Ernst Ludwig Kirchner , Βουνά και σπίτια στο χιόνι - 1924Κωστής Παλαμάς -
*************
ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ
Το τραγούδι των Βουνών
Βουνά ψηλά, βουνά ισκιερά,
Γιατί κλειστή η ψυχή μου σε κορμί μισό,
Βουνά ψηλά, βουνά ισκιερά,
βουνά γυμνά, βουνά πρασινισμένα,
μικρός αν είμαι, αισθήματα τρανά
μικρός αν είμαι, αισθήματα τρανά
γεννάτε μέσα μου και ταιριασμένα!
Μιας εποχής πανάρχαιης, μιας χρυσής,
Μιας εποχής πανάρχαιης, μιας χρυσής,
σβηστής, με τρώγ’ η ενθύμηση κ’ η ελπίδα
μου φαίνεται, βουνά, πως είστε εσείς
η πρώτη και η μεγάλη μου πατρίδα.
Θαρρώ, σε τέτοια σκοτεινή εποχή,
Θαρρώ, σε τέτοια σκοτεινή εποχή,
κρυμμένη σε καιρών αγνώστων βάθη,
κατέβη ονειρεμένη μου ψυχή
κατέβη ονειρεμένη μου ψυχή
και φώλιασε στα ύψη σας κ’εστάθη.
Κ’ εστάθη κ’ έζησε με τους αϊτούς,
Κ’ εστάθη κ’ έζησε με τους αϊτούς,
με της γης τους πρωτόλουβους ανθρώπους,
με τους αγρίους και με τους δυνατούς,
με τους αγρίους και με τους δυνατούς,
σ’ απάτητα λαγκάδια, σ’ άλλους τόπους.
Γι ’αυτό καημοί δέρνουν εμέ κρυφοί,
Γι ’αυτό καημοί δέρνουν εμέ κρυφοί,
και στα πλευρά σας και στα μονοπάτια,
σε καθεμιά σας ρίζα και κορφή
σε καθεμιά σας ρίζα και κορφή
καθώς υψώνω προς εσάς τα μάτια.
Κι αν είναι αλήθεια αυτό,και δεν πλανά
Κι αν είναι αλήθεια αυτό,και δεν πλανά
κανένα μάγον όνειρον εμένα,-
βουνά ψηλά, βουνά ισκιερά,
βουνά ψηλά, βουνά ισκιερά,
βουνά πρασινωπά, γαλάζια, μαυρισμένα,
Βουνά,παιδιά γιγάντικα της Γης,
Βουνά,παιδιά γιγάντικα της Γης,
βουνά ανυπόταχτα, βουνά αιώνια,
που έχετε τη λαμπράδα της αυγής
που έχετε τη λαμπράδα της αυγής
για χαμογέλιο, για στολή τα χιόνια,
που χύνετε θυμό σας φλογερό την αστραπή,
που χύνετε θυμό σας φλογερό την αστραπή,
το μαύρο νέφος θλίψη,
και μίλημά σας το γοργό νερό
και μίλημά σας το γοργό νερό
που με βοή κατρακυλά απ’τα ύψη,
που έχετε χίλιες γνώμες και καρδιές
που έχετε χίλιες γνώμες και καρδιές
κι αγάπη και χαρά και περηφάνια,
σαν τους ίσκιους σας και τις ευωδιές,
σαν τους ίσκιους σας και τις ευωδιές,
σαν τα πουλιά, ταγρίμια, τα βοτάνια,
που έχετε τη δική μας τη ζωή
που έχετε τη δική μας τη ζωή
και τα δικά μας έχετε πρωτάτα,
και μοναχά σας λείπουν, κ’ είστε θεοί,
και μοναχά σας λείπουν, κ’ είστε θεοί,
τα γεράματαπάντα είστε με νιάτα!
Βουνά των ξένων τόπων σκοτεινά
Βουνά των ξένων τόπων σκοτεινά
που γλυκοχαιρετίζεστε με τ΄άστρα,
κρυφτά στην καταχνιά παντοτινά,
κρυφτά στην καταχνιά παντοτινά,
άσωστα, απάτητα, άπαρτα σαν κάστρα,
Βουνά της γης αυτής ελληνικά,
Βουνά της γης αυτής ελληνικά,
διάφανα, καθαρά, πελεκημένα
από τεχνίτη χέρια γνωστικά
από τεχνίτη χέρια γνωστικά
σα μετρημένα αγάλματα ένα ένα,
που κρύβετε τα μάρμαρα λευκά
που κρύβετε τα μάρμαρα λευκά
και μοσχομυρισμένα τα λουλούδια,
και πιό γερά απ’τις πέτρες, πιό γλυκά
και πιό γερά απ’τις πέτρες, πιό γλυκά
κι απ’τους ανθούς τα κλέφτικα τραγούδια,
κι από τα χαύνα πλήθη εσείς μακριά,
κι από τα χαύνα πλήθη εσείς μακριά,
σε χρόνια σκλαβωμένα, θαμπά, κρύα,
θρέψατε εσείς του Γένους τη Θεά,
θρέψατε εσείς του Γένους τη Θεά,
την αιθεροπλασμένη Ελευθερία!
Βουνά ψηλά, βουνά ισκιερά,
Βουνά ψηλά, βουνά ισκιερά,
βουνά με δύναμες γιομάτα και με κάλλη
ώ! δώστε μου απ’τη χάρη σας ξανά,
ώ! δώστε μου απ’τη χάρη σας ξανά,
και κάμετέ με όμοιον μ’εσάς και πάλι!
Καθώς η πρώτη ακτίνα του ουρανού
Καθώς η πρώτη ακτίνα του ουρανού
φωτίζει εσάς πριν φωτιστούν οι κάμποι,
θέλω κ’ εγώ μες στο δικό μου νου
θέλω κ’ εγώ μες στο δικό μου νου
το φως το αληθινό να πρωτολάμπη.
Από τα ύψη θέλω μαγικό τον κόσμο
Από τα ύψη θέλω μαγικό τον κόσμο
και οι ματιές μου ν’ αντικρίζουν,
του κόσμου τη βοή να μη γροικώ,
του κόσμου τη βοή να μη γροικώ,
και τ΄ανάξια πάθη να μη μ’ εγγίζουν.
Και θέλω οι στοχασμοί μου καθαροί να μένουν,
Και θέλω οι στοχασμοί μου καθαροί να μένουν,
σαν τα χιόνια στην κορφή σας,
και να θυμάται πάντα η θλιβερή ψυχή μου
και να θυμάται πάντα η θλιβερή ψυχή μου
πως επλάστηκε αδερφή σας.
Γιατί κλειστή η ψυχή μου σε κορμί μισό,
σκυφτό, σ’ έν’ άρρωστο κουφάρι,
κ’ έχασε την ακράτητην ορμή,
κ’ έχασε την ακράτητην ορμή,
την ορμή που είχε απ’το βοριά σας πάρει.
Και σαν αϊτός που του έκοψαν κακοί
Και σαν αϊτός που του έκοψαν κακοί
και οι άνθρωποι τα δυο πλατιά φτερά του
και σέρνεται και πέφτει εδώ κ’ εκεί
και σέρνεται και πέφτει εδώ κ’ εκεί
και δείχνεται περίγελο άνω κάτου,
έτσι πολλές φορές κ’η ανθρωπινή ψυχή,
έτσι πολλές φορές κ’η ανθρωπινή ψυχή,
κι αν ζη κι αν χάνεται εδώ πέρα
και άπραγη και δειλή και ταπεινή,
και άπραγη και δειλή και ταπεινή,
είναι γιατί τον έχασε τον αέρα
τον πρώτο, γιατί ξέχασε κι αυτή
τον πρώτο, γιατί ξέχασε κι αυτή
από ποιο μέρος έφτασε, ποιο χέρι
την οδήγησε πρώτο, είναι γιατί
την οδήγησε πρώτο, είναι γιατί
πού θα ξαναγυρίσει δεν το ξέρει.
Ω! καν εσείς, βουνά ψηλά, βουνά
Ω! καν εσείς, βουνά ψηλά, βουνά
που μια φορά τον ήλιο επρωτοείδα
κάμετ’ εσείς, να μη σας λησμονά
κάμετ’ εσείς, να μη σας λησμονά
ποτέ η ψυχή μου, ω πρώτη μου πατρίδα!
Και κάμετε η θωριά σας να γεννά
Και κάμετε η θωριά σας να γεννά
αισθήματα μεγάλα, ταιριασμένα,
σ’ εμένα το μικρό, ψηλά βουνά,
σ’ εμένα το μικρό, ψηλά βουνά,
με γιούλια και με ρόδα πλουμισμένα.
Και κάμετε να ελπίζω πως θα ρθω,
Και κάμετε να ελπίζω πως θα ρθω,
μόλις ξεφύγω από τη φυλακή μου
στα ύψη σας, να ξανανταμωθώ μ’ εσάς,
στα ύψη σας, να ξανανταμωθώ μ’ εσάς,
πατρίδα αληθινή δική μου!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου