Δευτέρα, Οκτωβρίου 27, 2025

«Όλοι ρουφάμε θάνατον»: Ο ποιητής Άνθος Πωγωνίτης (1910-1976)

 

«Όλοι ρουφάμε θάνατον»: Ο ποιητής Άνθος Πωγωνίτης (1910-1976)

Σκίτσο του Άνθου Πωγωνίτη από τον ζωγράφο Πολύκλειτο Ρέγκο

*

της ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΙΔΟΥ

ΝΕΟ ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ | ΙΔΕΕΣ. ΚΡΙΤΙΚΗ. ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ.neoplanodion.g

~.~

Ο Ηπειρώτης ποιητής Άνθος Πωγωνίτης, κατά κόσμον Βασίλης Καραφύλλης, γεννήθηκε το 1910 στον Άγιο Κοσμά Πωγωνίου, ένα μικρό χωριό ανάμεσα στην Βήσσανη και το Βασιλικό. «Μιας κι’ έφτασες στης Βήσσιανης τον πλάτανο αδελφέ μου, / αχό ψαλμού να μπόραγα χαιρετισμό να στείλω, / Στον ίσκιο και τα κλώνια του με τα φτερά τ’ ανέμου».

«Να κοιτάς κατάματα τη γη που σε γέννησε / Ας έχουν πεθάνει εκείνοι που θαύμαζες / θα γεννηθούν αυτοί που θα φέρουν / το μεγάλο δώρο στα παιδιά», προέτρεπε, αφού σαφή επιρροή αποτελούσε και το κήρυγμα του Αγίου Κοσμά («οι άνθρωποι θα μείνουν πτωχοί γιατί δεν θάχουν αγάπη στα δέντρα»), που πέρασε από το Βασιλικό δύο φορές για να διδάξει και να προφητεύσει, ενώ συχνά καυχιέται: «Τα καλύτερα ελληνικά μιλιούνται στο Πωγώνι, έχει η κάθε λέξη τη δική της μουσική στο χορό της Πασχαλιάς».

Γεννημένος στην Ήπειρο ήταν λογικό να κοινωνήσει το δημοτικό τραγούδι («Κουλέ με το κλαρίνο σου κρυφές χαρές μου πρώτες») και την παράδοση. Για εκείνον, η λεβεντιά ήταν λέξη ιερή· την χρησιμοποίησε τόσο στην πορεία της ζωής του όσο και στη λογοτεχνική του δημιουργία.

Εγώ κι η λαλητάρα μου ψυχή που αντικρύσαμε
πικρό μαχαίρι δίκοπο στης μοίρας το παιχνίδι
σα σε τυφώνα το κορμί ολόρθο το κρατήσαμε
και τη βουνίσια λεβεντιά να μη μας φύγει

*

*

Εμφανίστηκε στα γράμματα με την ποιητική συλλογή Τα κολασμένα Σεραφείμ το 1937.

Όλα χαμός, κι αλοίμονο, μια στάχτη ο κόσμος παγερή
που στη ψυχή μου πλάστηκεν απέραντος σας θάμα,
κι η γης μιαν ακυβέρνητη σφαίρα στα χάη ζοφερή
να ξετυλίγη αδιάκοπα τ’ ανθρώπινό μας δράμα.
Με τ’ απλανή τα μάτια μου βλέπω τα σύννεφα βουβός
όγκοι να σέρνωνται βαρειά στ’ απείρου την αγκάλη
σαν ειδυλλίων επίλογοι κι ως είμ’ αταίριαστα χλωμός
κρατώ στις δύο παλάμες μου τ’ αστόχαστο κεφάλι.

Δύο χρόνια αργότερα ακολούθησαν Οι σκελετοί των ονείρων («κι είναι, σαν πένθιμες, πομπές, σε φρίκη σκελετών / οι λογισμοί στο πέλαγο τ’ ανώφελου χαμού τους»). Το 1947 το βιβλίο Καρτερώντας τον Ήλιο («πρέπει μια λύση να δοθή στη σκοτεινή μας τη ψυχή…»), οι Περιπτώσεις του 1959, συνέχισε με τις Γραμμές σε καθρέπτη το 1964, τις Οπτικές γωνίες το 1972, και την Πικρή σύνθεση το 1978, συλλογή που κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό του, με επιμέλεια του φίλου του ποιητή και συναγωνιστή Στέργιου Βαλιούλη. Γράφει ο ίδιος ο ποιητής στον πρόλογο της συλλογής:

Σ’ αυτήν την εποχή της κατανάλωσης και του μηχανικού πολιτισμού, που δεν έχει καμιά σχέση με την ψυχή των ανθρώπων, η ποίηση είναι μια πολυτέλεια που περνάει απαρατήρητη. Οι ποιητές, αν υπάρχουν τέτοιοι ή θα είναι μπροστάρια με οξύ πνεύμα και καρδιά δοσμένη στον λαό τους ή θα είναι παραφωνία καταδικασμένη. Η ποίησις είναι τραγούδι και πόθος των Λαών.

~.~

Σαν όνειρο έχουν περάσει τα πάντα
και η ζωή και οι πόθοι
Τυλίγω τον τελευταίο καιρό
σα νήμα ευτελές και θυμάμαι
Θυμάμαι…

*

*

Ο ποιητής επηρεάζεται και από τον πόνο της ξενιτιάς («Γεννίδια του Βασιλικού σαν τα όργανα ηχήσαν / και μπήκατ’ όλες στο χορό… / Τα πόδια σας κεντούσανε στη γη χαλί από νότες / Τον ήχο να γροικήσουμε και μεις εδώ στα ξένα / αχ και ναρχόμαστε ξανά / Στου Πωγωνίου τα χώματα τα τόσα αγαπημένα / που μόνο η σκέψη μας γυρνά»), μιας και άφησε το χωριό του, παιδί ακόμα («δεν ξέρω τι με πλάνεψε κι ήρθα μικρός απ’ το χωριό / εδώ στην κοσμοθάλασσα πώχει καημούς ομάδι»), μετοικώντας στην Θεσσαλονίκη όπου δούλεψε ως αρτεργάτης.

Όλοι τον ξέραν το φτωχό τον Κωνσταντή στην αγορά
που πάντα είχε στον ώμο του μια κούφα με φραντζόλες,
απ’ την αυγή ως το σούρουπο κι αργότερα καμιά φορά
όλο γυρνούσε αδιάκοπα να τις πουλήση όλες.

Απ’ το μεράκι πώχασε και τη γυναίκα του στερνά
στο καπελειό τ’ απόβραδα τα κοπανούσ’ ορθάτα.
Θες τα βουβά παράπονα που τον φλογίζαν να ξεχνά
ή να θυμιέται πώσβυσαν σαν όνειρο τα νειάτα.

Είχε συχνά στα βλέφαρα μια βουρκωμένη συννεφιά
με κρυσταλλένια δάκρυα τα μάγουλα να ραίνη
κάποιες νυχτιές στο φτωχικό, πούχε τον πόνο συντροφιά
κι είχε στα στήθια μια καρδιά βαριά και ματωμένη.

Όμως προχτές η θύελλα κι η ταραγμένη χειμωνιά
στο πάρκο το δημοτικό, στην κεντρική πλατεία
με σάβανο κατάλευκον αργά τον τύλιξε η χιονιά
‒ και χάθηκε η πραμμάτια του και πάει κι η πελατεία.

Οι εφημερίδες γράψανε την επομένη «εκ ψύξεως» πως
—κι ένας πλανόδιος πωλητής— βρέθηκε στο δρόμο
από δυο τρεις περαστικούς ο Κωνσταντής νεκρός
ως είχε πάντα για να ζη την κούφα του στον ώμο.

Ο Γιώργος Βαφόπουλος στις Σελίδες αυτοβιογραφίας του γράφει:

Κοντά μας, ήταν και λειτουργούσε τον καιρό εκείνο ένας φούρνος. Ο φούρνος του Ηπειρώτη Θωμά Καραφύλλη. Βοηθό του, δεξί του χέρι, ζυμωτή, ψητά, διανομέα στα σπίτια, είχε τον γιό του Βασίλη, 20 χρονώ παλικάρι. Αυτός ο γιος εντυπωσίαζε με τη ζωηράδα του, τα πειράγματα του προπαντός στις πελάτισσες νεαρές δεσποινιδούλες. Τα ήθη όμως της εποχής δεν σήκωναν τέτοια καμώματα. Κι ο αλευρωμένος νεαρός Καζανόβας, ένιωσε την ανάγκη να αποκτήσει ένα πιστόλι.

Το πιστόλι τελικά του το έδωσε το ζεύγος Γιώργου και Ανθούλας με αντάλλαγμα το καθημερινό μισό καρβέλι για έναν ολόκληρο μήνα.

Ο Γιώργος Βαφόπουλος επίσης αναθυμάται:

Μια μέρα μαζί με το καρβέλι μου ’δωσε κι ένα χαρτί. Ήταν ένα ποίημα, γεμάτο ασυνταξίες, ανορθόγραφο, πρωτόλειο στην υφή, γεμάτο όμως από αίσθημα… Του τα διόρθωνα κι εκείνος που πήρε κιόλας το φιλολογικό ψευδώνυμο Πωγωνίτης, άρχισε να φέρνει βόλτες τα καπηλειά της Θεσσαλονίκης και να απαγγέλλει τα επιτεύγματά του. Χαλούσε ο κόσμος όπου στεκόταν κι όπου βρισκόταν. Ενθουσιασμένοι οι πελάτες τον κερνούσαν κι ο Βασιλάκης έγινε τύπος, ταχτικός θαμώνας στα “Κούτσουρα” του Δαλαμάγκα, έκανε τη ζωή του Βιγιόν, σε πολλά όμοιός του. Αυτό γινόταν κάθε βράδυ, τα ξενύχτια-ξενύχτια, τα ζυμάρια-ζυμάρια, όργιο οι συνθήκες για την καραδοκούσα φυματίωση…[...........................................]



Δεν υπάρχουν σχόλια:

LE CRIME DE MONSIEUR LANGE/ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΛΑΝΖ (1936) : με την υπογραφή του Ζαν Ρενουάρ και τη συνυπογραφή στο σενάριο του Ζακ Πρεβέρ

Ένας άντρας και μια γυναίκα φτάνουν σε ένα καφέ-ξενοδοχείο κοντά στα βελγικά σύνορα. Οι πελάτες αναγνωρίζουν τον άντρα από την περιγραφή τη...