Τετάρτη, Νοεμβρίου 14, 2007

Erich Heckel, Οροσειρά, 1922.

ΟΛΑ ΕΝΑ ΨΕΜΑ

19 Απριλίου


Γεύμα στο Ox (=βόδι) με Αναστασία , Χανς και ερωμένη του. Η Ούλρικε λιγομίλητη και ψυχρή. Αριστοκράτισσα γαρ… Προσέτι συγγραφέας παιδικών βιβλίων. Απορίας άξιον: 1. πώς ταιριάζουν οι δυο τους, 2. τι είδους παιδική λογοτεχνία γράφει μια κρυόκωλη. Απόγευμα όλοι μας στην Κινηματογραφική Λέσχη για το Δαχτυλίδι των Νιμπελούγκεν του Φριτς Λανγκ. Πρωτόγνωρη εμπειρία. Θείος σκηνοθέτης !

15


Το φως της σελήνης , που μπαίνει από τη μισάνοιχτη μπαλκονόπορτα , κάνει το ξύλινο πάτωμα να στίλβει κατά τόπους . Ένα απαλό αεράκι ανεμίζει τις κάτασπρες δαντελένιες κουρτίνες, που σαλεύουν νωχελικά μπροστά από τα μεγάλα παράθυρα . Ίσως είναι η αίθουσα τελετών κάποιου παλατιού χωρίς έπιπλα , μόνο καρέκλες τοποθετημένες ολόγυρα στους τοίχους. Στο κέντρο της αίθουσας διακρίνεται ένα ακαθόριστο αντικείμενο κάτω ακριβώς απότον παλαιικό πολυέλαιο. Περίεργος πλησιάζω με τα χέρια προτεταμένα. Στέκομαι μπροστά και ψηλαφίζω. Παράξενο ! Έχω την εντύπωση ότι πιάνω κάτι ζωικό. Αίφνης όλα τα κεριά του πολυέλαιου ανάβουν από ένα αόρατο χέρι . Μια δέσμη φωτός λούζει το αντικείμενο που ψηλαφώ. Οπισθοχωρώ έκπληκτος. Εν πρώτοις βρίσκομαι μπροστά σε κάτι που μοιάζει με ποδήλατο . Παρατηρώ καλύτερα και φρίττω. Αυτό που βλέπω δεν είναι ποδήλατο, αλλά ένα… σώμα που έχει πάρει το σχήμα του ποδηλάτου ! Ο κορμός, αφύσικα επιμήκης, σε οριζόντια στάση. Τα πόδια και τα χέρια , τεράστια , πατάνε αντεστραμμένα στο πάτωμα. Μέσα από τα ορθάνοιχτα σκέλια προβάλλει η πισινή ρόδα του ποδηλάτου, αλλά στη θέση των ακτίνων υπάρχει η πλάκα από ένα πελώριο μισολιωμένο ρολόι, σαν αυτά που σχεδίαζε ο Νταλί! Η ώρα δείχνει 12.06΄. Από την άκρη του λεπτοδείκτη στάζει πηχτό αίμα.
Κοιτάζω το μπροστινό μέρος και συγκλονίζομαι περισσότερο. Ανάμεσα στα αντεστραμμένα χέρια ένα αντίστοιχο ρολόι χρησιμεύει ως μπροστινός τροχός και από πάνω του , στη θέση του φαναριού, ξεπροβάλλει ένα ανθρώπινο κεφάλι. «Θεέ μου , αυτός είμαι εγώ !", αναφωνώ με αποτροπιασμό. "Μα τι , στο διάβολο, συμβαίνει εδώ πέρα; Πρέπει να φωνάξω το Hausmeister …", κραυγάζω .
Κάνω να φύγω αλλά δεν μπορώ . Τα πόδια μου δε με υπακούνε. Τότε ως διά μαγείας σβήνει το φως , ενώ ακούγεται ο βαθύς ήχος ενός βιολοντσέλου που πλημμυρίζει το χώρο. Μια γλυκιά ανατριχίλα κυριεύει βαθμιαία το κορμί μου και οι φωσφορίζοντες λεπτοδείκτες αρχίζουν να περιστρέφονται αργά . Στη θέση της σέλας διακρίνω ένα παλώριο φερμουάρ , από το άνοιγμα του οποίου αρχίζει να προβάλλει ένας φαλλός σε στύση . Βγάζω το καπέλο μου για να σκεπάσω το επαίσχυντο όργανο, αλλά ακούω μια φωνή γυναικεία να με προτρέπει : "Άφησέ το , αγάπη μου, να ανθίσει, άφησέ το!". Μια γυναίκεία φιγούρα περνάει από την ανοιχτή μπαλκονόπορτα και κατευθύνεται προς το ποδήλατο-κορμί μου. Σηκώνει το αριστερό πόδι , κάθεται απαλά επάνω του και πατάει τα πεντάλ . Οι τροχοί-ρολόγια τώρα κινούνται γύρω από τον άξονά τους, χωρίς όμως το ποδήλατο να προχωρεί. Σκύβω και προσπαθώ να δω το πρόσωπό της . "Μη μου το κάνεις αυτό , αγάπη μου! Άφησέ με στην ησυχία μου!" , αγκομαχεί . Απλώνει το χέρι της και μου δείχνει προς τη γωνία της σάλας . Παγώνω από τον τρόμο . Βλέπω την Αρετή λουσμένη από μια δέσμη φωτός. Κάθεται οκλαδόν σε στάση διαλογισμού . Είναι γυμνή . Τα ξανθά της μαλλιά λυμένα στους ώμους . Ξεκολλώ από τη θέση μου και με τρεμάμενα βήματα πλησιάζω . Σκύβω από πάνω της . Στρέφεται και με κοιτάζει. Οι κόγχες των ματιών της είναι δυο φριχτές φωσφορίζουσες τρύπες. Δίπλα της μια πελώρια γλάστρα με ένα παράξενο φυτό, που μοιάζει με κλαίουσα ιτιά. Από ένα κλαδί , πάνω ακριβώς από το κεφάλι της, κρέμεται μια κάσκα μοτοσικλετιστή. Προσέχω τα χέρια της. Είναι απλωμένα πάνω στα γόνατα με τις παλάμες ανοιχτές. Στην αριστερή κουρνιάζει ένα πάλευκο πουλί χωρίς κεφάλι! Αιμορραγεί στην περιοχή του κομμένου λαιμού . Βλέπω καθαρά το αίμα , που σταλάζει στο γυμνό της γόνατο , μια κόκκινη κλωστή διατρέχει το γλουτό και χάνεται στην περιοχή του αιδοίου. Θυμώνω .Της πιάνω το γυμνό ώμο και την τραντάζω. "Μη νομίσεις ότι έπαψα να σ΄ αγαπώ! Σου απαγορεύω να κάνεις τέτοιες σκέψεις!". Δεν αντιδρά. Τη βρίζω , τη φτύνω, αλλά δεν αντιδρά. Πνίγομαι . Έξαλλος ορμώ στην μπαλκονόπορτα. Βγαίνω σ’ ένα μεγάλο μπαλκόνι , που βλέπει σ’ έναν κήπο. Πατώ στο στηθαίο και απογειώνομαι Πετώ τώρα στον αέρα . Από κάτω χάσκει ο σκοτεινός κήπος, ύστερα τα ασημένια νερά ενός πλατιού ποταμού . Προσγειώνομαι ανάλαφρα στην όχθη του και χώνομαι στο παρακείμενο δάσος. Παραμερίζω τα πυκνά κλαδιά . Προχωρώ με δυσκολία . Φτάνω σ’ ένα ξέφωτο και βλέπω, λουσμένο στο φως της σελήνης, το αυτοκίνητό μου. Κάθομαι στο τιμόνι και γυρίζω το κλειδί. Η μίζα όμως δεν αντιδρά. Ανησυχώ. Ακούω το θόρυβο μοτοσικλέτας που πλησιάζει . Με πιάνει τρόμος και γυρίζω ξανά με δύναμη το κλειδί της μίζας. Το αυτοκίνητο αυτή τη φορά χυμάει μπροστά σαν βολίδα . Βγαίνω από το δάσος κάνοντας εκπληκτικά ζιγκ - ζαγκ ανάμεσα στα δέντρα . Τώρα τρέχω στην εξοχή με κατεύθυνση τα βουνά . Ανηφορίζω σε στενούς δρόμους με ιλιγγιώδη ταχύτητα . Τοπίο αλπικό, όλο βουνά χιονισμένα και γκρεμοί . Τα λάστιχα περνούν ξυστά από το κράσπεδο του δρόμου, πέτρες κατρακυλούν στα χάη. Πατώ συνεχώς την κόρνα, αλλά ο ήχος που βγάζει μοιάζει με κουδούνισμα ποδηλάτου. Βλέπω μια επιγραφή : Ευτυχισμένοι όσοι ήρθατε στον Παράδεισο! Μπροστά μου προβάλλει ο χιονισμένος αυχένας ενός βουνού, που ολοένα και πλησιάζει. Πατώ αποφασιστικά το γκάζι. Το αυτοκίνητο απογειώνεται σαν αεροπλάνο , περνά πάνω από την κορυφή, προσγειώνεται σε ένα δρόμο που τον γνωρίζω πολύ καλά. Δεν έχω κάνει λάθος. Βρίσκομαι σε ελληνικό έδαφος. Κατεβαίνω την Κατάρα προς τη μεριά της Καλαμπάκας! Ανασαίνω . Τώρα παίζω στο δικό μου γήπεδο. Ένας περίεργος όμως θόρυβος πίσω μου με κάνει να γυρίσω το κεφάλι. Ριγώ. Στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου μου μια νεκρόκασα χωρίς καπάκι ! Μέσα σε λουλούδια , πολλά κόκκινα λουλούδια, το πρόσωπο της Αρετή ! Ο ιδρώτας μουσκεύει το μέτωπό μου. Το χειρότερο , από το καθρεφτάκι του αμαξιού βλέπω ότι με καταδιώκει μια μοτοσικλέτα . Ο αναβάτης της διακρίνεται πολύ καθαρά. Φορά κόκκινη κάσκα και οδηγεί με το αριστερό χέρι. Κερδίζει ολοένα έδαφος . Τρέχει τώρα παράλληλα με μένα . Σηκώνει το δεξί του χέρι και με πυροβολεί στο πρόσωπο. "Μάνα μου!", προλαβαίνω να πω πριν εκτιναχτώ στον γκρεμό. Αρχίζω να πέφτω. Κάτω ο θεσσαλικός κάμπος και οι βράχοι των Μετεώρων πλησιάζουν γοργά...




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Philip Glass - Songs From Liquid Days (Live) : Όταν ο μουσικός μινιμαλισμός ερωτεύτηκε την Ποίηση

Το Songs from Liquid Days(1986 είναι μια συλλογή τραγουδιών που συνέθεσε ο συνθέτης Philip Glass σε στίχους των Paul Simon, Suzanne Vega, ...