(John Wyndham)
Τζον Ουίνταμ
(1903-1969)
(1903-1969)
Μετεωρίτης
(Meteor)*
(Meteor)*
(Συντομευμένη διασκευή του πρωτοτύπου: Βασίλης Κ.
Μηλίτσης)
Το σπίτι σείστηκε συθέμελα. Ένα μικρό κάδρο έπεσε από
το ράφι και το τζάμι του χτύπησε στο πάτωμα κι έγινε χίλια κομμάτια. Ακούστηκε
ένας εκκωφαντικός θόρυβος έξω από το σπίτι. Η Σάλι Φοντέιν πήγε στο παράθυρο
και τράβηξε στα πλάγια την κουρτίνα. Κοίταξε έξω στο σκοτάδι.
«Δεν βλέπω τίποτε», είπε.
«Τέτοιοι θόρυβοι μου θυμίζουν τον πόλεμο», είπε ο
Γρέιαμ, ο αρραβωνιαστικός της. «Μήπως κάποιοι ξεκίνησαν κανέναν καινούριο;»
Καθώς μιλούσε, άνοιξε η πόρτα του δωματίου και πρόβαλε
το κεφάλι του πατέρα της Σάλι.
«Το ακούσατε αυτό;» ρώτησε. «Νομίζω πως έπεσε ένας
μικρός μετεωρίτης. Είδα κάτι να αστράφτει αμυδρά πέρα από την κήπο. Πάμε να
βρούμε τι είναι αυτό».
Έβαλαν τα σακάκια τους, πήρε ο καθένας από έναν φακό
και βγήκαν έξω στο σκοτάδι. Το αντικείμενο είχε χτυπήσει το έδαφος στο κέντρο
του χωραφιού, πέρα από τον δενδρόκηπο. Είχε ανοίξει μια τρύπα δυο μέτρα σε
διάμετρο. Κοίταξαν μέσα στην τρύπα, αλλά δεν είδαν τίποτε εκτός από χώμα που
μόλις ανασκάφτηκε. Η σκυλίτσα της Σάλι, η Μίτι, έχωσε τη μουσούδα της στο χώμα
και το μύρισε με μεγάλη περιέργεια.
«Είμαι σίγουρος πως ήταν ένα μικρός μετεωρίτης, που
πέφτοντας θάφτηκε στο έδαφος», είπε ο πατέρας της Σάλι. «Θα βάλουμε ανθρώπους
να σκάψουν και να τον βγάλουν αύριο».
* * *
Από το ημερολόγιο της Ονν
Ο καλύτερος τρόπος να καταχωρήσω αυτές τις σημειώσεις
για το ταξίδι μας είναι πρώτα ν’ αναφέρω την ομιλία του Μεγάλου Αρχηγού Κόταφτ.
Τη μέρα πριν φύγουμε από τον πλανήτη μας, την Φόρτα, μας κάλεσε όλους μαζί και
είπε: «Αύριο, οι Σφαίρες θα αναχωρήσουν. Αύριο, η επιστήμη και η τεχνολογία της
Φόρτα θα κερδίσουν μια νίκη ενάντια στη Φύση. Πάνω στη Φόρτα υπήρξαν κι άλλες
φυλές πριν από εμάς, αλλά δεν μπόρεσαν να ελέγξουν τη φύση και εξαφανίστηκαν με
τις περιβαλλοντικές αλλαγές. Εμείς έχουμε γίνει δυνατότεροι και έχουμε επιλύσει
το ένα πρόβλημα μετά το άλλο. Και τώρα πρέπει να επιλύσουμε το πιο δύσκολο
πρόβλημα απ’ όλα. Η Φόρτα, ο κόσμος μας, έχει γεράσει και σχεδόν πνέει τα
λοίσθια. Το τέλος πλησιάζει, κι εμείς πρέπει να γλιτώσουμε ενώ είμαστε ακόμη
ακμαίοι και δυνατοί. Πρέπει να βρούμε μια καινούρια πατρίδα και να
εξασφαλίσουμε την επιβίωση της φυλής μας. Αύριο οι Σφαίρες θα ξεκινήσουν την
εξερεύνηση του διαστήματος και θα ταξιδέψουν προς κάθε κατεύθυνση. Κάθε ένας
από σας είναι θεματοφύλακας όλης μας της ιστορίας, της τέχνης, της επιστήμης
και της τεχνολογίας της Φόρτα. Χρησιμοποιήστε αυτή τη γνώση και βοηθήστε κι
άλλους. Μάθετε από τους άλλους και προσθέστε τη γνώση τους στη δική μας, όσο
μπορείτε. Εάν δεν χρησιμοποιήστε τη γνώση σας και δεν την αυξήσετε, δε θα
υπάρξει μέλλον για τη φυλή μας.
»Κι αν είμαστε η μόνη νοήμων ζωή στο σύμπαν, τότε
έχετε την ευθύνη όχι μόνο της φυλής μας, αλλά για κάθε ζωή που ενδέχεται να
εξελιχθεί σε διανόηση. Βγείτε λοιπόν στο σύμπαν. Πορεύεστε με σύνεση, καλοσύνη,
αλήθεια και ειρήνη. Οι προσευχές μας θα σας συνοδεύουν».
Μετά τη συνάντηση ξανακοίταξα με το τηλεσκόπιο τον
πλανήτη για τον ο οποίο προοριζόταν η Σφαίρα μας. Είναι ένας πλανήτης ούτε πολύ
νέος ούτε πολύ γερασμένος. Λάμπει σαν γαλάζιο μαργαριτάρι επειδή το μεγαλύτερο
μέρος του είναι καλυμμένο με νερό. Χαίρομαι που θα πάμε σ’ αυτόν τον γαλάζιο
πλανήτη. Οι άλλες σφαίρες θα σταλούν σε κόσμους που δε φαίνονται και τόσο
ελκυστικοί. Είμαι γεμάτη ελπίδες. Δεν έχω πια κανέναν φόβο. Αύριο θα μπούμε στη
Σφαίρα και το αέριο θα με κοιμίσει. Όταν θα ξυπνήσω, θα βρισκόμαστε στον
καινούριο μας λαμπερό κόσμο. Εάν δεν ξυπνήσω καθόλου, κάτι θα έχει πάει στραβά,
αλλά εγώ δε θα το μάθω. Όλα είναι πράγματι απλά – αν αφεθούμε στα χέρια του
Θεού. Απόψε κατέβηκα να ρίξω μια τελευταία ματιά στις Σφαίρες πριν
επιβιβαστούμε. Είναι εκπληκτικές! Οι επιστήμονές μας έχουν κατορθώσει το
απίστευτο. Οι σφαίρες είναι τα μεγαλύτερα αντικείμενα που έχουν ποτέ κατασκευαστεί.
Είναι τόσο βαριά που φαίνονται σαν να βυθιστούν μάλλον στην επιφάνεια της Φόρτα
παρά να μπορέσουν να εκτοξευθούν στο διάστημα. Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς
ότι έχουμε κατασκευάσει τριάντα τέτοια μεταλλικά βουνά. Κι όμως στέκονται εκεί,
έτοιμα να φύγουν αύριο.
Μερικές θα χαθούν. Ω, Θεέ μου, μακάρι να επιζήσουμε.
Ελπίζω να ανταποκριθούμε στις προκλήσεις και να φανούμε αντάξιοι της
εμπιστοσύνης που μας έδειξαν. Τούτες είναι οι τελευταίες λέξεις που γράφω. Εάν
ξαναγράψω, θα το κάνω σ’ έναν νέο κόσμο κάτω από έναν παράξενο ουρανό.
* * *
«Είναι στην αποθηκούλα του κήπου», είπε η Σάλι στον
επιθεωρητή της αστυνομίας που είχε έρθει να δει τον μετεωρίτη. «Δε χώθηκε βαθιά
μέσα στο έδαφος κι έτσι αυτοί που ήρθαν τον έβγαλαν γρήγορα. Ούτε ήταν τόσο
ζεστός όσο περιμέναμε, γι’ αυτό τον μετέφεραν εύκολα.
Η Σάλι οδήγησε τον επιθεωρητή στην άλλη μεριά του
κήπου, ακολουθούμενη από τον πατέρα της και τον Γκρέιαμ. Όλοι μπήκαν στην
αποθήκη, που ήταν κτισμένη με τούβλα, και το πάτωμά της στρωμένο με σανίδες. Ο
μετεωρίτης βρισκόταν στο κέντρο του πατώματος. Είχε διάμετρο λιγότερο από ένα
μέτρο κι έμοιαζε με μια συνηθισμένη μεταλλική μπάλα.
«Ενημέρωσα το Υπουργείο Αμύνης», είπε ο επιθεωρητής.
«Δεν κάνατε καλά που τον αγγίξατε, και να μην τον πειράξετε μέχρι να έρθει ο
ειδικός του υπουργείου και να τον εξετάσει. Λέτε πως είναι μετεωρίτης, αλλά
μπορεί να είναι κάποιο είδος μυστικού όπλου».
Έκανε μεταβολή και όλοι ξεκίνησαν να βγουν πίσω στον κήπο. Μόλις
έβγαινε έξω από την πόρτα, ο επιθεωρητής σταμάτησε.
«Τι είναι αυτό το σφύριγμα που ακούγεται;» ρώτησε.
«Σφύριγμα;» επανέλαβε η Σάλι.
«Ναι. Ένας ήχος σαν σφύριγμα. Ακούστε!»
Έμειναν ακίνητοι. Στ’ αυτιά τους ήρθε το αδύναμο σφύριγμα που είχε
ακούσει ο επιθεωρητής. Δυσκολεύονταν να εντοπίσουν από πού ερχόταν, και όλοι
γύρισαν και κοίταξαν τον μετεωρίτη.
Ο Γκρέιαμ πλησίασε τη μεταλλική μπάλα κι έσκυψε με το αριστερό του
αυτί πάνω της.
«Ναι», είπε. «Ο ήχος βγαίνει από τον μετεωρίτη».
Αμέσως έκλεισε τα μάτια του και ζαλισμένος έπεσε στο πάτωμα. Οι
άλλοι έσπευσαν και τον τράβηξαν έξω από την αποθήκη. Στον καθαρό αέρα άνοιξε τα
μάτια του σχεδόν αμέσως.
«Τι συνέβη;» ρώτησε.
«Είσαι βέβαιος πως ο ήχος έβγαινε από εκείνο το πράγμα;» ρώτησε ο
επιθεωρητής.
«Βεβαίως. Δεν υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό», είπε ο Γκρέιαμ καθώς τον
βοηθούσε η Σάλι να σηκωθεί.
«Μήπως μυρίσατε κάτι παράξενο;» ρώτησε ο επιθεωρητής.
«Θέλετε να πείτε αέριο; Όχι δε νομίζω», απάντησε ο Γκρέιαμ.
«Χμ», έκανε ο επιθεωρητής. «Σφυρίζουν συνήθως οι μετεωρίτες, κύριε
Φοντέιν;»
«Δεν το νομίζω», απάντησε ο πατέρας της Σάλι.
«Ούτε κι εγώ», συμπλήρωσε ο επιθεωρητής. «Αλλά όμως πιστεύω να πάμε
κάπου να είμαστε ασφαλείς μέχρι να έρθει ο ειδικός».
* * *
Από το ημερολόγιο της Ονν
Μόλις ξύπνησα. Τα καταφέραμε ή δεν μπορέσαμε να ξεκινήσουμε; Δεν
μπορώ να το ξέρω. Ήταν πριν από μια ώρα που μπήκαμε στη Σφαίρα; Ή μήπως πέρασε
μια μέρα, ή ένας χρόνος, ή ακόμη κι ένας αιώνας; Δεν μπορεί να πέρασε μόνο μια
ώρα. Είμαι σίγουρη γι’ αυτό, γιατί το σώμα μου πονάει και νιώθω κουρασμένη.
Ωστόσο, μοιάζει να πέρασε μόνο λίγος χρόνος αφότου ανεβήκαμε τον μεγάλο
διάδρομο που οδηγούσε στη Σφαίρα και καταλάβαμε τις θέσεις μας. Ο καθένας μας
βρήκε το διαμέρισμά του και σύρθηκε μέσα σ’ αυτό. Μπήκα κι εγώ και δέθηκα στο
διαμέρισμά μου. Τα πλαστικά του τοιχώματα φούσκωσαν με αέρα και με ζούληξαν
έτσι που να με προστατεύουν από κάθε κραδασμό γύρω μου. Ξάπλωσα και περίμενα.
Τη μια στιγμή ήμουν δυνατή κι όλη ζωντάνια. Την επόμενη ένιωθα κουρασμένη και
πονούσα. Το ταξίδι πρέπει να τερμάτισε. Τα μηχανήματα αντικατέστησαν το
υπνωτικό αέριο με φρέσκο αέρα. Τα τοιχώματα του διαμερίσματός μου έχουν τώρα
ξεφουσκώσει, άρα θα έχουμε φτάσει στον όμορφο, λαμπερό γαλάζιο πλανήτη, και η
Φόρτα τώρα θα φαίνεται στον καινούριο μας ουρανό σαν ένα μικροσκοπικό αστεράκι.
Είμαι συγκινημένη και διακατέχομαι από μια ελπιδοφόρα προσμονή. Μέχρι τούδε,
έζησα τη ζωή μου σ’ έναν πλανήτη που πεθαίνει. Εδώ, όμως, προσδοκούμε να
κτίσουμε τον κόσμο μας και το μέλλον μας. Ακούω τα μηχανήματά μας που
λειτουργούν για ν’ ανοίξουν τον μεγάλο διάδρομο που σφραγίστηκε για το ταξίδι
μας. Άραγε, τι θα βρούμε; Όπως και να είναι τούτος ο κόσμος, εμείς δεν πρέπει
να προδώσουμε ό, τι μας εμπιστεύθηκαν. Ο καθένας μας φέρει μια ιστορία ενός
εκατομμυρίου ετών. Και όλη αυτή την ιστορία οφείλουμε να διαφυλάξουμε.
Ο πλανήτης αυτός φαίνεται πολύ νέος, και αν βρούμε νοήμονα ζωή, θα
είναι μόνο στην αρχή του. Πρέπει να βρούμε αυτά τα όντα και να τους κάνουμε
φίλους μας. Μπορεί να είναι πολύ διαφορετικοί από μας, αλλά πάντα να έχουμε στο
νου μας πως αυτός ο κόσμος τους ανήκει. Θα είναι κακόβουλο να βλάψουμε όποιο
είδος ζωής που υπάρχει στον πλανήτη τους. Εάν, λοιπόν, βρούμε μια τέτοια ζωή,
το καθήκον μας είναι να τους διδάξουμε, και παράλληλα να μάθουμε απ’ αυτούς, συνεργαζόμενοι
μαζί τους.
* * *
«Και τι είναι εκείνο, υπαστυνόμε Μπράουν;» ρώτησε ο επιθεωρητής.
«Είναι μια γάτα, κύριε», απάντησε ο υπαστυνόμος Μπράουν.
«Το βλέπω πως είναι γάτα», είπε ο επιθεωρητής. «Θέλω να μάθω τι δουλειά
έχεις εσύ μ’ αυτή».
«Σκέφτηκα πως οι υπεύθυνοι του Υπουργείου Αμύνης θα ήθελαν να την
εξετάσουν, κύριε», είπε.
«Νομίζεις στ’ αλήθεια ότι το Υπουργείο Αμύνης ενδιαφέρεται για ψόφιες
γάτες;», ρώτησε ο επιθεωρητής.
Ο υπαστυνόμος εξήγησε.
«Πήγα στην αποθήκη να ελέγξω τον μετεωρίτη», είπε. «Έδεσα ένα σχοινί γύρω
από τη μέση μου για να με τραβήξουν οι άντρες μου έξω από την πόρτα σε
περίπτωση που υπήρχε αέριο. Σύρθηκα μέχρι τη μπάλα, αλλά το αέριο είχε πια
εξατμιστεί. Έβαλα το αυτί μου κοντά στον μετεωρίτη αλλά το σφύριγμα είχε
σταματήσει. Αντ’ αυτού όμως ακουγόταν
ένας άλλος διαφορετικός ήχος – ένα αδύναμο βούισμα».
«Βούισμα;» επανέλαβε ο επιθεωρητής. «Είσαι βέβαιος πως δε θες να πεις
σφύριγμα;»
«Όχι, κύριε», απάντησε ο υπαστυνόμος. «Τούτος ο ήχος ακουγόταν σαν κάποιο
ηλεκτρικό πριόνι να έκοβε κάτι μέσα στην μπάλα για να βγει έξω. Τέλος πάντων, ο
ήχος μ’ έβαλε σε σκέψεις πως η μπάλα ήταν ακόμη ενεργή. Έδωσα διαταγή στους
άντρες μου να αποσυρθούν σε ασφαλές μέρος πίσω από ένα ανάχωμα στον κήπο. Μετά,
μια και ήταν ώρα για το γεύμα, φάγαμε τα σάντουιτς μας. Την ώρα εκείνη είδαμε
τη γάτα κοντά στην αποθήκη, και πρέπει να μπήκε μέσα. Αφού έφαγα τα σάντουιτς
μου, μπήκα στη αποθήκη να ελέγξω πάλι τον μετεωρίτη, και τότε είδα τη γάτα να
κείτεται ψόφια κοντά στον μετεωρίτη».
«Το αέριο τη σκότωσε;» ρώτησε ο επιθεωρητής.
Ο υπαστυνόμος κούνησε αρνητικά το κεφάλι του. «Όχι, κύριε. Αυτό είναι το
παράξενο. Κοιτάξτε την». Ακούμπησε τη γάτα στο έδαφος και σήκωσε το κεφάλι της.
Ένας μικροσκοπικός κύκλος από μαύρο τρίχωμα κάτω από το πηγούνι είχε
καψαλιστεί. Στο κέντρο του καψίματος φαινόταν μια πάρα πολύ μικρή τρύπα.
Κατόπιν έστρεψε απαλά το κεφάλι πάλι στη θέση του, τότε έδειξε έναν ακριβώς
ίδιο κύκλο και μια τρυπούλα στην κορυφή του κεφαλιού. Έβγαλε κατόπιν ένα λεπτό,
ίσιο σύρμα από την τσέπη του και το έσπρωξε μέσα στην τρύπα κάτω από το
πηγούνι. Το σύρμα διείσδυσε μέσα και βγήκε από την άλλη τρύπα στην κορυφή του
κεφαλιού.
«Μπορείτε να δώσετε καμιά εξήγηση, κύριε;» ρώτησε ο υπαστυνόμος.
Ο επιθεωρητής κατσούφιασε. Σκέφτηκε μήπως ένα λιλιπούτειο πυροβόλο όπλο να
έριξε μικροσκοπικές σφαίρες εξ επαφής στο τρίχωμα της γάτας, οι οποίες να
προξένησαν μια από τις πληγές. Όμως, μια σφαίρα δεν αφήνει μια καθαρή τρύπα,
και δεν καίει το τρίχωμα καθώς διαπερνά και φεύγει από ένα σώμα. Άρα οι δυο
μικρές τρυπούλες δεν μπορεί να είναι η είσοδος και έξοδος του ίδιου βλήματος.
Μήπως είναι δυνατόν αυτές οι δυο τρύπες να έγιναν μετά από πυροβολισμό δύο
βλημάτων στην ίδια κατεύθυνση από πάνω και από κάτω; Αλλά όχι, αυτό ήταν
ανοησία.
«Δεν έχω ιδέα τι προξένησε αυτά τα σημάδια αστυνόμε», παραδέχτηκε ο
επιθεωρητής. «Έχεις εσύ να προτείνεις κάτι;»
«Τίποτε, κύριε», απάντησε ο υπαστυνόμος.
«Και τι κάνει αυτό το πράγμα τώρα; Εξακολουθεί να βουίζει;» ρώτησε ξανά ο
επιθεωρητής.
«Όχι, κύριε. Δεν ακουγόταν κανένας ήχος να βγαίνει απ’ αυτό όταν βρήκα τη
γάτα».
«Χμ», έκανε ο επιθεωρητής προβληματισμένος. «Ελπίζω ο ειδικός του
Υπουργείου Αμύνης να έρθει σύντομα».
* * *
Από το ημερολόγιο της Ονν
Αυτό είναι ένα απαίσιο μέρος! Είναι πραγματικά ο όμορφος γαλάζιος πλανήτης
που υποσχόταν τόσα πολλά; Εμείς είμαστε κατά πολύ η πλέον εξελιγμένη φυλή που
έχει ποτέ υπάρξει, αλλά είμαστε τρομοκρατημένοι από τα φρικιαστικά τέρατα γύρω
μας.
Κρυβόμαστε σε μια σκοτεινή σπηλιά. Είμαστε εννιακόσια εξήντα τέσσερα άτομα
όλοι μαζί, από τους χίλιους που ξεκινήσαμε. Και να πώς χάθηκαν οι υπόλοιποι. Οι
μηχανές που καθάριζαν τη δίοδο εξόδου από τη Σφαίρα είχαν σταματήσει. Συρθήκαμε
έξω από τα διαμερίσματά μας και συγκεντρωθήκαμε στην κεντρική αίθουσα της
Σφαίρας. Ο Σανς, ο αρχηγός μας, έβγαλε έναν σύντομο λόγο. Μας υπενθύμισε ότι
πρέπει να δείξουμε γενναιότητα καθώς θα βγούμε στο άγνωστο. Εμείς είμαστε η
σπορά του μέλλοντος και επιφορτισμένοι να οδηγήσουμε τη Φόρτα στο μέλλον.
Περάσαμε μέσα από τον μακρύ διάδρομο και βγήκαμε από τη Σφαίρα.
Αλλά πώς να περιγράψω αυτόν τον απαίσιο κόσμο; Αυτός ο κόσμος είναι ένα
μουντό και σκιερό μέρος, αν και δεν είναι νύχτα. Ό, τι λιγοστό φως υπάρχει
προέρχεται από ένα τεράστιο τετράγωνο που κρέμεται στον ουρανό. Το τετράγωνο
χωρίζεται σε τέσσερα μικρότερα τετράγωνα από δύο μαύρα διασταυρωμένα ραβδιά.
Εμείς στεκόμασταν σε μια εκτεταμένη πεδιάδα, αλλά τέτοια που δεν έχω ξαναδεί
ποτέ πριν. Δεν μπορούσαμε να διακρίνουμε που τελείωνε προς σ’ όποια κατεύθυνση
κι αν κοιτάζαμε. Αποτελούταν από σειρές ίσιων, ατέλειωτων και παράλληλων δρόμων
που όλοι είχαν την ίδια κατεύθυνση. (Λέω δρόμους, γιατί έμοιαζαν με δρόμους,
αλλά ο καθένας τους ήταν πολύ πλατύτερος από όσους έχω ποτέ δει). Κάθε δρόμος
χωριζόταν από τον επόμενο της σειράς με ένα βαθύ, ίσιο κόψιμο, φαρδύ σαν το
ύψος μου. Ο άντρας δίπλα μου είπε πως είχαμε προσεδαφιστεί σ’ έναν κόσμο με
γεωμετρικές ευθείες που φωτιζόταν από έναν τετράγωνο ήλιο. Του είπα πως έλεγε
ανοησίες. Ωστόσο, δεν μπορούσα κι εγώ να εξηγήσω αυτό που έβλεπα. Ξαφνικά
ακούσαμε έναν θόρυβο και κοιτάξαμε προς τη μεριά απ’ όπου ερχόταν. Και τότε
αντικρίσαμε ένα τεράστιο πρόσωπο να μας κοιτάζει πίσω από τη Σφαίρα. Φαινόταν
να κρέμεται από πάνω μας και ήταν μαύρο. Είχε δυο μυτερά αυτιά, στο μέγεθος
πύργων, και δυο πελώρια, λαμπερά μάτια. Καθώς το τέρας μας πλησίαζε κάνοντας το
γύρο της Σφαίρας, είδαμε τα πόδια του, που ήταν μεγάλα σαν κολόνες. Κάναμε
στροφή να ξεφύγουμε τρέχοντας. Ο τρόμος μας ήταν απερίγραπτος. Τότε το τέρας
κινήθηκε σαν αστραπή. Μια τεράστια μαύρη πατούσα, από την οποία ξαφνικά
ξεπρόβαλαν κάτι μακριά, μυτερά νύχια, κατέβηκε
με ορμή. Όταν το πόδι ξανασηκώθηκε, είκοσι από μας, άντρες και γυναίκες, είχαν
γίνει απλά σημάδια πάνω στο έδαφος. Το πόδι ξανακατέβηκε και σκότωσε άλλους
έντεκα. Ο Σανς, ο αρχηγός μας, έτρεξε και στάθηκε ανάμεσα από τα μπροστινά
πόδια του τέρατος. Κρατούσε τον πυροσωλήνα στα χέρια του. Στόχευσε και
πυροβόλησε. Είχα την εντύπωση πως το όπλο δεν θα είχε κανένα αποτέλεσμα σ’ ένα
τέτοιο τεράστιο πλάσμα, αλλά ο Σανς ήξερε καλύτερα. Ξαφνικά το κεφάλι του
τέρατος σηκώθηκε και κατόπιν το πλάσμα έπεσε νεκρό, καταπλακώνοντας και τον
Σανς.
Ο Σανς ήταν ένας πολύ γενναίος άντρας. Για αρχηγό μας τώρα εκλέξαμε τον Ις,
ο οποίος πήρε την απόφαση να βρούμε ένα ασφαλές μέρος το δυνατόν συντομότερα.
Αφού θα βρίσκαμε ένα τέτοιο μέρος, θα μπορούσαμε να μετακομίσουμε τα αρχεία
μας, τα εργαλεία και τον εξοπλισμό μας από τη Σφαίρα. Ο Ις λοιπόν ξεκίνησε να
μας οδηγεί κατά μήκος ενός από τους φαρδιούς δρόμους.
Αφού διανύσαμε μια πολύ μεγάλη απόσταση, φτάσαμε στους πρόποδες ενός
βράχου. Ο βράχος ανυψωνόταν ίσιος προς τα πάνω κόβοντας τη διέλευσή μας. Η
επιφάνειά του αποτελούταν από παράξενα ομαλά τμήματα πέτρας. Βαδίσαμε κατά
μήκος του κάτω μέρος του βράχου και ανακαλύψαμε ένα μακρύ διαμπερές σπήλαιο.
Και το σπήλαιο ήταν εντελώς ομαλό ως προς το σχήμα και το ύψος. Ίσως αυτός που
μίλησε για γεωμετρικό κόσμο με ευθείες να μην ήταν και τόσο ανόητος… Τέλος
πάντων, εδώ είμαστε ασφαλείς από τέρατα σαν εκείνο που σκότωσε τον Σανς. Το
σπήλαιο είναι πολύ στενό για να μπορέσουν να περάσουν μέσα εκείνα τα τεράστια
πόδια του τέρατος. Αργότερα. Ένα φρικιαστικό πράγμα συνέβη! Χάθηκε η Σφαίρα
μας.
Ενώ ο Ις είχε πάρει μια ομάδα για να εξερευνήσει το σπήλαιο, οι υπόλοιποι
φρουρούσαμε την είσοδο. Βλέπαμε τη Σφαίρα μας και το μεγάλο μαύρο τέρας
ξαπλωμένο δίπλα της. Μετά συνέβη ένα πολύ παράξενο πράγμ.Ξαφνικά η πεδιάδα
φωτίστηκε. Μετά ακούστηκε ένας βρόντος σαν κεραυνός που όλα γύρω μας σείστηκαν.
Ένα πελώριο αντικείμενο κατέβηκε στο νεκρό τέρας και το απομάκρυνε από μπροστά
μας. Το φως ξαφνικά σκοτείνιασε πάλι.
Μου είναι αδύνατον να εξηγήσω αυτά τα πράγματα. Το μόνο που μπορώ να κάνω
είναι να καταγράψω τα γεγονότα επακριβώς.
Ήταν κάποια ώρα αργότερα όταν συνέβη το χειρότερο. Ξανά η πεδιάδα φωτίστηκε
και το έδαφος σείστηκε. Κοίταξα έξω από το σπήλαιο και είδα κάτι που ακόμη δεν
μπορώ να πιστέψω. Τέσσερα τεράστια πλάσματα, με τα οποία το προηγούμενο τέρας
έδειχνε πολύ μικρό σε σύγκριση, άρχισαν να πλησιάζουν τη Σφαίρα. Ξέρω πως κανείς
δε θα το πιστέψει, αλλά αυτά τα πλάσματα ήταν τριπλάσια ή τετραπλάσια σε ύψος
από την κολοσσιαία Σφαίρα μας! Έσκυψαν
πάνω της, την πήραν στα μπροστινά τους πόδια και σήκωσαν εκείνη την απίστευτα
βαριά μεταλλική μπάλα από το έδαφος. Κατόπιν το έδαφος σείστηκε εκ νέου ακόμη
πιο βίαια καθώς απομακρύνθηκαν βαδίζοντας με το επιπλέον βάρος.
Η Σφαίρα μας, με όλα τα πολύτιμα πράγματα μέσα της, έχει χαθεί. Εμείς τώρα
δεν έχουμε τίποτε για να ξεκινήσουμε το κτίσιμο του καινούριου μας κόσμου. Είναι μια πικρή απογοήτευση να έχουμε
μοχθήσει τόσο σκληρά ερχόμενοι μέχρις εδώ για να καταλήξουμε σ’ αυτό…
Τα βάσανά μας, όμως, δεν έχουν τελειωμό. Δυο από την ομάδα μας που είχαν
συνοδεύσει τον Ις στην εξερεύνηση του σπηλαίου γύρισαν και μας διηγήθηκαν μια
τρομακτική ιστορία: ‘Πίσω από το σπήλαιο είχαμε βρει πολυάριθμες φαρδιές
σήραγγες, γεμάτες ακαθαρσίες που έζεχναν από τη βρόμα κάποιων άγνωστων
πλασμάτων. Καθώς η ομάδα βάδιζε μέσα σ’ αυτές τις σήραγγες, δεχτήκαμε επίθεση
από πλάσματα άλλα με έξι και άλλα με οχτώ πόδια. Ή όψη τους ήταν τρομακτική.
Πολλά από αυτά ήταν πάρα πολύ μεγαλύτερα από εμάς και είχαν τεράστια νύχια και
δόντια. Όμως, τα πλάσματα, αν και πολύ αγριωπά στην όψη, δεν ήταν νοήμονα, και
σύντομα τα ξεπαστρέψαμε με τους πυροσωλήνες μας. Ο Ις βρήκε ένα εκτεταμένο ξέφωτο
πέρα από τις σήραγγες και αποφάσισε να επιστρέψει και να μας πάρει. Και τότε
συνέβη το επόμενο φρικιαστικό συμβάν. Δεχτήκαμε πάλι επίθεση, τη φορά αυτή, από
κάτι άγρια γκρίζα πλάσματα, στο μισό μέγεθος από το τέρας που πρωτοείδαμε. Αυτά
τα πλάσματα πρέπει να κατασκευάσει τις σήραγγες. Διεξήχθη μια τρομερή μάχη κατά
την οποία σχεδόν όλοι οι άνθρωποί μας έπεσαν νεκροί πριν νικηθούν τα τέρατα.
Επιζήσαμε μόνον εμείς οι δυο για να σας φέρουμε τα μαύρα μαντάτα’. Μετά απ’
αυτήν τη συμφορά εκλέξαμε καινούριο αρχηγό, τον Μούιν. Αυτός έκρινε σκόπιμο να
προχωρήσουμε μέσα από τις σήραγγες και να βγούμε πέρα στο ξέφωτο. Η πεδιάδα
πίσω μας είναι εντελώς άγονη, η Σφαίρα μας έχει χαθεί, και αν μείνουμε εδώ θα
πεθάνουμε της πείνας. Να δώσει ο Θεός πέρα από τις σήραγγες ο εφιαλτικός τούτος
κόσμος να δώσει χώρο σ’ έναν κόσμο λογικό. Δε ζητούμε πολλά, απλά θέλουμε να
ζήσουμε ειρηνικά, να δουλέψουμε, να δημιουργήσουμε…
* * *
Δυο μέρες αργότερα ο Γκρέιαμ επισκέφτηκε τη Σάλι και
τον πατέρα της.
«Ήρθα να σας πως τις τελευταίες εξελίξεις σχετικά με
τον μετεωρίτη», είπε.
«Τι λέει το Υπουργείο Αμύνης ότι είναι;» ρώτησε ο
κύριος Φοντέιν.
«Κι αυτοί δεν ξέρουν στ’ αλήθεια», είπε ο Γκρέιαμ.
«Για το μόνο που είναι βέβαιοι το αντικείμενο δεν είναι μετεωρίτης. Στην αρχή
νόμισαν πως ήταν μια συμπαγής μπάλα από κάποιο άγνωστο μέταλλο. Μετά βρήκαν μια
λεία κυκλική τρύπα με διάμετρο ενός εκατοστού που έμπαινε μέχρι το κέντρο της
μπάλας. Αποφάσισαν να κόψουν τη μπάλα στα δυο να δουν αν ή τρύπα τους οδηγούσε
πουθενά».
«Και τους οδήγησε κάπου;»
«Ναι», απάντησε ο Γκρέιαμ. «Η μπάλα δεν ήταν συμπαγής,
όπως νόμισαν. Το εξωτερικό της περίβλημα αποτελούταν βέβαια από μέταλλο πάχους
δεκαπέντε εκατοστών. Μετά ακολουθούσε ένα στρώμα από ομοιογενή, λεπτή σκόνη.
Τούτη η σκόνη προστατεύει το εσωτερικό της μπάλας από τη θερμότητα τόσο καλά
που οι ειδικοί του υπουργείου έχουν δείξει έντονο ενδιαφέρον – αποτελεί
καλύτερο μονωτικό απ’ ό, τι διαθέτουν. Μετά βρήκαν ένα λεπτότερο μεταλλικό
στρώμα, μέσα στο οποίο υπήρχε ένας περίεργος σχηματισμός από μικροσκοπικά κελιά,
όπως μιας κηρύθρας, όλα άδεια, αποτελούμενα από κάποιο εύκαμπτο, λαστιχένιο
υλικό. Ακολούθως υπήρχε μια ζώνη πάχους πέντε εκατοστών, χωρισμένη σε μικρά
διαμερίσματα, τα οποία ήταν συνωστισμένα με κάθε είδους πράγματα – μικροσκοπικά
σωληνάρια, πακετάκια με σπόρους, και διάφορες σκόνες, που χύθηκαν κατά το
άνοιγμα της μπάλας. Τελικά, στο κέντρο ακριβώς υπήρχε ένας χώρος δέκα εκατοστών
χωρισμένος από πολυάριθμα, λεπτότατα μεταλλικά φύλλα. Κατά τ’ άλλα αυτός ο
κεντρικός χώρος ήταν εντελώς αδειανός.
«Ώστε αυτό είναι το μυστικό όπλο! Φαντάζομαι την
απογοήτευση των ανθρώπων του Υπουργείου Αμύνης που το όπλο δε θα εκραγεί. Προς
το παρόν αναρωτιούνται ως προς τον σκοπό ενός τέτοιου αντικειμένου. Εάν εσείς
έχετε καμιά ιδέα, είμαι βέβαιος πως τα την ακούσουν πρόθυμα».
«Κρίμα!» παρατήρησε ο κύριος Φοντέιν. «Ήμουν βέβαιος
πως ήταν μετεωρίτης μέχρι που άρχισε να σφυρίζει».
«Ένας από τους ειδικούς πιστεύει πως μπορεί να είναι
τεχνητός μετεωρίτης. Όμως οι υπόλοιποι διαφωνούν. Ισχυρίζονται ότι πρόκειται
για κάτι που ήρθε από το εξωτερικό διάστημα για σκοπούς που δεν είμαστε σε θέση
να κατανοήσουμε. Κανείς δεν μπορεί να βγάλει λογικό συμπέρασμα γι’ αυτή την
κούφια μπάλα».
«Ένας τεχνητός μετεωρίτης κατασκευασμένος σ’ άλλους
κόσμους με σκοπό να μας επισκεφθεί είναι κάτι πιο συναρπαστικό από ένα μυστικό
όπλο», είπε η Σάλι. «Μας δίνει ελπίδες πως μια μέρα θα μπορούσαμε να
ταξιδέψουμε στο διάστημα κι εμείς οι ίδιοι… Δε θα ήταν υπέροχο;! Όλοι εκείνοι
που μισούν τους πολέμους, τα μυστικά όπλα, και τη βία θα μπορούσαν να πάνε σ’ έναν
καθαρό, καινούριο πλανήτη. Θα ξεκινούσαμε μ’ ένα τεράστιο διαστημόπλοιο και θα
αρχίζαμε μια καινούρια ζωή. Θα αφήναμε πίσω μας όλα εκείνα που κάνουν τον κόσμο
μας να πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο. Το μόνο που θα θέλαμε θα ήταν ένας
τόπος όπου οι άνθρωποι να ζουν, να δουλεύουν, να δημιουργούν και να είναι
ευτυχισμένοι. Και μακάρι να μπορούσαμε να κάνουμε μια νέα αρχή, τι υπέροχο,
ειρηνικό κόσμο θα μπορούσαμε–» Ξαφνικά σταμάτησε, γιατί την διέκοψε το θυμωμένο
γαύγισμα ενός σκυλιού απέξω. Αναπήδησε καθώς το γαύγισμα μετατράπηκε σ’ ένα
μακρόσυρτο ουρλιαχτό πόνου.
«Αυτή είναι η Μίτι!» είπε. «Τι στην ευχή –;» Βγήκε
τρέχοντας από το σπίτι με τους δυο άντρες ξωπίσω της. Κι ήταν αυτή που πρώτη
είδε τη μικρή της άσπρη σκυλίτσα ξαπλωμένη στο γρασίδι κοντά στον τοίχο της
αποθήκης. Κατευθύνθηκε εσπευσμένα προς τη σκυλίτσα φωνάζοντας το όνομά της,
αλλά το μικρό ζώο παρέμεινε ακίνητο.
«Ω, καημένη Μίτι», φώναξε η Σάλι. «Νομίζω πως είναι
νεκρή!» και γονάτισε δίπλα στο άψυχο σώμα του σκυλιού.
«Είναι νεκρή!» είπε. «Άραγε τι συνέβη –» Ξαφνικά
σηκώθηκε πιάνοντας σφικτά τη γάμπα της. «Ω, κάτι με τσίμπησε. Ω, πώς πονάει!»
φώναξε τρίβοντας τη γάμπα της ενώ δάκρυα πόνου ανάβλυσαν στα μάτια της.
«Μα τι στην ευχή –;» άρχισε να λέει ο πατέρας της ενώ
έσκυβε να κοιτάξει το σκυλί. «Τι είναι τούτα δω τα ζούζουλα; Μυρμήγκια;»
Ο Γρέιαμ έσκυψε κι αυτός να δει.
«Όχι, δεν είναι μυρμήγκια» είπε. «Αλλά δεν έχω ιδέα τι
μπορεί να είναι».
Πήρε στο χέρι του ένα από τα μικροσκοπικά πλάσματα και
το περιεργάστηκε προσεκτικότερα. Ήταν ένα παράξενο ζωύφιο. Το σώμα του ήταν
σχεδόν σαν ένα ημισφαίριο με την επίπεδη πλευρά του από κάτω. Η στρογγυλή του
κορυφή ήταν ροζ και λαμπερή, όπως μιας πασχαλίτσας. Έμοιαζε με έντομο, μεγέθους
περίπου εφτά χιλιοστομέτρων, μόνο που είχε τέσσερα πολύ κοντά πόδια. Δεν είχε
ξεχωριστό κεφάλι, είχε όμως δυο μάτια στην άκρη όπου η καμπυλωτή κορυφή του
σώματος συναντούσε το πεπλατυσμένο κάτω μέρος. Καθώς το κοίταζαν, αυτό στάθηκε
στα δυο πίσω πόδια του δείχνοντας μια ωχρή, επίπεδη κοιλιά. Φαινόταν να κρατάει
με τα μπροστινά του πόδια κάτι που έμοιαζε με χορταράκι ή ένα λεπτότατο κομμάτι
σύρμα. Ο Γκρέιαμ ένιωσε ένα οδυνηρό κάψιμο στο χέρι του.
«Διάολε!» ξεφώνισε, τινάζοντας το ζωύφιο από το χέρι
του. «Τα τερατάκια αυτά τσιμπούν πραγματικά. Δεν ξέρω τι είναι, είναι όμως
επικίνδυνα ζούζουλα που δεν πρέπει να τα έχουμε ούτε στον κήπο πόσο μάλλον μέσα
στο σπίτι. Έχετε μήπως κανένα εντομοκτόνο;»
«Ναι, υπάρχει ένα σπρέι στην κουζίνα», είπε η κυρία
Φοντέιν.
Ο Γκρέιαμ πήγε τρέχοντας στην κουζίνα και επέστρεψε
βιαστικά με κρατώντας το σπρέι. Έψαξε τριγύρω και ανακάλυψε αρκετές εκατοντάδες
μικρά ροζ ζωύφια να σέρνονται στον τοίχο της αποθήκης. Κούνησε το φιαλίδιο και ψέκασε ένα σύννεφο από
εντομοκτόνο πάνω τους. Οι τρεις τους στέκονταν και παρακολουθούσαν καθώς τα
μικροσκοπικά πλάσματα σέρνονταν όλο και πιο αργά. Μερικά γύρισαν ανάσκελα,
κουνώντας αδύναμα τα ποδαράκια τους στον αέρα. Μετά έμειναν ακίνητα.
«Δε θα μας ενοχλήσουν άλλο», είπε ο Γκρέιαμ. «Απαίσια,
βρωμερά μαμούνια! Ποτέ δεν ξανάδα κάτι σαν κι αυτά – τι στην ευχή ήταν άραγε;»
*Το πλήρες κείμενο
περιέχεται στη συλλογή The Seeds of Time, John Wyndham, Penguins, ISBN 0 14 00.
1385 7
Τζον Ουίνταμ (John Wyndham)
(1903 -1969 )
Άγγλος συγγραφέας κυρίως επιστημονικής φαντασίας.
Έγραψε επίσης και αστυνομικά διηγήματα. Τα κυριότερα έργα του είναι: Η Ημέρα
των Τριφίδων (The Day of the Triffids), Οι Χρυσαλίδες (The Chrysalids),
Οι Κούκοι του Μιντγουίτς (The Midwich Cuckoos), Το Ξύπνημα των
Κράκεν (The Kraken Wakes) και άλλα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου