Τρίτη, Δεκεμβρίου 10, 2019

Μανόλης και Κούλα: ένα συγγραφικό θρίλερ


ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΑ ΠΑΘΗ
(α΄)



Έπινα τον εσπρέσο μου στο Καφέ της "Ζώγιας" περιμένοντας ένα φίλο. Από τα στερεοφωνικά μεγάφωνα ακουγόταν διακριτικά ένα απόσπασμα από το σάουντρακ για την ταινία Η κυρία Νταλογουέι, γραμμένο από τον Μαξ Ρίχτερ ένα συνθέτη που αγαπώ πολύ. Φυλλομετρούσα Το μίσος , ένα αστυνομικό  που μόλις είχα αγοράσει, περισσότερο σπρωγμένος από την περιέργεια για τον Έλληνα συγγραφέα, που διαπρέπει στη Σουηδία έχοντας ως ήρωα των βιβλίων του έναν   Έλληνοσουηδό επιθεωρητή της αστυνομίας  με το όνομα Άντερς Οικονομίδης.
Το μίσος (Trade edition)
     Ξαφνικά   πλησίασε το τραπέζι μου ένας άγνωστος κύριος , τράβηξε μια καρέκλα και κάθισε χωρίς να μου ζητήσει την άδεια. Στη σχετική παρατήρηση που του έκανα , μου απάντησε με θράσος :
«Γιατί να το κάνω ; Εσύ πήρες από μένα καμιάν άδεια;»
« Ποιος είστε, κύριε;» είπα κοκκινίζοντας  από θυμό. «Γνωριζόμαστε, για να μου μιλάτε στον ενικό;»
«Γνωριζόμαστε και μάλιστα πολύ καλά. Ονομάζομαι  Αλέξιος Ρωμανός ! » , μου πέταξε με στόμφο ο άγνωστος δείχνοντας τις δοντάρες του μέσα από το σαρδόνιο χαμόγελό του.
Έμεινα να τον κοιτώ με ανοιχτό στόμα.
« Μα αυτό είναι το όνομα του… του…» ψέλλισα πελιδνός.
« Πες 'το, ντε , μην ντρέπεσαι: του διηγηματικού σου ήρωα. Του ταλαίπωρου δικηγόρου. Σε πληροφορώ ότι το όνομά του είναι ένα μόνο στοιχείο από τα πολλά που δε μου αρέσουν στα διηγήματά σου.»
« Πώς ξέρετε εσείς για τα γραφτά μου, αφού δεν έχω δημοσιεύει τίποτε έως τώρα ; »
Έσκασε στα γέλια. Πήρε το ποτήρι με το νερό που βρισκόταν δίπλα στον καφέ μου και το ήπιε μονορούφι. Ύστερα με κοίταξε συνωμοτικά.
« Αγαπούλα μου , εσύ κι εγώ πίσω απ΄το ριντό… »

«Τι είπατε; Δεν κατάλαβα...»
« Για να αφήσουμε τις πλάκες , σου λέω ότι ήρθα να σε βρω  για να ξηγηθούμε σαν άντρας προς άντρα. Να πάρουμε από  κοινού  τις οριστικές αποφάσεις για το γραφτό σου.»
« Ο άνθρωπος είναι χαζός» , σκέφτηκα.
« Επειδή έχω το χάρισμα να κυκλοφορώ ελεύθερα στη σκέψη σου, σε ενημερώνω ότι ξέρω τι σκέφτεσαι αυτή τη στιγμή, κάθε στιγμή. Γι΄αυτό κόψε τους αυτοϋποτιμητικούς χαρακτηρισμούς.»

«Τι  είναι αυτά που τσαμπουνάτε ; Τι ακριβώς θέλετε από μένα;»
« Είμαι ο βασικός πρωταγωνιστής από το μυθιστόρημα που ετοιμάζεις»
Τρομοκρατήθηκα. Ο άνθρωπος ήταν για δέσιμο.Προσπάθησα να τον κατευνάσω.
«Πολύ ωραία . Είστε ο πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος που με ταλαιπωρεί  τόσο καιρό και , επιτέλους, 'έφτασε η ώρα να απαλλαγώ από αυτό το καταραμένο . Πείτε μου τι θέλετε από μένα.»
«  Αποφάσισα να εμφανιστώ αυτοπροσώπως ,να αμφισβητήσω τον τρόπο που  με έπλασες,  να διεκδικήσω τα δικαιώματά μου. »
« Ισχυρίζεστε ότι σας οφείλω  δικαιώματα; Τι είδους δικαιώματα είναι αυτά;"
"Τα πνευματικά σας δικαιώματα!"
«Μπα , δεν ήξερα ότι οφείλω πνευματικά δικαιώματα σε κάποιον για ένα γραφτό που δεν έχω εκδώσει ακόμα. Και με  ποια ιδιότητα ζητάτε από έναν μη επίσημο συγγραφέα αυτά τα υποτιθέμενα πνευματικά σας  δικαιώματα ;»
«Με την ιδιότητα του πλάσματος της φαντασίας σου  που σαν πιστός σύντροφος σε συνόδεψε στη βασανιστική πορεία της συγγραφής. Χωρίς εμένα δεν μπορείς να υπάρξεις ως συγγραφέας. Όσο υπάρχω εγώ υπάρχεις  κι εσύ!»
«Κύριε, δεν καταλαβαίνω τι μου λέτε. Σας παρακαλώ να μου αδειάσετε τη γωνιά , αλλιώς θα φωνάξω να  σας πετάξουν έξω!»  
 Μου χτύπησε  καθησυχαστικά την πλάτη.
«Έλα , έλα, κουλάρησε, μάι φρεντ ! Όταν θα σου τα εξηγήσω όλα, θα καταλάβεις.»
«Δε μου λέτε, μήπως σας έβαλε ο Βαγγέλης από την Πάτρα να μου κάνετε αυτήν τη χοντρή πλάκα; Μόνο αυτός ο χωρατατζής και η γυναίκα μου έχουν διαβάσει τα γραφτά μου.»
« Δικέ μου , ούτε ο Βαγγέλης σου  ο Πατρινός ούτε κανένας Βασίλης  Καλαματιανός θα  έδειχναν το παραμικρό ενδιαφέρον  για τις αρλούμπες που ,κατά τον  κοινό άνθρωπο , γράφεις. Άλλη λαχτάρα δεν έχει από το να διαβάσει τις χαζομάρες ενός επίδοξου συγγραφέα.»
Θίχτηκα.
«Ακούστε , κύριε , με προσβάλλετε. Ασφαλώς μιλάτε για τα γραφτά μου και δεν ξέρω ποια είναι η πηγή της πληροφόρησής σας. Εν πάση περιπτώσει , έχω απόλυτη επίγνωση ότι δεν είμαι ο Τόμας Μαν . Νομίζω όμως  ότι όσα γράφω πόρρω απέχουν απ’ το να είναι χαζομάρες !»
"Φίλε μου, πάταξον μεν, άκουσον δε! Άφησέ με λίγο  να σου πω ό,τι έχω  κι ύστερα  σου υπόσχομαι ότι θα σε απαλλάξω από την παρουσία μου. Στο υπόσχομαι!»
Φως φανάρι ότι δεν μπορούσα να ξεφορτωθώ αυτόν το λοξία. Αν τον άφηνα να ξεθυμάνει , ίσως βαριόταν και έφευγε.
«Τέλος πάντων! Σας ακούω, αλλά σύντομα παρακαλώ γιατί βιάζομαι.»
« Μπράβο ! Τώρα αρχίζεις να λογικεύεσαι . Λοιπόν , έχουμε και λέμε. Εγώ που με βλέπεις δεν είμαι  πραγματικός άνθρωπος  .»

«  Και τι είστε, παρακαλώ; Ένας εξωγήινος;»
«Είμαι  ένας επινοημένος άνθρωπος, ο ήρωας του βιβλίου σου, ο Αλέξιος!»

«Ο Αλέξιος!»
« Ο ίδιος, όπως με φαντάζεσαι  με σάρκα και οστά . Πώς λένε οι κριτικοί ο συγγραφέας έπλασε έναν αληθινό ήρωα; Ιδού λοιπόν  ο δικός σου αληθινός ήρωας!»
Δεν μπόρεσα να κρατηθώ και έβαλα τα γέλια. Μα ο ερίφης ξεπερνούσε κάθε όριο. Όντως ήταν για δέσιμο. Φαινόταν όμως άκακος , στιλ νερόβραστου διανοούμενου, όχι απ’ αυτούς που στέκονται στη στάση του λεωφορείου , σου ζητούν ένα ευρώ,  γυαλίζει το μάτι τους και  δεν ξέρεις τι μπορεί να σου προκύψει αν αρνηθείς να τους το δώσεις.

 Αποφάσισα να παίξω το παιχνίδι του , για να δω πού το πάει. Έτσι κι αλλιώς ο φίλος μου αργούσε να έρθει και δεν είχα να κάνω τίποτε σπουδαίο .
Στύλωσε το βλέμμα επάνω μου .
 

«Πάλι πονηρές σκέψεις κάνεις, μίστερ,  και με αδικείς. Ένα σου λέω μόνο για να καταλάβεις: αμφισβητώντας εμένα αμφισβητείς τον ήρωά σου. Μην το παίζεις  τόσο σκληρός και ανάλγητος.»
Έμεινα ενεός. Ύστερα  κούνησα το κεφάλι μου για να καταλάβω ότι δεν ονειρεύομαι και  πετάχτηκα  από την καρέκλα μου τόσο απότομα, που λίγο έλειψε να αναποδογυρίσω το τραπέζι. Σηκώθηκε κι αυτός , με έπιασε από το μπράτσο  επιτακτικά και με υποχρέωσε να τον ακολουθήσω άβουλα έξω από το μαγαζί .

« Συγγνώμη , για τη βιαιότητά μου» είπε σκαλίζοντας την τσέπη του παλτού του, όταν βγήκαμε στο πεζοδρόμιο. Τον τελευταίο καιρό παθαίνω συχνά στερητικό σύνδρομο νικοτίνης.Τα μέτρα της κυβέρνησης κατά του καπνίσματο σε κλειστούς χώρους  μ΄έχουν επηρεάσει , καταλαβαίνεις...»
Ανέσυρε από την τσέπη του   μια πίπα και  ένα γυαλιστερό φάκελο καπνού ... Skandinavik! Στη θέα του ρίγησα . Ο τύπος κάπνιζε τον ίδιο καπνό που φουμάριζε  κι ο Ρωμανός , ο πρωταγωνιστής του έργου μου . Η πίπα του μάλιστα ήταν ολόιδια  μ΄ αυτήν που του είχε χαρίσει κάποια Χριστούγεννα η γυναίκα του, αυτή με τη χρυσή μπορντούρα στον κοκάλινο αυλό κι μια βασιλική κορώνα . Έκανα ένα βήμα πίσω και τον κοίταξα προσεχτικά . Κλονίστηκα . Θεέ μου! Ο άνθρωπος αυτός έμοιαζε εκπληκτικά με τον ήρωά μου. Λεπτός αλλά γεροδεμένος , προχωρημένη φαλάκρα , γυαλιά συρμάτινα, θεληματικό πιγούνι, με τη βουλίτσα του δυναμικού ανθρώπου ...
«Ποιος είσαι πραγματικά και τι θέλεις από μένα ;» είπα ξέπνοα .

Χαμογέλασε ειρωνικά. 
«Βλέπω  ότι τώρα αρχίζουμε να συνεννοούμαστε» 
 «Άσε τις εξυπνάδες και πες μου τι θέλεις»
«Εντάξει , αφού το επιθυμείς, μπαίνω αμέσως στο ψητό .  Κύριε συγγραφέα μου, εγώ , ο μυθιστορηματικός ήρωας του τελευταίου συγγραφικού άθλου σου , επαναστάτησα και το έσκασα από τον υπολογιστή σου, όπου με είχες εγκλωβισμένο. Άρχισα να σε ακολουθώ παντού , έγινα η σκιά σου . Σε απασχολώ , σε βασανίζω όλη την ώρα . Αποφάσισα να ασχοληθώ δυναμικά με το πρόβλημά σου, να σου πω τι δε μ΄αρέσει στο γραφτό σου . Δεν καταλαβαίνεις ότι είναι η ώρα να μου αλλάξεις όνομα, να αλλάξεις ύφος γραφής,  να αλλάξεις τον τίτλο της συλλογής , να…»
Τον διέκοψα νευρικά.
« Στάσου, στάσου άνθρωπέ μου, ήρωά μου όπως θέλεις να λέγεσαι ! Με τη φόρα που έχεις πάρει, θα μου πετάξεις το γραφτό  στη θάλασσα. Έστω ότι παραδέχομαι τον εξωφρενικό ισχυρισμό σου ότι είσαι το ενσαρκωμένο αποκύημα της φαντασίας μου που σουλατσάρει έξω  από τον υπολογιστή μου και πηγαίνει . Μπορείς όμως να μου πεις  τι σ΄έπιασε και σήκωσες  αντάρτικο  τώρα, την τελευταία  στιγμή, ενώ το μυθιστόρημα  είναι σχεδόν τελειωμένο;»
« Τα δικαιώματά μου επί της συγγραφής διατηρούνται  μέχρι τέλους . Και αυτό το "σχεδόν" που είπες  μου δίνει το δικαίωμα να πω  ότι δεν μπορεί να κατεβάζει η κούτρα σου  ό,τι γουστάρει  ερήμην εμού, χωρίς δηλαδή και τη δική μου συναίνεση.»
« Μα, μα εσύ είσαι ένα επινοημένο πρόσωπο, ένα δικό μου δημιούργημα! Ένα πρόσωπο που αποτελεί μέρος της δικής μου μυθοπλασίας.Άρα ένα πρόσωπο επί του οποίου έχω απεριόριστα δικαιώματα ζωής και θανάτου.»
«Τι πάει να πει αυτή η μπούρδα  που πέταξες περί της  αποκλειστικής  σου μυθοπλασίας και περί δικαιωμάτων ζωής ή θανάτου ; Δε διδάχτηκες τίποτε από τα άπειρα βιβλία που έχεις διαβάσει , για  το  πώς λειτουργεί ο ήρωας; Δε μου λες , κύριε ξερόλα , είναι ή δεν είναι  ο ήρωας  μια οντότητα ξεχωριστή απ' τον προσωπικό κόσμο του συγγραφέα, από τον στενά ατομικό εαυτό του;»

« Όπως λένε όλοι οι θεωρητικοί της δημιουργικής γραφής , είναι»
«Μπράβο σου που το παραδέχεσαι! Πώς αλλιώς θα αποκτήσει   τη δική του υπόσταση και θα εντυπωθεί    στη φαντασία των αναγνωστών αυτός ο τύπος ; Δε θα αρχίσει να σουλατσάρει ανεξάρτητα  πλέον από σένα στις σελίδες που καταβροχθίζει ο αναγνώστης, όταν θα το τυπώσεις ;»
«Ναι  » 
« Δε θα ντερλικώνει τα φαγάκια του, σύμφωνα με την υπόθεση , δε  θα  πίνει τα ποτάκια του, δε θα κάνει έρωτα με όποια γκόμενα του κάθεται , δε θα  πηγαίνει στην τουαλέτα  για  ξεράσει τον άμπακο που  τον έχεις βάλει να πίνει; Έχει ή δεν έχει αυτόνομη  υπόσταση   αυτός , όταν φύγει από τα χέρια σου; Τι είναι ένα κούτσουρο , μια πέτρα απελέκητη;»
«Όχι, δεν είναι πέτρα , αλλά  μια ζωντανή ύπαρξη στο μυθικό χώρο που έχει πλάσει ο  συγγραφέας και ζωντανεύει με τη φαντασία του ο αναγνώστης .»
Σταμάτησε να πάρει μια ανάσα βλέποντάς με ικανοποιημένος .
« Επομένως , μια και το παραδέχεσαι , δεν μπορείς, δημιουργέ και αφέντη μου, απ' τη στιγμή που Εγώ δεν είμαι πλέον Εσύ  , μετά από   τόσες ωδύνες, μετά από  τόσες συγγραφικές  θυσίες, να έρχεσαι και  να με πετάς στην ψύχρα σαν ανεπιθύμητο μπάσταρδο στον κάδο του υπολογιστή σου .Όχι , και  ψυχή διαθέτω και δικαιώματα επί του κειμένου σου . Αφού με έπλασες, οφείλεις να με δεχτείς ως κανονικό ον! Πληρώνεις τις συνέπειες των επιλογών σου...»
________________________________ 
Slawek Cruca , "Ego-AlterEgo"
_____________________________

« Είναι απίστευτο αυτό που μου συμβαίνει! Κάθομαι και συνομιλώ με ένα από τα πλάσματα της φαντασίας μου! Στέκεται  μπροστά μου ως κανονικός άνθρωπος  και προβάλλει τις απαιτήσεις του, διεκδικώντας συγκυριαρχία στο μυαλό μου!»
« Γιατί αντιδράς έτσι; Ένα σωρό  ταινίες επιστημονικής φαντασίας ή ψυχολογικά θρίλερ δεν έχουν ως θέμα τους το διχασμό της προσωπικότητας του συγγραφέα;. Τα πράγματα είναι έτσι όπως τα βλέπεις με τα μάτια φυσικά  και των οφθαλμών αλλά και της φαντασίας  σου, αγαπητέ . Βρισκόμαστε  έξω από το  αγαπημένο σου Καφέ  και συζητάμε σαν δυο καλοί φίλοι. Στα εκατό μέτρα μακριά μας είναι η θάλασσα,  βλέπουμε το καραβάκι για την Αρετσού που  αποπλέει από τον προβλήτα γεμάτο τουρίστες ...»
«Σταμάτα ! Είναι παράλογο , είναι παραφυσικό αυτό που ζω! Είναι αδύνατο  να συμβαίνει κάτι τέτοιο στην πραγματικότητα. Εσύ, ένα πλάσμα της φαντασίας μου, μια σκέψη, αντί  να βρίσκεσαι  καταχωνιασμένο στον υπολογιστή μου, είσαι μπροστά μου και μου μιλάς  με τρόπο απειλητικό , εκβιαστικό για τα πρόσωπα που έχω επινοήσει. »
« Μόλις σου είπα ότι δε βρίσκομαι έξω από τον υπολογιστή σου!  »

«Μα πού , στο διάολο,  βρίσκεσαι; »
«Μαζί σου και εντός σου!»
« Άντε πάλι τα ίδια!  Πώς γίνεται να είσαι εντός μου , αφού σε βλέπω εκτός μου;»
« Μπορεί να καυχάσαι για την εξυπνάδα σου , αλλά εγώ σε κόβω για λιγάκι χοντροκέφαλο. Νομίζω ότι δεν έχει νόημα να ψειρίζουμε τόσο πολύ τα πράματα. Προτείνω να συζητήσουμε λίγο για το βιβλίο σου και στην πορεία θα καταλάβεις ποιος είμαι εγώ και πώς μπήκα στη ζωή σου. » 

«Εντάξει , ας κάνουμε προς ώρας μια μικρή ανακωχή και ας συζητήσουμε για το βιβλίο μου»
«Μπράβο, έτσι σε θέλω, ρεαλιστή και αποφασιστικό. Γι΄αυτό αποφάσισα να παρουσιαστώ αυτοπροσώπως και να σου ζητήσω κάποιες δραστικές αλλαγές στο βιβλίο σου »
«Αλλαγές; Τι είδους αλλαγές;»
«Να , θέλω να μου αλλάξεις  το όνομα. Το επίθετο Ρωμανός που μου έδωσες είναι  πολύ μπανάλ, μυρίζει κομπλεξισμό ψωνισμένου μικροαστού Ελληνάρα » 
« Μα οι περισσότεροι Έλληνες συγγραφείς τέτοια ονόματα επινοούν. Σαν αυτά αυτά που δίνουν οι νεόπλουτοι γονείς στα κωλοπαίδια τους, Αλέξιος, Φοίβος, Ιωάννης, Κωνσταντίνος. Ακολουθούν, βλέπεις,  τη γενική τάση να πιστεύουν  οι συφοριασμένοι  κάτοικοι αυτής της δύσμοιρης χώρας ότι είναι βεριτάμπλ απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων και των βυζαντινών πατρικίων »
«Εγώ δεν τα γουστάρω αυτά τα παραμυθιάσματα με την αρχαία δόξα. Θέλω να μου δώσεις ένα απλό όνομα » 
 «Και πώς θέλεις να σε λένε ;
- Θέλω να με βαφτίσεις Βασιλειάδη ! Μανόλη Βασιλειάδη!
Στο άκουσμα αυτού του ονόματος , οι λιγοστές τρίχες της κεφαλής μου αποφάσισαν να αυτοκτονήσουν ομαδικά .
« Βα-σι-λει-άδη! Δεν μπορούσες να σκεφτείς τίποτε πιο κοινότοπο;»
« Επιμένω στο Βασιλειάδης! Αν και θα  ταίριαζε καλύτερα στον πρωταγωνιστή σου το επίθετο Παραδάκης, δηλωτικό  μιας κοινωνίας που λυσσάει για χρήμα, που παραλύει και σκοτώνει στη θέα του.»
« Επ , επ, αυτό δεν ισχύει για τον ήρωά μου! Αυτός είναι υπεράνω χρημάτων!»

« Μωρέ τι μας λες! Γι’ αυτό στο γραφείο του έχεις κρεμάσει τη εικόνα με την επιγραφή Βερεσέ δεν έχει
Άπλωσα το χέρι μου και του βούλωσα το στόμα.
« Μια λέξη παραπάνω και θα σε φάει το μαύρο σκοτάδι! Θα σε διαγράψω από τα κατάστιχά μου. Δε θέλω οι αναγνώστες να μάθουν από τώρα την υπόθεση των διηγημάτων μου. Εντάξει θα το κάνω. Ό,τι θέλει ο κύριος εκβιαστής. Μανόλης Βασιλειάδης !»
« Ο κύριος Βασιλειάδης , να λες! Είμαι πολύ αξιοπρεπής ήρωας εγώ! »
Με είχε πιάσει ντελίριουμ τρέμενς . Τον βούτηξα με τη σειρά μου  από το μπράτσο και τον πήγα τραβολογώντας τον ξανά μέσα στο μαγαζί , στο τραπέζι που καθόμουν πρωτύτερα.
« Άκου » του είπα απειλητικά «Ως εδώ και μη παρέκει.Μάζεψέ τα και ξεκουμπίσου! Ό,τι είχαμε να πούμε , το είπαμε.Τελειώσαμε."
« Δεν κατάλαβες. Τι τελειώσαμε μου τσαμπουνάς; . Ακόμα στο Άλφα είμαστε."
« Τι λες, βρε εκβιαστή ;Υπάρχει και Βήτα;»
« Και Γάμα και Δέλτα , μπουμπούκο μου …Τώρα που αρχίσαμε, δε μου ξεφεύγεις . Λοιπόν , βγάλε τεφτέρι και χαρτί και γράφε τις παραγγελιές μου . Πρώτα απ΄όλα γουστάρω  να αλλάξεις τον τίτλο του βιβλίου. Δε μου αρέσει καθόλου αυτό το Πενήντα και κάτι, που σκοπεύεις να του βάλεις. Δεν είναι ελκυστικός »
« Ως προς αυτό δεν αντιλέγω. Κι εμένα μου φαινότανε κομμάτι χλομός ο τίτλος. Αν έχεις καμιά καλή ιδέα, εδώ δε θα τα χαλάσουμε.»
« Να το πούμε, να το πούμε … "Μανόλης και Κούλα, μια ιστορία έρωτα και γκρίνιας" , να φέρνει λιγάκι στο ρομαντικό  ιπποτικό μυθιστόρημα Φλώριος και Πλατζιαφλώρα !»
« Είσαι σοβαρός ; Τι Μανόλης και πάστα φλώρα μου λες ; Θα με πάρουν με τις λεμονόκουπες!»
Φάνηκε προβληματισμένος.
« Καλά, ας αφήσουμε, για λίγο, στην άκρη τον τίτλο. Ας πάμε σε πιο βαθιά νερά.»
« Έλεος! Τι άλλο παράλογο σκοπεύεις να μου ζητήσεις ;»
« Θέλω να ξαναγράψεις όλα τα κείμενα σε πρώτο πρόσωπο.»
Αν με είχαν ζεματίσει με καυτό λάδι , δε θα τσίριζα περισσότερο.
« Ε, όχι κι αυτό, ε όχι κι αυτό !»
« Γιατί όχι , κύριε συγγραφεύ; Όλοι οι μεγάλοι μυθοπλάστες της εποχής μας γράφουν σε πρώτο πρόσωπο.» Δεν έχεις διαβάσει τον…
« Σταμάτα! Δε μ’ ενδιαφέρει πώς γράφουν οι άλλοι συγγραφείς»

«Καλά, δεν αντιγράφετε ο ένας τον άλλο, θέλω να πω δεν παρατηρείτε , δεν παίρνετε ιδέες, ερεθίσματα από τον τρόπο γραφής των συγγραφέων που αγαπάτε;»
« Εμένα μου γουστάρει να γράφω όπως θέλω εγώ, ΕΓΩ! Το άκουσες;»
« Κακομοίρη , δε βλέπεις πέρα από τη μύτη σου και δυναμιτίζεις το συγγραφικό σου μέλλον. Εγώ πάντως είπα και ελάλησα και αμαρτίαν ουκ έχω.»

Ξερόβηξε .
« Συνεχίζουμε επί του θέματος .  Επιμένω στην αλλαγή προσώπου. Επίσης θέλω πλαγιότιτλους, άλλη γραμματοσειρά από την ξεφτιλισμένη Times New Roman, και ακόμη …»
«Δεν αντέχω.  Έτσι όπως πας, θα μου πάρεις και το συγγραφικό σώβρακο.»
Φούσκωσε σαν το παγόνι.
« Τι να κάνουμε, έτσι είμαστε εμείς οι επινοημένοι ήρωες, απόλυτοι!»
Από το τζάμι είδα το φίλο μου να περιμένει στο φανάρι , για να περάσει το δρόμο . Ανατρίχιασα. Για φαντάσου να συναντιόταν ο Λάζαρος με αυτό το εκτόπλασμα που καθόταν δίπλα μου. Θα πάθαινε σίγουρα αποπληξία , καθότι υπερτασικός…
«Κοίτα , έχω ένα ραντεβού τώρα . Προτείνω να συνεχίσουμε τη συζήτηση αύριο εδώ , την ίδια ώρα. Πήγαινε τώρα...»
Σηκώθηκε απρόθυμα.
«Εντάξει. Αύριο, την ίδια ώρα. Μόνο που, για να μη χάνουμε τον καιρό μας , θέλω να να δεχτείς εκ των προτέρων τους όρους μου.»
Βλέποντας το φίλο μου να πλησιάζει χαμογελαστός , βιάστηκα να τον σπρώξω.
«Εντάξει , εντάξει , κάτι θα κάνουμε . Φύγε τώρα!»
 


«Σε βλέπω άκεφο , μου είπε ο Λάζαρος , δίνοντάς μου το χέρι. Τι συμβαίνει; Μου φαίνεται ότι κάτι σε απασχολεί»
Τι να του έλεγα τώρα; Να του αποκάλυπτα ότι είχα μια συνομιλία με τον βασικό πρωταγωνιστή του βιβλίου που ετοιμάζω ; Σοβαρός επιστήμονας αυτός , σίγουρα θα με περνούσε για λωλό. Προσποιήθηκα ότι με ταλαιπωρούσαν  οι σκοτούρες του γραφείου και βιάστηκα να αλλάξω θέμα , τον ρώτησα για τα δικά του. Ήπιαμε το τσιπουράκι  μας , τσιμπολογήσαμε τα πατατάκια και τα αράπικα φυστικάκια μας, ελεεινολογήσαμε τη δημόσια κατάντια της χώρας μετά τα Μνημόνια , χωρίσαμε δίνοντας την υπόσχεση να συναντηθούμε σύντομα οικογενειακώς για κανά ψιλόψαρο  στην Επανομή.
 
 







Δεν επέστρεψα αμέσως στο σπίτι, αλλά πέρασα από τον Γεράσιμο Κ. ,  φίλο και ειδικό  σε θέματα συγκριτικής λογοτεχνίας, αλλά κυρίως καλό συμβουλάτορα . Χωρίς περιστροφές του εξέθεσα το πρόβλημά μου και ζήτησα τη γνώμη του.
« Συνηθισμένη περίπτωση διανοητικής υπερκόπωσης , απεφάνθη απερίφραστα . Διχασμός της  προσωπικότητας του δημιουργού!
Τα ψυχωσικά σου  συμπτώματα είναι ολοφάνερα . Φαντάζεσαι τα πρόσωπα του έργου που βάζεις στο έργο σου   να υποστασιώνονται και να συνομιλούν με σένα " 
Με κοίταξε ερευνητικά.
«Σε βλέπω  κομμένο. Κοιμάσαι καλά τα βράδια;»
« Μια χαρά ! Αν εξαιρέσουμε το κατούρημα  προ τα ξημερώματα που μου κόβει τον ύπνο»
«Ε καλά , αυτό ποιος άντρας στην ηλικία μας δεν το παθαίνει; Δεινόν γαρ το γήρας. Το θέμα είναι να κατουράς και να ξανακοιμάσαι»
Τράβηξα για την πόρτα.
«Τι λες να κάνω, ρε Γεράσιμε;»
« Τι να σου πω; Ό,τι σε φωτίσει το μυαλό σου. Εσύ έχεις το πεπόνι , εσύ και το μαχαίρι. Αν ήμουν στη θέση σου θα επισκεπτόμουν τον  Έκτορα τον  Παπαρά για κανένα αγχολυτικό ή κάποιες συνεδρίες ψυχανάλυσης »

«Αυτό μας έλειπε, να πετάω λεφτά σε τρελογιατρούς»
 

Αν και γύρισα ξεθεωμένος στο σπίτι, όλο το βράδυ δε με έπιασε ύπνος. Στριφογύριζα σαν το χταπόδι στο κρεβάτι, αναστέναζα , πήγαινα στην κουζίνα, τσιμπολογούσα ό,τι έβρισκα στο ψυγείο , ώσπου η γυναίκα μου δεν άντεξε και μ’ έστειλε να κοιμηθώ στο δωμάτιο των ξένων. 
Το πρωί στη δουλειά δεν μπορούσα να πάρω τα πόδια μου, ήμουν όλο εκνευρισμό, κατσάδιασα τη γραμματέα μου δι΄ασήμαντον αφορμήν, τσακώθηκα με ένα σταρέμπορο φοροφυγά , κάποια στιγμή δεν άντεξα, βρήκα μια δικαιολογία και το έσκασα.
 Το απογευματάκι, κουτρώντας  από την αϋπνία μπροστά σ’ ένα διπλό εσπρέσο, περίμενα στη Ζώγια  όλος αδημονία τον πρώην Αλέξιο Ρωμανό, που πραξικοπηματικώς  είχε μετονομαστεί σε Μανόλης Βασιλειάδης . Απ΄τα μεγάφωνα η φωνή της Μάρθας Φριντζήλα στο υπέροχο Chant Des Canons του Κουρτ Βάιλ  προσπαθούσε ματαίως  να σηκωθεί    πάνω απ΄τη βαβούρα που σήκωναν οι  θαμώνες του χώρου .
 Τον είδα να με ψάχνει μέσα στον κόσμο και του 'κανα νεύμα με το χέρι.
«Καλησπέρα! Λοιπόν τι έγινε; Το αποφάσισες;»

Διέκρινα την αγωνία στον τρόπο που έθεσε τις ερωτήσεις του.
« Σχετικά με το όνομα , τα είπαμε . Θα καταπιώ το φαρμάκι σου και θα το κάνω. Θα σκεφτώ ίσως και την περίπτωση αλλαγής της γραμματοσειράς. Ως προς το πρόσωπο όμως και τους πλαγιότιτλους, δεν υποχωρώ ούτε πόντο.»
«Κρίμα !  Σε λυπάμαι , φίλε. Κι εγώ που ήθελα να σε απαλλάξω από τις σκοτούρες που θα σου προκαλούσε η Κούλα. Τώρα δε γίνεται αλλιώς , θα το πιεις το πικρό ποτήρι της.»
«Για ποια Κούλα μου  μιλάς; Δεν πιστεύω πως…»
« Ναι, ναι,  ναι! Το 'πιασες το νόημα. Η σύζυγος του  Μανολάκη μας! Δεν ξέρεις πόσο ανυπομονεί να σε δει κι αυτή.»
«Προς θεού ! Δεν αντέχω άλλο. Την έβαλες, βρε αθεόφοβε,  κι  αυτή στο κόλπο;»
« Το δικαιούται, για να πούμε του στραβού το δίκιο, η γυναίκα. Πριν από λίγο πίναμε πράσινο τέιο  στου Τερκενλή. Σε προειδοποιώ . Είναι ετοιμη να έρθει να σε βρει, για  να στα ψάλει ένα χεράκι . Δεν ανέχεται , όπως λέει,  το διασυρμό της από ένα συγγραφίσκο της δεκάρας. Βέβαια, διαφωνώ κάθετα στο ότι  της αρέσει η παραδοσιακή αφήγηση, αν αποδίδεται μόνο σε  τρίτο πρόσωπο . Μπρρρρ! Και μόνο που το σκέφτομαι με πιάνει σύγκρυο. Ποιος γράφει τη σήμερον ημέρα σε τρίτο πρόσωπο, δικέ μου;
Μόνο κάποια επαρχιώτικα ψώνια.»
«Πέφτω από τα σύννεφα μ΄αυτά που ακούω. Διαπιστώνω γενικευμένη  ανταρσία  των ηρώων μου! Ποιος είμαι , ο καπετάνιος στο ιστιοφόρο Μπάουντι;»

«Και χειρότερος από αυτόν! Είναι απαράδεκτος ο τρόπος γραφής σου!  Α propos , ξέχασα να σου πω , σε γυρεύει και μια ευτραφής ξανθιά κυρία , για να σε καταχερίσει .»
« Ξανθιά κυρία είπες; Απ΄το μυθιστόρημα κι αυτή;»

«Ουί, απ΄το μυθιστόρημα.» 
«Κατάαααλαβα. Είναι η  ...»
«
Μην ντρέπεσαι να το ξεστομίσεις. Είναι  η ξανθιά με τον χοντρό κώλο.  Ορκίζεται ότι θα σε καρυδώσει  , θα σε ταράξει στις μηνύσεις για ρατσιστική μεταχείριση των έξτρα έξτρα λαρτζ γυναικών...».
 
Ίδρωνα . Πνιγόμουν. Επρόκειτο περί αγρίου βασανισμού. Με είχανε στριμώξει οι άτιμοι και με βαρούσαν αλύπητα. Kαι σαν να το έκανε επίτηδες , κάποιο σατανικό χέρι είχε γεμίσει το καφέ με μουσική για θρίλερ.


Λύγισα . Αποφάσισα να διαπραγματευτώ.
« Άκουσε . Θα κάτσω και θα γράψω  από ένα διήγημα κομμένο και ραμμένο στα μέτρα καθενός ξεχωριστά . Πέστε μου μόνο πώς το θέλετε .
Με κοίταξε καχύποπτα .
«Αλήθεια το λες ή μήπως πας να μας τη φέρεις ;
« Σου δίνω το λόγο μου . Κάθε διήγημα της συλλογής θα εστιάζει σε έναν ξεχωριστό πρωταγωνιστή!»

Σκεφτόταν την προτασή μου. Το μάτι του έπαιζε πονηρά.
« Το θέμα δεν είναι να ικανοποιήσεις τη ματαιοδοξία   κάποιων ηρώων σου   σε ένα ξεχωριστό διήγημα» κατέληξε « ...αλλά να δώσεις τη δυνατότητα σε όλα τα πρόσωπα να κυκλοφορούν με άνεση στο μήκος και το πλάτος ολόκληρης της συλλογής. Αφού ξέρεις ότι από τη στιγμή που μας συνέλαβες έχουμε γίνει μια δεμένη ομάδα, λειτουργούμε σα μια αγαπημένη οικογένεια στο μυαλό σου.»

« Δεν είναι άσχημη η ιδέα σου. »
«Και βέβαια δεν είναι άσχημη. Μπρος , πέσε με τα μούτρα και ξαναχτένισε όλα τα διηγήματα . Είμαι σίγουρος ότι θα τα καταφέρεις. Σε προειδοποιώ όμως ότι αν υπαναχωρήσεις , αν αθετήσεις το λόγο σου , τότε την έβαψες ! Θα βρικολακιάσουμε και θα σου ρουφάμε τον ύπνο σου κάθε βράδυ με το καλαμάκι.  Κακομοίρη μου , σε βλέπω να πλέκεις κάλτσες σε ψυχιατρική κλινική λόγω συγγραφικής  κατάθλιψης.»
Σήκωσα τα χέρια.
«Εντάξει, εντάξει , σιχαμερέ εκβιαστή! Σου δίνω το λόγο μου ότι θα τηρήσω τη συμφωνία. Ευχαριστήθηκες τώρα;»

Έκανε σαν μικρό παιδί. Απ΄τη χαρά του  μου έσκασε ένα σβουριχτό φιλί στο μάγουλο.
« Έλα, άσε τα σαλιαρίσματα» είπα κοφτά. « Οι ήρωές μου στο έργο μου δεν είναι τόσο εκδηλωτικοί.»

«Να γίνουν! Μην είσαι δυστροπόπιγκας !» 
 « Κι εσύ θέλω να μου υποσχεθείς ότι , μόλις κυκλοφορήσει η συλλογή, θα  εξαφανιστείς   οριστικά από τη ζωή μου . Θέλω να πας οριστικά στο διάολο, στον αναγνώστη θέλω να πω! Σε έφτιαξα, σε έστησα στα πόδια σου, πορέψου στη δική του ζωή του , βγάλ΄τα πέρα με αυτόν.»
Σηκώθηκε να φύγει. Χάιδεψε τη φαλάκρα μου τρυφερά. 
« Μην κάνεις μεγάλα όνειρα, φίλε μου. Γιατί σε λίγο  καιρό θα πολεμάς με άλλα  πλάσματα . Θα εφορμούν  στο μυαλό σου  όσο θα ετοιμάζεις το καινούριο σου βιβλίο και θα περνάς τα ίδια  και χειρότερα από αυτά που πέρασες με μας. Και φυσικά θα σου στοιχειώνουν  τον ύπνο . Επίπονο άθλημα η συγγραφική. Δε συμφωνείς;»

«Απόλυτα! Θυμάμαι αυτό που είχε πει ο Τζορτζ Όργουελ: Σήμερα έκανα εξαντλητική δουλειά. Το πρωί έβγαλα ένα κόμμα από το κείμενό μου και το βράδυ το ξανάβαλα


Gerontakos, 10/12/2019
  • Add to Phrasebook
    • No word lists for Greek -> Greek...
    • Create a new word list...
  • Copy

Δεν υπάρχουν σχόλια: