Γεώργιος Σουρής
Μέσα στην Μονήν γυρίζω...
τι γαλήνης ατμοσφαίρα!...
τον Ακάκιον γνωρίζω,
ευτραφέστατον πατέρα.
Υψηλός και μαύρος μαύρος
βγαίνει μέσ' απ' το κελί,
έχει και λαιμό σαν ταύρος,
έχει και πυκνό μαλλί.
Όμως κάνει και λουτρά
μες σ' αρώματα και κρόκους,
και μακάριος μετρά
του κομπολογιού τους κόκκους.
Πάντα χαβιαροσαλάτες
θέλει για το δείπνο του,
και καλόγριες αφράτες
βλέπει και στον ύπνο του.
Τίποτε να μη θυμάται,
το 'χει σκέψη κι έννοια του...
τρώει , πίνει και κοιμάται
κι ευλογεί τα γένια του.
Πώς επάχυνε κι ετράφη
ο πατήρ Ακάκιος...
μοναχά που δε συγγράφει
να γενεί Βοκάκιος.
Ω! τον τρις ευλογημένο,
τον πατέρ' Ακάκιο
να τον άφηναν λυμένο
μέσα σ' έν' Αρσάκειο.
τι γαλήνης ατμοσφαίρα!...
τον Ακάκιον γνωρίζω,
ευτραφέστατον πατέρα.
Υψηλός και μαύρος μαύρος
βγαίνει μέσ' απ' το κελί,
έχει και λαιμό σαν ταύρος,
έχει και πυκνό μαλλί.
Όμως κάνει και λουτρά
μες σ' αρώματα και κρόκους,
και μακάριος μετρά
του κομπολογιού τους κόκκους.
Πάντα χαβιαροσαλάτες
θέλει για το δείπνο του,
και καλόγριες αφράτες
βλέπει και στον ύπνο του.
Τίποτε να μη θυμάται,
το 'χει σκέψη κι έννοια του...
τρώει , πίνει και κοιμάται
κι ευλογεί τα γένια του.
Πώς επάχυνε κι ετράφη
ο πατήρ Ακάκιος...
μοναχά που δε συγγράφει
να γενεί Βοκάκιος.
Ω! τον τρις ευλογημένο,
τον πατέρ' Ακάκιο
να τον άφηναν λυμένο
μέσα σ' έν' Αρσάκειο.
Από την ενότητα Ο Φασουλής φιλόσοφος, αρ.9.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου