Δεν είναι διάσπαση
Για λόγους στοιχειώδους συνέπειας προς τα έξι προηγούμενα σχετικά άρθρα μου, διατυπώνω την άποψη ότι η αποχώρηση της «Ομπρέλας», των «6+6» και όσων τους ακολούθησαν από τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. δεν είναι διάσπαση.
Διάσπαση θα ήταν αν οι προϋπάρχουσες συγκεκριμένες διαφωνίες των τάσεων που αποχώρησαν με τους «προεδρικούς» είχαν καταστεί πλέον τόσο αγεφύρωτες που οι μεν κατέληξαν στην απόφαση πως η συγκατοίκηση στο ίδιο κόμμα με τους δε έχει καταστεί αδύνατη. Μετά την εκλογή Κασσελάκη, όμως, η μόνη ομοιότητα του κόμματος με τον παλιό εαυτό του είναι η ονομασία και το κτίριο των γραφείων της Κουμουνδούρου.
Επιμένω στην άποψη ότι πρόκειται για κατάληψη του κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς από το κυρίαρχο κοινωνικο-πολιτικό καθεστώς. Όσο και αν σε τεράστιο βαθμό ευθύνεται ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ που άφησε τον εαυτό του να καταληφθεί, πάντως για κατάληψη πρόκειται. Όπως ήταν αναμενόμενο, από κόμμα της Αριστεράς (έστω με τα μύρια όσα προβλήματά του) έχει μετατραπεί σε αναξιόπιστο νεοφιλελεύθερο μόρφωμα με ροπή προς την Ακροδεξιά – παρά τις δήθεν αριστερές ατάκες που εκστομίζει πού και πού ο αρχηγός του στην απεγνωσμένη προσπάθειά του να πείσει τους όποιους αφελείς πως ανήκει στην Αριστερά.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ως αριστερό κόμμα έχει καταστραφεί. Δεν πρόκειται λοιπόν για διάσπαση, αλλά για εγκατάλειψη μιας ούτως ή άλλως χαμένης υπόθεσης από όσους/ες ενδιαφέρονται για τη θεσμική επανίδρυση της ανανεωτικής ριζοσπαστικής Αριστεράς. Αυτό συνεπώς τώρα είναι το ζητούμενο.
Ας αρχίσουμε λοιπόν από το θεμελιώδες πρόβλημα, που προκύπτει ακριβώς από το γεγονός ότι δεν πρόκειται για διάσπαση αλλά για επανίδρυση. Η διάσπαση, ως πολιτική πράξη, έχει το εξής «καλό»: Επειδή προκύπτει από συγκεκριμένες διαφωνίες προγραμματικού ή/και ιδεολογικο-πολιτικού χαρακτήρα, η πλευρά που προξενεί τη διάσπαση και αποχωρεί έχει λίγο έως πολύ ήδη συγκροτημένες απόψεις στις οποίες συγκλίνουν όλοι/ες οι μετέχοντες/ουσες σε αυτήν.
Η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ το καλοκαίρι του 2015 προήλθε από την Αριστερή Πλατφόρμα (κατόπιν ΛΑ.Ε.), που είχε ως «κόκκινη γραμμή» τη μη αποδοχή των μνημονίων. Το 1991, το ΚΚΕ διασπάστηκε και αποχώρησε από τον Συνασπισμό που ούτως ή άλλως δεν ήταν ενιαίο κόμμα – ούτε καν υπήρχε τότε ακόμη η τάση προς κάτι τέτοιο (όπως υπήρχε με τον Συνασπισμό μετά τη διάσπαση αλλά και με τον ΣΥΡΙΖΑ από τότε που συγκροτήθηκε).
Η διάσπαση του ΚΚΕ Εσωτερικού το 1986-87 (απ’ όπου προέκυψαν η ΕΑΡ και το ΚΚΕ Εσωτερικού – Ανανεωτική Αριστερά και κατόπιν ΑΚΟΑ) στηριζόταν σε συγκεκριμένες διαφωνίες ως προς τον στρατηγικό και ταυτοτικό χαρακτήρα της ανανεωτικής Αριστεράς. Και όσον αφορά την πρώτη μεγάλη διάσπαση, εκείνη του 1968, η ομάδα που έφυγε και κατόπιν συγκρότησε το ΚΚΕ Εσωτερικού αρχικά είχε εκφραστεί με την άρνηση να αποδεχτεί τον ασφυκτικό έλεγχο που ασκούσε η φιλοσοβιετική ηγεσία του ΚΚΕ.
Όλες οι διασπάσεις, και από τις δύο πλευρές, παρέμεναν μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της Αριστεράς – οι διαμάχες που είχαν προηγηθεί και που τις συνόδευαν, οσοδήποτε έντονες, δεν αναιρούσαν αυτό το γεγονός. Κάθε φορέας που προέκυπτε από την εκάστοτε διάσπαση είχε επομένως ήδη έτοιμο το ιδεολογικό και ταυτοτικό στίγμα που προσδιόριζε την ύπαρξή του και που του προσέδιδε τη δική του ιδιαιτερότητα ως φορέα της Αριστεράς. Τώρα, οι αποχωρήσαντες από τον ΣΥΡΙΖΑ στο μόνο κοινό στο οποίο έχουν (έμπρακτα) συμφωνήσει είναι η απόλυτη αδυναμία αποδοχής της πλήρους μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ.
Ποιος είναι ο μεγάλος κίνδυνος που προκύπτει από αυτήν την κατάσταση; Δεν θα ήταν υπερβολικό να υποστηρίξουμε πως πρόκειται ουσιαστικά για επανίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ με άλλο όνομα και χωρίς τον Αλέξη Τσίπρα. Υπάρχει επομένως σοβαρό ενδεχόμενο να επαναληφθεί το βασικό προβληματικό χαρακτηριστικό που ταλάνιζε τον ΣΥΡΙΖΑ πριν από την παραίτηση του τελευταίου: ο αρχηγισμός.
Που τώρα θα εκδηλωθεί με την αδυναμία των τάσεων να τα βρουν μεταξύ τους ως προς το ποιος θα είναι ο «Διάδοχος του Τσίπρα». Ητοι, όχι ο πρόεδρος που θα εκλεγεί μέσα από ουσιαστικές δημοκρατικές εσωκομματικές διαδικασίες και που θα λογοδοτεί συνεχώς στο σώμα που τον εξέλεξε – σε αυτήν την περίπτωση θα μπορούσαν οι τάσεις να συνεννοηθούν. Αλλά ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης που άπαξ και εκλεγεί δεν θα πρέπει ποτέ να αμφισβητηθεί από κανέναν και για οποιονδήποτε λόγο. Ο κίνδυνος είναι ότι το φάντασμα του αρχηγισμού ακόμη πλανάται και θα καθορίσει τα πράγματα – και, ελλείψει Τσίπρα, δύσκολο έως αδύνατο να συμφωνηθεί ποιος θα είναι ο Μέγας Αντικαταστάτης του. Ας ελπίσουμε πως το «πάθημα/μάθημα Κασσελάκη» κάτι μας δίδαξε.
*Ο Κύρκος Δοξιάδης είναι ομότιμος καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου