Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 17, 2018

Πόσο επιστημονικό είναι το "Πόρισμα Συνολάκη";

Αποτέλεσμα εικόνας για «Πόρισμα Συνολάκη»«Πόρισμα Συνολάκη» :  Η επιστήμη στην υπηρεσία της πολιτικής σκοπιμότητας

Ο αρχιτέκτονας Χαράλαμπος Χεϊζάνογλου, μελέτησε σημείο προς σημείο το "πόρισμα Συνολάκη" για την τραγωδία στο Μάτι και γράφει στο koutipandoras.gr, τους λόγους για τους οποίους το συγκεκριμένο πόρισμα εξυπηρετεί περισσότερο την πολιτική σκοπιμότητα παρά την επεξήγηση των υφιστάμενων ευθυνών της πολιτείας.

*Γράφει ο Χαράλαμπος Χεϊζάνογλου
Άκουσα με ενδιαφέρον τον κύριο Συνολάκη τις προηγούμενες μέρες, να εξηγεί στις δημόσιες εμφανίσεις του ότι με βάση μια σειρά από εξομοιώσεις που έγιναν η εκκένωση της πυρόπληκτης περιοχής ήταν εφικτή. Το υπολογιστικά μοντέλα και οι εξομοιώσεις είναι εργαλεία που σήμερα δύνανται να είναι έως και πολύ ακριβή στα αποτελέσματα που μας δίνουν. 

Ωστόσο δεν αρκεί κανείς να υπολογίζει αριθμούς και χρόνους εκκένωσης με σύγχρονες μεθόδους για να είναι ακριβής, έχει σημασία να είναι εξίσου ακριβής και με τις παραδοχές που κάνει.Εκεί είναι ακριβώς το σημείο που μια εκτίμηση μπορεί να είναι έγκυρη ή να πάσχει.
Αν εστιάσουμε στις παραδοχές λοιπόν, αυτό που λέει ο κύριος Συνολάκης χονδρικά είναι το εξής:

Αν τη στιγμή που άναψε η φωτιά ξέραμε εκ των προτέρων ότι θα πάει προς το μάτι και όχι προς τη Ραφήνα ή τη Νέα Μάκρη, αν ξέραμε ότι η φωτιά θα φτάσει στο μάτι σε λιγότερες από 2 ώρες, που σύμφωνα με τον ίδιο είναι εκτιμώμενος χρόνος εκκένωσης του Ματιού με αυτοκίνητο (και όχι της Ραφήνας ή της Νέας Μάκρης), και συνεπώς τους είχαμε ειδοποιήσει άμεσα (τη στιγμή δηλαδή που άρπαξε φωτιά το βουνό) να φύγουν από το Μάτι με τα πόδια, όντας σε θέση να διασφαλίσουμε ότι κανείς δεν θα πήγαινε να σώσει το σπίτι του ή να αναζητήσει τους συγγενείς του, τότε ο χρόνος εκκένωσης θα ήταν 67 με 83 λεπτά...
Ας σπάσουμε το παραπάνω σε υποθέσεις - παραδοχές που συνιστούν λογικά άλματα:
Υπόθεση 1: Αν ξέραμε εκ των προτέρων ακριβώς προς τα που θα πάει η φωτιά. 
Υπόθεση 2: Αν δίναμε εντολή εκκένωσης ακριβώς τη στιγμή που πήρε η φωτιά. 
Υπόθεση 3: Αν ξέραμε ακριβώς τον χρόνο που θα έπαιρνε στη φωτιά να φτάσει στο Μάτι 
Υπόθεση 4: Αν σε συνέχεια της 3 ξέραμε ακριβώς πόσο κόσμο πρέπει να εκκενώσουμε, πόσος χρόνος απαιτείται αν φύγει με τα πόδια και πόσος αν φύγει με αυτοκίνητο, ώστε να μην τους στείλουμε με αυτοκίνητο. 
Υπόθεση 5: Αν όλοι ειδοποιούνταν άμεσα και περίπου ταυτόχρονα 
Υπόθεση 6: Αν όλοι έφευγαν περίπου ταυτόχρονα, χωρίς πανικό, ξέροντας εκ των προτέρων προς τα πού να κινηθούν ώστε να είναι ασφαλείς, έχοντας πειστεί να μην πάρουν αυτοκίνητο και χωρίς να καθυστερήσουν στη διαδρομή.
Συμπέρασμα: Τότε ο χρόνος εκκένωσης θα ήταν 67 με 83 λεπτά. Ας μην εξετάσουμε ακόμαμε ποιον τρόπο και κάτω από ποιες προϋποθέσεις θα μπορούσαν να ισχύουν όλα τα παραπάνω ταυτόχρονα. 

Αν κανείς θέλει να είναι συνεπής μεθοδολογικά, τις παραμέτρους για τις οποίες δεν είναι βέβαιος δεν τις αφαιρεί από το κάδρο ούτε τις υποθέτει. Ο σωστός τρόπος είναι να φτιάξει σενάρια, συνδυάζοντας πιθανές τιμές για τις παραμέτρους που δεν γνωρίζει ώστε να βρει ένα εύρος αποτελεσμάτων. Η μελέτη του κ. Συνολάκη δεν κάνει αυτό, δεν εκκινεί από το ερώτημα «αν θα μπορούσε να εκκενωθεί εγκαίρως». Εκκινεί από το ερώτημα «πώς θα μπορούσε να εκκενωθεί εγκαίρως», επιλέγει το πιο ιδανικό σενάριο, εξαιρεί παραμέτρους που θα προσαύξαναν τον χρόνο εκκένωσης και βγάζει ένα ιδανικό αποτέλεσμα που εξυπηρετεί το συμπέρασμα που θέλει εξαρχής να βγάλει.
Όσοι ξέρουν τι είναι το ξυράφι του Όκκαμ (η λεγόμενη αρχή της οικονομίας στην επιστημονική μεθοδολογία), καταλαβαίνουν ότι το πλήθος των υποθέσεων όχι μόνο δεν βοηθάει στην εξαγωγή του συμπεράσματος που βγάζει ο κύριος Συνολάκης, ότι θα μπορούσε να εκκενωθεί εγκαίρως το Μάτι, αλλά ότι αυτό που ουσιαστικά μπορούμε να συνάγουμε είναι ακριβώς το αντίθετο, ότι ήταν πάρα πολύ δύσκολο να εκκενωθεί εγκαίρως. Ας μου επιτραπεί να διευκρινίσω εδώ ότι αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έπρεπε να έχει ενημερωθεί ο κόσμος νωρίς για τη φωτιά, ή να έχει δοθεί εντολή εκκένωσης και σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ευθύνες για αυτές τις παραλείψεις στην πολιτική προστασία ή και την πολιτική ηγεσία. Οι ευθύνες είναι κρίσιμο να αναζητηθούν όμως με βάση την πραγματικότητα και όχι μια εξομοίωση ενός ιδεατού και ιδανικού σεναρίου. Ακόμα και αν για την οικονομία της κουβέντας μας υποθέσουμε ότι η εξομοίωσή αυτό που μετράει το υπολογίζει σωστά, αυτό που μετράει είναι ένα συγκεκριμένο υποθετικό σενάριο που για να είναι ρεαλιστικό θα πρέπει να ισχύουν κάποιες, πολλές, προϋποθέσεις και παραδοχές. Είναι αυτές οι 6 που αναφέρω
πιο πάνω.
Ίσχυαν στην πραγματικότητα αυτές; Όχι.
Θα μπορούσαν να ισχύουν; Πολύ δύσκολα και όχι όλες.
Αυτό που εξάγουμε σαν συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι σε ένα σενάριο που θα ίσχυαν οι έξι προϋποθέσεις, οι οποίες δεν ίσχυαν και θα ήταν πάρα πολύ δύσκολο να ισχύουν, ο χρόνος εκκένωσης θα ήταν 67 με 83 λεπτά με τα πόδια.
Μάλιστα ο κ. Συνολάκης δεν απαντάει στο πώς θα μπορούσε εκείνη τη στιγμή να έχει γίνει η εκτίμηση για το ότι θα ήταν πιο ασφαλής η εκκένωση με τα πόδια από ότι με το αυτοκίνητο ή για το πώς θα μπορούσαμε να ξέρουμε αρκετά νωρίς το προς τα πού θα κινηθεί η φωτιά ώστε να ξέρουμε αν έπρεπε να εκκενώσουμε το Μάτι, τη Ραφήνα, τη Νέα Μάκρη ή όλη την περιοχή. Σε πραγματικές συνθήκες και αν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές, στα 67 λεπτά θα έπρεπε να προστεθεί ένα χρονικό διάστημα για την εκτίμηση της επικινδυνότητας της φωτιάς.
Πόσο είναι αυτό; Σίγουρα όχι όταν η φωτιά είναι στο βουνό. Εκεί δεν ξέρεις ακόμα ούτε αν θα κατέβει στο Μάτι, ούτε αν θα πάει προς Ραφήνα, ούτε αν θα πάει προς Νέα Μάκρη, ούτε αν θα την σβήσεις.
Άρα σίγουρα δεν μπορείς να κάνεις την παραδοχή δύο ώρες πριν ότι η φωτιά θα κάψει το Μάτι, και ότι η μόνη λύσηείναι η εκκένωση.
Είναι βεβαίως απαραίτητη η προειδοποίηση των πολιτών αλλά είναι άλλο πράγμα η προειδοποίηση από την εκκένωση. Δεν εκκενώνεις μια περιοχή επειδή δέκα χιλιόμετρα μακριά έχει φωτιά, δεν αρκεί αυτό για να βεβαιώσει την επικινδυνότητα και η εκτίμηση κινδύνου δεν είναι δουλειά που μπορεί να γίνει στοπρώτο δεκάλεπτο.
Ακόμα κι αν επιχειρήσεις να το κάνεις δεν θα πείσεις κανέναν άνθρωποι να θεωρήσει το σπίτι του ξεγραμμένο όταν δεν βλέπει καν τη φωτιά.
Ο κ. Συνολάκης, όταν μιλάει για εντολή εκκένωσης από τα πρώτα λεπτά, το κάνει σαν η φωτιά να είναι Τσουνάμι, ενδεχομένως επειδή είναι ειδικός σε αυτόν τον τομέα.
Η διαφορές όμως ανάμεσα στα δύο καταστροφικά φαινόμενα είναι μεγάλες. Το τσουνάμι δεν σταματάει, ξέρεις από πού θα έρθει και ότι δεν θα αλλάξει κατεύθυνση. Στη φωτιά δεν ξέρεις τίποτα από όλα αυτά, το πρώτο ανακλαστικό είναι πώς θα την θέσεις υπό έλεγχο, όχι πώς θα απομακρυνθείς. Η κατεύθυνσή της εξαρτάται από τον αέρα που μεταβάλλεται, που μπορεί να κοπάσει, να ενταθεί, να αλλάξει φορά.
Πώς λοιπόν μπορείς να ξέρεις εκ των προτέρων αν θα εκκενώσεις το Μάτι, τη Ραφήνα, τη Νέα Μάκρη ή όλα αυτά ταυτόχρονα;
Πώς μπορείς να ξέρεις αν πρέπει να δώσεις εντολή για εκκένωση με τη χρήση αυτοκινήτου ή με τα πόδια όταν ο κ. Συνολάκης χρειάστηκε 2 μήνες για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι θα έπρεπε η εκκένωση να γίνει με τα πόδια γιατί με αυτοκίνητο θα έπαιρνε περισσότερο χρόνο;
Από εκεί και πέρα βέβαια, ο κ. Συνολάκης, πολύ σωστά, λέει ότι πρέπει να γίνουν βήματα για να βελτιωθούν οι μηχανισμοί πρόληψης, πρόβλεψης, εκτίμησης κινδύνου και ειδοποίησης, να υπάρχουν σχέδια εκκένωσης οικισμών και ενημέρωση των πολιτών.
Σε αυτά δεν μπορεί να διαφωνήσει κανείς και δεν πρέπει.
Όμως την πεποίθηση ότι όλα θα μπορούσαν να λειτουργούν σχεδόν ακαριαία δεν είμαι διατεθειμένος να τη δεχθώ. Ακόμα κι αν πράγματι θα έπρεπε να λειτουργούν όλα ακαριαία,το να χρησιμοποιεί κανείς το «θα έπρεπε» ωςυπόθεση εργασίας πλάι στην επιστημονική μέθοδο με στόχο την εξαγωγή συμπερασμάτων, και μάλιστα για ένα ζήτημα ασφάλειας, είναι εξόχως προβληματικό. Είναι προβληματικό όχι γιατί καταδεικνύει ανεπάρκειες και παθογένειες, αυτό είναι υγιές και παραπάνω από θεμιτό. Είναι αναγκαίο και αυτός είναι ο ρόλος του επιστήμονα. Το πρόβλημα έγκειται σε μια σειρά από άλλα ζητήματα:1. Ότι αυτό το πόρισμα, επιχειρείται να χρησιμοποιηθεί επικοινωνιακά. Είναι βεβαίως δουλειά του επιστήμονα να συμβουλεύει την πολιτική ηγεσία και να λέει ανοιχτά τις θέσεις του και τα πορίσματα του, αυτό όμως διαφέρει πολύ από το να χρησιμοποιείται η επιστημονική έρευνα ως επικοινωνιακό εργαλείο ειδικά όταν το επικοινωνιακό σκέλος μοιάζει να είναι αυτό που καθορίζει και τις παραμέτρους της έρευνας. Γιατί ας πούμε πρέπει να γίνει μια μελέτη, που σύμφωνα με τον ίδιο τον μελετητή της απαιτεί έναν χρόνο, σε μόλις 2 μήνες; Ποιος είναι ο λόγος που επιβάλλει να γίνει τόσο συμπιεσμένα; δεν επηρεάζει αυτό την εγκυρότητά της; Το καλοκαίρι τελείωσε, πυρκαγιές θα έχουμε ξανά του χρόνου, δεν θα μπορούσε ο κ. Συνολάκης να αφιερώσει για την μελέτη του άλλους δύο μήνες, να τρέξει τις εξομοιώσεις με λιγότερη βιασύνη, να εξετάσει τις παραδοχές που έχει αφήσει εκτός εξομοιώσεων και να κλειδώσει τα σενάρια από παντού ώστε να μην μπορεί κανείς να αμφισβητήσει το πόρισμα; Γιατί τόση βιασύνη;


2. Ήδη το πόρισμα χρησιμοποιείταισαν εργαλείο απόδοσης ευθύνης. Ο κ. Μητσοτάκης μάλιστα είπε ότι πρέπει να το λάβει υπόψη της η δικαιοσύνη.Βεβαίως να το λάβει, ωστόσο στο κομμάτι της απόδοσης της ευθύνης υπάρχουν δύο επίπεδα. Το πρώτο και λογικό είναι το αν δούλεψεο μηχανισμός και οι άνθρωποι που των στελεχώνουν σωστά με βάση τα μέσα που υπήρχαν και τη δυνατότητα να προβλέψουν την έκβαση του φαινομένου. Αυτό είναι πράγματι δουλειά της δικαιοσύνης να το κρίνει και να αποδώσει ευθύνες, να αποζημιώσει ανθρώπους και επιβάλλεται να γίνει.Το δεύτερο επίπεδο, και αυτό που μοιάζει να εννοεί ο κ. Μητσοτάκης, είναι το να αναζητηθούν ευθύνες εστιασμένα στο γιατί δεν έγινε εκκένωση.Πράγματι δεν διατάχθηκε εκκένωση και πράγματι αυτό είναι ευθύνη κάποιου, είτε του σχεδιασμού που δεν είναι σαφής είτε κάποιου προσώπου που είχε την ευθύνη.Ωστόσο αυτό είναι μόνο μια παράμετρος και μάλλον όχι η βασική. Το ότι ο κ. Συνολάκης λέει ότι γινόταν είναι ένα δεδομένο. Το άλλο δεδομένο είναι ότι για να φτάσει να πει ότι γινόταν (και μάλιστα με τα πόδια αλλά όχι με αυτοκίνητο) χρειάστηκε κάποιες πολλές ημέρες για να τρέξει κάποιες εξομοιώσεις και να φτάσει σε αυτό το συμπέρασμα. Άρα μάλλον δεν γινόταν και αν υπάρχει ευθύνη είναι αλλού και όχι στο επικοινωνιακό πυροτέχνημα περί εφικτής εκκένωσης. Οι ευθύνες βεβαίως είναι κρίσιμο να αναζητηθούν, όμως είναι κρίσιμο αυτό να γίνει με βάση την πραγματικότητα και όχι μια εξομοίωση ενός ιδεατού και ιδανικού σεναρίου, εστιασμένη σε ένα μόνο ζήτημα, αυτό της εκκένωσης. 

3. Δυστυχώς, η πρόθεση για επικοινωνιακή αξιοποίηση της τραγωδίας, η εστίαση στο ζήτημα του εφικτού της εκκένωσης και η ανάλωση στην κουβέντα περί ευθύνης, που βεβαίως πρέπει να γίνει, τοποθετεί στο περιθώριο την πραγματικά αναγκαία κουβέντα για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούναπό εδώ και πέρα ώστε να μην ξανασυμβεί κάτι τέτοιο. Αυτά δεν είναι μόνο αυτά που αναφέρει ο κ. Συνολάκης (σε αυτό το σκέλος άλλωστε δεν διαφωνώ) και δεν είναι μόνο στο επίπεδο της πολιτικής προστασίας.Είναι κυρίως σε επίπεδο πολεοδομικούκαι χωροταξικού σχεδιασμού καθώς εκεί βασικά παράγεται η πρόληψη και ο σχεδιασμός πάνω στον οποίο μετά πατάει η πολιτική προστασία για να κάνει πιο αποτελεσματικά το έργο της. Όταν μιλάμε για σχεδιασμό δεν εννοούμε απλά να γκρεμιστούν οι μάντρες και να τοποθετηθούν πυροσβεστικοί κρουνοί, μιλάμε για κάτι πιο σύνθετο και απαιτητικό που πρέπει να συζητηθεί εκτενώς και σε βάθος. Δυστυχώς όμως φαίνεται ότι αυτό το κομμάτι του διαλόγου για τον πολεοδομικό σχεδιασμό τοποθετήθηκε εντελώς στο περιθώριο, αφού πρώτα υποβιβάστηκε σε ένα συμπιεσμένο «αυτά λέγονται για να μην αναλάβει την πολιτική ευθύνη η κυβέρνηση» με στόχο να απαξιωθεί η κουβέντα. Η πραγματικότητα βεβαίως είναι ότι αυτά δεν λέγονται τώρα ευκαιριακά, ούτε λέγονται με στόχο τη συγκάλυψη ευθυνών. Λέγονται διαρκώς και απλά συμβαίνει να εμφανίζονται στην δημοσιότητα μόνο μετά από κάποια καταστροφή γιατί δυστυχώς μόνο τότε αποκτούν δημόσιο βήμα οι άνθρωποι και οι ειδικοί που τα εκφράζουν

Ας διευρύνουμε λοιπόν τον δημόσιο διάλογο, ας περιλάβουμε και τις θέσεις του κ. Συνολάκη σε αυτόν αφού σταθούμε κριτικά απέναντί τους, και ας μην εξαιρούμε ευκαιριακά κομμάτια του δημοσίου διαλόγου με βασικό στόχο το πώς θα εστιάσουμε αποκλειστικά στην απόδοση της ευθύνης. Σημαντικό είναι βεβαίως να αποδοθεί η ευθύνη, αλλά αν μείνουμε σε αυτό χωρίς να απαιτήσουμε μέτρα και ριζικές αλλαγές στο επίπεδο του σχεδιασμού, σε όλες τις κλίμακές του,τότε για μια ακόμα φορά δεν θα έχουμε κάνει τίποτα για να αποτρέψουμε τις τραγικές συνέπειες από τις πυρκαγιές, τις πλημμύρες και όλες τις καταστροφές που όλο και συχνότερα βλέπουμε να συμβαίνουν.

* Ο Χαράλαμπος Χεϊζάνογλου είναι Αρχιτέκτων Μηχανικός ΑΠΘ, MSc(hons) ArchitectureTUDelft

Δεν υπάρχουν σχόλια: