Όλη νύχτα εδώ (η μαρτυρία του Γιώργου Αλεξάτου)
ΝΙΚΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΚΟΣ |
Πλησιάζει η 17 του Νοέμβρη, η πεντηκοστή επέτειος από τη μέρα της φονικής καταστολής της εξέγερσης των φοιτητών στο Πολυτεχνείο. Το ιστολόγιο συνηθίζει να δημοσιεύει τις μέρες αυτές κείμενα σχετικά με «το Πολυτεχνείο», είτε λογοτεχνικά είτε μαρτυρίες. Για παράδειγμα, πριν από μερικά χρόνια είχαμε δημοσιεύσει τη μαρτυρία του φίλου μας Δημήτρη Μαρτίνου, ο οποίος ήταν τότε φοιτητής της σχολής Χημικών Μηχανικών και είχε άμεση συμμετοχή.
Σήμερα, τελευταία Κυριακή πριν από την επέτειο, δημοσιεύω ένα επετειακό άρθρο, και επιφυλάσσομαι για ανήμερα.
Εδώ και λίγα χρόνια άρχισα να αναδημοσιεύω μαρτυρίες από το βιβλίο «Όλη νύχτα εδώ», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη σε επιμέλεια του ιστορικού Ιάσονα Χανδρινού και φιλοδοξεί ν’ αποτελέσει, όπως λέει ο υπότιτλος, Μια προφορική ιστορία της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Το βιβλίο αυτό περιλαμβάνει 80 μαρτυρίες ανθρώπων που συμμετείχαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην εξέγερση (εδώ μπορείτε να δείτε τα ονόματά τους) ενώ προτάσσεται εκτενής εισαγωγή του Χανδρινού.
Από το βιβλίο του Χανδρινού έχουμε δημοσιεύσει το 2019 τη μαρτυρία του Γιώργου Σορολοπίδη, το 2020 τη μαρτυρία της Ιωάννας Καρυστιάνη, το 2021 τη μαρτυρία του αείμνηστου φίλου Κώστα Βοσταντζόγλου, και πέρυσι τη μαρτυρία του Γιώργου Παυλάκη.
Σήμερα θα διαβάσουμε τη μαρτυρία του Γιώργου Αλεξάτου, ο οποίος είναι από τους νεότερους που συμμετέχουν στο βιβλίο του Χανδρινού, μια και το 1973 ήταν μόλις 17 χρονών -άλλωστε δεν ήταν φοιτητής, αλλά οικοδόμος και μαθητής νυχτερινού γυμνασίου. Έχει επομένως ιδιαίτερο ενδιαφέρον, μια και η μαρτυρία προέρχεται από έναν εργάτη.
Ο Αλεξάτος αποτελεί εξαιρετική περίπτωση διανοούμενου με εργατική προέλευση. Έχει δώσει αξιόλογα έργα, τόσο για το εργατικό κίνημα όσο και για άλλα θέματα, όπως και ένα ουχρονικό μυθιστόρημα. Παλιότερα είχαμε παρουσιάσει το δικό του Ιστορικό Λεξικό του εργατικού κινήματος. Αν διαβάσετε το σχετικό άρθρο, να έχετε υπόψη σας ότι στο μεταξύ έχει κυκλοφορήσει καινούργια, επαυξημένη και βελτιωμένη, έκδοση.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΕΞΑΤΟΣ
1956, Αστακός Αιτωλοακαρνανίας, οικοδόμος, μαθητής νυχτερινού γυμνασίου
Εξάρχεια, 7 Φεβρουαρίου 2013
[01:30:30]
Πήγα στο νυχτερινό το 1972, στα 15 μου χρόνια. Στα Πετράλωνα. Και την ίδια χρονιά έγινα και μάστορας - ήμουνα χτίστης. Τότε παίρναμε τετρακόσιες δραχμές (το μεροκάματο στο εργοστάσιο ήταν εκατό δραχμές) και εφτά ώρες τη μέρα. Και έξι ώρες το Σάββατο. Όλα στην οικογένεια πήγαιναν, βέβαια. Νυχτερινό λοιπόν από τη μία και οικοδομή από την άλλη. Για μένα ήταν ευτυχής συγκυρία. Γιατί υπήρχε όλο αυτό το κλίμα που σε προσανατόλιζε σαφέστατα. Στην οικοδομή η πλειονότητα είχε συμμετάσχει στο κίνημα πριν από τη Δικτατορία. Ήταν αριστεροί. Όσοι έμπαιναν γίνονταν πάρα πολύ γρήγορα αριστεροί. Στην οικοδομή υπάρχει ελευθερία έκφρασης. Το γεγονός ότι ήταν μικρά τα συνεργεία και πήγαινες εύκολα σε άλλο εργολάβο δεν δημιουργούσε σχέσεις εξάρτησης. Δεύτερον, συζητούσαμε ελεύθερα. Κι όταν λέω ελεύθερα, το εννοώ. Βρίζαν τη Χούντα. Δεν τραγουδάγανε Θεοδωράκη, αλλά τραγουδάγανε Καζαντζΐόη - τα «ταξικά» τραγούδια: «Ο φτωχός, μάνα, καλύτερα να μη γεννιέται» και «Οικοδόμοι παλικάρια, με περήφανη ψυχή». Τι να τους κάνει ο μπάτσος; Νόμιμος ήταν ο Καζαντζίδης. Θα μου πεις, δεν υπήρχε φόβος; Όχι. Ποιος θα τολμούσε να πάει να καρφώσει; Σε ποιον να καρφώσει; Ήξερε ότι δεν θα ξαναπάταγε σε πιάτσα οικοδόμων. Δεν θα ξανάπιανε δουλειά στην οικοδομή. Όσοι ήτανε δεξιοί ή φιλοχουντικοί, απλοός σωπαίνανε οι άνθρωποι, τους δούλευαν οι άλλοι -περισσότερο καζούρα. Υπήρχε περισσότερο δικτατορία του προλεταριάτου, απελευθερωμένα εδάφη! «Φίλε μου, εδώ έχουμε εμείς εξουσία». Η Χούντα είχε αποπειραθεί να χτυπήσει τις πιάτσες με το που έγινε το πραξικόπημα. Οι πιάτσες ήταν στην Ομόνοια και την Κοτζιά. Στην Ομόνοια ήταν χτίστες και σοβατζήδες, στην Κοτζιά ήτανε κυρίως καλουπατζήδες, μπετατζήδες και μπογιατζήδες. Αλλά δεν πέρασε.
Αυτό ήταν το κλίμα στην οικοδομή. Οι πιτσιρικάδες υποψιάζονταν πάρα πολύ γρήγορα. Η μεγάλη πλειονότητα ήταν σχετικά νέος κόσμος. Οι μαστόροι ήτανε από 25 μέχρι 45 ετών. Η δουλειά ήταν εξαιρετικά σκληρή. Εγώ πρόλαβα τους καλουπατζήδες να σπάνε με φτυάρια το χαρμάνι και ν' ανεβαίνουν με τον ντενεκέ στον πέμπτο όροφο. Τότε τέλειωνε αυτό· άρχισαν να παίρνουν μπετονιέρες, αναβατόρια και τέτοια. Όταν πρωτοδούλεψα ως βοηθός σε χτίστες, τα τούβλα τα κουβάλαγε ο άλλος (γιατί εγώ ήμουνα πιτσιρίκος) με τη «γαϊδάρα», μια ξύλινη κατασκευή όπου έβαζες τα τούβλα επάνω κι ανέβαινες. Μετά άρχισαν τα γερανάκια. Οι βοηθοί ήταν μικρών ηλικιών, ακόμα και 13-14 χρόνων. Ήταν εξαιρετικά σκληρή δουλειά· κατά συνέπεια, ήταν πολύ λίγοι μεγάλης ηλικίας. Υπήρχαν και γεροντάκια -πενηντάρηδες και εξηντάρηδες-, είχε κατακτήσει κι ο κλάδος τη σύνταξη στα 60 πριν από τη Δικτατορία (το λέγανε «τζάμπα κατάκτηση, γιατί κανείς δεν φτάνει στα 60»), Δεν χρειάζονται πολλά για να γίνεις κομμουνιστής. Ειδικά όταν φορτώνεις τούβλα μέχρι τις δυόμισι η ώρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου