Ρένα Μόλχο: σε αναζήτηση δικαιοσύνης και μνήμης
Πηγή: ο αναγνώστης στις 13 Νοεμβρίου, 2015
Η Ρένα Μόλχο- γόνος της παλιά και σπουδαίας θεσσαλονικιάς οικογένειας- είναι η σημαντικότερη ιστορικός του ελληνικού εβραϊσμού σήμερα και προπαντός του, κάποτε πολυπληθέστερου στην Ελλάδα στοιχείου της, εκείνου, της Θεσσαλονίκης. Η μεταπολεμική και, επί δεκαετίες, πλήρης αποσιώπηση από την επίσημη Πολιτεία της, επί πέντε συνεχείς αιώνες, παρουσίας των Θεσσαλονικέων Εβραίων και προπαντός του Ολοκαυτώματος τους, μοναδικό στην έκτασή του στα Βαλκάνια, ώθησε την Ρένα Μόλχο στην αναζήτηση της αλήθειας που οδηγεί στην απόδοση δικαιοσύνης και στην διάσωση της μνήμης. Μιας μνήμης αναπόσπαστο κομμάτι της συλλογικής ελληνικής αφού αναμφίβολα οι Θεσσαλονικείς Εβραίοι ως Έλληνες πολίτες συμμετέχουν δικαιωματικά στην ελληνική ιστορική αφήγηση του 20ου αιώνα. Οι συνεχείς, επίμονες και σε βάθος, έρευνες της Ρένας Μόλχο είχαν ως πρώτο αποτέλεσμα το εμβληματικό της βιβλίο Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης, 1856-1919. Μια ιδιαίτερη κοινότητα [εκδ. Θεμέλιο 2000, Πατάκης γ! έκδοση 2014] το οποίο τιμήθηκε με το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών. Το δεύτερο βιβλίο της Salonika and Istanbul: Social, Politikal and Cultural Aspects of Jewish Life εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 2005 ενώ μαζί με την ομότιμη καθηγήτρια της Αρχιτεκτονικής του ΑΠΘ συνέγραψε το βιβλίο Ιστορία και αξιοθέατα των Εβραίων της Θεσσαλονίκης [εκδ. Lycabettus Press]. Ανάμεσα στην συγγραφή και έκδοση των βιβλίων αυτών η Ρένα Μόλχο δημοσίευσε μια σειρά μελετών κάνοντας έτσι τρόπο ζωής τη διάσωση της μνήμης. Καρπός των επί μέρους μελετών της αποτελεί και το καινούργιο της βιβλίο ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΒΡΑΙΩΝ [εκδ. Πατάκη]. Στις μελέτες αυτές η ιστορικός τολμά να βάλει κυριολεκτικά το μαχαίρι στο κόκκαλο και να μιλήσει μέσα από σειρά στοιχείων και προσωπικών μαρτυριών για ζητήματα που επί δεκαετίες ήταν επιμελώς και ιδιοτελώς καταχωνιασμένα, ενώ προσπαθεί να απομυθοποιήσει μια σειρά μύθων σχετικά με το ολοκαύτωμα των Θεσσαλονικέων Εβραίων καθώς και με τις τύχες τόσο των ελάχιστων επιζώντων όσο και των εβραϊκών περιουσιών τους μετά τον πόλεμο. Τολμά τέλος να θίξει το επίμαχο ζήτημα, της συμπεριφοράς των Θεσσαλονικέων μη Εβραίων απέναντι στην εξόντωση των Εβραίων συμπολιτών τους. Η συνέντευξη που μας παραχώρησε η Ρένα Μόλχο είναι πραγματικά εξαιρετικά αποκαλυπτική.
Κυρία Μόλχο πώς και γιατί έγινε προσωπική σας υπόθεση-όπως δηλώνετε- η ιστορική αποκατάσταση της πολυπληθούς, έως το 1943, κοινότητας των Θεσσαλονικέων Εβραίων;
Ανήκω στη δεύτερη γενιά επιζώντων εβραίων. Για μένα, που γεννήθηκα μέσα στο πένθος των γονιών μου για τους δικούς τους, η ιστορική αποκατάσταση συνίσταται στην ανατροπή της πολυετούς και συστηματικής μνημοκτονίας που ακολούθησε την γενοκτονία. Είναι δηλαδή η απάντησή μου στην εγκληματική σιωπή των συνενόχων, το προσωπικό μου μνημόσυνο. Είναι επίσης και μια πολιτική και συνειδησιακή επιλογή του αγώνα εναντίον της πιο ακραίας, αδικαιολόγητης και άδικης βίας κατά αμάχων πολιτών. Ως εβραία και ως ιστορικός είχα το υπαρξιακό κίνητρο, τα εργαλεία και το συνειδησιακό χρέος να το πραγματοποιήσω.
Ποια ήταν τα συναισθήματά σας όταν, αφενός μάθατε για το Ολοκαύτωμα των, πάνω από 45.000, Ελλήνων Εβραίων της γενέτειράς σας και αφετέρου συνειδητοποιήσατε την άκρα του τάφου σιωπή που επικρατούσε στη Θεσσαλονίκη τόσο σχετικά με το φοβερό αυτό έγκλημα όσο και με την μακροχρόνια εβραϊκή παρουσία στην πόλη;
Επειδή το τραύμα κληρονομείται ως παιδί δυσανασχετούσα με αυτό το βάρος που φέρει η ταυτότητα του θύματος. Συχνά αναρωτιόμουν αν οι γονείς και οι συγγενείς υπερέβαλαν. Άλλωστε αυτά που συζητούσαν ήταν απίστευτα. Αυτό μέχρι που είδα τις πρώτες φωτογραφίες των στρατοπέδων και των βασανιζό-μενων εγκλείστων. Για πρώτη φορά στην ιστορία κάθε άτομο που κατά τους θύτες ανήκε στην στοχοποιημένη ομάδα, δηλαδή οι Εβραίοι, προοριζόταν να εκτελεστεί έτσι, μόνο και μόνο επειδή γεννήθηκε Από τη στιγμή που το αντιλήφτηκα και παράλληλα διαπίστωσα ότι όλοι τους είχαν εγκαταλείψει, δεν υπήρχε για μένα θέμα επιλογής, οι αδικοχαμένοι έπρεπε να δικαιωθούν.
Έχετε ήδη πίσω σας 35 χρόνια ακάματης και επίπονης ιστορικής έρευνας η οποία πιθανολογώ ότι δεν πρέπει να ήταν εύκολη με δεδομένο την έως τότε έλλειψη πηγών. Πώς δουλέψατε λοιπόν και πως καταφέρατε να φτάσετε και να φωτίσετε τις άγνωστες η καλυμμένες πηγές;
Το κίνητρο αποκατάστασης της ιστορικής μου ταυτότητας ήταν τόσο ισχυρό που από τη στιγμή που το αποφάσισα τίποτε δεν ήταν δύσκολο ή ακατόρθωτο. Βρήκα υποτροφίες για να ταξιδέψω και να κάνω την ερευνά μου σε αρχεία του Ισραήλ, της Γαλλίας και των ΗΠΑ. Ενεργοποιήθηκα στις γλώσσες που ήξερα, και έμαθα άλλες που χρειαζόμουν για να διαβάσω τις πηγές, να συνομιλήσω με τους ειδικούς και τους επιζήσαντες. Οι δάσκαλοί μου στο παν/μιο της Ιερουσαλήμ με καθοδήγησαν και μου έδωσαν συστατικές επιστολές που μου άνοιξαν πόρτες παντού στον κόσμο εκτός από την Ελλάδα! Εξαιρετική υποστήριξη είχα και στη Γαλλία όπου εκπόνησα την διατριβή μου.
Τι ανακαλύπτατε όσο ψάχνατε; Τα όσα στην πορεία ανακαλύπτατε σας έκαναν ποτέ να φτάσετε στο σημείο να θυμώσετε πάρα πολύ με τους μη Εβραίους Θεσσαλονικείς – αυτούς που είθισται να ονομάζουμε Χριστιανούς; Κι αν ναι, πώς καταφέρατε να μην επηρεάσει αυτός ο θυμός την ιστορική σας έρευνα;
Ανακάλυψα, ή μάλλον αποκάλυψα την αλήθεια, πιο σωστά ένα τμήμα της αλήθειας. Και ήταν τόσο πλούσια και συναρπαστική που άρχισα να αντιλαμβάνομαι την ανάγκη της ελληνικής πολιτείας να την αποσιωπήσει. Η Θεσσαλονίκη υπήρξε μια εβραϊκή πολυεθνική πόλη όπου οι Χριστιανοί ορθόδοξοι μέχρι το 1912 ήταν η μικρότερη μειονότητα. Η πόλη απέκτησε ελληνικό χαρακτήρα από το 1923 και μετά όταν εγκαταστάθηκαν 100.000 μικρασιάτες πρόσφυγες οι οποίοι αποτέλεσαν μεν την πλειοψηφία του πληθυσμού, χωρίς όμως να μπορέσει η πολιτεία να τους αποκαταστήσει. Εώς το 1940 πολλοί από αυτούς κοιμούνταν σε συναγωγές και σε εβραϊκά σχολεία. Μόνον όταν εκτοπίστηκαν οι 50.000 εβραίοι αποκαταστάθηκαν οι χριστιανοί πρόσφυγες. Αυτό ήταν το τρομερό μυστικό. Εγώ όμως, που σχεδόν δεν είχα συγγενείς, από το 1946 που γεννήθηκα μεγάλωσα ανάμεσα σε πρόσφυγες με τους οποίους συγκατοικούσαμε στο διαμέρισμα του πατέρα μου. Δέθηκα μαζί τους και τους αγάπησα. Πώς λοιπόν να θυμώσω και με ποιον ακριβώς. Αυτοί δεν ήταν συνεργάτες και τα ονόματα των δοσιλόγων που οικειοποιήθηκαν τις εβραϊκές περιουσίες δεν έχουν ακόμη αποκαλυφτεί.
Στο καινούργιο σας βιβλίο επιχειρείτε να αιτιολογήσετε την συμπεριφορά των Θεσσαλονικέων να αποσιωπήσουν πλήρως μεταπολεμικά την παρουσία των Εβραίων συμπολιτών τους αλλά και το τρομερό τους Ολοκαύτωμα είτε γιατί οι περισσότεροι ανήκαν σε οικογένειες που συνεργάστηκαν με τον κατακτητή και οι ίδιοι ντρέπονταν γι’ αυτό , είτε άλλοι καλύπτονταν πίσω από την επίσημη επί δεκαετίες εκδοχή της Ιστορίας που θέλει όλους τους Έλληνες ήρωες. Χωρίς να θέλω να αμφισβητήσω εντελώς ούτε την πρώτη ούτε την δεύτερη εκδοχή, φοβάμαι ότι δίνεται η εντύπωση ότι όλοι σχεδόν οι μη Εβραίοι Θεσσαλονικείς ή τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος τους ήταν δωσίλογοι ή είχαν συνεργαστεί με τους Γερμανούς κατά κάποιο τρόπο. Υπάρχουν αποδείξεις ότι ο δωσιλογισμός στη Θεσσαλονίκη είχε τόσο μεγάλη έκταση;
Πράγματι μεγάλο μέρος των Θεσσαλονικέων συνεργάστηκαν για να αποκομίσουν τα οφέλη που υπόσχονταν οι ναζί. Και βέβαια ΥΠΑΡΧΟΥΝ, αποδείξεις και ομολογίες, μάλιστα αρκετές από αυτές έχουν συμπεριληφθεί είτε στο σώμα είτε στο παράρτημα του βιβλίου. Πολύ τελευταία αποχαρακτηρίστηκε και κυκλοφόρησε ηλεκτρονικά ένα έγγραφο της CIA που έχει μια ονομαστική κατάσταση των δοσιλόγων της Θεσσαλονίκης με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή πρώτο στη λίστα !
Μήπως η στάση αυτή των Θεσσαλονικέων έχει πίσω της ένα ισχυρό παρελθόν αντισημιτισμού, από την ενσωμάτωση της πόλης στο ελληνικό κράτος και εντεύθεν, και δεν προέκυψε ξαφνικά μέσα στην Κατοχή;
Χωρίς αμφιβολία ένα μέρος οφείλεται στον αντισημιτισμό που άνθησε μετά τον Α’ ΠΠ και μέσα στο μεσοπόλεμο. Αλλά και στον εθνικισμό που ενισχύθηκε από τους πολιτικούς ηγέτες ιδιαίτερα στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης, όπου προκειμένου να ελληνοποιηθεί η πόλη έπρεπε οι Εβραίοι να μετατραπούν σε πολίτες δευτέρας κατηγορίας. Στην περίοδο της Κατοχή όμως αποκαλύφτηκε κάτι ακόμη : η μοχθηρία και η θρασυδειλία που εκδηλώθηκε απέναντι στους ανυπεράσπιστους, στις περιουσίες των οποίων προσέβλεπαν όσοι συνεργάστηκαν με τους ναζί. Όπως φαίνεται και στις μαρτυρίες χριστιανών αυτοπτών μαρτύρων, οι Εβραίοι ήταν ακόμη εδώ αποκλεισμένοι στα γκέτο όταν άρχισε η λεηλασία των καταστημάτων και των σπιτιών τους.
Πώς εξηγείτε την ηχηρή, όπως την χαρακτηρίζετε στο βιβλίο σας, σιωπή και της ελληνικής ακαδημαϊκής κοινότητας γύρω από το Ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων γενικότερα;
Υποθέτω ότι αυτό οφείλεται εν μέρει στο ότι η Ελλάδα αντιμετώπισε πολλά πολιτικά και οικονομικά προβλήματα μετά την Απελευθέρωση και τον Εμφύλιο που και αυτά ως ένα σημείο αποσιωπήθηκαν από τους ακαδημαϊκούς επί μακρόν όσο υπήρχε ζήτημα «ασφάλειας». Κοντά σ’ αυτά η ιστορία και η μνήμη του Ολοκαυτώματος θεωρήθηκε ότι περίσσευε και δεν συνδέθηκε με τα προβλήματα των υπόλοιπων Ελλήνων, των Ορθοδόξων δηλαδή, επειδή λίγοι ήταν αυτοί που πίστευαν ότι και οι ντόπιοι Εβραίοι ανήκαν στον ελληνικό κορμό. Οι Εβραίοι δηλαδή αν και λανθασμένα αντιμετωπίζονταν ως άλλο έθνος, και όχι ως διαφορετικό θρήσκευμα. Έπειτα, ως τα μέσα της δεκαετίας του ’80 και οι ίδιοι οι Εβραίοι δεν μιλούσαν για το Ολοκαύτωμα, τουλάχιστον μέχρι το 1985 που προβλήθηκε η ταινία Σοά του Λάνζμαν. Έτσι λοιπόν το 1984 έχουμε διεθνές επιστημονικό συνέδριο για την Ελλάδα της δεκαετίας 1940-50 στην Αθήνα χωρίς να ενοχληθεί κανείς που μεταξύ των 40 ανακοινώσεων δεν υπήρχε ούτε μία που να αναφέρεται στην τύχη των Ελλήνων Εβραίων. Δηλαδή το Ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων δεν εντάσσονταν κατ’αυτούς τους ιστορικούς και τους διοργανωτές του συνεδρίου, που ήταν οι καλύτεροι ανάμεσά τους (οι Νίκος Σβορώνος και Χάγκεν Φλάισσερ) στην ιστορία της Ελλάδας μεταξύ του 1940-1950!
Υπήρξαν αβασάνιστες ή προϊδεασμένες εξηγήσεις σχετικά με το Ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων της Θεσσαλονίκης έτσι ώστε να μετατοπίζεται η ευθύνη στα ίδια τα θύματα; Στο βιβλίο σας κάνετε κριτική στον Μαρκ Μαζάουερ, στον Χάγκεν Φλάισερ αλλά και σε άλλους συναδέλφους σας. Πώς όμως είστε τόσο σίγουρη ότι έχετε εσείς δίκαιο και όχι εκείνοι; Μήπως η αλήθεια είναι κάπου στη μέση;
Δεν πιστεύω ότι τέτοιου είδους αλήθεια μπορεί να βρίσκεται κάπου στη μέση. Πρόκειται για περιπτώσεις αμφιθυμίας που δεν χωράνε σε ένα ακραίο γεγονός όπως το έγκλημα του Ολοκαυτώματος. Από το κάθε σκεπτόμενο άτομο διατυπώνονται ερωτήματα όπως «Πώς εξηγείται η διάσωση των Ελλήνων Εβραίων σε ορισμένα μέρη όπως π.χ. στη Κατερίνη, στη Ζάκυνθο, στον Βόλο, την Αθήνα κλπ. και πως η ολοκληρωτική εξόντωση σε άλλα όπως τα Γιάννενα, Κέρκυρα, την Καβάλα, την Θράκη κλπ. «… θα μπορούσαν οι ναζί να επιτύχουν τέτοια υψηλά ποσοστά εξόντωσης χωρίς την συνεργασία των ντόπιων;» Επειδή αντίστοιχα φαινόμενα συνεργασίας παρατηρήθηκαν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης τα ερωτήματα αυτά έχουν απαντηθεί στη διεθνή βιβλιογραφία. Είναι λοιπόν βέβαιο ότι οι ναζί δεν θα μπορούσαν να πετύχουν τέτοια ποσοστά επιτυχίας χωρίς τη συνεργασία των ντοπίων. Θεωρώ λοιπόν ότι η συζήτηση για το πώς μπόρεσε το Ολοκαύτωμα να συμβεί και στην Ελλάδα αποτελεί πολιτική και ηθική πρόκληση και για τη δική μας κοινωνία που, το λιγότερο, το ανέχθηκε. Ειδικά πιστεύω ότι το Ολοκαύτωμα θα έπρεπε να αποτελεί προτεραιότητα στην κοινωνία των διανοούμενων, και ειδικά για όσους από αυτούς εστιάζουν το έργο τους στις ανθρώπινες αξίες. Στο σημείο αυτό το ζήτημα του Ολοκαυτώματος παύει να έχει σχέση μόνον με τους Εβραίους. Δηλαδή δεν μπορεί το ζήτημα να αξιολογείται μέσα από τον ρόλο των θυμάτων, ή των ηγετών τους. Θα πρέπει να εξετασθεί τι δεν έκαναν αυτοί που μπορούσαν να κάνουν κάτι για να βοηθήσουν τους κατατρεγμένους και γιατί δεν το έπραξαν! Ίσως να γίνει πιο κατανοητό αν πάρουμε το παράδειγμα της κοπέλας που βιάστηκε. Δηλαδή φταίει αυτή επειδή ήταν νόστιμη και προκλητική ή είχαν την ευθύνη οι παθητικοί παρατηρητές που κρύφτηκαν στα σπίτια τους και παρακολουθούσαν από τις γρίλιες, χωρίς να κάνουν τίποτε για να τη σώσουν?
Αναφέρεστε και δικαίως στο ζήτημα της καταστροφής του εβραικού νεκροταφείου στο οποίο υπήρχαν 350.000 τάφοι και που πάνω του κτίστηκαν τα κτήρια του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Μπορείτε με δυο λόγια να μας πείτε τι ακριβώς συνέβη και ποιοι ευθύνονται γι’αυτό;
Πολύ σύντομα. Ο Δήμος επεδίωκε τη μεταφορά του εβραϊκού νεκροταφείου από το 1925, και το ζήτημα είχε απασχολήσει κατ’ επανάληψη την Κοινότητα και τη Δημαρχία, που το ανέβαλαν συνεχώς γιατί ήταν ένα δύσκολο νομικό και θρησκευτικό ζήτημα. Η αλήθεια είναι ότι ο Μάξ Μέρτεν, ως ο γερμανός αξιωματικός υπεύθυνος για την πόλη, δεν θα μπορούσε να γνωρίζει το συγκεκριμένο πρόβλημα παρά μόνο μέσω των συνεργατών του δηλαδή του γενικού διοικητή Μακεδονίας Βασίλη Σιμωνίδη και του δημάρχου Κωνσταντίνου Μερκουρίου. Το ζήτημα της καταστροφής του εβραϊκού νεκροταφείου συνδυάστηκε με τον εκβιασμό που άσκησε τότε ο Μ.Μέρτεν στα μέλη της συντονιστικής επιτροπής των Εβραίων απειλώντας τους ότι θα κατέστρεφε το νεκροταφείο αν δεν κατάφερναν να του παραδώσουν τα 3,5 δισεκατομμύρια δραχμές που απαιτούσε ως λύτρα για την απελευθέρωση των εβραίων, που εργάζονταν κάτω από τραγικές συνθήκες στα καταναγκαστικά έργα των Γερμανών. Τα μέλη της συντονιστικής επιτροπής απάντησαν τότε γραπτώς ότι τα 2 δις. θα συλλέγονταν σε ορισμένο χρονικό διάστημα και αν οι στρατιωτικές ανάγκες επέβαλαν την καταστροφή του νεκροταφείου, θα έπρεπε να αποφασίσει ο γερμανός υπεύθυνος. Αυτό έπραξε και στις 6 Δεκεμβρίου του 1942, και μάλιστα πριν ακόμη εκπληρωθεί η προθεσμία που είχε ορίσει ο ίδιος για την παράδοση των λύτρων. Την ίδια μέρα ο γενικός διοικητής Μακεδονίας Βασίλης Σιμωνίδης διέταξε την καταστροφή του νεκροταφείου, σε συνεργασία με τον δήμαρχο που έστειλε τους εργάτες του Δήμου να την πραγματοποιήσουν. Το ερώτημα είναι από πού θα μπορούσε να γνωρίζει ο Μέρτεν ότι η καταστροφή του νεκροταφείου είχε αποφασιστική σημασία για τους Εβραίους που δεν ξεθάβουν τους νεκρούς; Ποιος θα μπορούσε να του το είχε πληροφορήσει ; Και ποιος επωφελήθηκε τελικά από την καταστροφή του νεκροταφείου;
Το 1945 επιστρέφουν από το Άουσβιτς στη Θεσσαλονίκη μόλις 600 επιζώντες. Επίσης κατεβαίνουν από το βουνό και όσοι είχαν σωθεί εντασσόμενοι στις γραμμές του ΕΛΑΣ, συμμετέχοντας στην Αντίσταση κατά των Ναζί. Τι βρίσκουν από τις περιουσίες που είχαν εξαναγκαστεί να αφήσουν πίσω τους και γενικότερα ποια είναι η στάση της ελληνικής πολιτείας απέναντί τους;
Για όσους είχαν επιζήσει κρυμμένοι από Χριστιανούς ή στα βουνά της Αντίστασης με τους αντάρτες, ή από τα στρατόπεδα εξόντωσης, η επιστροφή στη γενέτειρά τους υπήρξε πολύ δύσκολη και αποθαρρυντική. Τους έλειπαν ακόμη και τα στοιχειώδη μέσα επιβίωσης. Λόγω της απουσίας τους δεν είχαν εγγραφεί στους καταλόγους διανομής δελτίων τροφίμων. Σε ορισμένες πόλεις, όπως στη Θεσσαλονίκη και στα Γιάννενα, τα σπίτια και τα μαγαζιά τους είχαν καταληφθεί από Χριστιανούς, που είχαν συνεργαστεί με τους ναζί, και αρνούνταν να τα επιστρέψουν, έτσι οι εβραίοι που γύρισαν δεν είχαν ούτε που να μείνουν. Επιπλέον, οι επιζήσαντες εβραίοι δυσκολεύονταν να βρουν δουλειά επειδή κατά τη διάρκεια της Κατοχής με γερμανική διαταγή είχαν διαγραφεί από όλους τους επαγγελματικούς και τους εργατικούς συλλόγους, που έδιναν προτεραιότητα στα μέλη τους. Η πολιτεία τους προέτρεπε να αποταθούν σε εβραϊκές οργανώσεις του εξωτερικού για βοήθεια, εξαιρώντας τους από τις προτεραιότητες της ελληνικής κρατικής πρόνοιας. Είναι απίστευτο αλλά στη Θεσσαλονίκη δρούσε ακόμη η οργάνωση 3Ε διασπείροντας αντισημιτικά συνθήματα που προκαλούσαν τρόμο. Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε για αρκετά χρόνια, εν μέρει λόγω του Εμφυλίου ως το 1949, αλλά και εξαιτίας της στάσης που τήρησε η πολιτεία απέναντι στους Εβραίους σαν να ήταν ξένοι, ή όπως είπε κάποιος επιζώντας «πρόσφυγες στην ίδια τους την πόλη».
Ένα κεφάλαιο του βιβλίου σας τιτλοφορείται Μύθοι και πραγματικότητα για την εξόντωση των Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Σε ποιους μύθους αναφέρεστε και πώς δημιουργήθηκαν ; Λόγου χάριν τα περί προδοσίας του Αρχιραβίνου Τσβι Κόρετς; Δεν πρόκειται όμως για μια αμφιλεγόμενη περίπτωση; Ομολογώ ότι μου έχει κάνει εντύπωση με πόση απέχθεια και απαξίωση μιλούν για τον Κόρετς στις μαρτυρίες τους Θεσσαλονικείς επιζώντες, τόσο που να διερωτάται κανείς για τον ρόλο αυτού του μοιραίου, τελικά, ανθρώπου.
Ο πρώτος μύθος αφορά τον ραβίνο Τσβη Κόρετς που εμφανίζεται ως ο κύριος υπεύθυνος για τον μεγάλο αριθμό των εβραίων θυμάτων επειδή… ήταν κακός σύμβουλος, συνεργάστηκε με τους Γερμανούς και τους παρέδωσε τις λίστες των Θεσσαλονικέων Εβραίων. Επισημαίνεται ότι οι επιζήσαντες Εβραίοι έλεγαν πράγματι και οι ίδιοι ότι ήταν ένας ξένος, ένας προδότης που το έπραξε για να σώσει τον εαυτό του και την οικογένεια του. Εχει όμως πια αποδειχτεί ότι παρόλο ότι ήταν ξένος, δηλαδή Εβραίος από την Αυστροουγγαρία δεν πρόδωσε τους Σαλονικιούς και ότι η λίστα που παρέδωσε περιλάμβανε 104 ονόματα προυχόντων εβραίων, ούτως ή άλλως οι ναζί θα τους επέλεγαν για να τους κρατήσουν ως ομήρους. Ο Κόρετς αποφάσισε να τους επιλέξει ο ίδιος γιατί όπως είπε τους γνώριζε προσωπικά και ήξερε ποιοι θα ήταν ικανοί να αντέξουν στην πίεση. Κατά την αναφορά των Ιταλών διπλωματών που παρακολούθησαν τη σύλληψη και τη συγκέντρωση των ατόμων αυτών στη Γκεστάπο, φαίνεται ότι ο αρχιραβίνος εγγυήθηκε με τη ζωή του την απελευθέρωση των ομήρων. Επίσης υπήρχε κάποιος λόγος που τον υποχρέωνε να γυρίσει στη Θεσσαλονίκη μετά την Απελευθέρωση μαζί με την οικογένεια του από το Μπέργκεν Μπέλζεν αν πίστευε ότι ήταν ένοχος προδοσίας; Τελικά πέθανε από εξανθηματικό τύφο καθοδόν για την Θεσσαλονίκη, αλλά η οικογένειά του επέστρεψε και παρέμεινε για μικρό διάστημα στην πόλη. Ο λόγος που οι Θεσσαλονικείς Εβραίοι αντιπαθούσαν τον Κόρετς οφειλόταν κυρίως στη διαφορά της νοοτροπίας τους. Ο Κόρετς τους απαξίωνε γιατί οι περισσότεροι ήταν φτωχοί και ακαλλιέργητοι, και αυτοί τον αντιπαθούσαν γιατί μεγαλοπιάνονταν και συναναστρέφονταν τον βασιλιά και τον δικτάτορα Ι. Μεταξά.
Ο δεύτερος μύθος λέει, μεταξύ άλλων, ότι όλοι οι Χριστιανοί βοήθησαν σύσσωμοι τους Εβραίους χωρίς εξαίρεση, και ότι για τον χαμό τους φταίνε οι ίδιοι και οι ηγέτες τους. Αυτός ο μύθος επίσης καταρρίπτεται σε όλο το βιβλίο όπου τεκμηριώνεται ο κατά τόπους αντισημιτισμός και η συνεργασία πολλών Χριστιανών με τους ναζί. Είναι φυσικό να επιλέγονται διάφοροι τέτοιοι μύθοι και να πιστεύονται ως η αληθινή εκδοχή, επειδή είναι ο μόνος τρόπος να απαλλαγούν από τις ευθύνες τους οι χριστιανοί που βοήθησαν, ή ήταν παθητικοί αυτόπτες μάρτυρες, στον χαμό των συνανθρώπων τους.
Αναφέρεστε και σε μία σχεδόν άγνωστη σελίδα της εξόντωσης του ελληνικού εβραϊσμού, εκείνη των Ρωμανιωτών Εβραίων των Ιωαννίνων, μιας ελληνόφωνης εβραικής κοινότητας, εγκατε-στημένης στην περιοχή από τον 2ο π.χ αιώνα.
Δεν επέλεξα αυτό το παράδειγμα επειδή η ιστορία τους είναι άγνωστη, αλλά επειδή υπάρχει και ένας άλλος μύθος που λέει ότι οι Εβραίοι πιάστηκαν εύκολα επειδή δεν μιλούσαν καλά τα ελληνικά. Κάτι που δεν ισχύει στην περίπτωση των ελληνόφωνων εβραίων των Ιωαννίνων που τα ελληνικά ήταν η μητρική τους γλώσσα.
Κυρία Μόλχο τι εννοείτε όταν χαρακτηρίζετε την διάσωση της μνήμης ως τρόπο ζωής;
Μιλάω για την προσωπική μου επιλογή να αφοσιωθώ στον αγώνα κατά της πλέον ακραίας αδικίας μετά τη γενοκτονία, δηλαδή τη μνημοκτονία των θυμάτων. Αν και μπορεί να ακουστεί ουτοπικό για μένα η διεκδίκηση της δικαιοσύνης είναι εν γένει σκοπός ζωής.
Για οχτώ χρόνια διδάξατε στο Πάντειο Πανεπιστήμιο για τον ελληνικό εβραϊσμό και κυρίως εκείνον της Θεσσαλονίκης. Ποια ήταν η ανταπόκριση των φοιτητών; Ποιες οι αντιδράσεις τους σε όσα άκουγαν;
Μετά την εμπειρία του Παντείου πολλοί με άκουσαν να λέω ότι η Αθήνα είναι άλλη χώρα. Συγκινητική ήταν καταρχήν η υποδοχή που μου επιφύλαξαν οι ίδιοι οι συνάδελφοι στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας, οι οποίοι παρόλο που δεν με γνώριζαν κυριολεκτικά με αγκάλιασαν. Ορισμένοι από αυτούς ενδιαφέρθηκαν να παρακολουθήσουν το μάθημά μου, μου έδιναν προτεραιότητα επιλογής στο πρόγραμμα των μαθημάτων και των εξετάσεων, και γενικά ήταν πολύ εγκάρδιοι και φιλικοί σε ότι και αν χρειαζόμουν, μόνο και μόνο επειδή ερχόμουν από την Θεσσαλονίκη. Αλλά και οι φοιτητές που επέλεγαν το μάθημα οι περισσότεροι ήταν σοβαροί και πολλοί έκαναν εργασίες επιπέδου για τις οποίες συναντιόμασταν κάθε τόσο εκτός μαθήματος. Όταν τους μιλούσα για το τι έγινε στην Κατοχή στην Θεσσαλονίκη και μετά την Απελευθέρωση, συχνά τους άκουγα να λένε «Είναι άδικο, είναι άδικο», και ήμουν αναγκασμένη να τους εξηγήσω ότι η δικαιοσύνη δεν είναι ούτε δεδομένη ούτε αυτονόητη, και ότι πρέπει να αγωνιζόμαστε να την κατακτήσουμε .
Από τότε -2001- που κυκλοφόρησε το βιβλίο σας Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης 1856-1919. Μια ιδιαίτερη κοινότητα έχει αλλάξει κάτι προς την άρση της έως τότε σιωπής από την πλευρά της επίσημης πολιτείας; Τι μαθαίνουν –αν μαθαίνουν- το 2015 τα ελληνόπουλα στα σχολεία για το Ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων; Τι έχετε να προτείνετε;
Προς το παρόν φαίνεται ότι ως ένα βαθμό αυτό ανατράπηκε. Πέρυσι (1914)το ΑΠΘ στον χώρο του κατεστραμμένου εβραϊκού νεκροταφείου εγκαινιάστηκε μνημείο, εδώ και τρία χρόνια ο Δήμαρχος οργανώνει πορεία μνήμης προς τον παλιό σταθμό εις μνήμην το εκτοπισθέντων και φέτος διδάσκεται για πρώτη φορά επισήμως ως μάθημα η ιστορία του ελληνικού εβραϊσμού και στο ΑΠΘ. Υπάρχουν βέβαια και άλλοι που συνέδραμαν στον ίδιο σκοπό, αλλά ήμουν η πρώτη που το ξεκίνησε και που το συνεχίζω ως τώρα χωρίς κανένα όφελος άλλο από την προσωπική μου ικανοποίηση. Όπως είπα και πιο πάνω πολλά έχουν αλλάξει, αλλά υπάρχουν και πολλά ακόμη που πρέπει να γίνουν. Εδώ και 10 χρόνια το Ολοκαύτωμα διδάσκεται σε πολλά σχολεία, αλλά δεν είμαι βέβαιη ότι οι καθηγητές που το διδάσκουν είναι όλοι σωστά καταρτισμένοι. Αφιερώνω στο βιβλίο μου ένα κεφάλαιο για αυτό και εκεί περιλαμβάνονται οι προτάσεις μου. Επίσης συμμετέχω σε όλα τα σεμινάρια διδασκαλίας του Ολοκαυτώματος που οργανώνονται από τους ειδικούς του ΑΠΘ και των άλλων παν/μιων π.χ. τους Γεώργιο Κόκκινο, τον Δημήτρη Μαυροσκούφη, την Ελένη Χοντολίδου κλπ.
Τελικά τι συνιστά για τον άνθρωπο του 21ου αιώνα η γνώση του Ολοκαυτώματος και γιατί αυτή η γνώση είναι και θέμα δημοκρατίας;
Οι λόγοι για τον πόλεμο διατυπώθηκαν ξεκάθαρα σε ένα υπόμνημα που έστειλε ο Χίτλερ στον Γκέρινγκ τον Αύγουστο του 1936. Εκεί ο Χίτλερ υποστηρίζει ότι η Γερμανία πρέπει να ετοιμαστεί για πόλεμο επειδή ο Μπολσεβικισμός που επιδιώκει να αντικαταστήσει όλες τις ηγετικές ομάδες της οικουμένης με τον διεθνή εβραϊσμό δεν θα βάλει μόνο τη Γερμανία σε κίνδυνο, αλλά θα καταστείλει και τον γερμανικό λαό. Ο Χίτλερ και οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές του πίστευαν ότι η ήττα του εβραϊκού μπολσεβικισμού θα επιτρέψει στη Γερμανία να επεκταθεί ανατολικά, να εποικίσει την περιοχή με Γερμανούς και να εξασφαλίσει ικανοποιητικές προμήθειες και πρώτες ύλες που θα εξασφαλίσουν την επικράτηση της Γερμανίας στην Ευρώπη και με τους κατάλληλους συμμάχους στον κόσμο. Όλα αυτά θα επιτυγχάνονταν με την καταστολή του διεθνούς εβραϊσμού που κατ’ αυτούς παραδόξως ήλεγχε τόσο τον Σοβιετικό Μπολσεβικισμό όσο και τον Δυτικό καπιταλισμό.
Θεωρώ ότι ο πόλεμος, ήταν μια ιδεολογική επιχείρηση στην οποίαν προστέθηκαν οικονομικά και πολιτικά στοιχεία για να την ενεργοποιήσουν. Στην περίπτωση αυτή το Ολοκαύτωμα ήταν και αυτό βασικά ένα ιδεολογικό εγχείρημα, που αποτελούσε τμήμα της ιδεολογικής επιχείρησης ενός πολέμου με σκοπό τη διασφάλιση της επεκτατικής δύναμης.
Ως αποτέλεσμα ο Ναζισμός ήταν ένα φαινόμενο χωρίς προηγούμενο στην βία και στο μαζικό έγκλημα. που εκτός από τα 6 εκατομμύρια Εβραίους θύματα είχε εκατομμύρια μη εβραίους πολίτες θύματα σε όλη την Ευρώπη. Αυτό εξηγεί γιατί το Ολοκαύτωμα αποτελεί ένα κεντρικό ζήτημα σε κάθε εκπαιδευτική διαδικασία που ασχολείται με τον Κόσμο στον οποίον ζούμε, και όχι μόνον στην Ευρώπη. Ακόμη και όσοι δεν ενδιαφέρονται για τους Εβραίους πρέπει να θυμούνται ότι ο αντισημιτισμός και το Ολοκαύτωμα που ήταν το αποτέλεσμά του, κατείχαν κεντρική θέση για τον πόλεμο στον οποίο δεν εξοντώθηκαν μόνο εκατομμύρια Εβραίοι αλλά και 29 εκατομμύρια ευρωπαίοι πολίτες. Αυτό σημαίνει ότι ο Αντισημιτισμός και το Ολοκαύτωμα ήταν βασικοί λόγοι για τον θάνατο πολλών εκατομμυρίων μη Εβραίων. Άλλωστε οι θύτες, που ήταν ανεκτοί όσο σκότωναν Εβραίους, σύντομα αλλοτριώθηκαν και έχασαν κάθε όριο ή αίσθηση ηθικής. Μπορούσαν και σκότωναν όποιον ήθελαν μόνο και μόνο επειδή πίστευαν ότι ως «ανώτερος λαός» είχαν δικαίωμα να ορίζουν τον κόσμο, που κατ’αυτούς ήταν άνισος.
Αποτελεί επομένως κεντρικό ζήτημα για όλους και οπωσδήποτε για τον Ευρωπαϊκό και άλλους πολιτισμούς που καθορίζονται από την έννοια της Δημοκρατίας, να θυμούνται και να αναλύουν την περίπτωση του ναζισμού. Το Ολοκαύτωμα είναι μέχρι στιγμής η πιο ακραία μορφή γενοκτονίας, και πάλι όχι επειδή τα θύματα υπέφεραν περισσότερο από άλλα θύματα γενοκτονιών, αλλά από τα πρωτοφανή του κίνητρα και χαρακτήρα, από την παγκόσμια απήχηση που απέκτησε ως υπόδειγμα γενοκτονίας γενικά, και για τον λόγο αυτό έχει τεράστια σημασία για όλους μας. Για αυτό και το διδάσκουμε. Δηλαδή για να προλάβουμε το κάθε τι που θα μπορούσε να το επαναλάβει, μιας και τώρα δεν μπορούμε να το αγνοήσουμε, επειδή υπάρχει πια το προηγούμενο του πλέον ακραίου εγκλήματος.
Σας ευχαριστώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου