Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 27, 2018

Ζμπίκνιου Πράισνερ: «Για μένα πρέπει να πηγαίνεις πάντα αντίθετα με το ρεύμα»

 
Zbigniew Preisner

Συνέντευξη στη Μάρθα Κίσκιλα

Πηγή: tvxs.gr

«Γράφω δημιουργική μουσική με την καρδιά. Όπως έλεγε ο Αριστοτέλης: Ζούμε με συναισθήματα, όχι με τις ώρες στο ηλιακό ρολόι. Θα έπρεπε να μετράμε το χρόνο με τους χτύπους της καρδιάς…»  Ζμπίκνιου Πράισνερ
O Ζμπίκνιου Πράισνερ δεν χρειάζεται πολλές συστάσεις. Είναι ο μεγαλύτερος πολωνός συνθέτης κινηματογραφικής μουσικής και ένας από τους σημαντικότερους σε όλο τον κόσμο. Η μουσική του μας έχει ταξιδέψει, μας έχει συγκινήσει και μας έχει βοηθήσει να μπούμε στο ψυχικό κόσμο των κινηματογραφικών ηρώων σπουδαίων σκηνοθετών.
Έχει υπογράψει τη μουσική σε πάνω από 40 ταινίες. Τον γνωρίσαμε κυρίως μέσα από τη δουλειά του για την ταινία του Κριστόφ Κισλόφσκι «Η διπλή ζωή της Βερόνικας», όταν με το ψευδώνυμο Βαν ντε Μπαντεμάγερ υπέγραφε ένα από τα ομορφότερα κινηματογραφικά θέματα όπως είναι το «Concerto in e minor, Version 1798». Έκτοτε έχει μονοπωλήσει το ενδιαφέρον των κινηματογραφόφιλων, και όχι μόνο, με τις περίφημες συνεργασίες του και στις άλλες ταινίες του Κισλόφσκι, καθώς και σε ταινίες άλλων σημαντικών σκηνοθετών, όπως το «Europa Europa» της Ανιέσκα Χόλαντ, το «Μοιραίο πάθος» του Λουί Μαλ, το «Όταν ένας άντρας αγαπά μια γυναίκα» του Λούις Μαντόκι καθώς και το Κουαρτέτο σε τέσσερις κινήσεις της Λουκίας Ρικάκη. Έχει κληθεί επίσης να «ντύσει» μουσικά τον 20ό αιώνα, στο People’s Century, μία ιστορική σειρά 26 επεισοδίων, ενώ μια από τις σημαντικότερες συνεργασίες του είναι με τον David Gilmour από τους Pink Floyd, όπου συγχρόνως τους δένει και μια χρόνια φιλία.
Λίγο καιρό πριν την συναυλία του στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, ο διάσημος πολωνός συνθέτης, μιλάει στο tvxs για την σημαντικότερη συνεργασία της ζωής του με το Κρίστοφ Κισλόφσκι, για την αντίστασή του στο Χόλιγουντ και για το τι σημαίνει τελικά να κολυμπάς κόντρα στο ρεύμα.

Ζμπίγκνιεφ Πράισνερ - Βικιπαίδεια

 

 

Σπουδάσατε φιλοσοφία και ιστορία και καταφέρατε μόνος σας όχι μόνο να διαβάζετε και να γράφετε νότες, αλλά να συνθέτετε ολόκληρα συμφωνικά έργα. Τι σας οδήγησε να ασχοληθείτε με τη μουσική;
Ζ.Π.: Όταν ήμουν στο σχολείο είχαμε τη δική μας μπάντα και έτσι έμαθα να παίζω μουσική. Στην πορεία ήθελα να γίνω ένας «σοβαρός άνθρωπος» γι’ αυτό διάλεξα την φιλοσοφία και την ιστορία, αλλά στο πρώτο εξάμηνο κατάλαβα ότι μάλλον δεν πρόκειται για τόσο σοβαρές σπουδές και ξαναγύρισα στη μουσική. Ήξερα όμως ότι πρέπει να γίνω πολύ καλός. Για να είσαι σοβαρός συνθέτης πρέπει να είσαι επαγγελματίας. Κι έτσι αφοσιώθηκα εξ ολοκλήρου σε αυτό.
Το συνθετικό σας ύφος αποτελεί μια ευδιάκριτα εναλλακτική μορφή έκφρασης του νεορομαντισμού. Ποιες είναι οι δικές σας μουσικές επιρροές; Ήταν η Πολωνία ανοιχτή στην ευρωπαϊκή μουσική εκεί που μεγαλώσατε;
Ζ.Π.: Βλέποντας τώρα πια τη μουσική μου μετά από χρόνια, καταλαβαίνω ότι έφτιαξα ένα καινούριο κλίμα, μια καινούρια γλώσσα. Και υπάρχει κάτι που με ξεχωρίζει από τους άλλους συνθέτες, αλλά δεν ξέρω αν αυτό είναι καλό ή κακό. Ξέρω βέβαια ότι έχω συγκεκριμένο ύφος και χαρακτήρα στη μουσική γραφή μου. Για μένα πρέπει να πηγαίνεις πάντα αντίθετα με το ρεύμα. Με τη φορά του ρεύματος πάνε μόνο τα σκουπίδια. Ο δρόμος αυτός που διάλεξα με έχει διαμορφώσει και μου δίνει δύναμη. Θα ήθελα πιθανώς να είμαι διαφορετικός, αλλά έτσι είναι ο χαρακτήρας μου. Πάντα ήμουν ανυπάκουος.
Η Πολωνία ήταν τότε ανοιχτή στην ευρωπαϊκή μουσική. Υπήρχαν πολλά φεστιβάλ κλασικής μουσικής κι όχι μόνο. Εμένα μπορώ να πω ότι με επηρέασε αρκετά η θρησκευτική μουσική. Αυτό που θυμάμαι από τα νιάτα μου είναι ότι κάθε Κυριακή τραγουδούσαμε στην Εκκλησία. Κάποια από αυτά τα τραγούδια ήταν καταπληκτικά κι αυτό το κλίμα το μετέφερα στη μουσική μου.
Με τα τέλη της εφηβείας σας ανακαλύψατε την πολωνική υπόγεια σκηνή στο καμπαρέ «Piwnica Pod Baranami» της Κρακοβίας. Το καμπαρέ αυτό ήταν το πιο δημοφιλές «καταφύγιο», όπου ποιητές, διανοούμενοι και τζαζ μουσικοί της χώρας μπορούσαν να υπονομεύσουν χωρίς φόβο το καθεστώς. Πόσο ρόλο έπαιξε αυτό το μέρος στην μετέπειτα πορείας σας;
Ζ.Π.: Αυτό το μέρος δεν χωρούσε πάνω από 100 άτομα. Μύριζε παντού καπνός και βότκα και η παράσταση ξεκινούσε μετά τις 11 το βράδυ. Εκεί ερχόντουσαν όλοι οι εξεγερμένοι δημιουργοί από όλη την Πολωνία, όπως ο Πολάνσκι και ο Αντρέι Βάιντα. Αυτό το μέρος μας παρείχε μια ελευθερία. Επειδή ήταν μικρό οι αρχές προτιμούσαν να μας έχουν συγκεντρωμένους εκεί, παρά διάσπαρτους σε όλη την Πολωνία, γι΄ αυτό δεν το έκλεισαν. Δεν θα άλλαζα εκείνη την περίοδο για τίποτα. Μου άνοιξε όλους τους πνευματικούς ορίζοντες σε όλα, από την μουσική μέχρι την ιδεολογία.
Σημείο αναφοράς στην καριέρα σας είναι η συνεργασία του με τον Κριστόφ Κισλόφσκι. Πως ξεκίνησε αυτή η συνεργασία; Τι ήταν αυτό που σας συνέδεσε και οδήγησε σε αυτή τη μακροχρόνια συνεργασία και φιλία;
Ζ.Π.: Ο Κισλόφκι ήταν φίλος με τον σκηνοθέτη Αντόνι Κράουζερ, με το οποί είχα συνεργαστεί στην πρώτη μου ταινία, από όπου άρχισε να γίνεται γνωστή η μουσική μου. Μου είχε στείλει τηλεγράφημα για να συναντηθούμε και να μιλήσουμε για την καινούρια ταινία που ετοίμαζε. Ήταν ένας εξαιρετικός άνθρωπος με πολύ χιούμορ που ταιριάξαμε. Υπήρχε μεγάλη χημεία μεταξύ μας.
Η πρώτη σας συνεργασία στην ταινία «Χωρίς τέλος» πολεμήθηκε τόσο από το πολιτικό κατεστημένο όσο και από την Καθολική Εκκλησία της Πολωνίας. Εσείς ποια σχέση έχει με την πολιτική και την εκκλησία;
Ζ.Π.: Θυμάμαι που είχα πάει να δω την ταινία στο σινεμά. Ξαφνικά 20 λεπτά μετά την έναρξη της προβολής διέκοψαν την προβολή. Ως δικαιολογία μας είπαν ότι χάλασε ο προβολέας κι ότι έπρεπε να πάμε όλοι στα σπίτια μας. Εκείνη την περίοδο είχε κηρυχθεί στην Πολωνία στρατιωτικός νόμος. Η ταινία δεν πολεμούσε ακριβώς εκείνη την εποχή, αλλά αυτό που θα μπορούσε να γίνει στο μέλλον. Και η ταινία δεν άρεσε ούτε στην εκκλησία γιατί δεν ήταν χριστιανική, ούτε σε αυτούς που κυβερνούσαν γιατί προέβαλε μια διαφορετική πολιτική, αλλά ούτε και στην αντιπολίτευση, γιατί δεν ήταν αρκετά αντιδραστική. Όλοι ήταν δυσαρεστημένοι. Εγώ προσωπικά είμαι καθολικός, με την έννοια ότι πιστεύω στο Θεό αλλά δεν εφαρμόζω αυτό που λέει η Βίβλος.
Πώς προσεγγίσατε τη δημιουργία της μουσικής στον Δεκάλογο, αφού το έργο ουσιαστικά αποτελείται από 10 ξεχωριστές ιστορίες; Ήταν σημαντικό να διατηρηθεί η μουσική ενότητα σε όλη τη σειρά;
Ζ.Π.: Η μουσική ενότητα είναι πολύ σημαντική. Και υπάρχει το κεντρικό θέμα στο Δεκάλογο. Ωστόσο, κάθε ιστορία έχει τη δική του διαφορετική μουσική. Στην πρώτη ιστορία έχουμε το φλάουτο, στη δεύτερη το πιάνο, στην τρίτη ορχήστρα, στην τέταρτη κάτι πιο ηλεκτρονικό, στην πέμπτη χορωδία και στην έκτη κλασική κιθάρα. Κάθε ιστορία όμως ξεκινάει με το μουσικό θέμα που συνέθεσε στην αρχή.
Ο Νίνο Ρότα κατάφερε να αποδώσει το μαγικό σύμπαν του Φεντερίκο Φελίνι, η Ελένη Καραΐνδρου τον ιστορικό στοχασμό του Θόδωρου Αγγελόπουλου και ο Μορικόνε τα στιλιστικά αριστουργήματα του Σέρτζιο Λεόνε. Εσείς πως καταφέρνατε να μπείτε στον ψυχολογικό διάκοσμο των ηρώων του Κισλόφσκι; Θεωρείτε σημαντικό να παρευρίσκεστε στις πρόβες και πόσο σημαντική είναι η επαφή με τον σκηνοθέτη και τους ηθοποιούς;
Ζ.Π.: Όταν έκανα οκτώ ταινίες τον χρόνο δεν είχα την πολυτέλεια να  παρευρίσκομαι στις πρόβες με τους ηθοποιούς. Αλλά με τις ταινίες του Κισλόφσκι ήταν διαφορετικό. Μήνες ολόκληρους συζητούσαμε. Καθόμασταν μπροστά από την οθόνη του μοντάζ και αναλύαμε διάφορα θέματα των χαρακτήρων και της ταινίας. Μου αρέσει πολύ η συζήτηση γιατί πάντα κάτι γεννιέται από αυτό. Αν με αφήσεις μόνο με μια ταινία, μπορεί να κάνω λάθος στη μουσική. Ενώ με τον σκηνοθέτη έχω την ευκαιρία να καταλάβω περισσότερα για τον ψυχικό κόσμο των ηρώων. Γενικά έχω κάτσει τόσες ώρες μπροστά στην οθόνη του μοντάζ, που θα μπορούσα να θεωρηθώ επαγγελματίας. Υπάρχουν μάλιστα περιπτώσεις που έχω βοηθήσει σκηνοθέτη να μοντάρει την ταινία του.
Σίγουρα κάθε συνεργασία είναι μοναδική άλλά υπάρχει κάποια σύνθεση σε ταινία στην οποία νιώσατε ότι ταυτιστήκατε απόλυτα με τον ψυχικό κόσμο του ήρωα από την αρχή;
Ζ.Π.: Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι μία. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα που μου έρχεται στο μυαλό είναι ο Δεκάλογος. Όταν κάθισα στο πιάνο κι άρχισα να παίζω το θέμα, κατάλαβα ότι ταιριάζει απόλυτα στην ταινία από την αρχή. Αλλά έχει συμβεί κι άλλες φορές στην πορεία.
Έχετε δηλώσει ότι «η μουσική γεννιέται μόνο όταν δεις και αισθανθείς κάθε φορά τις εικόνες». Πιστεύετε ότι αυτή είναι η μεγάλη διαφορά της ευρωπαϊκής κινηματογραφικής μουσικής από την αμερικάνικη; Αυτός είναι και ο λόγος που έχετε απορρίψει δεκάδες προτάσεις να γράψετε μουσική για ταινίες του Χόλιγουντ;
Ζ.Π.: Έχω εργαστεί και στην Αμερική γιατί ήταν καλοί οι σκηνοθέτες και με ενδιέφεραν οι ταινίες. Υπάρχει ωστόσο μια ειδοποιός διαφορά, καθώς στην Ευρώπη υπεύθυνος για την ταινία είναι ο σκηνοθέτης και συνεννοείσαι μαζί του. Στην Αμερική από την άλλη δεν υπάρχει κάποιος υπεύθυνος. Η μουσική σου μπορεί να αρέσει πολύ στον σκηνοθέτη αλλά πρέπει να την ακούσει κι ο παραγωγός. Κι ο παραγωγός μπορεί να φέρει την φίλη του, τα αδέρφια του, τη γυναίκα του κλπ. για να την ακούσουν και να εκφράσουν άποψη. Όμως στο τέλος κανένας δεν έχει το θάρρος να πάρει τη τελική απόφαση, που μοιάζει με λότο που αφήνεται στην τύχη του.
Φαντάζομαι ότι όταν γράφετε μουσική για ταινία η έμπνευση είναι η ίδια ταινία. Όταν γράφετε για ανεξάρτητα έργα υπάρχει κάτι συγκεκριμένο που σας εμπνέει; Έχετε μια προτίμηση ανάμεσα στην ελευθερία και την πρόκληση της ενσωμάτωσης;
Ζ.Π.: Όταν έχω κάτι σημαντικό να πω, που με καίει μέσα μου, τότε γράφω μουσική που δεν έχει σχέση με ταινίες. Πηγή έμπνευσης μου είναι η λογοτεχνία, οι έξυπνες ιστορίες και τα ίδια μου τα προβλήματα. Μου αρέσει αρκετά και η ζωγραφική και συχνά μου δίνουν έμπνευση και οι ζωγραφιές. Η μουσική είναι κάτι το μεταφυσικό, ενώ τη λογοτεχνία μπορείς να την καταλάβεις, γι΄ αυτό και πολύ σημαντικό ρόλο για μένα παίζει το κείμενο.
Σε παλαιότερη συνέντευξη σας έχετε αναφερθεί στη σημασία της σιωπής. Γιατί θεωρείται ότι είναι τόσο σημαντική σε μια ταινία και στη σύνθεση της μουσικής της;
Η καλύτερη μουσική για μένα είναι η σιωπή. Αλλά για να ακούσεις τη σιωπή θα πρέπει να παίξεις κάτι πριν και κάτι μετά. Κι αυτή η σιωπή δουλεύει περισσότερο στην ταινία παρά στην ίδια τη μουσική. Στην Αμερική για παράδειγμα η μουσική παίζει από την αρχή μέχρι το τέλος, σαν μην πιστεύουν στην ίδια την ταινία.
Σχέδια για το μέλλον;
Ζ.Π.: Σκέφτομαι πολύ έντονα να γράψω όπερα αν τα καταφέρω, με τον τίτλο Κασσάνδρα. Και να σας πω την αλήθεια δεν θα είναι χαρούμενη μουσική, γιατί ούτε εγώ είμαι αισιόδοξος για το μέλλον.
Άρα να υποθέσω ότι δεν πιστεύτε ότι «η αγάπη πάντα στέργει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει…» όπως αναφέρει ο «Ύμνος της Αγάπης»;
Ζ.Π.: Αν όλοι μας το πιστεύαμε, σίγουρα θα είχαμε την ιδανική ζωή. Εγώ προσωπικά το πιστεύω μέσα μου, αλλά πολύ συχνά παραβαίνω τους κανόνες για την αγάπη.
Στην συναυλία σας στην Αθήνα συμμετέχει η Μαρία Φαραντούρη. Εσείς τι βρήκατε στη φωνή της, ώστε να την επιλέξετε για να ερμηνεύσει το σπουδαίο «Κοντσέρτο για την Ενωμένη Ευρώπη», τον «Ύμνο της Αγάπης» από την επιστολή του Απόστολου Παύλου προς Κορινθίους;
Ζ.Π.: Ο πρώτος λόγος είναι ότι ξέρω ότι είναι καταπληκτική τραγουδίστρια. Την θυμάμαι από τότε που τραγουδούσε τις συνθέσεις του Μίκη Θεοδωράκη. Ο δεύτερος είναι ότι θεωρώ πως το ο «Κοντσέρτο για την Ενωμένη Ευρώπη» από την Μπλε ταινία, χρειάζεται να ερμηνευτεί από μια Ελληνίδα για να έρχονται από ελληνικά χείλη αυτά τα λόγια και η μουσική να γυρίσει εκεί που είναι η πηγή της.
Μετά το θάνατο του αγαπημένου σας φίλου και συνεργάτη Κριστόφ Κισλόφσκι γράψατε το «Requiem for my Friend». Ισχύει ότι αρχικά προοριζόταν να είναι ένα νέο αφηγηματικό έργο που θα δουλεύατε μαζί;
Το πρώτο μέρος του Ρέκβιεμ δημιουργήθηκε μετά τον θάνατο του Κισλόφσκι. Αλλά το δεύτερο αφορούσε σε ένα αφηγηματικό έργο, όπου στόχος ήταν να εκφράσουμε την ιστορία μιας ζωής σε ένα κοντσέρτο που θα το εκτελούσαμε για πρώτη φορά παγκόσμια στην Ακρόπολη. Δυστυχώς δεν προλάβαμε. Μέρος όμως αυτού του έργου θα τραγουδήσει η Μαρία Φαντούρη στην επερχόμενη συναυλία μας.
Σχεδόν 40 χρόνια πορείας είναι πολλά. Φοβηθήκατε ποτέ ότι μπορεί να αποτύχετε ή να επαπειληθείτε;
Πάντα φοβάμαι, αλλά δεν τα παρατάω ποτέ...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Πώς η Ρωσία με τους «Βορειοκορεάτες» αποκτά μια νέα δύναμη

  Πώς η Ρωσία με τους «Βορειοκορεάτες» αποκτά μια νέα δύναμη pelop.gr  Πελοπόννησος Newsroom ...