Τρίτη, Απριλίου 08, 2025

Αναλύοντας το Adolescence: 2. Η άποψη μίας δημοσιολόγου

 


Στη θηλιά του Adolescence

Αναρωτιέμαι: το 2025, τι έχει αλλάξει; Ποια ιστορική αδικία πνίγει το ευαίσθητο κοινό του Adolescence όταν βλέπει έναν έφηβο να εκτίει ποινή για φόνο; 
 
 
 
 Ζωή Μαυρουδή*

Το Adolescence («Εφηβεία»), η σειρά-φαινόμενο του Netflix για έναν έφηβο που σκοτώνει τη συμμαθήτριά του με μαχαίρι είναι το καλύτερο πράγμα που συνέβη ποτέ στην ιστορία της μυθοπλασίας.

Αυτό καταλαβαίνω από τις διθυραμβικές κριτικές, αλλά και τα σχόλια ψυχολόγων (με ειδικότητα μάλλον στη διάγνωση ψυχικής διαταραχής σε χαρακτήρες μυθοπλασίας) που ενθαρρύνουν τη θέαση της σειράς ως κατεπείγουσα υποχρέωση. Σε άρθρο μάλιστα του βρετανικού Guardian διαβάζω πως το Adolescence θα μπορούσε να σώσει ζωές. Ίσως γι’ αυτό ο Σερ Κιρ Στάρμερ ανακοίνωσε πως θα προβληθεί δωρεάν στα σχολεία της Αγγλίας αφού και ο ίδιος την παρακολούθησε με τα παιδιά του. Άγνωστο βέβαια πόσα φράγκα θα σκάσει η κυβέρνησή του στο Netflix για «δωρεάν» προβολές. Άγνωστο επίσης αν τα παιδιά του Σερ Κιρ τον ρώτησαν μήπως μπορεί να την προβάλλει και στη Γάζα μπας και σώσει κι εκεί τις ζωές εκατοντάδων χιλιάδων παιδιών από τη γενοκτονία του συμμάχου του. Ποιος ξέρει, ίσως οι πτήσεις της βρετανικής αεροπορίας από την Κύπρο στο Ισραήλ να μεταφέρουν DVD;

Παρεκτρέπομαι όμως. Η σειρά έχει όντως πολλές αρετές. Στο δεύτερο επεισόδιο, για παράδειγμα, που διαδραματίζεται σε ένα γυμνάσιο, η δράση είναι καταιγιστική και ταυτόχρονα ασφυκτική. Το σχολείο μοιάζει πιο καταπιεστικό από το αστυνομικό τμήμα του πρώτου επεισοδίου. Είναι μια εύστοχη δραματουργική μεταφορά. Η δε, επιλογή του σκηνοθέτη Φίλιπ Μπαραντίνι να γυρίσει τα επεισόδια με ωριαία μονοπλάνα, αντί του παραδοσιακού ντεκουπάζ, καλλιεργεί μια υπόκωφη ένταση που οδηγεί τις έξοχες ερμηνείες.

Ομολογώ βέβαια ότι παρακολουθώντας τις συναισθηματικές κορυφώσεις στο τέλος των επεισοδίων, διασκέδασα λίγο στη σκέψη πως οι λυγμοί των ηθοποιών ήταν περισσότερο προϊόν ανακούφισης γιατί ολοκλήρωσαν την ωριαία λήψη χωρίς να ξεχάσουν τις ατάκες στο πεντηκοστό ένατο λεπτό. Κάτι παρόμοιο ίσως συμβαίνει και σε εμάς, τους θεατές. Ενώ οι κυβερνήσεις μας χρηματοδοτούν τη μαζική δολοφονία παιδιών εκτός των πυλών, αναστατωνόμαστε από ιστορίες βίας για τα δικά μας παιδιά, εντός. Η αναστάτωσή μας κρύβει μια λανθάνουσα ανακούφιση, για το ότι οι πύλες καλά κρατούν ακόμα.

Ίσως έτσι εξηγείται και η μιντιακή κάλυψη της σειράς, η οποία δανείζεται επιχειρήματα από ηθικούς πανικούς. Το προαναφερόμενο άρθρο του Guardian για παράδειγμα, αναφέρει πως την τελευταία δεκαετία, οι θάνατοι εφήβων στην Αγγλία από επιθέσεις με μαχαίρι (το λεγόμενο «knife crime») έχουν εκτοξευτεί κατά 240%. Το ιστορικοκοινωνικό περιεχόμενο αυτού του σχετικά πρόσφατου φαινομένου όμως, είναι δεκαετίες Θατσερικής λιτότητας και οικονομικής ανέχειας, κάτι που δεν σχολιάζεται εξίσου με τους κινδύνους της υπερχρήσης του ίντερνετ από τους εφήβους. Εν τω μεταξύ, τα αγγλικά ΜΜΕ συσκοτίζουν εδώ και χρόνια τα αίτια του knife crime δείχνοντας ως υπαίτιους συμμορίες μαύρων νεαρών, ένα ρατσιστικό αφήγημα με πολλά λογικά κενά (εδώ μια σχετική ανάλυση).

Στο Adolescence, η επιλογή ταυτότητας θύτη και θύματος μοιάζει επίσης με μια απόπειρα να εξισωθούν η εφηβική με την έμφυλη βία. Το θύμα είναι κορίτσι, παρότι, τα έφηβα κορίτσια είναι μειοψηφία των θυμάτων του knife crime (αν και ως ενήλικες είναι πλειοψηφία στα θύματα δολοφονικών επιθέσεων από συντρόφους). Επίσης, ο πρωταγωνιστής της σειράς είναι δεκατριών ετών, θυμίζει όμως περισσότερο παιδί, πράγμα που προσδίδει έναν επιπλέον σκοτεινό τόνο στον χαρακτήρα, που είναι όμως ασύμβατος με τα επίσημα στοιχεία.

Θα μου πείτε, τα έργα μυθοπλασίας δεν αναλύουν στατιστικές, ούτε δίνουν απαντήσεις σε περίπλοκα κοινωνικά φαινόμενα. Συμφωνώ. Η μυθοπλασία όμως δεν μπορεί ούτε να τσουβαλιάζει. Το Adolescence τηλεγραφεί μια σειρά από εκφάνσεις κοινωνικής βίας («knife crime», bullying, incels) θολώνοντας τα όρια ανάμεσά τους και κάνοντας αδύνατη μια ψύχραιμη συζήτηση για τη σχέση αιτίου-αιτιατού στη βία των εφήβων. Ο διάβολος όμως, και ο έφηβος, κρύβονται στις λεπτομέρειες. Το Adolescence σχολιάζει τα ατομικά κίνητρα του πρωταγωνιστή του μέσω μιας εύπεπτης, όσο και αόριστης πολιτικολογίας.

Αυτό διέκρινα στο τρίτο επεισόδιο της σειράς, όπου μια ψυχολόγος επισκέπτεται τον έγκλειστο πλέον δεκατριάχρονο. Σε μια στιγμή εκείνη, τον ρωτάει επιτακτικά τη γνώμη του για την αρρενωπότητα. Αναρωτήθηκα: γιατί ο μικρός να σχολιάσει την αρρενωπότητα, και πώς ακριβώς; Ως κοινωνική ταυτότητα; Ως βιολογική ταυτότητα στο ξέσπασμα της εφηβείας του; Και αν όντως είχε άποψη για την αρρενωπότητα, σύμφωνη με αυτήν της ψυχολόγου, θα ήταν αυτό άραγε ένδειξη πως αντιλαμβάνεται τις συνέπειες της πράξης του ή μήπως αντιθέτως, πως έχει μάθει να παπαγαλίζει όσα διαβάζει στο κατά τα άλλα εθιστικό ίντερνετ; Ή μήπως μια σωστή απάντηση θα ήταν απόδειξη πως είναι ώριμος να αποδεχτεί τον βίαιο εγκλεισμό του πριν καν ξεκινήσει την ζωή του;

Η συνεδρία ολοκληρώνεται με ένα ξέσπασμα του παιδιού πριν το απομακρύνουν οι φύλακες και την αφήσουν μόνη να βαριανασαίνει, με δάκρυα στα μάτια. Ο σκηνοθέτης κεντράρει στην ευαλωτότητά της ενήλικης, όχι του εφήβου. Θέλει ίσως να ταυτιστούμε μαζί της. Προσωπικά, η συμπεριφορά της από θέση ισχύος προς ένα αδύναμο υποκείμενο που κακοποιείται μπροστά στα μάτια της, μου φάνηκε πιο βίαιη από το ξέσπασμά του. Η εκπρόσωπος της επιστήμης απαλλάσσεται δια του μελοδράματος και η σκηνή μοιάζει με κλείσιμο του ματιού προς τους ενήλικους θεατές πως ίσως εάν κλάψουμε μαζί της εξαγνιζόμαστε, πως τα κοινωνικά αδιέξοδα μπορούν να βρουν απαντήσεις στην ψυχολογία του συρμού. Αυτό κάνουν και οι ψυχολόγοι που φλυαρούν για την σειρά: προσπαθούν να ανακουφίσουν τις ενοχές μας με Προκρούστιες ορολογίες. Σε αυτό το σφάλμα υποκύπτει τελικά το Adolescence: μας κάνει κήρυγμα.

Όταν τέλειωσα τη σειρά, αναζήτησα το θρίλερ «Θηλιά» του Άλφρεντ Χίτσκοκ, την πρώτη ταινία του Χόλιγουντ που γυρίστηκε με μονοπλάνο -για την ακρίβεια, δέκα μονοπλάνα, μιας και οι μπομπίνες τους φιλμ τότε διαρκούσαν μόλις δέκα λεπτά.

Παραδόξως, η Θηλιά μού έδωσε περισσότερες απαντήσεις για το Adolescence απ’ ό,τι το Adolescence. Οι δυο νεαροί δολοφόνοι της ταινίας στραγγαλίζουν έναν συμφοιτητή τους και κρύβουν το πτώμα σε ένα μπαούλο όπου και παραμένει κατά τη διάρκεια ενός κοκτέιλ πάρτι. Γιατί τον σκοτώνουν; Έτσι, για την πλάκα. Για την αδρεναλίνη. Για να διασκεδάσουν με την άγνοια των καλεσμένων που πίνουν σαμπάνια δίπλα σε έναν τάφο. Κυρίως, γιατί θεωρούν τους εαυτούς τους ανώτερα όντα.

Η δράση περιπλέκεται αναπάντεχα όταν καταφθάνει στο πάρτι ο πρώην καθηγητής τους από το κολέγιο, που εν αγνοία του, εγκρίνει το κίνητρο των νεαρών. Ο φόνος θα έλυνε πολλά προβλήματα, λέει ο καθηγητής σε μια στιγμή: ανεργία, φτώχεια, τις ουρές στα γκισέ εισιτηρίων θεάτρου… «Ο φόνος,» προσθέτει, «είναι, ή θα έπρεπε να είναι, τέχνη.» Όταν αργότερα ανακαλύπτει τον νεκρό μαθητή του στο μπαούλο συνειδητοποιεί σοκαρισμένος τον κυνισμό της δήλωσής του. Έχει όμως ήδη εμπλακεί στο έγκλημα ηθικά – ως γηραιότερος, ως εκπαιδευτικός, ως διανοούμενος.

Υποψιάζομαι πως το 1948, όταν πρωτοπροβλήθηκε η ταινία, οι θεατές θα καταλάβαιναν την ενοχή του καθηγητή χωρίς να τους την έχει τηλεγραφήσει με πολιτικολογίες το σενάριο. Είχε μόλις τελειώσει ένα κεφάλαιο της παγκόσμιας ιστορίας όπου ήταν απολύτως θεμιτό να λέγεται δημόσια πως κάποιες ζωές αξίζουν λιγότερο. Οι θεατές ήξεραν επίσης πως με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, είχαν κι εκείνοι συμμετάσχει στην αγριότητα, όπως ο καθηγητής.

Αναρωτιέμαι: το 2025, τι έχει αλλάξει; Ποια ιστορική αδικία πνίγει το ευαίσθητο κοινό του Adolescence όταν βλέπει έναν έφηβο να εκτίει ποινή για φόνο; Ποιο συλλογικό σφάλμα αναγνωρίζουν όσοι εκθειάζουν τη σειρά και την προτείνουν ως κάποιου είδους εκπαιδευτικό εγχειρίδιο; Και κυρίως: πώς θα απαλλαγεί το κοινό του Adolescence από την ενοχή του για τα άλλα παιδιά, εκείνα που δεν χωράνε στα μονοπλάνα της μελοδραματικής ψυχαγωγίας;

 

*Η Ζωή Μαυρουδή έχει σκηνοθετήσει το ντοκιμαντέρ Ruins/Ερείπια: Οροθετικές γυναίκες. Το χρονικό μιας διαπόμπευσης." Ζει και εργάζεται στην Αθήνα μετά από μακρά παραμονή στη Νέα Υόρκη και το Λονδίνο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το βιβλίο στην οθόνη: Πράσινες τηγανητές ντομάτες στο Χουίστλ Στοπ Καφέ-Πράσινες τηγανητές ντομάτες (1991)

Πράσινες τηγανητές ντομάτες στο Χουίστλ Στοπ Καφέ Βιβλίο και Κινηματογράφος Μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο σε σκηνοθεσία Τζον Άβνετ [Η.Π.Α. ...