το 2017, ενώ ο Μακρόν προσέλκυσε το 37% των ψηφοφόρων του δεξιού Φιγιόν το 2017. Τα κύρια διακυβεύματα των πρόσφατων εκλογών ήταν για την Αριστερά οι μισθοί και η επισφάλεια, σε συνδυασμό με τα οικολογικά ζητήματα, ενώ η Λεπέν συνδύασε τα θέματα της αγοραστικής δύναμης με τα “κλασικά” θέματα της ακροδεξιάς (ασφάλεια, μετανάστευση κ.λπ.). Ο Μακρόν, αντίθετα, επένδυσε στη διαχείριση της πανδημίας και του πολέμου, ωστόσο το κυρίαρχο ζήτημα στην αναμέτρηση ήταν το κοινωνικό/οικονομικό.
Εδώ η σχετική παρουσίαση που προβλήθηκεArnaud Le Gall: Η «Ανυπότακτη Γαλλία» δεν προσπαθεί να καρπωθεί εκλογικά μερίδια της γαλλικής κοινωνίας, αλλά να δώσει πολιτική προοπτική στον θυμό και να χτυπήσει αποτελεσματικά τον νεοφιλελευθερισμό
Ο Arnaud Le Gall, μιλώντας για την «Ανυπότακτη Γαλλία» του Μελανσόν, τόνισε πως δέκα χρόνια τώρα χτίζει τη στρατηγική της επιδιώκοντας να απομακρυνθεί από την παραδοσιακή διάκριση Αριστεράς-Δεξιάς-Κέντρου και να μιλήσει για τον λαό, που θα πρέπει να επαναστατήσει γιατί με τις κυρίαρχες ευρωπαϊκές πολιτικές “αργοπεθαίνει”. Οι παλιές διαχωριστικές γραμμές, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν ωφελούν, ενώ με την πολιτική Ολάντ η Αριστερά που γνωρίζαμε έσβησε. Όπως είπε, η “Ανυπότακτη Γαλλία” δεν προσπαθεί να καρπωθεί εκλογικά μερίδια της γαλλικής κοινωνίας, αλλά να δώσει πολιτική προοπτική στον θυμό, να χτυπήσει αποτελεσματικά τον νεοφιλελευθερισμό με συγκεκριμένη ατζέντα, αναλυτικό πολιτικό πρόγραμμα και σαφείς προτάσεις.
Σύμφωνα με τον A. Le Gall, τέσσερεις πόλοι κυριάρχησαν στη γαλλική πολιτική σκηνή: Η Άκρα Δεξιά, με τη Λεπέν να εκμεταλλεύεται τον φόβο και την ανασφάλεια των λαϊκών στρωμάτων και τον Ζεμούρ να εκφράζει τη φασιστική μπουρζουαζία, οι φιλελεύθεροι, με τον Μακρόν, η αποχή -θυμίζοντας ότι θα κερδίσει όποιος μπορέσει να φέρει τους ψηφοφόρους που απέχουν στις κάλπες- και, τέλος το κοινωνικό μπλοκ του Μελανσόν. Όπως θύμισε, το μπλοκ αυτό ήρθε πρώτο στις υπερπόντιες περιοχές, εκεί που οι άνθρωποι βιώνουν ήδη όσα θα ζήσει η Γαλλία σε λίγα χρόνια με τις καταστροφικές επιπτώσεις των νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Ήρθε επίσης πρώτο στη μουσουλμανική ψήφο, στους ανθρώπους με επισφαλή εργασία, στους φοιτητές και στους κάτω των 35 ετών.
Όπως σημείωσε ο A. Le Gall, πρέπει η “Νέα Λαϊκή Ενότητα” να πείσει εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους πως ο λαός έχει τη δύναμη να επιβάλλει λύσεις προς το συμφέρον του, να βοηθήσει να μετατοπιστούν πολιτικά, παρακολουθώντας τι ζητά η κοινωνία. “Πετύχαμε αυτή τη συμμαχία“, είπε, “με το ΚΚΓ, τους Πράσινους, τους Σοσιαλιστές κάνοντας συμβιβασμούς. Ακόμα κι εμείς που είμαστε η μεγαλύτερη δύναμη και είχαμε καλό αποτέλεσμα κάναμε υποχωρήσεις γιατί η ιστορική στιγμή απαιτεί την ενότητα. Μπορεί να θέλαμε να βγούμε από το ευρώ, όπως θέλουμε να είμαστε ανυπάκουοι στην Ευρώπη, αλλά προτάξαμε την αύξηση του βασικού μισθού στα 1400€, τη σύνταξη στα 60 χρόνια, την κοινή ατζέντα για τα ευρωπαϊκά θέματα“. Και συνέχισε: “Υπάρχει μίσος για εμάς, φόβος για τη συμμαχία μας. Ένα τμήμα των Σοσιαλιστών θα στηρίξει τον Μακρόν. Επιδιώκουμε πλειοψηφική κυβέρνηση της Αριστεράς για να προωθήσουμε μια άλλη πολιτική“.
Benoit Monange: Ο Μακρόν καταφέρνει μακιαβελικά να κερδίζει.
Ο Benoit Monange περιέγραψε την προεδρία Μακρόν ως μια περίοδο παρατεταμένης κρίσης, χαοτικής διαχείρισης της πανδημίας, συστηματικής επίθεσης στα κοινωνικά κεκτημένα, αυταρχισμού, πολιτικής χωρίς καμιά δημοφιλία, όπως αποτυπώθηκε και στην μεγάλη ήττα των περιφερειακών εκλογών. Όπως υπογράμμισε όμως, παρ’ όλα αυτά “το 2022 παίρνει εκατομμύρια ψήφους ενώ Μελανσόν και Λεπέν ανεβάζουν τα ποσοστά τους. Πρέπει να αναλυθεί προσεκτικά γιατί ο Μακρόν κατάφερε ξανά να ελέγξει τα πράγματα. Έκανε απολογισμό επικαλούμενος την πανδημία, την οικονομική κρίση και τον πόλεμο και μακιαβελικά μπόρεσε να κερδίσει. Βασίζεται στο πως έχει θεσμικά οργανωθεί το πολιτικό σύστημα και σε ένα κύτταρο που διατηρεί αυτή τη δυναμική, κύτταρο που συντίθεται από τα εύπορα στρώματα που καθορίζουν τις εξελίξεις“.
Σε σχέση με την ακροδεξιά, όπως σημείωσε ο B. Monange, αυτή αντιστάθηκε στο μπαράζ των δημοκρατικών δυνάμεων, αναρωτήθηκε όμως τι θα ακολουθήσει μετά το επόμενο νεοφιλελεύθερο σοκ. Όπως είπε, η κατάσταση παραμένει ανησυχητική, αφού η Λεπέν βγήκε δεύτερη και ενισχυμένη, παρότι υπάρχει και ο Ζεμούρ. Ο Μακρόν έχει κερδίσει χωρίς να πλειοψηφεί και, κατά την εκτίμησή του, υπάρχει πολύ μεγάλη απογοήτευση. Σύμφωνα με όσα υπογράμμισε ο ίδιος, “η ανάγκη για μεταρρύθμιση των απαρχαιωμένων πολιτικών θεσμών είναι επιτακτική. Κάτι που θα γινόταν αν ερχόταν η Αριστερά στην εξουσία, η οποία όμως ακόμα μειοψηφεί“. Κατά την εκτίμησή του, “η θητεία Ολάντ που υπηρέτησε τη δεξιά πολιτική και οδήγησε στη φθορά των θεσμών αποδείχτηκε χαμένη ευκαιρία για την Αριστερά.
Για αυτό έχει μεγάλη σημασία η επιτυχία των διαπραγματεύσεων και η επίτευξη της ενότητας των αριστερών δυνάμεων. Είναι ο μόνος τρόπος να σπάσει ο μακρονισμός, να ξαναδώσει η Αριστερά την ελπίδα“. Σε σχέση με την εκλογική διαδικασία, ο B. Monange σημείωσε ότι όταν οι βουλευτικές ακολουθούν τις προεδρικές, το εκλογικό σώμα δίνει συνήθως τα κλειδιά της διακυβέρνησης στον πρόεδρο, επομένως εκτίμησε ότι “θα είναι μοναδικό αν σπάσει αυτή τη λογική. Ίσως ήρθε η στιγμή. Θα υπάρξει συσπείρωση φιλελεύθερων και συντηρητικών για να εμποδίσουν μια αριστερή πλειοψηφία. Πρέπει η ενωμένη Αριστερά, η Νέα Λαϊκή Ενότητα, να βάλει πολύ δυνατές υποψηφιότητες για να πετύχει τους στόχους της“.
Louise Gaxie: Μπορεί να κόψαμε το κεφάλι του βασιλιά, όμως το σύστημα παραμένει «μοναρχικό»
Η Louise Gaxie επικέντρωσε την τοποθέτησή της στις ιδιαιτερότητες του πολιτικού συστήματος της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας, με επίκεντρο το άρθρο 20 του Συντάγματος. Όπως είπε, το πολιτικό σύστημα είναι στην πράξη ένα καθεστώς αμιγώς προεδρικό. Κατά την ίδια, παρότι η ισχύς είναι θεωρητικά μοιρασμένη σε δύο πόλους, τον πρόεδρο και την κυβέρνηση, ο προεδρικός πόλος είναι αυτός που προκρίνεται.
Όπως υπογράμμισε, «θα έπρεπε οι κοινοβουλευτικές εκλογές να προηγούνται των προεδρικών όμως επί Ζοσπέν αυτό άλλαξε. Έτσι επικράτησε η ανισότητα στην εκτελεστική εξουσία. Όλα τα debate περιορίζονται στους δύο πόλους του δεύτερου γύρου των προεδρικών εκλογών, εξαφανίζοντας έτσι από το προσκήνιο τις άλλες πολιτικές δυνάμεις”. Κατά τη L. Gaxie, οι προεδρικές εκλογές είναι “αδιέξοδες και προβληματικές και θα έπρεπε να καταργηθούν. Μπορεί να κόψαμε το κεφάλι του βασιλιά, όμως το σύστημα παραμένει “μοναρχικό”, υπονομεύοντας τη δημοκρατία στη χώρα. Και σήμερα, παρότι οι Γάλλοι εμπόδισαν τον φασισμό, ο Μακρόν είναι αποφασισμένος να επιβάλει την πολιτική του».
Επίσης, αφού τόνισε ότι δεν υπάρχουν ακόμα τα κοινωνιολογικά ερευνητικά δεδομένα που θα μας επέτρεπαν να κατανοήσουμε σε μεγαλύτερο βάθος τις πραγματικές απόψεις των ανθρώπων, η L. Gaxie σημείωσε ότι τρεις πολιτικές δυνάμεις παραμένουν ψηλά. Ειδικότερα για την Αριστερά, σημείωσε ότι αυτή είναι είναι κοινωνικά φιλελεύθερη, όμως μετά τη θητεία Ολάντ δεν μπορεί να αγνοεί την επίθεση στα εργατικά δικαιώματα. Ως προς την αποχή, σημείωσε ότι αυτή ήταν ιδιαίτερα μεγάλη, ενώ τόνισε την ανάγκη να οργανωθεί ένα συνέδριο για όλα τα νέα κοινωνικοπολιτικά δεδομένα. Τέλος, ως προς τις βουλευτικές εκλογές, η L. Gaxie υπενθύμισε ότι για να εισέλθει στον δεύτερο γύρο η Αριστερά θα χρειαστεί το 25% των ψηφισάντων και εκτίμησε ότι είναι δύσκολο το σκηνικό. Όπως είπε, “μακάρι η Αριστερά να ξανακερδίσει τις λαϊκές τάξεις και να αλλάξει τα πράγματα“.
Gala Kabbaj: Η Ακροδεξιά πέτυχε ένα ιστορικό ρεκόρ
Η Gala Kabbaj μίλησε με τη σειρά της για τη νέα τριχοτόμηση του εκλογικού σώματος με την εξαφάνιση Σοσιαλιστών και Ρεπουμπλικάνων και για τη μεγάλη αποχή των λαϊκών τάξεων από την εκλογική διαδικασία. Παρότι, όπως επισήμανε, ο Μακρόν προσπάθησε στον δεύτερο γύρο να υιοθετήσει έναν ισχυρό δημοκρατικό λόγο, η Ακροδεξιά πέτυχε ιστορικό ρεκόρ. Όπως σημείωσε, τον Μακρόν ψήφισε το 39% των Ρεπουμπλικάνων, δηλαδή οι κεντροδεξιοί. Αναρωτήθηκε δε πόσοι από τους εργαζόμενους και τους δημοσίους υπαλλήλους που τον ψήφισαν είναι παλιοί του ψηφοφόροι που τον στηρίζουν ακόμα και πόσοι είναι νέοι ψηφοφόροι που ήρθαν από τη δεξιά, καθώς και αν θα μπορέσει να παραμείνει πειστικός.
Όπως υπογράμμισε η G. Kabbaj, υπήρξε πόλωση του λαϊκού σώματος, της εκλογικής βάσης μεταξύ Λεπέν και Μελανσόν. Η Λεπέν καρπώθηκε τη δυσαρέσκεια ανθρώπων όλων των ηλικιών, ενώ ο Μελανσόν είχε μεγάλη διεισδυτικότητα στη νεανική ψήφο. Σύμφωνα με την εκτίμηση της ίδιας, η ψήφος στη Λεπέν αναπτύσσεται και εδραιώνεται. Σημειώνεται και μια γεωγραφική μετατόπιση της επιρροής της από τις περιαστικές περιοχές στην επαρχία.
Ως προς την ταξική διάσταση της ψήφου, η G. Kabbaj υπενθύμισε ότι στους φτωχούς δήμους η Λεπέν πήρε το 23% ανθρώπων με εισόδημα λίγο πάνω από τα 900€, ενώ ο Μελανσόν το 40% εκείνων με εισόδημα κάτω των 900€. Η Λεπέν είναι δυνατή στην εργατική τάξη (36% στους εργάτες χαμηλού, 12% στους εργάτες υψηλότερου μορφωτικού επιπέδου), ενώ η ακροδεξιά έχει δύο ζώνες άντλησης ψηφοφόρων, την αποχή και την μπουρζουαζία που εκπροσώπησε ο Ζεμούρ. Ο Μελανσόν, όπως υπογράμμισε, απευθύνεται κυρίως σε υπαλλήλους, εργαζομένους, ψηφοφόρους με παραδοσιακούς δεσμούς με την Αριστερά, ανθρώπους μορφωμένους χαμηλών εισοδημάτων, που αναγκάστηκαν με την κρίση να μετακινηθούν στην επαρχία, και στους νέους.
Τέλος, σε σχέση με τις βουλευτικές εκλογές, η G. Kabbaj εξέφρασε την εκτίμηση ότι “ο Μελανσόν επιδιώκει να μετατρέψει τη μάχη των βουλευτικών εκλογών σε τρίτο γύρο των προεδρικών και να γίνει το αντίπαλο δέος του Μακρόν».
Δέσποινα Σίνου: Στη Γαλλία υπάρχει θεσμική κόπωση
Η Δέσποινα Σίνου μίλησε για θεσμική κόπωση, τονίζοντας ότι το Σύνταγμα και το πολιτικό σύστημα της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας, που επινοήθηκε τη δεκαετία του ’50 προσαρμοσμένο στο πρόσωπο του Στρατηγού Ντε Γκωλ, παρά τις επιμέρους αναθεωρήσεις του, είναι ξεπερασμένο. Εκτίμησε δε ότι υπάρχει πλέον απαξίωση προσώπων και θεσμών. Σύμφωνα με τη Δ. Σίνου, “ο Μακρόν αντιμετώπισε αφ’ υψηλού τις προεδρικές εκλογές στον πρώτο γύρο. Η δυσθυμία του εκλογικού σώματος εκφράστηκε με την ψήφο στη Λεπέν και με την αποχή. Στον δεύτερο γύρο, η αποχή σηματοδότησε την απόρριψη και των δύο υποψηφίων και κυρίως των ψεύτικων διλημμάτων που δεν αντιστοιχούν στις πραγματικές ανάγκες της γαλλικής κοινωνίας.
Η ψήφος στην Ακροδεξιά“, συνέχισε, “δεν αποτελεί προσχώρηση αλλά αντίδραση στην οικονομική πολιτική Μακρόν και τον αυταρχισμό απέναντι στα Κίτρινα Γιλέκα, τους συνδικαλιστές, τους φοιτητές. Η Λεπέν έκανε έξυπνη καμπάνια, υπέκλεψε αριστερά συνθήματα και αξιοποίησε το χάσμα μεταξύ Παρισιού και επαρχίας“. Όπως υπενθύμισε, ο Μακρόν επωφελήθηκε από την μεγάλη πτώση Σοσιαλιστών και Ρεπουμπλικάνων, ενώ εξέφρασε την άποψη ότι “οι δημοσκοπήσεις δεν ευνόησαν τον Μελανσόν, του έδιναν μόνο 16%, αποτρέποντας ένα ρεύμα υπέρ του. Το ερώτημα για τον ρόλο δημοσκοπικών εταιρειών και ΜΜΕ παραμένει ανοιχτό“.
Σε ό,τι αφορά τις βουλευτικές εκλογές, η Δ. Σίνου σημείωσε ότι ο Μελανσόν ζητά από τον λαό να τον εκλέξει πρωθυπουργό, παρότι δεν εκλέγεται πρωθυπουργός αλλά κυβερνητική πλειοψηφία. Το σύνθημά του αυτό είναι πολιτικό, αλλά και με συνταγματικές διαστάσεις, γιατί περικλείει το αίτημα επανίδρυσης της Γαλλικής Δημοκρατίας. Επίσης, εξέφρασε την εκτίμηση ότι τα πρώτα δείγματα της τακτικής του Μακρόν είναι δυσοίωνα, καθώς αξιοποιεί τα αποτελέσματα ως λευκή εντολή. Όπως είπε, “στην Ελλάδα προβάλλεται ως ένας φιλελεύθερος φιλοευρωπαίος όμως απλώς χρησιμοποιεί ευφυώς επικοινωνιακά τεχνάσματα“. Τέλος, σε σχέση με τη συμφωνία σύμπραξης της Αριστεράς, η Δ. Σίνου ανέφερε ότι αυτή πρέπει να μελετηθεί. Όπως είπε, “η ανυπακοή σε συγκεκριμένες πολιτικές της ΕΕ πρέπει να δουλευτεί και νομικά. Το γαλλικό παράδειγμα λειτουργεί ως μεγάλο στοίχημα και για την ελληνική Αριστερά, ενώ η επίτευξη της συμφωνίας στηρίζεται στη σύγκλιση προγραμμάτων, που προέκυψαν από έναν διαρκή διάλογο με την κοινωνία πολιτών και τον λαό. Η πολιτική επιστρέφει“.
Γεράσιμος Μοσχονάς: Η Αριστερά δεν κατάφερε να διατυπώσει ένα νέο αξιακό λόγο που να ακουμπά τους ανθρώπους της εργατικής τάξης. Πρέπει να ξανασκεφτεί τον τρόπο που μιλάει στα λαϊκά στρώματα φέρνοντάς τα ξανά στο επίκεντρο της κοινωνίας
Κλείνοντας τον κύκλο των παρεμβάσεων, ο Γεράσιμος Μοσχονάς τόνισε πως δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι συνέβη στη Γαλλία το 2017 και το 2022 αν δεν κατανοήσουμε τη λογική του γαλλικού πολιτικού συστήματος. Σε σχέση με τους τρεις πρωταγωνιστές της προεδρικής εκλογής, υπενθύμισε ότι ο Μακρόν κατέλαβε το Κέντρο και έχτισε ένα νέο πολιτικό σκηνικό με άξονα το Κέντρο, οδηγώντας σε μεγάλη ήττα τους Σοσιαλιστές το 2017 και τους πρώην Γκωλικούς το 2022. Σημείωσε ωστόσο ότι δεν συνοδεύεται η κομματική αλλαγή και από μία αντίστοιχη ιδεολογικοπολιτική. Το μπλοκ που στηρίζει τον Μακρόν είναι τα μεγάλα και μικρά επιχειρηματικά συμφέροντα, τα εύπορα, μορφωμένα, φιλοευρωπαϊκά στρώματα, οι δυνάμεις του πολιτικού και πολιτισμικού φιλελευθερισμού.
Ο Μελανσόν, όπως εκτίμησε ο Γερ. Μοσχονάς, “αναδεικνύεται πολιτικά, μέσα από τις αποτυχίες, τις επιτυχίες του και την επιμονή του, ως μεγάλος μυθιστορηματικός ήρωας“, ενώ για τη Λεπέν υπογράμμισε ότι αυτή πολιτεύεται σε μεγάλο βαθμό ως εκφραστής μέρους των λαϊκών συμφερόντων. Συνολικά δε, όπως υπογράμμισε ο Γερ. Μοσχονάς, “οι προσωπικότητες που παίζουν καθοριστικό ρόλο στην πολιτική μάχη, έχουν αδύναμες κομματικές δομές πίσω τους. Με όρους Αριστεράς ακόμα και η δομή του κόμματος του Μελανσόν είναι εμβρυώδης. Αυτό προκαλεί αστάθεια στη μέση διάρκεια. Τι θα γίνουν οι τρεις πόλοι χωρίς αυτά τα πρόσωπα;. Αντίθετα, τα παλιά κόμματα (Σοσιαλιστές και Ρεπουμπλικάνοι) έχουν ακόμα ρίζες στις τοπικές κοινωνίες“.
Σε ό,τι αφορά την ταξική διάσταση της ψήφου, ο Γερ. Μοσχονάς τόνισε ότι αν παρακολουθήσουμε συγκριτικά τα αποτελέσματα στη μακρά διάρκεια της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας, θα διαπιστώσουμε σχετικοποίηση της ταξικής ψήφου. Ο Μιτεράν το 1981 με το 49% των ψηφισάντων πήρε μαζί του το 71% της εργατικής τάξης, ενώ η Λεπέν το 2022 με το 41% κέρδισε το 67% της ψήφου των εργατών και το 57% των υπαλλήλων. Όπως θύμισε, ωστόσο, ήδη από το 1958, την πρώτη θητεία Ντε Γκωλ, έχουμε ταξική αποευθυγράμμιση, αφού τον ψηφίζει μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης. Και, ναι μεν, από το 1973 η Ενωμένη Αριστερά κερδίζει τη λαϊκή ψήφο, όπως και στις χώρες με ισχυρή σοσιαλδημοκρατία, όμως μετά το 1990 η Αριστερά χάνει μεγάλο μέρος της, που σήμερα το καρπώνεται η Λεπέν. Το δε εκλογικό σώμα του Μελανσόν είναι διαταξικό, αφού στην εργατική τάξη έχει ένα 22% – 24%.
Σε σχέση με την τακτική του Μελανσόν, ο Γερ. Μοσχονας υπενθύμισε ότι αυτός από το 2017 αρνήθηκε την Αριστερά, υιοθετώντας μια λαϊκή στρατηγική που πολλοί την είπαν λαϊκιστική. Σήμερα, ωστόσο, από την ηγεμονική του θέση, μιλάει με την Αριστερά και στο όνομά της. Σχολίασε δε ότι “η δυναμική των πραγμάτων είναι ισχυρότερη από τη δυναμική του λόγου” και εξέφρασε την άποψη ότι η τακτική του Μελανσόν είναι υποδειγματική σήμερα, σε αντίθεση με το 2017.
Τέλος, ο Γερ. Μοσχονάς αναφέρθηκε στο θέμα των λαϊκών τάξεων, το οποίο όπως είπε θέτει ένα πρόβλημα στην Αριστερά. Όπως εκτίμησε, “η Αριστερά δεν κατάφερε να διατυπώσει ένα νέο αξιακό λόγο που να ακουμπά τους ανθρώπους της εργατικής τάξης. Πρέπει να ξανασκεφτεί τον τρόπο που μιλάει στα λαϊκά στρώματα φέρνοντάς τα ξανά στο επίκεντρο της κοινωνίας“.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου