Αγάπη
Δεν ωφελεί να καρτεράς όρθιος στην πόρτα του σπιτιού
και με τα μάτια στους νεκρούς τους δρόμους στηλωμένα:
-αν είναι νάρθει, θε να ’ρθεί δίχως να νιώσεις από πού
και, πίσω σου πλησιάζοντας με βήματα σβησμένα,
και με τα μάτια στους νεκρούς τους δρόμους στηλωμένα:
-αν είναι νάρθει, θε να ’ρθεί δίχως να νιώσεις από πού
και, πίσω σου πλησιάζοντας με βήματα σβησμένα,
θε να σου κλείσει απαλά με τ’ άσπρα χέρια της τα δυο
τα μάτια που κουράστηκαν τους δρόμους να κοιτάνε
κι όταν, γελώντας, να της πεις θα σε ρωτήσει:…Ποια ’μαι εγώ;
απ’ της καρδιάς το σκίρτημα θα καταλάβεις ποια ’ναι.
τα μάτια που κουράστηκαν τους δρόμους να κοιτάνε
κι όταν, γελώντας, να της πεις θα σε ρωτήσει:…Ποια ’μαι εγώ;
απ’ της καρδιάς το σκίρτημα θα καταλάβεις ποια ’ναι.
Δεν ωφελεί να καρτεράς: αν είναι να ’ρθει θε να ’ρθεί.
Κλειστά όλα να ’ναι, θα τη δεις άξαφνα μπρος σου να βρεθεί
κι ανοίγοντας τα μπράτσα της πρώτη θα σ’ αγκαλιάσει˙
Κλειστά όλα να ’ναι, θα τη δεις άξαφνα μπρος σου να βρεθεί
κι ανοίγοντας τα μπράτσα της πρώτη θα σ’ αγκαλιάσει˙
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου