Τετάρτη, Φεβρουαρίου 24, 2021

Κι ήτανε τα στήθια σου άσπρα σαν τα γάλατα και μου ΄λεγες "γαργάλα" τα

 

Κι ήτανε τα στήθια σου άσπρα σαν τα γάλατα


alt

 

 

Γιώργος Σαραντάκος

"Γαργάλατα", 50 χρόνια μετά

Λέγοντας Αποστασία ή Ιουλιανά εννοούμε βέβαια την περίοδο πολιτικής ανωμαλίας που ακολούθησε την αποπομπή της εκλεγμένης κυβέρνησης Παπανδρέου στις 15 Ιουλίου 1965· η αποστασία συντελέστηκε σε τρία κύματα και ολοκληρώθηκε στα μέσα Σεπτεμβρίου 1965 όταν ο τρίτος κατά σειρά πρωθυπουργός, ο Στέφανος Στεφανόπουλος, μπόρεσε να συγκεντρώσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία 152 βουλευτών· οι δυο πρώτοι αποστάτες πρωθυπουργοί, ο Γ. Αθανασιάδης-Νόβας* Γεώργιος Αθανασιάδης - Νόβαςκαι ο Ηλίας Τσιριμώκος δεν είχαν καταφέρει να συγκεντρώσουν τον μαγικό αριθμό.
Στις εβδομήντα ταραγμένες μέρες του καλοκαιριού του 1965, οι αποστάτες της Ένωσης Κέντρου έγιναν στόχος αιχμηρής λαϊκής σάτιρας και λοιδορίας, απόλυτα δικαιολογημένης, τόσο κατά τις διαδηλώσεις όσο και από τις εφημερίδες του Κέντρου και της Αριστεράς. Ο πρώτος αποστάτης πρωθυπουργός, ο Γεώργιος  Αθανασιάδης-Νόβας (1893-1987), που ήταν Πρόεδρος της Βουλής πριν αποστατήσει, έμοιαζε ιδανικός για στόχος της σάτιρας: είχε αστείο όνομα που προσφερόταν για ένα σωρό λογοπαίγνια (Καζανόβας, μποσα-νόβα, νοβοκαΐνη κτλ.) και κάμποσες συνήθειες που προσφέρονταν για διακωμώδηση: ήταν ένας ηλικιωμένος αριστοκράτης της επαρχίας, υπερβολικά προσηλωμένος στους τύπους και στο τελετουργικό, μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, φορούσε άσπρα κοστούμια και απαραιτήτως παπιγιόν, έγραφε ποιήματα. Όλα αυτά τα περιέλαβαν στο στόχαστρό τους ευθυμογράφοι, επιθεωρησιογράφοι και αυτοσχέδιοι λαϊκοί σατιριστές και τον έκαναν ρεζίλι τον φτωχό τον Νόβα. Και καλά του έκαναν, τότε.
Καλά του έκαναν, αλλά βέβαια η σάτιρα που έγινε στον Νόβα ούτε ήταν πάντα καλόπιστη ούτε στηριζόταν πάντοτε στην αλήθεια. Σαν παράδειγμα του πρώτου, θα αναφέρω ότι θεωρήθηκε ακατάλληλος ο Νόβας για πρωθυπουργός επειδή ήταν ηλικιωμένος· πράγματι, ο Νόβας ήταν 72 ετών, αλλά πέντε χρόνια νεότερος από τον ανατραπέντα Γεώργιο Παπανδρέου. Σαν παράδειγμα του δεύτερου, της σάτιρας που δεν στηριζόταν στην αλήθεια, θα αναφέρω το παρατσούκλι «γαργάλατας», που κόλλησε αξεχώριστα στον φουκαρά τον Νόβα, επειδή τάχα είχε γράψει το δίστιχο
κι ήτανε τα στήθια σου άσπρα σαν τα γάλατα
και μου ’λεγες «γαργάλα τα»
Σήμερα έχει γίνει γνωστό πως το δίστιχο αυτό δεν το έγραψε ο Νόβας, έχει δημοσιευτεί και στις εφημερίδες και το έχουν μάθει αρκετοί. Κι όμως, ο μύθος είναι τόσο εδραιωμένος, που όταν αναφέρει κανείς σε ανθρώπους που έζησαν από κοντά την περίοδο εκείνη, ότι το «γαργάλατα» δεν ήταν του Νόβα, δεν αποκλείεται να τους δείτε να πέσουν από τα σύννεφα και να αντιδράσουν ενοχλημένοι, όπως οι φίλοι του επιστολογράφου του Λευτ. Παπαδόπουλου που βλέπετε εδώ (τα Νέα έχουν κλείσει την πρόσβαση στο αρχείο τους κι έτσι το κείμενο, παρόλο που είναι σχετικά πρόσφατο, του 2004, δεν γκουγκλίζεται). Όπως βλέπετε, ο Λευτέρης Παπαδόπουλοςεπιβεβαιώνει, αν και πολύ ξερά, ότι «το έγραψε ο Κώστας Σταματίου στη στήλη Αδιακρισίες των Νέων για να κάνει πλάκα, και η πλάκα πέτυχε. Απόδειξη ότι και σήμερα, περίπου 40 χρόνια από τότε, εξακολουθούμε να μιλάμε γι’ αυτή την ιστορία».
Ας δούμε λίγο πιο αναλυτικά πώς έγινε η πλάκα με το γαργάλατα. Ο Νόβας αναλαμβάνει το βράδυ της 15ης Ιουλίου 1965, αμέσως μόλις ο Γ. Παπανδρέου εξαναγκάζεται σε παραίτηση, πριν καν ακόμα παραιτηθεί εγγράφως! Ο Νόβας ήταν ειδοποιημένος και πήγε αμέσως στα Ανάκτορα, και ορκίστηκε στις 8.55 το βράδυ, μιάμιση ώρα μετά την αποχώρηση Παπανδρέου. Αρχικά η κυβέρνηση είναι… τριμελής, αφού υπουργοί αναλαμβάνουν μόνο δύο, ο Στ. Κωστόπουλος υπουργός Άμυνας και ο Ιω. Τούμπας, Εσωτερικών και Δημοσίας Τάξης. Τη νέα κυβέρνηση ακολουθεί μικρή ομάδα αποστατών βουλευτών υπό τον Κ. Μητσοτάκη, που όλοι τους σχεδόν υπουργοποιούνται τις επόμενες μέρες.
Η εύλογη οργή για την αποστασία εκδηλώθηκε μεταξύ άλλων με τη σάτιρα. Όπως είπαμε, ο Νόβας προσφερόταν για στόχος σάτιρας και αμέσως σχεδόν άρχισε η διακωμώδηση των ποιημάτων του, στην οποία πρωτοπόρο ρόλο έπαιξε ο δημοσιογράφος Κώστας Σταματίου (1929-1991). Ο Σταματίου τότε είχε τη στήλη Αδιακρισίες, στη δεύτερη σελίδα των Νέων· αργότερα θα άφηνε όνομα στη στήλη Ωτοβλεψίες, αλλά και ως κριτικός θεάτρου, κινηματογράφου και βιβλίου, ενώ έκανε και πολύ καλές θεατρικές μεταφράσεις. Στην αρχή, ο Σταματίου δεν ειρωνευόταν καθαυτά τα ποιήματα, αλλά τον ποιητή τους, δηλαδή έβρισκε σε παλιά ποιήματα του Νόβα αναφορές που μπορούσαν να εκληφθούν ειρωνικά στην τρέχουσα κατάσταση. Για παράδειγμα, ένα ποίημα του 1952, με τίτλο «Βυζαντινή οπτασία»:
Ταξίδεψα με μια βασίλισσα
Με την ψυχή του Βυζαντίου μίλησα
Κι αντίλαλος των Κωνσταντίνων μου απεκρίθη
Το «εν τούτω Νίκα» μου χαράχτηκε στα στήθη.
Κακό ποίημα, αν θέλετε τη γνώμη μου, γραμμένο για να γραφτεί, θεμιτός στόχος της κριτικής. Βέβαια, ο Νόβας ή μάλλον ο Γ. Αθάνας, γιατί αυτό ήταν το ποιητικό του ψευδώνυμο, είχε γράψει και καλύτερα, πολύ καλύτερα. Κατά τη γνώμη μου ήταν καλός ελάσσων ποιητής, όχι μεγάλος· αλλά έχει οπωσδήποτε τη θέση του στην ιστορία της ποίησής μας. Το ότι ο Αθάνας έγινε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών ως ποιητής δεν αντανακλά βέβαια την ποιητική του αξία αλλά τις διασυνδέσεις του πολιτικού Νόβα.
Πάντως, ο Αθάνας δεν ήταν ο χειρότερος ποιητής που έγινε μέλος της Ακαδημίας. Πολλά ποιήματά του μου αρέσουν, αλλά δεν τα παραθέτω ολόκληρα για να μη διασπάσω τον ειρμό. Οι Ασάλευτες κυρίες των επαρχιών είναι ένα από τα ποιήματά του που έχουν θέση σε κάθε ανθολογία:

Οι ασάλευτες κυρίες των επαρχιών

του Γεωργίου Αθάνα

   
Βρίσκω στις επαρχίες που τριγυρίζω
κάποιες κυρίες θλιμμένες και χλωμές,
που ζούνε πάντα σ’ ένα χάος γκρίζο
γεμάτο πλήξη, ανία και τιμές.

Στα σκοτεινά σαλόνια τους κινούνται
σαν τις ψυχές στον Άδη, έτσι θαρρώ.
Έρχονται οι ξένοι, μάταια συγκινούνται
και προσφέρουν το χέρι τους το αβρό.

Πόσα χεράκια τέτοια έχω φιλήσει!
Ήτανε κρύα, παγωμένα, νεκρικά,
σάμπως να τα ‘χε ο θάνατος αγγίσει
μάταια κι αυτός και δοκιμαστικά.

Στις πληχτικές εκείνες ατμοσφαίρες
του κάκου οι ερωτικοί χτυπούν παλμοί,
ζωντανεύουν σα φίδια οι χρυσές βέρες
και πνίγουν της καρδιάς την όποια ορμή!

Οι σύζυγοι αυστηρή εθιμοτυπία
κρατούν μαζί τους και τις απατούν.
Κάπου κάπου ξεσπά η ζηλοτυπία,
μα συγγνώμη αυτές πρώτες τους ζητούν.

Παιδιά δεν έχουν. Στείρες ή είχαν ένα
και πέθανε μικρό από ιλαρά.
Φυλάν λίγα μαλλάκια του κρυμμένα,
τα βλέπουνε και κλαιν κάθε φορά.

Στη μουσική ζητούν παραμυθία
και στ’ αυθόρμητα δάκρυα πού και πού.
Α, ναι! Πολλές ιδρύουν και σωματεία
θρησκευτικού η κοινωνικού σκοπού.

Παράξενα που με κοιτούν τον πλάνο
οι ασάλευτες κυρίες των επαρχιών!
Μόλις φύγω καθίζουνε στο πιάνο
να γεμίσουν το χάος των καρδιών.

Μα τίποτε ποτέ δε θα γεμίσει
της ζωής τους το απέραντο κενό…
Πόσες τέτοιες κυρίες έχω γνωρίσει.
Με θυμούνται; Καμιά δε λησμονώ.
Πολλοί θα έχουν επίσης τραγουδήσει, μελοποιημένο από τον Γιάννη Σπανό, το Στου τηλεφώνου το κοχύλι (πρώτη εκτέλεση η Πόπη Αστεριάδη) χωρίς να ξέρουν ότι είναι του Αθάνα. 
Ακόμα περισσότερο, οι στίχοι απο το τραγούδι του Λαυράγκα "Λαλούν τ’ αηδόνια", που πολλοί νομίζουν ότι είναι παραδοσιακό, στην πραγματικότητα έχουν γραφτεί από τον Αθάνα, κι αυτό θεωρώ ότι είναι ύψιστος έπαινος για τον ποιητή. 
Άλλωστε, πάρα πολλά του ποιήματα έχουν σαν θέμα την εξιδανικευμένη αγροτική ζωή στα ορεινά χωριά της Ρούμελης, κι είναι γραμμένα σε γλώσσα με ιδιωματικές λέξεις, με θελκτική νεανικήν αφέλεια και όχι χωρίς έναν υπόγειο ερωτισμό. Να ένα χαρακτηριστικό, η «Αρχοντοπούλα στο χορό».
Ο Αθάνας αγαπούσε τις πλούσιες και τολμηρές ρίμες, και του άρεσε πολύ να σκαρώνει στιχάκια για κάθε περίσταση -και περιστάσεις έβρισκε άφθονες στις κουμπαριές και τις συνεστιάσεις της πολιτικής (και πολιτικάντικης) σταδιοδρομίας του, στα εγκαίνια και τις κάθε λογής τελετές. Μετά την αποστασία του, άρχισαν γρήγορα να κυκλοφορούν στις εφημερίδες διάφορα τέτοια δίστιχα που τα είχε σκαρώσει κατά καιρούς ο Αθάνας, ή μάλλον ο Νόβας, ή που υποτίθεται ότι τα είχε σκαρώσει. Για παράδειγμα, στις 19 Ιουλίου, ο Κ. Σταματίου δημοσιεύει στη στήλη του γράμμα αναγνώστη στο οποίο παρουσιάζονται κάμποσα τέτοια πρόχειρα δίστιχα του Νόβα, όπως ένα που το είχε, υποτίθεται, φτιάξει σε επίσημο ταξίδι στο Λονδίνο:
Περάσαμε τον Τάμεση
με όλη μας την άνεση
ή άλλο σε ένα επίσημο γεύμα όπου είχε ομοτράπεζο τον βιομήχανο Τομ Πάππας:
Πανηγυρίζει ο πληθυσμός άπας
διότι συντρώγει μεθ’ ημών ο Τομ Πάππας
Αρκετά γνωστό έγινε κι ένα άλλο που υποτίθεται ότι το είπε πρόποση σε ρωσίδα μπαλαρίνα του Μπολσόι:
Κι επειδή είναι κρύα τα νερά του Βόλγα
πίνω εις υγείαν σας κυρία Όλγα!
Τα είπε ποτέ αυτά ο Νόβας; Δεν τα είπε; Δεν ξέρουμε και δεν έχει σημασία, διότι και να τα είπε, θα ήταν ευφυολογήματα της στιγμής, έμμετρα καλαμπούρια χωρίς καμιάν αξίωση ποιητική. Το διασημότερο πάντως από αυτά τα στιχουργήματα, που μάλλον το είπε, είναι το περίφημο «εργοστάσιο εμφιαλώσεως». Όπως έγραψε πρώτος ο Δ. Ψαθάς στο χρονογράφημά του στα Νέα στις 21.7.1965, κάποτε ο Νόβας παραβρέθηκε με την επίσημη ιδιότητά του στα εγκαίνια του εργοστασίου αυτομάτου εμφιαλώσεως του Καραντάνη, στο Λουτράκι. Ήταν δύσκολο να βρει ομοιοκαταληξία για να τιμήσει το γεγονός, αλλά τελικά τα κατάφερε:
Από την εποχή της Αλώσεως
δεν είδαμε τέτοιο εργοστάσιον εμφιαλώσεως
Ο ίδιος ο Νόβας (απ’ όσο ξέρω) ποτέ δεν το διέψευσε, επομένως μάλλον πρέπει να το είπε πράγματι το στιχάκι αυτό, μεταξύ τυρού και αχλαδίου βεβαίως, στο επίσημο γεύμα μετά τα εγκαίνια. Όπως είπα, το στιχάκι έγινε διάσημο· πολλοί το παράλλαζαν σαρκαστικά τον δεύτερο στίχο, π.χ. «δεν είδαμε τέτοια κυβέρνηση υποδουλώσεως», ενώ ο Μποστ αφιέρωσε ένα σκίτσο του. Ακόμα και πρόσφατα, ο Σ. Καργάκος, που τότε ήταν νέος, τιτλοφόρησε «Εργοστάσιο εμφιαλώσεως» ένα από τα κεφάλαια του κατά τα άλλα ανόητου βιβλίου του για τον Καβάφη (ξέρετε, εκείνο που βγάζει περίπου φασίστα τον ποιητή) με ρητή αναφορά στο συγκεκριμένο δίστιχο.
Για να βάλουμε τα πράγματα στις διαστάσεις τους, στις 21 Ιουλίου επίσης, σε μια ακόμα τεράστια διαδήλωση (γίνονταν σχεδόν καθημερινά διαδηλώσεις το ταραγμένο εκείνο καλοκαίρι) που χτυπήθηκε άγρια από την αστυνομία, σκοτώνεται ο Σωτήρης Πέτρουλας, φοιτητής της ΑΣΟΕΕ.
Τις επόμενες μέρες, συνεχίζεται η πλάκα με τα ποιήματα του Νόβα. Για παράδειγμα, στις 24 Ιουλίου, ο Σταματίου ανθολογεί διάφορα ποιήματα του Νόβα βρίσκοντας στροφές που προσφέρονται για διακωμώδηση, όπως:
Στ’ αυτάκια εγώ θα σου κρεμώ
χνουδάτα κουμπουρέλια
το χνούδι θα σε γαργαλά
και κα-κα-κα τα γέλια
Κουμπουρέλια είναι θαρρώ ο καρπός του πλάτανου. Έχουμε το γαργαλητό, έχουμε το ερωτικό πείραγμα, έχουμε τα γέλια, πλησιάζουμε.
Τη σκυτάλη παίρνει ο Δ. Ψαθάς που αναδημοσιεύει το τετράστιχο με τα κουμπουρέλια, ενώ στις 27 Ιουλίου παρουσιάζει ένα άλλο ποίημα του Αθάνα:
Όχι, δεν σου το εγκρίνω!
Συμβουλή καλή σου δίνω
το ροδάκινο άμα φας
το κουκούτσι να πετάς
Όμως τον βαθύ σου πόθο
που σε κάνει να ζητάς
να γνωρίσεις, τσου και τσου
τα κρυφά του κουκουτσιού
Πρόκειται για δύο μόνο στροφές από ένα «αφελές» ποίημα τριών στροφών του Αθάνα, και μάλιστα με αλλαγμένη τη σειρά (ολόκληρο εδώ). Το «τσου και τσου» έπαιξε κι αυτό αρκετά στις γελοιογραφίες, τις επιθεωρησιακές παρλάτες και τα άλλα χιουμοριστικά της εποχής.
Στο μεταξύ, η κυβέρνηση Νόβα έχει πια συγκροτηθεί και, με βάση το Σύνταγμα οφείλει εντός 15θημέρου να παρουσιαστεί στη Βουλή όπου πρέπει να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης –ενδεχόμενο που φαίνεται εντελώς αδύνατο, αφού ο Παπανδρέου έχει πιστούς περίπου 145 βουλευτές της ΕΚ και υπάρχουν και οι 22 της ΕΔΑ. Στις 29 Ιουλίου λοιπόν, ενώ επίκειται η έναρξη της συζήτησης στη Βουλή, στη στήλη Αδιακρισίες των Νέων δημοσιεύεται, εντός πλαισίου, το εξής κείμενο:
gargalatanΟ συνδυασμός της τολμηρής ρίμας με το σκαμπρόζικο περιεχόμενο θα αποδειχτεί ακαταμάχητος. Το νέο εύρημα πιάνει αμέσως, πετυχαίνοντας ίσως πολύ περισσότερο απ’ όσο το είχε ελπίσει ο εμπνευστής του. Στο μεθεπόμενο φύλλο των Νέων, στις 31 Ιουλίου, και ενώ συνεχίζεται η συζήτηση στη Βουλή, το «γαργάλα τα» έχει την τιμητική του: του αφιερώνει γελοιογραφία ο Φωκίων Δημητριάδης (η τρίτη γελοιογραφία της σελίδας), ενώ ταυτόχρονα στο χρονογράφημά του ο Δ. Ψαθάς εξανίσταται: «Δεν μπορεί ένας χριστιανός που έχει γράψει τα γάλατα και τα γαργάλα τα να γίνει κυβερνήτης μιας χώρας κι ενός ολόκληρου λαού. (Ήξεραν ότι το δίστιχο είναι κατασκευασμένο; Το αγνοώ).
Τις επόμενες μέρες, όσο συνεχίζεται (με αρκετά περιπετειώδη τρόπο) η συζήτηση στη Βουλή, οι εφημερίδες δημοσιεύουν, όχι πια αυθεντικά ή κατασκευασμένα ποιήματα του Νόβα, αλλά δεκάδες παρωδίες αναγνωστών (συχνά επώνυμων) για τον Νόβα. Τελικά στις 4 Αυγούστου η κυβέρνηση Νόβα καταψηφίζεται, με 167 όχι και 131 ναι, αν και ο Νόβας παραμένει έως ότου να βρεθεί ο επόμενος που θα λάβει την εντολή.
Λίγες μέρες νωρίτερα, στις 28 Ιουλίου, σε ομιλία του σε μεγάλη συγκέντρωση στη Θεσσαλονίκη, ο κεντροαριστερός Ηλίας Τσιριμώκος, επιφανές στέλεχος της Ένωσης Κέντρου, με συμμετοχή στο ΕΑΜ την εποχή της Αντίστασης, τονίζει ότι «δεν υπάρχουν στας αποθήκας των Ανακτόρων κατεψυγμένοι πρωθυπουργοί και υπουργοί Ευρυδίκης ή Ευαγγελιστρίας ανασυρόμενοι όταν υπάρχει χρεία». Μερικές μέρες αργότερα, ο Τσιριμώκος θα λεκιάσει ανεξίτηλα την ιστορία του και θα αδικήσει κατάφωρα το πνεύμα και την προσωπικότητά του, όταν θα ενδώσει και θα δεχτεί το ρόλο του κατεψυγμένου –αλλά για τον Τσιριμώκο έχουμε γράψει άλλο σημείωμα.
Όμως, ως πρώτος, ο Νόβας δέχτηκε τα περισσότερα πυρά της σάτιρας. Το «γαργάλα τα», που δεν το είχε γράψει, του κόλλησε αξεδιάλυτα και έμελλε να τον συνοδεύει όλους τους επόμενους μήνες, όταν ανέλαβε διάφορα, συνήθως όχι πρωτοκλασάτα, υπουργικά πόστα στις επόμενες κυβερνήσεις των αποστατών. Μάλιστα τον Σεπτέμβριο ανέβηκε και επιθεώρηση στο Θέατρο Βέμπο με τίτλο «Γαργάλατα… γαργάλατα», ενώ στα τελειώματα, όταν πια ξεθύμαινε το δίμηνο (και βάλε) κίνημα αντίστασης στην εκτροπή, βγήκε, δυστυχώς πολύ αργά, και εβδομαδιαία σατιρική εφημερίδα με τίτλο Γαργάλατα και υπότιτλο Οχλοκρατική εφημερίς του πεζοδρομίου, διευθυνόμενη δήθεν από Επιτροπή Ακαδημαϊκών, που έβγαλε τέσσερα φύλλα (ή τουλάχιστον τόσα έχω βρει). Εδώ μπορείτε να δείτε την πρώτη σελίδα του πρώτου φύλλου της (προσοχή, βαρύ αρχείο 5 ΜΒ).
Ο Νόβας διέψευσε ότι είχε γράψει το Γαργάλα τα (αν και δεν έχω δει το ακριβές κείμενο της διάψευσής του) ωστόσο η διαμαρτυρία του δεν ακούστηκε πολύ. (Γενικά, το πρόβλημα των αποστατών ήταν ότι δεν είχαν φιλικές εφημερίδες και επιπλέον είχαν χάσει την εκτίμηση των παλιών τους συντρόφων χωρίς να προλάβουν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των νέων τους συμμάχων της ΕΡΕ, οι οποίοι τους υπέβλεπαν και με το παραμικρό τούς έριχναν τρικλοποδιά.) Ψάχνοντας στην Αυγή, βρήκα επιστολή αναγνώστη, στην οποία γίνεται λόγος για τη διάψευση του Νόβα· ο αναγνώστης όμως παραθέτει άλλο τετράστιχο, παρμένο από τη συλλογή «Τραγούδια των βουνών» (σελ. 127), που το θεωρεί «χειρότερο» από το «γαργάλα τα» και που δεν αποκλείεται να χρησίμεψε σαν μοντέλο στον Σταματίου για να φτιάξει το «γαργάλα τα»:
Βώδιασε ο τόπος, βώδιασε του κοριτσιού δροτσίλα!
Με γέλια και με κάκαρα πειράζουν το ’να τ’ άλλο,
τσιμπιώνται, γαργαλίζονται στους κόρφους, στις μασκάλες…
Τα βλέπω, χαρχατεύομαι, γλυκαίνω σαν το σύκο.
Μόνο που αυτό, σε αντίθεση με το γαργάλατα, είναι ποίημα κατά την ταπεινή μου γνώμη, ενώ το Γαργάλατα είναι μια χιουμοριστική κατασκευή -από τον Κώστα Σταματίου, όπως είπαμε.
Πρέπει να σημειώσω ότι ο φίλος μας ο Τζι (κατά κόσμον Γιώργος) στα σχόλια των προηγούμενων «γαργαλικών» άρθρων είχε υποστηρίξει με επιμονή ότι ποστηρίζει ότι έχει διαβάσει το Γαργάλατα σε ποίημα του Αθάνα σε ένα ρουμελιώτικο περιοδικό (ο Αθάνας ήταν από τη Ναύπακτο), αλλά δεν με πείθει· πιστεύω πως θα διάβασε άλλο ποίημα σαν κι αυτό που παρέθεσα παραπάνω.
Τελειώσαμε; Ναι και όχι. Τελειώσαμε με την ιστορία της κατασκευής του «ποιήματος» του Αθάνα από τον Κ. Σταματίου, αλλά υπάρχουν κάποια στοιχεία για την προϊστορία του. Όπως αναλυτικά λέω σε ένα άρθρο του 2012, έχουν βρεθεί δυο παλιότερα στιχουργήματα με την ομοιοκαταληξία γάλατα-γαργάλατα, πριν από το 1965. Εδώ θα παρουσιάσω περιληπτικά τα ευρήματα του παλιότερου εκείνου άρθρου.
Ο πρώτος που αποδεδειγμένα έγραψε δίστιχο με «στήθια σαν τα γάλατα» και με «γαργάλατα» είναι ο Πωλ Νορ, κατά κόσμον Νίκος Νικολαΐδης (1899-1981), ένας από τους μεγαλύτερους ευθυμογράφους του μεσοπολέμου, που έγραφε και μη ευθυμογραφικούς στίχους (με το ψευδώνυμο Νίκος Λαΐδης) και ανήκε στην παρέα των αριστερών και μποέμηδων ποιητών του Μπάγκειου. Ο Πωλ Νορ επί δικτατορίας Μεταξά είχε την τόλμη να δημοσιεύει κάθε μέρα στη Βραδυνή ποιηματάκια που εκ πρώτης όψεως ήταν σαχλά, αλλά έκρυβαν ακροστιχίδα με αντιδικτατορικό σύνθημα, όπως Ζήτω η Δημοκρατία ήΧέσε μέσα στο φασισμό. Κάποια μέρα το 1937 το κατάλαβαν οι λογοκριτές και ο μοίραρχος Κολλάτος ήρθε να τον συλλάβει. Ειδοποιημένος από κάποιον συνάδελφο δημοσιογράφο, ο Πωλ Νορ μπήκε στο βαπόρι και πήγε στην Αμερική, απ’ όπου γύρισε οριστικά μετά το 1975.
Νωρίτερα όμως, το 1933, ο Πωλ Νορ είχε την ιδέα να εκδώσει ένα σατιρικό περιοδικό, την Παπαρούνα, που έβγαλε είκοσι συνολικά τεύχη και που την έχω παρουσιάσει στον παλιό μου ιστότοπο μια και συνεργάτης της ήταν ο Άχθος Αρούρης, ο παππούς μου δηλαδή, με σατιρικά ποιήματα και παρωδίες. Στο όγδοο τεύχος λοιπόν της Παπαρούνας, στη στήλη του (ανύπαρκτου) Πούλου Πουλόπουλου, εμφανίστηκε ένα «απελπισμένο πεζοτράγουδο» με τίτλο «Αγκιναροκούκια στο Ζέφυρο» (το βλέπετε εδώ). Γραμμένο με εξεζητημένο λεξιλόγιο, λίγο από βλάμικο και λίγο από παλαμικό, με τολμηρές σύνθετες λέξεις και χωρίς κανένα νόημα, περιέχει και τους εξής στίχους:
Άειντε λοιπόν και ξάπλωστα τα στήθεια σαν τα γάλατα
και λιγωμένη ανάερα γαργάλα τα, γαργάλα τα, 
και τους καϋμούς μου κλάψε τους ανάλατα.
Όταν το 1965 γινόταν η φασαρία με τα Ιουλιανά στην Αθήνα, ο Πωλ Νορ, από τη Νέα Υόρκη όπου ζούσε, τηλεφώνησε στα γραφεία των Νέων στην Αθήνα και τους είπε ότι ο στίχος είναι δικός του, αλλά τους προέτρεψε να το κρατήσουν μυστικό «για να μη χαλάσει η πλάκα». Αργότερα, το 1976, το αποκάλυψε στον Ρένο Αποστολίδη, από τον οποίο το πληροφορήθηκε ο Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος και έγραψε σχετικά στο περιοδικό Πλανόδιον.
Ωστόσο ο Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος προσθέτει τη δεύτερη ανεύρεση της ομοιοκαταληξίας γάλατα-γαργάλατα. Η πατρότητά της ανήκει στον Πέτρο Πικρό, γερό πεζογράφο του μεσοπολέμου, στέλεχος του ΚΚΕ έναν καιρό, ύστερα τροτσκιστή, που τον τελευταίο καιρό τα έργα του επανεκδίδονται και το αξίζουν.
Στο κύκνειο άσμα του, τη Λαμπηδόνα του βυθού, εκδομένο το 1955, δηλαδή έναν χρόνο πριν από τον θάνατό του, ο Πικρός περιγράφει μιαν ερωτική σκηνή, και γράφει:
Ύστερις από την πανδαισία τη μονόχνωτη, αναθυμιότανε τις γλύκες:
Κι ήτανε τα στήθια της
άσπρα σαν τα γάλατα.
Και δείχνοντάς τα μούλεγε…

Τι άλλο να μου πη, μπρος στο καλλίτερο που μπόραγε να γίνη;…
γαργάλα τα! γαργάλα τα…»
Έχουμε λοιπόν ένα δίστιχο που το κατασκεύασε ο Σταματίου το 1965 (και το απέδωσε στον Νόβα), αλλά το είχε χρησιμοποιήσει ο Πικρός το 1955 και παλιότερα ο Πωλ Νορ το 1933. Ο Πικρός ήταν ομότεχνος και συνοδοιπόρος με τον Πωλ Νορ-Νικολαΐδη στον μεσοπόλεμο, δεν είναι καθόλου απίθανο να είχε διαβάσει την Παπαρούνα, πολύ περισσότερο αν η ρίμα του Πωλ Νορ «στήθια γάλατα – γαργάλατα» ήταν, όπως υποψιάζομαι, δημοφιλής στις παρέες της εποχής που σκάρωναν στιχάκια και τραγουδάκια πολύ περισσότερο απ’ ό,τι οι επόμενες γενιές ή η σημερινή. (Μπορεί μάλιστα το δίστιχο να ήταν αδέσποτο και να το μάζεψε ο Πωλ Νορ και να το έβαλε στο στιχούργημά του).
Ο Σταματίου, επίσης, που διάβαζε πολύ, ήταν αρκετά πιθανό να έχει διαβάσει το μυθιστόρημα του Πικρού, αν και λιγότερο πιθανό να έχει δει την εφημερίδα του 1933. Μπορεί βέβαια να έφτασε το δίστιχο στ’ αυτιά του από άλλην οδό, αλλά εξίσου πιθανό είναι να το επινόησε κι ο ίδιος: δεν θέλει δα και ανυπέρβλητο στιχουργικό τάλαντο. Αλλά κι αν συμφωνήσουμε ότι ήταν δάνειο, δεν ξέρουμε αν το πήρε από τον Πικρό ή από την Παπαρούνα του Πωλ Νορ, και δεν θα μάθουμε, εκτός αν το ξέρει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος και το πει κάποτε ή αν ο Σταματίου το είχε εκμυστηρευτεί στη σύζυγό του ή στον γιο του.
Σε κάθε περίπτωση όμως, το δίστιχο δεν είναι του Αθάνα, ας μας μείνει τουλάχιστον αυτό.
Για τον πολιτικό Γεώργιο Αθανασιάδη-Νόβα δεν τρέφω καμιάν εκτίμηση· ο ποιητής Γιώργος Αθάνας έχει τη θέση του στην ποίησή μας και μερικά ποιήματά του αξίζουν να μείνουν. Τις ταραγμένες μέρες του 1965 τα σκάγια πήραν δίκαια και την ποίηση, αφού είχε προηγουμένως ποδοπατηθεί η δημοκρατική νομιμότητα. Σήμερα μπορούμε να ανασκευάσουμε τον μύθο για τα «γαργάλα τα» χωρίς να αθωώνουμε την πολιτεία του Γ. Αθανασιάδη-Νόβα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: