Πρώτα ο στίχος. Μην παραξενεύεστε. Όλα είναι ποίηση. Πάμε λοιπόν. Πέφτω και σηκώνομαι, σκοντάφτω και πέφτω πάλι. Μετά η μουσική. Όχι απορίες παρακαλώ. Εξάλλου, όλα είναι μουσική, η απόλυτη ποίηση δηλαδή. Και ο λόγος παίρνει τα ηνία, η θύελλα ξεκινά. Η πρόζα ακολουθεί τον ρυθμό του μετάλλου που συναντά μέταλλο και στον κυματισμό της σύγκρουσης επιβιώνει, αναβιώνει, ορθώνεται και στερεώνει το σώμα και το μυαλό, τα όπλα του ανθρώπου, του υπανθρώπου, του ανώτερου ζώου που στην τύχη του τρόμου παραλύει και όλα ξεκινούν από την αρχή. Πέφτω και σηκώνομαι, σκοντάφτω και πέφτω πάλι, λέει το αλάνι ο «Εισβολέας» και όλα συνδέονται, ενώνονται, ανατρέπονται, εκτρέπονται σε περιοχές ταπεινές, μοναδικές, βασανιστικές… Η χορδή τεντώνεται και ο ήχος γίνεται «πνιχτός», το δάκρυ μπερδεύεται με τη φωνή και οι λέξεις σκοντάφτουν, πέφτουν και προσπαθούν να πάλι να σηκωθούν. Η θύελλα φέρνει το λευκό του κόσμου σε ένα σημείο, εκεί που σπαρταρά το κορμί και τα πόδια τρεκλίζουν, εκεί που η πρόζα θρυμματίζεται και τα σύμφωνα-φωνήεντα γίνονται ο ανολοκλήρωτος στίχος που προχωρά και πέφτει, σηκώνεται και ξαναπέφτει. Και από τη φωνή του «Εισβολέα», στην καθηλωτική γραφή του Τζον ΜακΓκρέγκορ, στο «Γείρε, πέσε, σήκω» (Εκδόσεις Αγρα).
Ο ΜακΓκρέγκορ διαθέτει την ικανότητα να καταγράφει τις δονήσεις της στιγμής, να βάζει λόγια στον απόηχο που επιμένει. Ένα γεγονός και οι ανυποχώρητες συνέπειες του είναι η βάση της μυθοπλασίας του. Όσοι έχουν διαβάσει το «Ταμιευτήρας 13» (Εκδόσεις Αγρα) ξέρουν ότι ο βραβευμένος συγγραφέας ακολουθεί κάθε ίχνος της ιστορίας που φτιάχνει. Στον «Ταμιευτήρα 13» ήταν η εξαφάνιση ενός κοριτσιού. Εδώ, είναι το ατύχημα-δυστύχημα στη διάρκεια ερευνητικής αποστολής στην Ανταρκτική. Η ομάδα έρχεται αντιμέτωπη με χιονοθύελλα. Η μανία της φύσης συντρίβει το τοπίο, το τακτοποιεί με τον τρόπο της και αυτοί που βρέθηκαν μπροστά της πληρώνουν το τίμημα. Τρία άτομα, το ένα νεκρό. Δύο επιζώντες και ένας μόνο μπορεί να πει τι συνέβη. Εδώ, όμως, ξεκινά το πέφτω και σηκώνομαι, σκοντάφτω και πέφτω πάλι. Ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, ο Ρόμπερτ Ράιτ, δεν μπορεί να μιλήσει καθαρά. Μπορεί να έμεινε ζωντανός, οι λέξεις όμως έχουν χάσει το σώμα και την καρδιά τους. Το εγκεφαλικό που τον βρήκε τον έφερε στην αρχή του ανθρώπου και ο αγώνας του να μιλήσει, να εξηγήσει τι συνέβη είναι συγκλονιστικός, επίπονος, υποβλητικός. Ο λόγος του δείχνει κάτι από τις διεργασίες του νου, από το μηχανισμό που φτιάχνει την πρόζα. Ο ΜακΓκρέγκορ σκάβει βαθιά και μας δίνει κάτι που σπάνια το βλέπουμε.
Ο τρόπος που παρουσιάζει την προσπάθεια του ήρωα του να μιλήσει είναι αξιοθαύμαστος. Ο τίτλος του βιβλίου διατρέχει το «σώμα» του και δίνει το ύφος, την έκφραση, τον ρυθμό. Κοφτά, άμεσα, λιτά. Ο ΜακΓκρέγκορ φτιάχνει μια πρόζα που συλλαμβάνει ακριβώς αυτό που τη δημιούργησε! Στην αφήγηση δεν υπάρχει κάτι περιττό και η φωνή του Ρόμπερτ Ράιτ δίνει τον τόνο, όλα είναι υπολογισμένα με χειρουργική ακρίβεια. Τα λόγια του ΜακΓκρέγκορ φωτίζουν την έννοια του ηρωισμού και την ακατάβλητη παρόρμηση του ανθρώπου να πει ιστορίες. Το φινάλε είναι πανέμορφο και δείχνει το λευκό που αστράφτει:
Δεν ήξερε τι ήταν σπίτι, ούτε τι ήταν άτομο.
Σηκώθηκε και περπάτησε και έπεσε.
Περίμενε. Σηκώθηκε. Η λέξη πάγος ήταν ξαφνικά σημαντική. Η λέξη σύρσιμο.
Φυσικά πρέπει να επισημάνουμε την πολύ καλή μετάφραση του Αλέξη Καλοφωλιά ο οποίος αποτύπωσε άψογα τον λόγο του ΜακΓκρέγκορ.
Jon McGregor (1976) - Wikipedia
Lean, Fall, Stand with author Jon McGregor.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου