Μπασέμ Χαντάκτζι / «Θέλω να εξανθρωπίσω τον Ισραηλινό για να λογοδοτήσει και να αποκαλύψω την αλήθεια»
Ο κρατούμενος Παλαιστίνιος μυθιστοριογράφος μίλησε στην εφημερίδα The Independent Arabia για τις ιστορίες του μέσα στη φυλακή στην οποία ήταν για 20 ολόκληρα χρόνια και τον βάναυσο ξυλοδαρμό που υπέστη από τους δεσμοφύλακες πριν από την απελευθέρωσή του.
Η εφημερίδα The Independent Arabia «πήρε» την πρώτη δημοσιογραφική συνέντευξη από τον φυλακισμένο και απελευθερωμένο πια Παλαιστίνιο μυθιστοριογράφο Μπασέμ Χαντάκτζι στις όχθες του Νείλου στο Κάιρο, όπου εξορίστηκε μετά την απελευθέρωσή του μαζί με μια ομάδα άλλων Παλαιστίνιων κρατουμένων. Στη συνέντευξή του, ο Χαντάκτζι επεσήμανε ότι τα μυθιστορήματά του, ιδιαίτερα το «Μια Μάσκα στο Χρώμα του Ουρανού», το οποίο κέρδισε το Αραβικό Βραβείο Μπούκερ, υπερασπίζονται τον λαό του, ο οποίος υφίσταται γενοκτονία και παρέχουν την ευκαιρία στην παλαιστινιακή αφήγηση να εξαπλωθεί μέσα από τη φυλακή. Εξέφρασε τους φόβους του σχετικά με την τρέχουσα κρίση, η οποία κλιμακώνεται σε όλες τις πτυχές και τις συγκυρίες του παλαιστινιακού ζητήματος. «Η φυλακή με δίδαξε, ότι η γραφή είναι το ελιξίριο της ζωής και ότι η παλαιστινιακή λογοτεχνία μπαίνει σε μια νέα φάση», είναι τα λόγια του Παλαιστίνιου που από τα 20 χρόνια του και για 20 ολόκληρα χρόνια ήταν κρατούμενος στις φυλακές του Ισραήλ και οι λέξεις του είναι αυτές που φοβίζουν τόσο πολύ τους σιωνιστές γιατί κρύβουν ιδέες.

«Πήγα να συναντήσω τον μυθιστοριογράφο και απελευθερωμένο Παλαιστίνιο κρατούμενο, Μπασέμ Χαντάκτζι, και τον βρήκα στην ελ-Νιλ στο Κάιρο, με τα χέρια του απλωμένα στα διάσημα κιγκλιδώματα, σαν σκηνή από ταινία. Μου είπε ότι ήθελε να βιώσει τον αέρα της ελευθερίας ύστερα από 21 χρόνια έγκλειστος στις ισραηλινές φυλακές. Ο μυθιστοριογράφος, νικητής του Διεθνούς Βραβείου Αραβικής Λογοτεχνίας (Αραβικό Βραβείο Μπούκερ) για το μυθιστόρημά του «Μια Μάσκα στο Χρώμα του Ουρανού» έφτασε στο Κάιρο την περασμένη Δευτέρα μετά την υπογραφή της Συμφωνίας του Σαρμ ελ-Σέιχ, την Κυριακή, η οποία τερμάτισε τον διετή πόλεμο που διεξήγαγε το Ισραήλ. Περπατήσαμε με τη μικρότερη αδερφή του κι έναν φίλο κατά μήκος των κιγκλιδωμάτων του Πάρκου της Ανδαλουσίας και βγάλαμε φωτογραφίες. Μου είπε: «Το ξέρω από τις συναυλίες που έκανε η Φαϊρούζ εδώ». Φρόντισε να βγάλει αρκετές φωτογραφίες με φόντο τον Πύργο του Καΐρου και το ιστορικό παλιό ξενοδοχείο Χίλτον. Ο Χαντάκτζι δεν είχε επισκεφτεί ποτέ πριν το Κάιρο, αλλά το γνώριζε από τα βιβλία, την ιστορία και τις τηλεοπτικές σειρές που παρακολούθησε πριν από τη σύλληψή του το 2004, αφού καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη και ήταν μόλις 20 ετών. Λέει ότι αφού ξεκουραστεί λίγο καιρό, σκοπεύει να επισκεφτεί πολλά μέρη γιατί υπάρχουν πράγματα για τα οποία θέλει κανείς να δει, αλλά δεν είναι έτοιμος. «Όλα όσα έγραψα για την Αίγυπτο στα μυθιστορήματά μου, θέλω να τα δω. Έγραψα για την Αίγυπτο κατά τον ενδέκατο αιώνα και περιοχές όπως η Μοκατάμ, η Ακρόπολη, το Αλ-Αζάρ και το νησί Ράουντα. Νοιώθω ότι το Κάιρο με γεμίζει, αν και είναι η πρώτη φορά που περπατάω στους δρόμους του», υπογραμμίζει ο Χαντάκτζι.
«Το πραγματικό ερώτημα για εμάς τους Παλαιστίνιους συγγραφείς σήμερα είναι πώς να καταφέρουμε μέσα από τον λόγο μας να καταδικάσουμε από ηθικής πλευράς το Ισραήλ. Η παλαιστινιακή λογοτεχνία βρίσκεται στα πρόθυρα μιας νέας φάσης που απαιτεί την ανάπτυξη ενός οράματος που θα συμβάλλει στην «αποκάλυψη του εχθρού» και στην αποκάλυψη της ηθικής του κρίσης. Σήμερα, συμφωνούμε σχεδόν όλοι ότι το Ισραήλ βιώνει μια ηθική κρίση μετά τον γενοκτονικό πόλεμο που διεξήγαγε εναντίον του λαού μας στη Γάζα. Η επιμονή μας να γράψουμε ενάντια στην αποικιοκρατία του είναι επίσης μια ηθική απαίτηση. Το σημαντικότερο είναι αυτή η γραφή να γίνει ξεχωριστή και διαφορετική από άλλες μορφές γραφής», λέει ο Παλαιστίνιος συγγραφέας.
Ο Χαντάκτζι ένιωσε βαθιά θλίψη που έφτασε στο Κάιρο μετά τον θάνατο του μυθιστοριογράφου Σονάλλα Ιμπραήμ, τονίζοντας ότι ήλπιζε να τον συναντήσει στο σπίτι του. Αυτό ήταν το όνειρό του. «Λυπήθηκα επίσης όταν έμαθα για τον θάνατο του Λιβανέζου μυθιστοριογράφου Ιλιάς Χούρι, τον οποίο θεωρούσα την πιο σημαντική έμπνευσή μου στη συγγραφή μυθιστορημάτων. Ήταν πάντα το όνειρό μου να τον συναντήσω, καθώς αντιπροσώπευε ένα είδος πατρικής αξίας για μένα. Είναι από τη γενιά του πατέρα μου και μεγάλωσα ακούγοντας για τα μυθιστορήματά του».
Στη φυλακή, ο Χαντάκτζι έγραψε ποίηση για πρώτη φορά, αλλά σταμάτησε μετά από έξι χρόνια και στράφηκε στη συγγραφή μυθιστορημάτων. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο Ιλιάς Χούρι έγινε το πρότυπό του και συχνά φανταζόταν τον εαυτό του να συνομιλεί μαζί του.
Θυμάται ακόμα την ημέρα που η Ισραηλινή Υπηρεσία Φυλακών έκανε έφοδο στο κελί του, λέγοντας: «Δείξε μας ό,τι έχεις μέσα» μού είπαν αλλά, παραδόξως, μπόρεσα να κρύψω αρκετά βιβλία, συμπεριλαμβανομένων των «Παιδιά του Γκέτο» του Ιλιάς Χούρι και το μυθιστόρημα «Ουάρντα» του Σονάλλα Ιμπραήμ. Μετά από μια μακρά περίοδο απομόνωσης και απαγόρευσης επισκέψεων των δικηγόρων, η διοίκηση της φυλακής επέτρεψε στη δικηγόρο μου να με επισκεφτεί. Την ρώτησα για τον Ιλιάς Χούρι. Μου είπε: «Είναι νεκρός». Κι αμέσως μετά πρόσθεσε: «Ο Σονάλλα Ιμπραήμ πέθανε κι αυτός!». Σοκαρίστηκα και της είπα ότι αυτή ήταν μια μορφή «λογοτεχνικής ορφάνιας» για μένα. Πονούσα βαθιά όταν επέστρεψα στο κελί μου, θεωρώντας τους θανάτους τους το πρώτο μεγάλο σοκ που βίωσα μετά τον θάνατο του Μαχμούντ Νταρουίς το 2008, του οποίου τον θάνατο θεωρούσα την πρώτη λογοτεχνική ορφάνια που είχα βιώσει. Ένιωσα μια μυστικιστική σύνδεση μεταξύ μας».
«Εξορίστηκα από την πατρίδα μου»
Ο Μπασέμ Χαντάκτζι αναλογίζεται το παράδοξο που τον έφερε στο Κάιρο, θυμούμενος τα χρόνια που πέρασε ο Νταρουίς (Παλαιστίνιος συγγραφέας) εκεί μετά την εξορία του στη Μόσχα το 1971. «Το Κάιρο είναι η πόλη στην οποία ήρθε ο Νταρουίς αφού επέλεξε την εξορία. Όσο για μένα, εξορίστηκα από την πατρίδα μου, και ήρθα κι εγώ στο Κάιρο, αναπνέοντας τον ίδιο αέρα που ανέπνεε εκείνος. Δεν γνώριζα τις λεπτομέρειες της απελευθέρωσής μου μέχρι που έφτασα στο πέρασμα της Ράφα, όπου με υποδέχτηκαν Αιγύπτιοι αξιωματούχοι και μέλη της Χαμάς. Από τις 7 Οκτωβρίου του 2023, είμαστε εντελώς απομονωμένοι, αποκομμένοι από τον έξω κόσμο. Ο σιωνιστής δεσμοφύλακας μας πολεμούσε αποκρύπτοντας πληροφορίες και εμποδίζοντας κάθε μορφή επικοινωνίας με τον έξω κόσμο. Ωστόσο, την προηγούμενη μέρα της συμφωνίας, μας είπαν ότι την Πέμπτη θα υπογραφόταν συμφωνία ανταλλαγής κρατουμένων. Δεν το πιστέψαμε γιατί πάντα λαμβάναμε ψευδείς ειδήσεις που στόχο είχαν να μας απογοητεύουν, αλλά αυτή τη φορά τα πράγματα πήγαν καλά».
Ο Μπασέμ λέει ότι ο φύλακας του κελιού του μπήκε τη Δευτέρα και του ζήτησε να φορέσει πολιτικά ρούχα. Στη συνέχεια, του είπε ότι μπορεί να μεταφερθεί σε άλλη φυλακή, κάτι που του δημιούργησε νευρικότητα. Αφού ντύθηκε και βγήκε στην αυλή της φυλακής με τους άλλους κρατούμενους, ξυλοκοπήθηκε άγρια. «Με χτυπούσαν ασταμάτητα. Ακόμα πονάω στο θώρακά μου από εκείνη την πλευρά». Επιβεβαιώνει ότι οι περισσότεροι κρατούμενοι που μεταφέρθηκαν από τη φυλακή της ερήμου Νάφχα στις φυλακές Νεγκέβ ξυλοκοπήθηκαν ανηλεώς πριν ενημερωθούν για την απόφαση απελευθέρωσης ή εξορίας τους.
«Επίγνωση της ανεπάρκειας»
Ο συγγραφέας του βιβλίου «Μια μάσκα στο χρώμα του ουρανού» χρησιμοποιεί έναν όρο που αποδίδει στον Γερμανό φιλόσοφο Χέγκελ όταν συζητά τη λογοτεχνική του φιλοδοξία: «Επίγνωση της ανεπάρκειας». Αποκαλύπτει ότι υπέφερε από έλλειψη κατανόησης της πνευματικής διάστασης του σιωνιστή εχθρού. «Έπρεπε να αναλογιστώ αυτήν την έλλειψη για να φτάσω στην πληρότητα κι η πληρότητα ξεκινά με την αμφισβήτηση του δεσμοφύλακα. Με τον όρο “δεσμοφύλακας”, εννοώ ολόκληρη τη δομή του σιωνιστικού εγχειρήματος, επειδή συνδέεται στενά και άμεσα με τη γνώση. Η γνώση και η δύναμη είναι αλληλένδετες, σύμφωνα με τον Μισέλ Φουκώ».
Την ημέρα που ο Χαντάκτζι έκανε τις επιλογές του και ακούμπησε το τουφέκι του στην άκρη του τοίχου, είπε στον εαυτό του: «Θέλω να κρατήσω ένα στυλό επειδή μπορώ να απαντήσω στον εχθρό μέσω της γραφής. Μπορώ επίσης να συμβάλω στη διαμόρφωση ενός νέου πολιτισμικού μετώπου ενάντια στα στερεότυπά μας, όπως ονειρεύτηκε ο αείμνηστος Γασσάν Καναφάνι». Στη συνέχεια, ξεκίνησε τη λογοτεχνική γραφή, βασισμένη στα γραπτά του Γασσάν Καναφάνι. Ήθελε να μετατοπιστεί από τη συγγραφή για την ιστορία στη σύγχρονη πραγματικότητα, να ασχοληθεί με αυτήν, με στόχο τη δημιουργία μιας ολοκληρωμένης γνωστικής δομής. «Η γραφή μου είναι επίσης αντιαποικιακή, στοχεύοντας πρωτίστως στην αυτοκριτική και προτείνει το άνοιγμα στον “άλλον”. Ελπίζω να αναπτύξουμε τη λογοτεχνία μας και να τη μετατρέψουμε σε μια παγκόσμια λογοτεχνία και το πιο σημαντικό, να πετύχουμε να εξανθρωπίσουμε τον σιωνιστή “άλλον” προκειμένου να τον νικήσουμε από ηθικής πλευράς. Τι εννοώ εξανθρωπισμό; Δεν σκοπεύουμε στην ομαλοποίηση των σχέσεων με αυτόν “τον άλλον”, αλλά μάλλον για την μεταμόρφωσή του από τέρας και εγκληματία σε άνθρωπο που μπορεί να λογοδοτήσει για τα εγκλήματά του, σε αντίθεση με το τέρας που δεν μπορεί να λογοδοτήσει».
«Το τίμημα του βραβείου Booker»
Ο Χαντάκτζι πιστεύει ότι η παλαιστινιακή λογοτεχνία βιώνει μια πραγματική κρίση στην αντιπαράθεσή της με τη σιωνιστική λογοτεχνία, ή ακόμα και στην αντιμετώπισή της με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ή στην αναπαράστασή της στα μυθιστορήματα. Κατά την εκτίμησή του, δεν υπάρχουν προτεραιότητες για την παλαιστινιακή λογοτεχνία, κι αυτό προκύπτει από την έλλειψη ενιαίων προτεραιοτήτων σε ολόκληρο το παλαιστινιακό πολιτικό σύστημα. Αντίθετα, λέει, πως υπάρχει «μια υπαρξιακή κρίση που σχετίζεται με την κρίση εξουσίας, την κρίση αντίστασης και την κρίση αντιπολίτευσης. Κατά συνέπεια, η κρίση επιδεινώνεται σε όλες τις πτυχές του παλαιστινιακού ζητήματος».
Ο Χαντάκτζι εξηγεί ότι το μυθιστόρημά του, το οποίο κέρδισε το βραβείο Booker 2023-2024, ήταν μια εισαγωγή στην έναρξη ενός νέου λογοτεχνικού λόγου, που συνδέεται με τον στόχο του να προωθήσει έναν αντιαποικιακό λογοτεχνικό λόγο και να απελευθερώσει πλήρως τα κείμενά του από την ιστορική επιρροή. Αποκαλύπτει ότι οι ηχητικές εγγραφές που αναφέρονται στην ιστορία της Μαρίας Μαγδαληνής στο μυθιστόρημά του είχαν σκοπό να δελεάσουν τον αναγνώστη και να τον προκαλέσουν να διαβάσει το κείμενο από μια συγκεκριμένη ιστορική οπτική γωνία και να τον παρασύρουν στη σύγχρονη πραγματικότητα, να ασχοληθεί με αυτήν και να εξετάσει το ζήτημα της ταυτότητας μέσα στο κείμενο.
Ο Μπασέμ Χαντάκτζι ολοκλήρωσε επιτέλους την αναθεώρηση του τρίτου μέρους του μυθιστορήματος και αναμένει να το εκδώσει σύντομα από τις εκδόσεις Dar Al-Adab, με τον τίτλο «Οι δαίμονες της Μαρίας Μαγδαληνής». Σε αυτό το βιβλίο, επανεξετάζει την ιστορία. Πιστεύει ότι ακόμη και ο χαρακτήρας της Μαρίας Μαγδαληνής μπορεί να περιγραφεί ως η ίδια η Παλαιστίνη. Ολοκλήρωσε επίσης τη συγγραφή ενός ακόμη μυθιστορήματος για τον μάρτυρα Walid Abu Daqqa, τον οποίο θεωρεί μία από τις πιο επιδραστικές προσωπικότητες στην καριέρα του.
«Μια νέα εξίσωση»
Ο Χαντάκτζι συνεχίζει: «Ήθελα να υπενθυμίσω σε όλους ότι αυτό που έγινε και εξακολουθεί να συντελείται είναι γενοκτονία και εθνοκάθαρση. Αλλά το σημαντικότερο ερώτημα που τίθεται είναι το πώς μπορώ να το αναπαραστήσω με λογοτεχνικό τρόπο και να σπάσω την αποικιακή εξίσωση που παράγεται από τον αποικισμό. Ο ένας πόλος είναι ο κυρίαρχος Σιωνιστής ή αποικιοκράτης και ο άλλος πόλος είναι ο υποτελής και καταπιεσμένος Παλαιστίνιος. Όταν όμως ένας Παλαιστίνιος σπάει αυτή την αποικιακή εξίσωση, αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θα προσφύγει στην επανάσταση για να επέλθει η κάθαρση ή να απαντήσει αφηγηματικά μέσω της γραφής».
Ο Χαντάκτζι αποκαλύπτει ότι δέχτηκε ακραία και βίαιη αντιμετώπιση από τον Ισραηλινό δεσμοφύλακα μετά τη νίκη του στο Διεθνές Βραβείο Αραβικής Λογοτεχνίας (Αραβικό Βραβείο Booker). Ο σιωνιστής «άλλος» στενοχωρήθηκε βαθιά όταν έμαθε ότι ο Χαντάκτζι άξιζε να θεωρηθεί άνθρωπος με ιστορία. «Το θέμα του κειμένου έφερε σε δύσκολη θέση τον εχθρό, επειδή το μυθιστόρημα άγγιξε το αγαπημένο παιχνίδι του Ισραηλινού αποικιοκράτη, το ναζιστικό Ολοκαύτωμα. Το βιβλίο αντιμετωπίζει το Ολοκαύτωμα με έναν ασυνήθιστο τρόπο, καθώς ξεφεύγει από το σιωνιστικό του πλαίσιο και μεταφέρεται στο ανθρώπινο. Ήθελα ο Εβραίος - θύμα που κάηκε τότε, να νιώσει ότι διαπράττει το ίδιο έγκλημα, εξοντώνοντας τους Παλαιστίνιους. Έτσι, αφαιρεί από τον εχθρό το όπλο στο οποίο βασίζεται για να μας πολεμήσει».
Ο Χαντάκτζι δεν ισχυρίζεται ότι κατάφερε να σπάσει αυτήν την εξίσωση γιατί, όπως λέει, είναι ακόμη νωρίς για κάτι τέτοιο, αλλά ότι αποκάλυψε την ανισορροπία της. Αυτό το ένιωσε καθαρά κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων από την υπηρεσία Σιν Μπετ. «Όταν ο ανακριτής με απειλούσε λέγοντάς μου “θα σου κάνουμε, θα σου δείξουμε, θα σε χτυπήσουμε, θα σε απομονώσουμε”, του απαντούσα: Όλα αυτά για μερικές λέξεις; Κι εκείνος έλεγε “ναι”. Τότε του ξαναέλεγα: Αν ήξερα ότι οι λέξεις μου θα σας δημιουργούσαν τέτοια ταραχή, θα είχα γράψει δεκάδες παρόμοια βιβλία».
Ο απελευθερωμένος κρατούμενος πιστεύει ότι αυτό που φοβάται περισσότερο το σιωνιστικό καθεστώς είναι η λέξη, γιατί η λέξη γεννιέται από την ιδέα, και η ιδέα είναι πάντα πιο δυνατή από τις σφαίρες. «Το μυθιστόρημά μου στάθηκε στο πλευρό του λαού μου, που υφίσταται γενοκτονία. Το αφιέρωσα στη Γάζα και στον λαό της. Πιστεύω ότι η βράβευσή μου με το Αραβικό Βραβείο Booker έδωσε στην αφήγηση του λαού μου περισσότερες ευκαιρίες διάδοσης, αλλά, ταυτόχρονα, με έφερε αντιμέτωπο με νέες προκλήσεις».
«Λογοτεχνική κάθαρση»
Πριν γράψει αυτό το μυθιστόρημα, ο Χαντάκτζι έγραφε ποίηση. Όμως σταμάτησε εντελώς να γράφει το 2010, όταν συνειδητοποίησε ότι δεν είναι ποιητής κι ότι τελικά αναζητούσε κάτι διαφορετικό. Η πραγματική του στροφή προς τη μυθοπλασία ήρθε το 2013, όταν άρχισε να γράφει το μυθιστόρημα Μίσκ αλ-Καφάγια («Το άρωμα της επάρκειας»), που αφηγείται την ιστορία της Χαϊζουράν, μητέρας του Χαρούν αλ-Ρασίντ.
Στην ερώτηση για το πώς επηρέασε η φυλακή τη γραφή του και τις τεχνικές της, ο Χαντάκτζι απαντά: «Ο Μαχμούντ Νταρουίς όρισε τη φυλακή ως “πεμπτουσία”, και εγώ λέω πως και η γραφή είναι πεμπτουσία· και η ελπίδα επίσης είναι πεμπτουσία. Από την αρχή λοιπόν πήρα τις αποφάσεις μου: ήθελα να μετατρέψω τη φυλακή από ένα στενό κελί σε έναν ανοιχτό χώρο. Μετέτρεψα την αυλή του κρατητηρίου σε σκηνή, σε πολιτιστικό χώρο που εγώ ο ίδιος οικοδόμησα. Μέσα στη φαντασία μου δημιούργησα τον χώρο μου, από την εσωτερική ανάγκη του Παλαιστίνιου κρατουμένου να εκφράσει τον εαυτό του και τον δίκαιο αγώνα του. Και μέσα στα χρόνια της φυλακής, βεβαιώθηκα ότι η γραφή είναι το ελιξίριο που με κρατά στη ζωή».
* Τη συνέντευξη του Μπασέμ Χαντάκτζι στην εφημερίδα The Independent Arabia μετέφρασε η Βίκυ Μπούτρη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου