Στην πρόσφατη εκδρομή μου στη Μάνη, που εντυπώσεις δημοσίευσα στο ιστολόγιο την περασμένη Κυριακή,
αγόρασα από την Καρδαμύλη το βιβλίο του Πάτρικ Λη Φέρμορ "Μάνη", ενώ
πήγα και στο σπίτι που έχτισε ο Φέρμορ στην Καρδαμύλη. Ταιριάζει
λοιπόν σήμερα να βάλουμε ένα απόσπασμα από αυτό το βιβλίο.
Πριν
προχωρήσω, μια και σήμερα είναι του Αγίου Δημητρίου, να ευχηθώ χρόνια
πολλά στον Δημήτρη Μαρτίνο, τον Mitsos, τον Μήτσκο, τον Ορεσίβιο
(κρυπτοδημήτρης), τον Τζιμάκο και τους άλλους που σίγουρα ξεχνάω, το
ίδιο και στις Δήμητρες που μας διαβάζουν.
Το
βιβλίο του Πάτρικ Λη Φέρμορ είχε εκδοθεί παλιότερα σε μετάφραση του
Τζαννή Τζαννετάκη, που διετέλεσε και πρωθυπουργός και ήταν και
προσωπικός φίλος του συγγραφέα -η φιλία πετυχαίνει πολλά, αλλά καλό
μεταφραστή δεν σε κάνει, κι έτσι εκείνη η παλιά μετάφραση είχε πολλά
λάθη. Στη νέα έκδοση, από το Μεταίχμιο, τη μετάφραση
έχει κάνει ο
πεζογράφος Μιχάλης Μακρόπουλος, δεινός μεταφραστής επίσης.
Το
βιβλίο είναι για τη Μάνη, αλλά εγώ διάλεξα να παρουσιάσω το πρώτο του
κεφάλαιο, με τίτλο "Νότια της Σπάρτης", που δεν μιλάει για τη Μάνη,
αφού ο αφηγητής ακόμα βρίσκεται στα πρόθυρά της. Ο λόγος που το
διάλεξα είναι η εντυπωσιακή παράθεση των διάφορων "παράξενων
κοινοτήτων" του ελληνισμού, που παραθέτει ο Φέρμορ στη μέση του
κεφαλαίου, δύο και βάλε σελίδες βιβλίου.
Δεν
ξέρω βέβαια αν οι κάτοικοι της Αναβρυτής και της Τρύπης είναι Εβραίοι,
όπως υποστήριζαν κατηγορηματικά σε συζητήσεις με τον συγγραφέα οι
κάτοικοι των χωριών του λακωνικού κάμπου και της Σπάρτης, ή αν ήταν
στη δεκαετία του 1950 που πέρασε από εκεί ο Φέρμορ. Εγώ που έκανα
στάση στην Τρύπη μόνο με έναν σερβιτόρο έπιασα συζήτηση, που ήταν από τη
Σουτσεάβα της Ρουμανίας.
Μεταφέρω
το πρώτο κεφαλαιο λοιπόν, εκτός από την υποσημείωση του μεταφραστή που
λέει ότι κάποιες ελληνικές λέξεις τυπωμένες με πλάγια είναι έτσι
γραμμένες στο πρωτότυπο, φυσικά με το λατινικο, π.χ. machairovgáltes.
Νότια της Σπάρτης
«Να
προσέχεις αν πηγαίνεις στην Αναβρυτή
» είπε δυσοίωνα ο νεαρός μπαρμπέρης
ανοιγοκλείνοντας το ψαλίδι του. Το βύθισε σ’ άλλη μια χούφτα μαλλιά
κολλημένα από τη σκόνη. Με έναν κριτσανιστό ήχο ακρωτηριασμού, άλλη μια
τούφα προστέθηκε οι ον κύκλο από άχρωμα ξακρίδια κάτω στο πάτωμα. Το
καθρεφτισμένο κεφάλι, βγαίνοντας μέσ’ από ένα σάβανο στον καθρέφτη
αντίκρυ, έμοιαζε να συρρικνώνεται αισθητά. Έδειχνε ήδη κιλά ολόκληρα πιο
αλαφρύ. «Είναι παράξενη φάρα».
«Γιατί
πρέπει να προσέχω;» Η φύση της απειλής έμοιαζε διφορούμενη. Τα
καθρεφτισμένα σπαρτιάτικα πρόσωπα στο πίσω μέρος του μαγαζιού χωρίστηκαν
από χαρούμενα χαμόγελα προσμονής.
«Γιατί;» Ο χωροφύλακας έσκυψε μπρος. «Θα σου πάρουν ως και τα σώβρακα!»
Ένας
γέρος Αρκάδας με φουστανέλα το πήγε ακόμα παραπέρα. «Θα σε γδάρουν
ζωντανό, παιδί μου» είπε. Ένα παιδί, που χαμογελούσε πλάι στον
μπαρμπέρη, είπε: «Θα σε φάνε!».
Ο
τόνος τους όμως ήταν τέτοιος, που δεν μπορούσα να πάρω πολύ στα σοβαρά
τις προειδοποιήσεις τους. Ρώτησα γιατί θα έπρεπε κανείς να τους φοβάται
τόσο πολύ.
«Επειδή είναι Οβριοί» είπε ο χωροφύλακας.
«Έτσι λένε» πρόσθεσε ένας απ’ τους Σπαρτιάτες.
«Φυσικά
είναι Οβριοί» του φώναξε με θυμό ο Αρκάδας. «Όλοι οι χωριάτες στην
Αναβρυτή και την Τρύπη είναι Οβριοί. Από πάντα ήταν». Τώρα οι
καθρεφτισμένοι άντρες είχαν σκάσει στα γέλια, στην ιδέα αυτών των δύο
σημιτικών χωριών πάνω στον Ταΰγετο.
Ήταν
εκπληκτική πληροφορία. Δεν είχα ακούσει ποτέ για Εβραίους στην
Πελοπόννησο. Οι μόνοι Εβραίοι στην Ελλάδα, απ’ όσο ήξερα, ήταν οι
Σεφαραδίτες στον βορρά -στη Θεσσαλονίκη, σε μερικές πόλεις της
ηπειρωτικής χώρας, όπως τα Γιάννενα, η Νάουσα, η Πρέβεζα και η Άρτα,
και σε μερικά νησιά-, που μιλούσαν ισπανικά του δέκατου πέμπτου αιώνα
και ισπανοεβραϊκά, τα Λαντίνο. Η ιστορία τους είναι πολύ γνωστή.
Διώχθηκαν από την Ισπανία το 1492 από τον Φερδινάνδο και την Ισαβέλλα,
και ο σουλτάνος τούς πρόσφερε φιλοξενία στις περιοχές της
Κωνσταντινούπολης και της Θεσσαλονίκης, όπως τους είχαν επιτρέψει οι
Μέδικοι να ριζώσουν και να πληθύνουν στο Γκροσέτο και το Λιβόρνο. Δεν
υπάρχει αντισημιτικό αίσθημα στους Έλληνες: στους έλληνες επιχειρηματίες
αρέσει να πιστεύουν ότι μπορούν να ξεπεράσουν σε πονηριά οποιονδήποτε
Εβραίο, καθώς κι Αρμένη· και στο θέατρο σκιών του Καραγκιόζη οι
εβραϊκές φιγούρες είναι φιλικά γελοίες μορφές με καφτάνι, μυτερό γένι
κι ονόματα όπως Ιακώβ και Μωυσής, που μινυρίζουν μεταξύ τους
χιουμοριστικά σε σπασμένα ελληνικά με ένρινη προφορά. Ο αριθμός τους
ελαττώθηκε αμείλικτα με τη γερμανική Κατοχή.
Ρώτησα
αν οι χωριάτες της Αναβρυτής μιλούσαν ισπανικά. Το καθρέφτισμα ενός
παπά έσκυψε μπρος πλαταγίζοντας τη γλώσσα αρνητικά: ήταν ο πιο μαλλιαρός
άνθρωπος που ’χω δει. (Τι δουλειά έχει εδώ; αναρωτήθηκα. Οι ορθόδοξοι
κληρικοί απαγορεύεται να ξυρίζονται και να κουρεύονται.) Δύο σκοτεινά
μάτια έμοιαζε να κοιτάζουν στον καθρέφτη μέσ’ από μια τρύπα σε μια
μαύρη θημωνιά.
«Όχι»
είπε, «μιλάνε ελληνικά σαν όλους μας. Όταν ο όσιος Νίκων ο Μετανοείτε, ο
απόστολος των Λακώνων, προσηλύτισε τους προγόνους μας στον
Χριστιανισμό, αυτοί οι άνθρωποι ζούσαν στον κάμπο. Κατέφυγαν στα
κατσάβραχα κι από τότε ζουν εκεί. Εκκλησιάζονται και μεταλαβαίνουν.
Είναι καλοί άνθρωποι, αλλά είναι Οβριοί».
«Φυσικά
είναι» ξανάπε ο γέρος Αρκάδας. Ξυρισμένος και κουρεμένος τώρα, και
καθαρισμένος με τη βούρτσα από τα ξακρίδια, έκανα να φύγω. Ο γέρος
έσκυψε από το παράθυρο στη σπαρτιάτικη κάψα και, κουνώντας τη μαγκούρα
του, φώναξε ξανά την προειδοποίησή του, ότι θα μας έγδερναν ζωντανούς,
μέσ’ από τα ούλα του που μόρφαζαν, με το μοναδικό τους γκρίζο
σκυλόδοντο.[....................................]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου