Ρανίτσκι ο μέγας (1920-2013): Ο ισχυρός των λέξεων
μετάφραση: Ιωάννα Μεϊτάνη
Πηγή: Ενθέματα της Αυγής
29 Σεπτεμβρίου 2013
Ο Μαρσέλ
Ράιχ-Ρανίτσκι θεωρείται, στον γερμανόφωνο χώρο, ο κριτικός λογοτεχνίας
με τη μεγαλύτερη επιρροή στην εποχή του. Γεννήθηκε το 1920 στην Πολωνία,
επιβίωσε του γκέτο της Βαρσοβίας και έζησε μέχρι το θάνατό του στη
Γερμανία (αρχικά στη Δυτική). Πάπας της λογοτεχνικής κριτικής, δεν
δίσταζε να επιτεθεί σε ογκόλιθους της λογοτεχνίας, όπως ο Γκίντερ Γκρας.
Συνέβαλε ωστόσο με τις απόψεις και τον δριμύ του τρόπο στο να συζητήσει
και να επεξεργαστεί η μεταπολεμική γερμανική λογοτεχνία το φαιό
παρελθόν της χώρας. Ο Ράιχ-Ρανίτσκι είχε κολοσσιαία επίδραση και την
κρίση του την περίμεναν και τη φοβούνταν λογοτέχνες και κοινό. Από το
1988 έως το 2001 παρουσίαζε στο κρατικό κανάλι ZDF την εκπομπή
λογοτεχνικής κριτικής “Λογοτεχνικό Κουαρτέτο”, η οποία ήταν ιδιαίτερα
δημοφιλής και επιτυχημένη.
Πέθανε την
περασμένη Τετάρτη, 18 Σεπτεμβρίου. Από τα πολλά που γράφτηκαν μετά τον
θάνατό του, διαλέξαμε ένα άρθρο που, διατηρώντας τον θαυμασμό και τον
σεβασμό για το πρόσωπο του Ρανίτσκι, ταυτόχρονα εκφράζει και την κριτική
στον κριτικό.
Ιω. Μ.
Αυτός, ένας
καταφρονεμένος που του άρεσε να προσβάλλει. Αυτός που ντρόπιασε τη
Γερμανία, γιατί με την οξύτητα και την αναλγησία της κρίσης του συνέβαλε
τα μέγιστα ώστε η δυτικογερμανική λογοτεχνία να ανυψωθεί σε τόπο
διεξαγωγής ενός ιστορικού, ηθικού και πνευματικού επανακαθορισμού.
Αναφέρομαι σε μια ντροπή που αποτέλεσε συστατικό μιας απελευθέρωσης,
μέσα στην οποία ο Ράιχ-Ρανίτσκι αναδείχτηκε σε εξέχουσα φιγούρα. Και σε
λαϊκιστή. Και τα δύο συνοδευόμενα από παραξενιές, θρασύτητες, ικανότητα
σύναψης συμμαχιών και καταποντισμού κατά βούληση. Γενναιόδωρος στην
επιδοκιμασία, αδυσώπητος στην επίκριση.
Αν ζούσαν, ο
Κλάιστ και ο Χέλντερλιν θα ήταν αποδιοπομπαίοι στο «Λογοτεχνικό
Κουαρτέτο» του, κι ο κόσμος που πρέπει πρώτα να συμβουλευτεί την
τηλεόραση πριν ανοίξει ένα βιβλίο, θα ένιωθε κολακευμένος μέσα σε ένα
περιβάλλον που δεν χωράει τους άτυχους ποιητές. Ο Κλάιστ και ο
Χέλντερλιν θα συνειδητοποιούσαν ξανά ότι η θανατική ποινή εκτίεται εν
ζωή, για μια ζωή.
Ο
Ράιχ-Ρανίτσκι δεν έστρεψε ποτέ τα κανόνια του κατά των αδυνάτων, δεν
έπαψε όμως ποτέ να κανοναρχεί το κοινό με τις απόψεις του. Η πένα του
παίνευε, η γραφίδα του ξεπουπούλιαζε. Δεν ήταν δήθεν, ήταν όντως. Αρχή
και εξουσία: παταγώδη και ισοπεδωτικά ξεσπάσματα κατά ενός Γκρας, κατά
ενός Χάντκε. Με επίγνωση των συνεπειών.
Ο Μάρτιν Βάλζερ έγραψε γι’ αυτόν το εύστοχο σατιρικό μυθιστόρημα Ο θάνατος ενός κριτικού.
Ο συγγραφέας, βαθιά πληγωμένος από την επιβολή της εξουσίας ενός
Ράιχ-Ρανίτσκι, επιδίδεται σε μια ευφυή καλλιτεχνική εκδίκηση, που θέτει
εκ νέου το σημαντικό ερώτημα: Μέχρι πού φτάνει το τίμημα που πρέπει να
πληρώσει κανείς μέσα στη δριμύτητα της πολιτιστικής αγοράς για μια
καθαρή συνείδηση, για μια αξιοπρέπεια; Ο Βάλζερ στηλιτεύει τον
(φανταστικό!) υπερ-κριτικό, ο οποίος ασκεί δημόσια και αυτάρεσκα την
εξουσία του και εξελίσσεται με τον καιρό σε πλάσμα ανυπόφορο, που
ξερνάει μονάχα κορώνες εγωκεντρισμού — ενώ θα μπορούσε να ασκήσει απλώς
δημοκρατικά την εξουσία του, διαλέγοντας ακριβώς να απέχει από την
άσκησή της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου