Η κυβερνητική φθορά και η «επάνοδος» του κ. Τσίπρα
Η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην ελληνική κοινωνία χαρακτηρίζεται από την αντίφαση μεταξύ των αισιόδοξων διακηρύξεων της κυβέρνησης περί σημαντικής κοινωνικοοικονομικής προόδου της χώρας και τής -βάσει δημοσκοπήσεων- σταθερά αρνητικής τοποθέτησης της πλειοψηφίας των Ελλήνων πολιτών απέναντι στις κυβερνητικές γενικά διακηρύξεις. Ιδιαίτερα αρνητικά τοποθετούνται οι πολίτες απέναντι στη συνεχιζόμενη ακρίβεια, την προκλητική ανισοκατανομή του εισοδήματος, στις υπηρεσίες της υγείας και της παιδείας, στο πρόβλημα της κατοικίας, στην ανεργία και τη φυγή των νέων επιστημόνων, στο δημογραφικό και, τέλος, στην προβληματική γενικά προοπτική του ήδη παραγωγικά συρρικνωμένου αγροτικού τομέα. Δυναμικά διαμαρτύρεται επίσης η κοινωνική πλειοψηφία σε μια σειρά από γεγονότα όπως π.χ. το θανατηφόρο δυστύχημα των Τεμπών και το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Η κυβέρνηση, έχοντας στη διάθεσή της έναν πακτωλό εισρεόντων από το εξωτερικό χρηματικών κεφαλαίων (ΤΑΑ, ΕΣΠΑ, ΚΑΠ), τη δανειακή χαλάρωση και το «μαξιλάρι» του ΣΥΡΙΖΑ, συνεχίζει, στο πλαίσιο πάντα της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας, να δημιουργεί σημαντικά δημοσιονομικά πλεονάσματα, να δαπανά δηλαδή για την κοινωνία λιγότερα χρήματα από αυτά που αποσπά από αυτήν. Μέρος αυτών των πλεονασμάτων διαθέτει στη συνέχεια για εξυπηρέτηση και μερική αποπληρωμή του δημόσιου χρέους, για την πληρωμή των δόσεων για τον εισαγόμενο αμυντικό εξοπλισμό και, τέλος, για την -κατά γενική ομολογία- ανεπαρκή επιδοματική, κυρίως, οικονομική ελάφρυνση των περισσότερο δεινοπαθούντων Ελλήνων πολιτών. Το ερώτημα που κυριαρχεί σήμερα είναι, αν, υπό τους επικρατούντες κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς, είναι πολιτικά δυνατή η άρση της αρχικά διατυπωθείσας αντίφασης. Οι τρέχουσες δημοσκοπήσεις καταγράφουν σημαντική φθορά της σημερινής κυβέρνησης με συρρίκνωση από το 40% στο 25%, περίπου, της κομματικής της δύναμης. Απέναντι στη φυλλορροούσα κυβερνητική πλειοψηφία παρατίθεται μια σειρά κοινοβουλευτικά μικρών αυτόνομων κομμάτων, τα περισσότερα εκ των οποίων (τουλάχιστον 5) έχουν δημιουργηθεί μετά την παραίτηση του κ. Τσίπρα και την ακόλουθη πολυδιάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ.
Με βάση τα σημερινά κοινοβουλευτικά δεδομένα, φαίνεται πως μόνο μία, υπό ενιαία καθοδήγηση και κοινό ανατρεπτικό πρόγραμμα, γενική πολιτική συσπείρωση των πολιτών, που είναι είτε πολιτικά αδρανοποιημένοι είτε ενταγμένοι στα παραπάνω μικρά προοδευτικά κόμματα και εναντιώνονται πολιτικά και ιδεολογικά στη νεοφιλελεύθερη κυβερνητική πολιτική, μπορεί να προκαλέσει την άρση της συνεχιζόμενης πολιτικής αντίφασης υπέρ της αντιμετώπισης των ζωτικών αναγκών της αντιπολιτευόμενης κοινωνικής πλειοψηφίας. Το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουν πυκνώσει τα δημοσιεύματα που αναφέρονται στη διαφαινόμενη προοπτική ενεργού επαναφοράς του πρώην πρωθυπουργού στην κλυδωνιζόμενη πολιτική σκηνή της χώρας. Η σχεδόν ομαδική εκστρατεία αναβίωσης του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου και η ουσιαστικά υβριστική, πολλές φορές, προσωπική επίθεση προς τον κ. Τσίπρα, από κόμματα και παράγοντες του συντηρητικού αλλά και του κατακερματισμένου προοδευτικού χώρου, καταδεικνύουν το πολιτικό βάρος του πρώην πρωθυπουργού και την έντονη ανησυχία των πολιτικών φορέων του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου για την ενδεχόμενη πολιτική επαναδραστηριοποίησή του. Ειδικά ο κ. Τσίπρας έχει σε τέτοιο βαθμό καταπολεμηθεί και συκοφαντηθεί από το σύνολο σχεδόν του πολιτικού κόσμου και των ΜΜΕ, που αποτελεί πρόκληση προς κάθε υγιώς σκεπτόμενο δημοκρατικό πολίτη, ανεξάρτητα από τις πολιτικές του πεποιθήσεις.
Είναι γνωστά, μαζί με την ασφυκτική εποπτεία της τρόικας, τα ουσιαστικά ανθελληνικά συνθήματα των υπερπατριωτών του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου «Γερούν-Γερά, Βάστα Σόιμπλε» και η παρότρυνση προς τους Ελληνες πολίτες να αποσύρουν και να φυγαδεύσουν τις τραπεζικές τους καταθέσεις. Ο κ. Τσίπρας κατάφερε, παρ’ όλα αυτά, να αποσπάσει τη χώρα από τα βράχια, όπου την είχαν ήδη ρίξει οι πολιτικοί αυτουργοί της μεγάλης κοινωνικοοικονομικής κρίσης του 2010 και να την παραδώσει στην κυβέρνηση της Ν.Δ. απαλλαγμένη από τα μνημόνια, με σχετικά ευνοϊκή ρύθμιση του δημόσιου χρέους (μέχρι το 2032), με επανεκκίνηση της δανειακής δυνατότητας της χώρας και με δημοσιονομική προίκα 37 δισ. ευρώ. Αδιαμφισβήτητη είναι επίσης η δραστική μείωση του ποσοστού της ανεργίας και η εξίσου αισθητή μείωση του αντίστοιχου ποσοστού της φτώχειας. Σύμφωνα, τέλος, με υπολογισμούς του επιστημονικά αδέκαστου Μ. Δρεττάκη, κατά την περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ επιτεύχθηκε αύξηση του εθνικού εισοδήματος με μέσο ετήσιο ρυθμό 1,5%. Στα ηγετικά προτερήματα του πρώην πρωθυπουργού εντάσσεται η αποδεδειγμένη ικανότητά του να συντονίζει αποτελεσματικά αποκλίνουσες ιδεολογικές τάσεις. Ολοι οι επικεφαλής των σημερινών μικρών αριστερών κομμάτων διατέλεσαν στελέχη του κόμματος και της κυβέρνησης υπό την καθοδήγησή του. Παραμένει δε και σήμερα διεθνώς αναγνωρίσιμος πολιτικός ηγέτης.
Αν ο ΑΛ. Τσίπρας, με εχέγγυο την εμπειρία της περιόδου 2015-2019, έχει εκτιμήσει σωστά α) τον τρόπο αντιμετώπισης των πάγιων δομικών αδυναμιών του εθνικού παραγωγικού μας συστήματος, ιδιαίτερα την ανάγκη προγραμματικής ανασυγκρότησης των δύο τομέων της υλικής παραγωγής και β) τις υπάρχουσες δυνατότητες κάλυψης των επιτακτικών αναγκών της ελληνικής κοινωνίας, τότε συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες να αποτελέσει δυναμικό παράγοντα συσπείρωσης της πλειοψηφίας των προοδευτικών πολιτών. Είναι βέβαιο ότι η ενδεχόμενη πολιτική δραστηριοποίηση του κ. Τσίπρα θα αποδειχθεί ιδιαίτερα δυσάρεστη πολιτική εξέλιξη για τον σημερινό φυγόμαχο πρωθυπουργό που, κατά το παρελθόν, απέφευγε συστηματικά την προσωπική πολιτική αντιπαράθεση μαζί του.
*Ομότιμος καθηγητής Παν/μίου Πατρών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου