Μαεστρία τεχνίτη και πίστη προσκυνητή
ΤΙΤΙΝΑ ΧΑΛΜΑΤΖΗ
Ο «Ιησούς φέρων τον σταυρό», (1600-1605) .
Ταξιδεύεις στο φως των έργων του. Φως
ανέσπερο, έργον ανθρώπειον. Αγιο φως διά χειρός Δομήνικου Θεοτοκόπουλου.
Γεννήθηκε στη βενετοκρατούμενη Κρήτη το 1541. «Κρης εποίει», υπέγραφε
καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Ελλην, μαθήτευσε νωρίς την
αγιογραφία. Στα 26 του φεύγει στην πόλη των Ενετών, εκεί κοινωνεί των
μυστηρίων της Αναγέννησης, εμπεδώνει τις αρχές της προοπτικής και των
περίτεχνων αφηγήσεων, τα ζωντανά χρώματα. «Πώς θα ζήσεις εκεί πέρα στην
ξενιτιά Μενεγή», τον ρωτάει ο Καζαντζάκης στην «Αναφορά στον Γκρέκο»,
«κανένα δεν ξέρεις, κανένας δεν σε ξέρει». «Δε θα χαθώ· σκοπούς μεγάλους
έχω στο νου μου, μεγάλη δύναμη στα χέρια μου· θα παλέψω... Θα δεις…».
Φεύγει στη Ρώμη, κέντρο του Μανιερισμού. Εντρυφά στην ανατομία, έχει
όμως λιγοστές παραγγελίες για ζωγραφική. Αμφισβητεί δημοσίως την
ποιότητα των έργων του Μιχαήλ Αγγελου, εμφανείς όμως είναι οι επιρροές
του Φλωρεντίνου στον Κρητικό. Φεύγει λόγω και της βλασφημίας του.
Μαδρίτη. Ο βασιλιάς Φίλιππος του αναθέτει να εικονογραφήσει στο Εσκοριάλ, το παλάτι μοναστήρι όπου ζωγράφισε κι ο Γκόγια. Στον βασιλιά δεν αρέσει η τελική ζωγραφιά του Γκρέκο, φεύγει κι από κει. Τιτσιάνο, Τιντορέτο, Ποντόρνο, Βερονέζε, Μποτιτσέλι… Τους συνάντησε, είδε τη δουλειά τους, διδάχτηκε, αναμετρήθηκε. Κατείχε τη μαεστρία μεγάλου τεχνίτη, το σέβας αγιογράφου μοναχού, την πίστη προσκυνητή και την αποφασιστικότητα μονομάχου στην αρένα. Ηταν όμως από μια γη μικρή, υπόδουλη, έναν τόπο που έπλεε ως ακροτελεύτιο αχνάρι της Δύσης, μοναχός του. Φτάνει στο Τολέδο, συναπαντά εδώ ανθρώπους που τον στηρίζουν κι αυτή η παλαιά πόλη γίνεται η δεύτερή του πατρίδα. Γιατί έτσι είναι φύση του δημιουργού, στεριώνει και καρποφορεί εκεί που βρίσκει ανθρώπου απαντοχή η δουλειά του.
Στην έκθεση αφιέρωμα στους φίλους και τους πάτρωνες του Δομίνικου Θεοτοκόπουλου στο Μουσείο Μπενάκη* που μόλις τέλειωσε, εκτός από ζωγραφικά έργα - πρωτότυπα και αντίγραφα-, περιελήφθησαν επίσης πολλά ντοκουμέντα από συναλλαγές και συναναστροφές του καλλιτέχνη με το περιβάλλον του, όπως συμβόλαια, σημειώματα, εξουσιοδοτήσεις. Ντοκουμέντα της έκθεσης μαρτυρούν μακροχρόνιες, επίπονες και χωρίς αίσιον τέλος για τον καλλιτέχνη διεκδικήσεις οφειλομένων, προς το άτομό του, χρημάτων από αγορές ή παραγγελίες έργων. Ηταν φιλάργυρος είπαν, αντικοινωνικός, είδος περιθωριακού.
Αξιοσέβαστος πολίτης
«Ο Ευστάθιος Οικονόμου, από την Αρτα, ορίζει ως εκτελεστές της διαθήκης του, το 1605, για το Τολέδο τον κύριο Ντομίνικο Τεχοκοπόπουλι, Ελληνα και για τη χώρα μου την γυναίκα μου Χρυσάνθη. 7 Απριλίου 1605». Βάσει αυτού του εκτιθέμενου, από το Archivio Historico Provincial del Toledo, εγγράφου, φαίνεται ότι ο ζωγράφος ήταν αξιοσέβαστος κι αξιόπιστος πολίτης που είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη των συμπολιτών του.
Για έναν περίπου αιώνα κυριαρχούσε η άποψη, γνωστή ως πλάνη Γκρέκο, ότι η επιμήκυνση των μορφών στη ζωγραφική του οφειλόταν σε πρόβλημα όρασης, είδος αστιγματισμού. Η θεωρία αυτή απερρίφθη διότι εάν ο ζωγράφος έβλεπε με επιμήκη παραμόρφωση τα ανθρώπινα σώματα, θα έβλεπε με αντίστοιχη παραμόρφωση και τον καμβά που τα ζωγράφιζε κι έτσι οι αλλοιώσεις των αναλογιών κάδρου και ζωγραφιάς θα αλληλοεξουδετερώνονταν. Ο Γκρέκο διδάχτηκε από Σιναΐτες μοναχούς τη τέχνη της αγιογραφίας. Οι μορφές στα ψηφιδωτά του 6ου μ.Χ. αιώνα που κοσμούν την αψίδα του Ιερού της Αγίας Αικατερίνης του Σινά και οι αγιογραφίες εγκαυστικής της μονής είναι δυσανάλογα επιμήκεις.
Η χρωματική του γκάμα, το μαύρο, τα εξαϋλωμένα πρόσωπα και η σχεδιαστική του παραμόρφωση θεωρήθηκαν από πολλούς ότι οφείλονταν σε ψυχική νόσο, σε είδος σχιζοφρένειας του καλλιτέχνη. Πρόσφατα οι επιστήμονες Firestone και Scholl ερεύνησαν με πειράματα εάν και πόσο η ψυχική κατάσταση και οι σκοτεινές σκέψεις ενός ατόμου επηρεάζουν την αντίληψή του σε ό,τι αφορά αντικειμενικά μετρήσιμα σχήματα, μεγέθη και χρώματα του περιβάλλοντός του, σε μια προσπάθεια μετατροπής της πλάνης σε κανόνα Γκρέκο. Ουδέν θέσφατον.
Εάν αντιμετωπίσουμε τον Γκρέκο όπως τη ζωγραφική του, με σύγχρονο μάτι, βλέπουμε ότι ήταν ένας ευφυής επαγγελματίας που αξιοποίησε στο έπακρο το θείο δώρο που κατείχε, το τάλαντο του δημιουργού εικόνων. Δημιούργησε έργο διαχρονικής αξίας μέσω της τέχνης της ζωγραφικής, συνθέτοντας αφομοιωμένα στοιχεία της Αναγέννησης και της βυζαντινής εικονογραφίας, έργο που θα επηρέαζε αιώνες μετά την παγκόσμια τέχνη και καλλιτέχνες όπως τους Μανέ, Σεζάν, Πικάσο, Κοκόσκα, Μπέκμαν, Πόλοκ, και το προώθησε στη διαθέσιμη αγορά ως προϊόν. Συναλλασσόταν πάντα με κανόνες παραγωγού κι εμπόρου ταυτοχρόνως και απαιτούσε νομίμως τα συμφωνηθέντα. Σε εκτιθέμενο έγγραφο παραγγελίας, ο πελάτης του ορίζει το παραγγελθέν έργο να φτιαχτεί από τον ίδιο τον ζωγράφο κι όχι από το εργαστήριό του.
Οικουμενικός επαγγελματίας
Μέλος της αιώνιας γενιάς των αποδήμων Ελλήνων, είχε εμπιστοσύνη στον εαυτό του και πίστη στα εφόδιά του, εργαζόταν ακατάπαυστα, υποστήριζε τα πεπραγμένα του και η εξαιρετική μόρφωσή του επέβαλλε να κρατά απόσταση ασφαλείας από τη μετα-μεσαιωνική θεοκρατούμενη κοινωνία της Ισπανίας, μέρος της οποίας ήταν το αγοραστικό του κοινό αλλά και οι ανταγωνιστές του. Θα μπορούσε να είναι ένας οικουμενικός ελεύθερος επαγγελματίας, ένας ποιοτικός και συνάμα εμπορικός καλλιτέχνης της πολυπολιτισμικής σημερινής κοινωνίας. Εφευρέτης του ανάγλυφου τρισδιάστατου φωτός, ίσως σήμερα να καταγινόταν με την τρισδιάστατη ψηφιακή εικόνα, που απαιτεί τη βαθιά γνώση και την πρωτοποριακή αίσθηση της αρχιτεκτονικής και σχεδιαστικής προοπτικής του. Στις ζωγραφιές του Γκρέκο εναποθέτουμε την ψυχή μας, με την ελπίδα ότι στο διάβα της ζωής μας θα ξαναδούμε έργα ισάξια των δικών του, σε όποια τέχνη προστάζουν οι καιροί. Γιατί η τέχνη είναι το πλέον ολοκληρωμένο, φανερό έργο εσώτερου συναπαντήματος εαυτών και αλλήλων.
*
Μαδρίτη. Ο βασιλιάς Φίλιππος του αναθέτει να εικονογραφήσει στο Εσκοριάλ, το παλάτι μοναστήρι όπου ζωγράφισε κι ο Γκόγια. Στον βασιλιά δεν αρέσει η τελική ζωγραφιά του Γκρέκο, φεύγει κι από κει. Τιτσιάνο, Τιντορέτο, Ποντόρνο, Βερονέζε, Μποτιτσέλι… Τους συνάντησε, είδε τη δουλειά τους, διδάχτηκε, αναμετρήθηκε. Κατείχε τη μαεστρία μεγάλου τεχνίτη, το σέβας αγιογράφου μοναχού, την πίστη προσκυνητή και την αποφασιστικότητα μονομάχου στην αρένα. Ηταν όμως από μια γη μικρή, υπόδουλη, έναν τόπο που έπλεε ως ακροτελεύτιο αχνάρι της Δύσης, μοναχός του. Φτάνει στο Τολέδο, συναπαντά εδώ ανθρώπους που τον στηρίζουν κι αυτή η παλαιά πόλη γίνεται η δεύτερή του πατρίδα. Γιατί έτσι είναι φύση του δημιουργού, στεριώνει και καρποφορεί εκεί που βρίσκει ανθρώπου απαντοχή η δουλειά του.
Στην έκθεση αφιέρωμα στους φίλους και τους πάτρωνες του Δομίνικου Θεοτοκόπουλου στο Μουσείο Μπενάκη* που μόλις τέλειωσε, εκτός από ζωγραφικά έργα - πρωτότυπα και αντίγραφα-, περιελήφθησαν επίσης πολλά ντοκουμέντα από συναλλαγές και συναναστροφές του καλλιτέχνη με το περιβάλλον του, όπως συμβόλαια, σημειώματα, εξουσιοδοτήσεις. Ντοκουμέντα της έκθεσης μαρτυρούν μακροχρόνιες, επίπονες και χωρίς αίσιον τέλος για τον καλλιτέχνη διεκδικήσεις οφειλομένων, προς το άτομό του, χρημάτων από αγορές ή παραγγελίες έργων. Ηταν φιλάργυρος είπαν, αντικοινωνικός, είδος περιθωριακού.
Αξιοσέβαστος πολίτης
«Ο Ευστάθιος Οικονόμου, από την Αρτα, ορίζει ως εκτελεστές της διαθήκης του, το 1605, για το Τολέδο τον κύριο Ντομίνικο Τεχοκοπόπουλι, Ελληνα και για τη χώρα μου την γυναίκα μου Χρυσάνθη. 7 Απριλίου 1605». Βάσει αυτού του εκτιθέμενου, από το Archivio Historico Provincial del Toledo, εγγράφου, φαίνεται ότι ο ζωγράφος ήταν αξιοσέβαστος κι αξιόπιστος πολίτης που είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη των συμπολιτών του.
Για έναν περίπου αιώνα κυριαρχούσε η άποψη, γνωστή ως πλάνη Γκρέκο, ότι η επιμήκυνση των μορφών στη ζωγραφική του οφειλόταν σε πρόβλημα όρασης, είδος αστιγματισμού. Η θεωρία αυτή απερρίφθη διότι εάν ο ζωγράφος έβλεπε με επιμήκη παραμόρφωση τα ανθρώπινα σώματα, θα έβλεπε με αντίστοιχη παραμόρφωση και τον καμβά που τα ζωγράφιζε κι έτσι οι αλλοιώσεις των αναλογιών κάδρου και ζωγραφιάς θα αλληλοεξουδετερώνονταν. Ο Γκρέκο διδάχτηκε από Σιναΐτες μοναχούς τη τέχνη της αγιογραφίας. Οι μορφές στα ψηφιδωτά του 6ου μ.Χ. αιώνα που κοσμούν την αψίδα του Ιερού της Αγίας Αικατερίνης του Σινά και οι αγιογραφίες εγκαυστικής της μονής είναι δυσανάλογα επιμήκεις.
Η χρωματική του γκάμα, το μαύρο, τα εξαϋλωμένα πρόσωπα και η σχεδιαστική του παραμόρφωση θεωρήθηκαν από πολλούς ότι οφείλονταν σε ψυχική νόσο, σε είδος σχιζοφρένειας του καλλιτέχνη. Πρόσφατα οι επιστήμονες Firestone και Scholl ερεύνησαν με πειράματα εάν και πόσο η ψυχική κατάσταση και οι σκοτεινές σκέψεις ενός ατόμου επηρεάζουν την αντίληψή του σε ό,τι αφορά αντικειμενικά μετρήσιμα σχήματα, μεγέθη και χρώματα του περιβάλλοντός του, σε μια προσπάθεια μετατροπής της πλάνης σε κανόνα Γκρέκο. Ουδέν θέσφατον.
Εάν αντιμετωπίσουμε τον Γκρέκο όπως τη ζωγραφική του, με σύγχρονο μάτι, βλέπουμε ότι ήταν ένας ευφυής επαγγελματίας που αξιοποίησε στο έπακρο το θείο δώρο που κατείχε, το τάλαντο του δημιουργού εικόνων. Δημιούργησε έργο διαχρονικής αξίας μέσω της τέχνης της ζωγραφικής, συνθέτοντας αφομοιωμένα στοιχεία της Αναγέννησης και της βυζαντινής εικονογραφίας, έργο που θα επηρέαζε αιώνες μετά την παγκόσμια τέχνη και καλλιτέχνες όπως τους Μανέ, Σεζάν, Πικάσο, Κοκόσκα, Μπέκμαν, Πόλοκ, και το προώθησε στη διαθέσιμη αγορά ως προϊόν. Συναλλασσόταν πάντα με κανόνες παραγωγού κι εμπόρου ταυτοχρόνως και απαιτούσε νομίμως τα συμφωνηθέντα. Σε εκτιθέμενο έγγραφο παραγγελίας, ο πελάτης του ορίζει το παραγγελθέν έργο να φτιαχτεί από τον ίδιο τον ζωγράφο κι όχι από το εργαστήριό του.
Οικουμενικός επαγγελματίας
Μέλος της αιώνιας γενιάς των αποδήμων Ελλήνων, είχε εμπιστοσύνη στον εαυτό του και πίστη στα εφόδιά του, εργαζόταν ακατάπαυστα, υποστήριζε τα πεπραγμένα του και η εξαιρετική μόρφωσή του επέβαλλε να κρατά απόσταση ασφαλείας από τη μετα-μεσαιωνική θεοκρατούμενη κοινωνία της Ισπανίας, μέρος της οποίας ήταν το αγοραστικό του κοινό αλλά και οι ανταγωνιστές του. Θα μπορούσε να είναι ένας οικουμενικός ελεύθερος επαγγελματίας, ένας ποιοτικός και συνάμα εμπορικός καλλιτέχνης της πολυπολιτισμικής σημερινής κοινωνίας. Εφευρέτης του ανάγλυφου τρισδιάστατου φωτός, ίσως σήμερα να καταγινόταν με την τρισδιάστατη ψηφιακή εικόνα, που απαιτεί τη βαθιά γνώση και την πρωτοποριακή αίσθηση της αρχιτεκτονικής και σχεδιαστικής προοπτικής του. Στις ζωγραφιές του Γκρέκο εναποθέτουμε την ψυχή μας, με την ελπίδα ότι στο διάβα της ζωής μας θα ξαναδούμε έργα ισάξια των δικών του, σε όποια τέχνη προστάζουν οι καιροί. Γιατί η τέχνη είναι το πλέον ολοκληρωμένο, φανερό έργο εσώτερου συναπαντήματος εαυτών και αλλήλων.
*
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου