Κυριακή, Απριλίου 06, 2025

Τζόρ­τζο Μανγ­κα­νέ­λλι (Giorgio Manganelli): «Πε­νήν­τα ένα », ένα διήγημα μπονζάι

 

Τζόρ­τζο Μανγ­κα­νέ­λλι (Giorgio Manganelli): Πε­νῆν­τα ἕνα



Τζόρ­τζο Μανγ­κα­νέ­λλι (Giorgio Manganelli)


Πε­νῆν­τα ἕνα

(Cinquantuno)

Μετάφραση σε πολυτονική γραφή: Πέτρος Φούρναρης


ΑΝΘΡΩΠΟΣ ποὺ μέ­νει ἐδῶ, στὸν τρί­το ὄρο­φο, δὲν ὑπάρ­χει. Δὲν ἐν­νοῶ μὲ αὐ­τὸ ὅτι τὸ δια­μέ­ρι­σμα εἶ­ναι κε­νό, ὅτι δὲν κα­τοι­κεῖ­ται, ἐν­νοῶ ὅτι ὁ ἄν­θρω­πος ποὺ μέ­νει ἐδῶ εἶ­ναι ἀνύ­παρ­κτος. Ἡ κα­τά­στα­ση, μέ­χρις ἑνὸς ση­μεί­ου, εἶ­ναι ἁπλῆ. Ἕνας ἄν­θρω­πος ποὺ δὲν ὑπάρ­χει δὲν ἔχει κοι­νω­νι­κὰ προ­βλή­μα­τα: δὲν μπαί­νει κἂν στὸν κό­πο νὰ πιά­σει κου­βέν­τα μὲ τοὺς συγ­κα­τοί­κους του. Ἀφοῦ δὲν χαι­ρε­τᾶ κα­νέ­ναν, δὲν προ­σβάλ­λει κα­νέ­ναν, συ­νε­πῶς δὲν ἔχει τέ­τοιου εἴ­δους προ­βλή­μα­τα μὲ ὁποιον­δή­πο­τε. Γιὰ πα­ρά­δειγ­μα, στὸ δια­μέ­ρι­σμα ποὺ κα­τοι­κεῖ­ται τώ­ρα ἀπὸ τὸν ἄν­θρω­πο ποὺ δὲν ὑπάρ­χει, ἔμε­νε πρῶ­τα ἕνας ἄν­δρας ἀγνώ­στου ἐπαγ­γέλ­μα­τος, ἀλ­λὰ δυ­σά­ρε­στα γνω­στὸς γιὰ τὴν τά­ση του νὰ πα­ρε­νο­χλεῖ ἀδια­κρί­τως ὅλες τὶς γυ­ναῖ­κες ποὺ πλη­σί­α­ζε μὲ ὁποιον­δή­πο­τε τρό­πο. Αὐ­τὸ ποὺ προ­κα­λοῦ­σε ἀμη­χα­νία ἦταν ἀκρι­βῶς τὸ γε­γο­νὸς ὅτι δὲν ἐπρό­κει­το γιὰ κά­ποιον ἀνή­θι­κο ποὺ ἕνα κα­λὸ μά­θη­μα θὰ τὸν ἔβα­ζε στὴν θέ­ση του, ἀλ­λὰ γιὰ ἕναν ἄν­θρω­πο ποὺ ἐρω­τευό­ταν μὲ ἀσυ­νή­θι­στη συ­χνό­τη­τα, ποὺ εἶ­χε πάν­το­τε σο­βα­ρὲς προ­θέ­σεις καὶ ἐπι­θυ­μοῦ­σε νὰ νοι­κο­κυ­ρευ­τεί, προ­φα­νῶς μὲ ὁποια­δή­πο­τε, ἀκό­μη καὶ μὲ γυ­ναῖ­κες ἤδη παν­τρε­μέ­νες, ἡλι­κιω­μέ­νες μη­τέ­ρες ἢ ἀσπρο­μάλ­λες για­γιά­δες ποὺ ἀρέ­σκον­ται σὲ φλυα­ρί­ες. Σὲ κά­θε πε­ρί­πτω­ση ὁ κύ­ριος ἦταν ἐνο­χλη­τι­κός, τό­σο ποὺ κά­ποια μέ­ρα ἄφη­σε τὸ δια­μέ­ρι­σμά του καὶ δὲν ξα­να­κού­στη­κε τί­πο­τα γι’ αὐ­τόν. Κα­θώς, με­τὰ ἀπὸ κάμ­πο­σο και­ρό, ὁ ἀνύ­παρ­κτος ἄν­θρω­πος ἐγ­κα­τα­στά­θη­κε στὸ ἴδιο δια­μέ­ρι­σμα, κά­ποιος ἀνα­ρω­τή­θη­κε ἂν ὑπῆρ­χε κά­ποια σχέ­ση ἀνά­με­σα στὸν ἐρω­τευ­μέ­νο καὶ τὸν ἀνύ­παρ­κτο. Κά­ποιος εἶ­πε ἀκό­μα ὅτι ὁ ἀνύ­παρ­κτος δὲν ἦταν ἄλ­λος ἀπὸ τὸν ἐρω­τευ­μέ­νο, πλὴν ὅμως νε­κρός. Τοῦ ἐπι­σή­μα­ναν, ὡστό­σο, ὅτι ἕνας πε­θα­μέ­νος ἢ ἕνα φάν­τα­σμα δὲν ἔχουν κα­μιὰ σχέ­ση μὲ κά­ποιον ποὺ δὲν ὑπάρ­χει. Ὑπῆρ­ξαν, βε­βαί­ως, φλυα­ρί­ες, ἐρω­τη­μα­τι­κά, πε­ριέρ­γεια. Ἀρ­γό­τε­ρα ἡ ἀπό­λυ­τη δια­κρι­τι­κό­τη­τα τοῦ ἀνύ­παρ­κτου ἀν­θρώ­που σι­γού­ρε­ψε τὸ γε­γο­νὸς ὅτι στὴν οὐ­σία ἦταν παν­τε­λῶς ἀπών: δὲν ἐπι­δί­ω­κε νὰ παν­τρευ­τεῖ, δὲν ἐκ­δή­λω­νε μα­χη­τι­κὲς πο­λι­τι­κὲς ἰδέ­ες, δὲν λέ­ρω­νε τὰ σκα­λο­πά­τια, κα­τὰ κά­ποιον τρό­πο ἦταν ὁ ἰδα­νι­κὸς ἔνοι­κος. Κι ἐδῶ ἀκρι­βῶς ξε­κι­νοῦν οἱ δυ­σκο­λί­ες. Μιὰ ἀό­ρι­στη ἀνη­συ­χία, ποὺ ἀπει­λεῖ τὴν γα­λή­νη τῆς πο­λυ­κα­τοι­κί­ας μὲ τοὺς ἥσυ­χους καὶ ἀξιο­πρε­πεῖς ἐνοί­κους της. Αὐ­τοὶ οἱ ἄν­θρω­ποι αἰ­σθά­νον­ται κά­πως ἔνο­χοι ἀφοῦ ἀνα­πό­φευ­κτα δη­μιουρ­γοῦν θο­ρύ­βους, φλυα­ροῦν —γιὰ ἄσχε­τα καὶ πι­θα­νὸν ἀδιά­κρι­τα πράγ­μα­τα— ὅταν συ­ναν­τιοῦν­ται, χτυ­ποῦν τὰ χα­λιά, βρω­μί­ζουν τὶς σκά­λες. Αἰ­σθά­νον­ται ἀπέ­ναν­τι στὴν ἄψο­γη συμ­πε­ρι­φο­ρὰ τοῦ ἀνύ­παρ­κτου ἀν­θρώ­που μιὰ συ­νε­χῆ ἐπί­πλη­ξη. «Μὰ ποιός νο­μί­ζει ὅτι εἶ­ναι μό­νο καὶ μό­νο ἐπει­δὴ δὲν ὑπάρ­χει;» μουρ­μου­ρί­ζουν. Εἶ­ναι προ­φα­νὲς ὅτι ἔχουν ἀρ­χί­σει νὰ ζη­λεύ­ουν καὶ πο­λὺ γρή­γο­ρα θὰ μι­σή­σουν τὴν ἀνε­πι­τή­δευ­τη, αἰ­νιγ­μα­τι­κὴ τε­λειό­τη­τα τοῦ μη­δε­νός.



Πη­γή:
https://​nuo​vate​oria.​blo​gspo​t.​com/​2019/​03/​hanno-​com​inci​ato-​inv​idia​re-​presto.​html&​nbsp;

[Τὸ δι­ή­γη­μα εἶ­ναι ἀπὸ τὴ συ­λ­λο­γὴ δι­η­γη­μά­των μὲ τί­τλο (Centuria), ποὺ ση­μαί­νει αἰ­ῶ­νας στὰ ἰτα­λι­κά. Σὲ αὐ­τὸ τὸ βι­βλίο πε­ριέ­χον­ται ἑκα­τὸ δι­η­γή­μα­τα μὲ τί­τλους τὴν σει­ρὰ ἀρίθ­μη­σης ἀπὸ τὸ ἕνα μέ­χρι τὸ ἑκα­τό.]

Giorgio Manganelli - QuodlibetΤζόρτζο Μανγκανέλλι (Giorgio Manganelli) (Μιλάνο, 15 Νο­εμ­βρί­ου 1922 – Ρώμη, 28 Μα­ΐ­ου 1990).

Giorgio Manganelli (Wikipedia)

Ἰτα­λὸς δη­μο­σιο­γρά­φος, με­τα­φρα­στὴς καὶ κρι­τι­κὸς λο­γο­τε­χνί­ας. Γεν­νή­θη­κε στὸ Μι­λά­νο καὶ ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς ἡγέ­τες τοῦ πρω­το­πο­ρια­κοῦ λο­γο­τε­χνι­κοῦ κι­νή­μα­τος στὴν Ἰτα­λία τῆς δε­κα­ε­τία τοῦ 1960, τοῦ Gruppo 63 (Ὁμά­δα 63). Τὸ ὕφος του ὡς συγ­γρα­φέα ἦταν μπα­ρὸκ καὶ ἐξ­πρε­σιο­νι­στι­κό. Σύμ­φω­να μὲ τὴν ἄπο­ψή του κα­θῆ­κον τῆς λο­γο­τε­χνί­ας εἶ­ναι ἡ με­τα­τρο­πὴ τῆς πραγ­μα­τι­κό­τη­τας σὲ ψέ­μα, σκάν­δα­λο, μυ­στι­κο­ποί­η­ση, ποὺ ἐπι­λύ­ε­ται σὲ ἕνα κα­θα­ρὸ τυ­πι­κὸ παι­χνί­δι, μέ­σῳ τοῦ ὁποί­ου ἡ γρα­φὴ γί­νε­ται μιὰ πα­ρω­δία τοῦ ἑαυ­τοῦ της, μιὰ ἄρ­νη­ση τῆς ση­μα­σί­ας ποὺ τῆς ἀπο­δί­δει μιὰ ἀρ­χαία ἀν­θρω­πι­στι­κὴ πα­ρά­δο­ση. Ἡ πα­ρω­δία καὶ ὁ σαρ­κα­σμὸς τοῦ Manganelli ἀσκοῦν­ται σὲ ἐκλε­πτυ­σμέ­νες λο­γο­τε­χνι­κὲς μορ­φές. Ὁ Manganelli με­τέ­φρα­σε στὰ ἰτα­λι­κὰ τὸ σύ­νο­λο τῶν δι­η­γη­μά­των τοῦ Edgar Allan Poe κα­θὼς καὶ συγ­γρα­φεῖς ὅπως ὁ T. S. Eliot, ὁ Henry James, ὁ Eric Ambler, ὁ O. Henry, ὁ Ezra Pound, ὁ Robert Louis Stevenson, τὸ δρα­μα­τι­κὸ ποί­η­μα Μάν­φρεντ τοῦ Byron κ.λ.π.. Δη­μο­σί­ευ­σε ἕνα πει­ρα­μα­τι­κὸ μυ­θι­στό­ρη­μα, τὸ Hi­la­­ro­tra­goe­dia, τὸ 1964, τὴν ἐπο­χὴ ποὺ ἦταν μέ­λος τοῦ πρω­το­πο­ρια­κοῦ Gruppo 63. Τὸ Centuria, τὸ ὁποῖο κέρ­δι­σε τὸ βρα­βεῖο Viareggio εἶ­ναι ἴσως τὸ πιὸ προ­σι­τό του ἔρ­γο (με­τα­φρά­στη­κε στὰ ἀγ­γλι­κὰ τὸ 2005 ἀπὸ τὸν Henry Martin). Τὸ ἔρ­γο του Agli dei ulteriori, μιὰ συλ­λο­γὴ δια­συν­δε­δε­μέ­νων σύν­το­μων ἔρ­γων, πε­ρι­λαμ­βά­νει μιὰ ἀν­ταλ­λα­γὴ ἐπι­στο­λῶν με­τα­ξὺ τοῦ Ἄμ­λετ καὶ τῆς Πριγ­κί­πισ­σας ντὲ Κλὲβ καὶ ὁλο­κλη­ρώ­νε­ται μὲ ἕνα ἄρ­θρο γιὰ τὴ γλῶσ­σα τῶν νε­κρῶν. Τὸ 1959, μιὰ βα­θιὰ ψυ­χο­λο­γι­κὴ κρί­ση τὸν ὁδή­γη­σε νὰ ξε­κι­νή­σει μιὰ πο­ρεία ψυ­χα­νά­λυ­σης στὴν σχο­λὴ τοῦ Γιούνγκ, ἀπὸ τὴν ὁποία δὲν θὰ ἔβγαι­νε πο­τέ. Πε­ριο­ρι­σμέ­νος σὲ μιὰ ζωὴ πε­ρισ­σό­τε­ρο ἀπὸ μο­να­χι­κὴ καὶ ὑπο­φέ­ρον­τας ἀπὸ μιὰ σο­βα­ρὴ μορ­φὴ μυα­σθέ­νειας ποὺ τὸν εἶ­χε κα­τα­στή­σει φω­το­φο­βι­κό, ὁ Manganelli ἔπα­ψε νὰ θέ­λει νὰ ζεῖ με­τὰ τὴν εἴ­δη­ση τοῦ θα­νά­του τῆς πρώ­της καὶ λα­τρε­μέ­νης συ­ζύ­γου του Fausta. Δύο μῆ­νες ἀρ­γό­τε­ρα, γιὰ τὴν ἀκρί­βεια, στὶς 28 Μα­ΐ­ου 1990, πέ­θα­νε κι αὐ­τὸς στὸ τε­λευ­ταῖο, λα­τρε­μέ­νο του σπί­τι στὴ Ρώ­μη, στὴ Via Chinotto νού­με­ρο 8, ποὺ μέ­χρι τό­τε ἀπο­τε­λοῦ­σε ἕνα εἶ­δος φυ­λα­κῆς. Τὸν βρῆ­κε ἡ οἰ­κο­νό­μος. Ὁ θά­να­τος ἦρ­θε ἐνῷ προ­σπα­θοῦ­σε νὰ φο­ρέ­σει μιὰ κάλ­τσα. Ὁ ἴδιος ἄν­θρω­πος ποὺ εἶ­χε δη­λώ­σει σὲ μιὰ συ­νέν­τευ­ξη ὅτι ἔγι­νε συγ­γρα­φέ­ας ἐπει­δὴ δὲν εἶ­χε μά­θει πο­τὲ νὰ δέ­νει τὰ πα­πού­τσια του. Εἰ­ρω­νεία τῆς μοί­ρας, θὰ μπο­ροῦ­σε νὰ πεῖ κα­νείς…. Ἦταν ἄθε­ος. Ὁ Italo Calvino τὸν ἀπο­κά­λε­σε «ἕναν συγ­γρα­φέα ποὺ δὲν μοιά­ζει μὲ κα­νέ­ναν ἄλ­λον, ἕναν ἀνε­ξάν­τλη­το καὶ ἀκα­τα­μά­χη­το ἐφευ­ρέ­τη στὸ παι­χνί­δι τῆς γλώσ­σας καὶ τῶν ἰδε­ῶν».

Με­τά­φρα­ση ἀπὸ τὰ ἰτα­λι­κά:

Οι Γρύπες, του Πέτρου Φούρναρη - Vakxikon.grΠέ­τρος Φούρ­να­ρης (Ἀθή­να, 1963). Δι­ή­γη­μα, με­τά­φρα­ση. Σπού­δα­σε στὴν Ἀνω­τά­τη Γε­ω­πο­νι­κὴ Σχο­λὴ Ἀθη­νῶν. Ζεῖ στὴν Λέ­ρο, τὸ νη­σὶ τῆς κα­τα­γω­γῆς του, ὅπου ἐρ­γά­ζε­ται ὡς γε­ω­πό­νος στὸν Γε­ωρ­γι­κὸ Συ­νε­ται­ρι­σμό του Κοί.Σ.ΠΕ (Κοι­νω­νι­κὸς Συ­νε­ται­ρι­σμὸς Πε­ριο­ρι­σμέ­νης Εὐ­θύ­νης, Το­μέ­ας Ψυ­χι­κῆς Ὑγεί­ας Δω­δε­κα­νή­σου). Πε­ζά του ἔχουν δη­μο­σιευ­τεῖ στὰ πε­ριο­δι­κὰ Ἔκ­φρα­ση Λό­γου καὶ Τέ­χνης, Πλα­νό­διον, Δέ­κα­τα κα­θὼς καὶ στὸ Ἱστο­λό­γιο Ἱστο­ρί­ες Μπον­ζάϊ («Συμ­φι­λί­ω­ση»», «100%», «Κα­λι­γού­λας», «Ὁ βλά­σφη­μος»). Με­τα­φρά­σεις του ὑπάρ­χουν στὴν Ἐπι­θε­ώ­ρη­ση Λε­ρια­κῶν Με­λε­τῶν τοῦ Ἱστο­ρι­κοῦ Ἀρ­χεί­ου Λέ­ρου. Ἀπὸ τὸ Ἰτα­λι­κὸ Μορ­φω­τι­κὸ Ἰν­στι­τοῦ­το βρα­βεύ­τη­κε ἡ με­τά­φρα­ση τῆς συλ­λο­γῆς δι­η­γη­μά­των τοῦ Ντίνο Μπου­τζά­τι Οἱ δύ­σκο­λες νύ­χτες (Le notti difficili). Με­τέ­φρα­σε τὰ ποι­ή­μα­τα τῆς Ἑλ­λη­νο-αυ­στρα­λῆς ποι­ή­τριας Poli Tataraki, Into the moonlit village, the battle of Crete (Στὸ φεγ­γα­ρό­λου­στο χω­ριό, ἡ μά­χη τῆς Κρή­της). Γιὰ τὸ Ἱστο­λό­γιο Ἱστο­ρί­ες Μπον­ζάϊ ἔχει ἐπι­με­λη­θεῖ τὸ ἀφιέ­ρω­μα στὸν Ἰτα­λὸ συγ­γρα­φέα Ντῖ­νο Μπου­τζά­τι καὶ τὸ ἀφιέ­ρω­μα στὸν Ἰτα­λὸ συγ­γρα­φέα Τζιαν­ρί­κο Κα­ρο­φί­λιο. Ἐπι­με­λή­θη­κε μα­ζὶ μὲ τὸν Γιάν­νη Πα­τί­λη καὶ τὸν Κώ­στα Χα­τζηαν­τω­νί­ου τὸ ἐξο­λο­κλή­ρου ἀφιέ­ρω­μα στὸν ποι­η­τὴ Δη­μή­τρη Τσα­λου­μᾶ ποὺ ἔκα­νε τὸ λο­γο­τε­χνι­κὸ πε­ριο­δι­κὸ Κο­ράλ­λι (τεῦ­χος 39-40). Ἔχει ἐκ­δώ­σει τὸ θε­α­τρι­κὸ μο­νό­πρα­κτο Οἱ γρῦπες (Βακ­χι­κον, 2018) καὶ τὴν συλ­λο­γὴ δι­η­γη­μά­των Οἱ γρί­λιες (Βακ­χι­κὸν 2020).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Τα λαϊκότροπα: 15. Η ΑΠΙΣΤΗ

 ΤΑ ΛΑΪΚΟΤΡΟΠΑ Χρήστος Μουχάγιερ  H ΑΠΙΣΤΗ   Στο Βερολίνο  κάποτε  γνώρισα  όμορφη Ελληνίδα Στον έρωτα όμως δυστυχώς  μου βγήκε Γερμανίδα Έ...