Το ΔΝΤ απορρίπτει τον Νεοφιλελευθερισμό: Στοπ στη λιτότητα και έλεγχος στις επενδύσεις!
Δευτέρα, 06 Ιουνίου, 2016του Μαουρίτσιο Ρίτσι*
Maurizio Ricci (1946)
Για όποιον είναι πεπεισμένος πως οι ιδέες μετράνε και πως στο τέλος έχουν κάποια επιρροή πάνω στην πραγματικότητα, τούτη είναι μία ιστορία άκρως εντυπωσιακή. Και προπαντός βοηθά να κατανοήσουμε τα τελευταία 30 χρόνια κι ίσως ακόμη και τα επόμενα. Είναι ο απολογισμός της μάχης του μεγαλύτερου οικονομικού οργανισμού - του ΔΝΤ - με τον εαυτό του και με την κληρονομιά του όσον αφορά το πιο σημαντικό θέμα της ύπαρξής του: Tις στρατηγικές για την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας.
Υπάρχει ένα σταθερό νήμα που ενώνει τον Ρίγκαν, τη Θάτσερ, τη φιλελευθεροποίηση και τις ιδιωτικοποιήσεις στη δεκαετία του ?80, την παλιγγενεσία της δεξιάς απέναντι στην μεταπολεμική ηγεμονία της Σοσιαλδημοκρατίας και την επονομαζόμενη «Συναίνεση της Ουάσιγκτον» (Washington Consensus), το πακέτο των ιδεολογημάτων που, με άξονα το ΔΝΤ, θα υιοθετηθεί, με την ετικέτα του Νεοφιλελευθερισμού, κατά την ασιατική κρίση του ?98: Ιδιωτικοποιήσεις, φιλελευθεροποίηση, λιτότητα, ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί, αναθέρμανση των εξαγωγών μέσω της ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας (δηλαδή με μείωση μισθών), επίμονη αναζήτηση της εμπιστοσύνης των χρηματαγορών, αφήνοντας ανοιχτή τη χώρα στη ροή κι εκροή κεφαλαίων. Λίγο ως πολύ η ίδια συνταγή που εφαρμόστηκε στην Ευρώπη μετά το 2008, ιδίως στην Ελλάδα και την Ισπανία.
Το άρθρο που δημοσίευσαν τρεις επιφανείς οικονομολόγοι του Ταμείου σε μία από τις επίσημες περιοδικές του εκδόσεις, το F&D, υπό τον τίτλο «Υπερεξαχθείς Νεοφιλελευθερισμός» είναι κάτι παραπάνω από ένας αναστοχασμός. Αν και οι συγγραφείς του αρνούνται ότι πρόθεσή τους είναι να προβούν σε μία εκ βάθρων αναθεώρηση της «Συναίνεση της Ουάσιγκτον», στην ουσία βρισκόμαστε ενώπιον μίας άμεσης αμφισβήτησης των δύο βασικών πυλώνων του Νεοφιλελευθερισμού.
Η κίνηση των κεφαλαίων πάνω απ΄ όλα: Είτε υπάρχει εμπιστοσύνη από τις αγορές, ή όχι, αν οι άμεσες επενδύσεις πάνε καλά, οι αντίστοιχες χρηματοοικονομικές και οι κερδοσκοπικές μπορεί να είναι βλαβερές, ή όχι, αλλά υπάρχει η δυνατότητα να τις ελέγξεις σύντομα. Κατόπιν, η λιτότητα: Δύσκολο να διακρίνεις τα οφέλη, με όρους ώθησης της προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης. Απεναντίας, βγάζει μάτι το κόστος, με όρους διόγκωσης των ανισοτήτων. Κι είναι τούτες οι ανισότητες που πλήττουν, πρωτίστως, το επίπεδο και τη βιωσιμότητα της ανάπτυξης. Η λιτότητα μπορεί να είναι αναπόφευκτη για χώρες με υψηλό επίπεδο χρέους, αλλά αυτό δεν συνεπάγεται πως αποτελεί πανάκεια για όλους. Το να εξασφαλίσεις την εμπιστοσύνη των αγορών, αποδεικνύοντας το πόσο σοβαρά εννοείς να μειώσεις το χρέος, συνεπάγεται απώλειες κατά πολύ μεγαλύτερες από τα προσδοκώμενα κέρδη. Συνήθως, τούτη η στρατηγική έχει ως αποτέλεσμα μείωση του ΑΕΠ, αύξηση της ανεργίας κατά 0,6% κι όποιος μπορεί ας ξοδέψει.
Στο Βερολίνο κατάλαβαν αμέσως - και καλά - το περιεχόμενο του άρθρου και πρέπει να διαμαρτυρήθηκαν, εξαναγκάζοντας τον τωρινό επικεφαλής οικονομολόγο του ΔΝΤ, Μορίς Όμπστφελντ, σε μία δύσκολη άσκηση ισορροπίας, να παρέμβει μέσα από την ιστοσελίδα του ΔΝΤ και να λάβει αποστάσεις από όσα καταθέτει στο άρθρο του, ο Τζόναθαν Όστρι, που επιπλέον είναι κι ο άμεσος υφιστάμενός του, δίχως όμως να τα διαψεύδει άμεσα. Όμως, ο Όστρι, επαναλαμβάνει πράγματα που από καιρό προτείνουν οι ερευνητές του ΔΝΤ και τονίζουν και στελέχη χαμηλότερα στην ιεραρχία του. Πιο ενδιαφέρον, βέβαια, θα ήταν να κατανοήσουμε αν αυτό που αναμασούν οι εγκέφαλοι του ΔΝΤ κάποια στιγμή θα φτάσει να επηρεάσει τις επιχειρησιακές επιλογές τους, για παράδειγμα σε ό,τι αφορά την Ελλάδα.
Εδώ θα πρέπει πάντως να αναγνωρίσουμε πως το Ταμείο είναι το μόνο που έως σήμερα έχει παραδεχθεί τα λάθη του στη διαχείριση της ελληνικής κρίσης και στο ότι επέτρεψε στη λιτότητα να γονατίσει την οικονομία παραπάνω - ίσως - από τα όρια αντοχής της. Ακόμη αναμένουμε ένα mea culpa και από τις Βρυξέλλες και τη Φρανκφούρτη. Κι άλλωστε, το ΔΝΤ έχει περιγράψει επίσης και τις λογικές συνέπειες αυτών των επιλογών. Ζητώντας μάλιστα να επωμιστούν το κόστος των λαθών κι εκείνοι που τα επικαθόρισαν, δηλαδή οι πιστωτές (από την ΕΕ έως τις εθνικές κυβερνήσεις) και να αποδεχθούν ένα ψαλίδισμα του χρέους. Φυσικά, θα ήταν πολύ συμπαθές εάν, συναφώς, οι ταγοί του ΔΝΤ ανακοίνωναν πως θα συμπεριφερθούν κατά τον ίδιον τρόπο με τις πιστώσεις του Ταμείου στην Αθήνα. Άλλωστε τούτος είναι κι ο μόνος τρόπος που το ΔΝΤ θα μπορέσει να ξανασυμφιλιωθεί με τον εαυτό του.
*Ο Μαουρίτσιο Ρίτσι αρθρογραφεί στη «La Repubblica» για θέματα ενέργειας, απασχόλησης, καθώς και πολιτικά θέματα. Είναι συγγραφέας πολλών βιβλίων. Από κοινού με τον Μάσιμο Μασίνι, δημοσιογράφο στην εφημερίδα «Il Sole-24 Ore», συνέγραψε το «Il Lungo Autunno Freddo» - Το μακρύ ψυχρό φθινόπωρο (εκδόσεις FrancoAngeli, 1998), για την κατάρρευση του ιταλικού πολιτικού συστήματος μετά τα σκάνδαλα της δεκαετίας του '90.
Πηγή: «Ιδέες και Απόψεις» του ΑΠΕ- ΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου