Γιάννης Σκαρίμπας - Βικιπαίδεια
Συμεών Σταμπουλού*: «Απρόσμενες όψεις του Γιάννη Σκαρίμπα ως θεατρικού συγγραφέα»
Καὶ φέτος (γινόμαστε βαρετοί) πρέπει, ὅπως καὶ πέρυσι, νὰ μιλήσουμε ἀκόμη λίγο γιὰ τὸν θεατρικὸ συγγραφέα Γιάννη Σκαρίμπα. Ἔχουμε πάντως σοβαροὺς λόγους γι’ αὐτό: τὴν ἐπιμελημένη ἔκδοση δύο ἔργων, τὸν ἐντοπισμὸ δύο ἄγνωστων δραμάτων, καὶ τὴν προοπτικὴ μιᾶς παράστασης ἔργου του ἀπὸ ἐπιφανὴ θεατρικὸ Ὀργανισμό (χωρὶς αὐτὸ νὰ σημαίνει ὅτι θεωροῦνται ἥσσονος σημασίας παραστάσεις ἀπὸ λιγότερο γνωστοὺς Θιάσους - τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὶς πειραματικὲς παραστάσεις). Καταλαβαίνετε ὅτι ἡ σοδειὰ τῆς προηγούμενης χρονιᾶς εἶναι πλούσια, καὶ ἠχηρὸς ἀπόηχός της εἶναι ἡ παράσταση ποὺ θὰ δοῦμε ἀπόψε, τὸν Θεατρικὸ Μονόλογο Τὸ Σόλο τοῦ Φίγκαρω, ἀπὸ τὸ «Θέατρο Πολύτεχνο Κέρκυρας», σὲ σκηνοθεσία Λάμπρου Ντούτσικου.
Μὲ ἐπιμέλεια τοῦ λαμπροῦ νεοελληνιστῆ Λάμπρου Βαρελᾶ κυκλοφόρησε ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Νεφέλη τὸ πολυαναμενόμενο θεατρικὸ ἔργο Τὸ Βατερλὼ δυὸ γελοίων ποὺ βρέθηκε στὸ ἀρχεῖο τῆς ἐγγονῆς τοῦ συγγραφέα κ. Ἑλένης Σκαρίμπα καὶ ἀπόκειται στὸ Ε.Λ.Ι.Α. Τὸ ἔργο γράφεται μετὰ τὴν Ἄνοιξη τοῦ 1939, ὅταν εἶχε ἐκδοθεῖ τὸ μυθιστόρημα Τὸ Σόλο τοῦ Φίγκαρω, καὶ μετὰ τὴν παραίτηση τοῦ Σκαρίμπα ἀπὸ τὴν ὁλοκλήρωση τοῦ ὁμότιτλου μυθιστορήματος. Ἡ ἀξία του ἔγκειται ἀκόμη στὸ γεγονὸς ὅτι διασώζει τὴν πλοκὴ τοῦ ἄφαντου προπολεμικοῦ Βατερλώ. Οἱ ἥρωές του ἔρχονται, ὡς προσκλητήριο τιμητικό, ἀπὸ τὴ μυθιστορηματικὴ τριλογία. Αὐτὸ ἰσχύει καὶ γιὰ τὴν πλοκή του ποὺ ἐμπλουτίστηκε στὸ τέλος μὲ τὸ μοτίβο τῆς γυναίκας-κούκλας ἀπὸ τὸ Σόλο τοῦ Φίγκαρω. Σὲ ἀρκετὰ μεταγενέστερο χρόνο ὁ Σκαρίμπας σημειώνει στὸ δακτυλόγραφο μὲ μπλὲ μαρκαδόρο καὶ κόκκινο στυλό: «ἀποτυχημένο», «ἄχρηστο» καὶ «ὅλο τὸ βιβλίο αὐτὸ εἶναι ἀποτυχημένο». Στὸ ἐξώφυλλο τοῦ δακτυλόγραφου, ὅμως, ἀναρωτιέται ἂν τὸ ἔργο εἶναι ὄντως ἀποτυχημένο, ἐνῶ τὸ κοινοποιεῖ σὲ ἔμπιστους παραλῆπτες. Ἀσφαλῶς δὲν τὸ κατέστρεψε.
Ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Gutenberg κυκλοφόρησε, σχεδὸν παράλληλα, τὸ θεατρικὸ ἔργο Ὁ ἦχος τοῦ κώδωνος, μὲ ἐπιμέλεια τοῦ ὁμιλοῦντος. Ὁ Ἦχος διασώζει, μὲ ἐλάχιστες τροποποιήσεις, τὴν χαμένη ὣς τὴν ὥρα αὐτὴ Γυναίκα τοῦ Καίσαρος, δρᾶμα ποὺ γράφτηκε μετὰ τὸ θεατρικὸ Βατερλώ, τὸ ἀργότερο μέχρι τὸ 1942, ὅταν μὲ πρωταγωνιστὴ τὸν Μάνο Κατράκη παραστάθηκε στὴν Χαλκίδα στὸ κινηματοθέατρο «Κεντρικόν» (15-19 Ὀκτωβρίου). Ὁ Ἦχος δημοσιεύθηκε τὸ 1949 σὲ τέσσερεις συνέχειες στὸ περιοδικὸ Νέοι Ρυθμοί, καὶ σὲ βιβλίο τὴν ἑπόμενη χρονιά, τὸ 1950. Τὸ 1952 ὑποβλήθηκε στὸ Ἐθνικὸ Θέατρο, τοῦ ὁποίου διευθυντής, στὴ θέση τοῦ Δημήτρη Ροντήρη, εἶχε τοποθετηθεῖ ὁ Γιῶργος Θεοτοκᾶς. Ὡστόσο, ἀπορρίφθηκε «μετὰ πολλῶν ἐπαίνων». Ἐπανεκδόθηκε τὸ 1978 ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Κάκτος, μὲ πολλὰ, ὅμως, λάθη καὶ αὐθαίρετες ἐπεμβάσεις. Στὴν τωρινὴ ἔκδοσή του, ἀκριβῶς σαράντα χρόνια μετά, ἐπιχειρήθηκε ἡ ἐν τῷ μέτρῳ τοῦ δυνατοῦ ἀποκατάστασή του.
Θεωρεῖται τὸ ἀρτιώτερο δρᾶμα τοῦ Σκαρίμπα. Γλώσσα «φαντασιακοῦ ρεαλισμοῦ». Ὁ Ἀνδρέας καὶ ἡ Ἰουλία, νιόπαντρο ζευγάρι, βαθιὰ ἐρωτευμένοι ὁ ἕνας μὲ τὸν ἄλλον, παίζουν μὲ τὶς λέξεις ὅπως οἱ ἄλλοι μὲ σπαθιά, ὅπως τὰ ἀνυποψίαστα παιδιὰ μὲ τὰ ὅπλα, καὶ τραυματίζονται θανάσιμα. Λεξιλόγιο μιᾶς κομεντὶ ποὺ μπορεῖ νὰ καταλήξει σὲ τραγωδία. Ἀνεβάστηκε μόλις τὸ 1969 στὸ Πειραματικὸ Θέατρο τῆς Μαριέττας Ριάλδη ἀπὸ τὸν Θίασο τοῦ Γ. Ἐμιρζᾶ καὶ παιζόταν ἐπὶ δύο δεκαετίες σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα. Οἱ ἰσχυρισμοὶ τοῦ Σκαρίμπα ὅτι μετὰ τὴν ἔκδοση τοῦ 1950 τὸ ἔργο μεταφράστηκε στὰ ἀγγλικὰ ἀπὸ Κύπριο ὁμογενὴ στὸ Λονδῖνο, ἀποδείχθηκαν ἀληθινοί. Ὁ Κύπριος λόγιος ὀνομάζεται Τηλέμαχος Παντελίδης. Γεννήθηκε τὸν ἴδιο χρόνο μὲ τὸν συγγραφέα, τὸ 1893. Τὸ προγραμματισμένο ἀνέβασμά του, τὸ 1952, ἀκυρώθηκε λόγω τῆς ἐπικείμενης, τὸ 1953, στέψης τῆς Βασίλισσας Ἐλισάβετ Β’. Τὸν ἴδιο χρόνο ὁ Παντελίδης, ὁ ὁποῖος ἀλληλογραφοῦσε στενὰ μὲ τὸν συγγραφέα καὶ τὸν ἐνημέρωνε γιὰ τὴν πορεία τοῦ ἐγχειρήματος, εἰσήχθη σὲ καρδιολογικὴ κλινικὴ στὸ Λονδῖνο, ὅπου πέθανε. Μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Λευτέρη Παπαλεοντίου, ἐκδότη τοῦ κυπριακοῦ περιοδικοῦ Μικροφιλολογικά, μάθαμε ὅτι ἡ ὑπέργηρη σήμερα κόρη τοῦ Παντελίδη ζεῖ στὸ Λονδῖνο καὶ ἔχει στὴν κατοχή της τὸ ἀρχεῖο τοῦ πατέρα της. Περισσότερα στοιχεῖα στὸ Ἐπίμετρο τῆς ἔκδοσης τοῦ δράματος (2017), ποὺ γράφτηκε μὲ τὴ συνδρομὴ τοῦ ἀκάματου, ἄγρυπνου ἐρευνητῆ Κώστα Μπαϊρακτάρη.
Ὡς πρὸς τὰ δύο θεατρικὰ εὑρήματα, ἀξίζει πρῶτα νὰ θυμηθοῦμε δηλώσεις τοῦ Σκαρίμπα γιὰ τὴ θεατρική του παραγωγή, ποὺ κάποτε ἀκούγονταν ἐξωπραγματικές, ἀποκύημα τῆς περιπαικτικῆς του διάθεσης. Τὸ 1965, σὲ ἄτυπη συνέντευξη, συζητώντας μὲ τὸν καθηγητὴ κ. Π.Δ. Μαστροδημήτρη, ἐπιφανή, ἐπίσης, Χαλκιδαῖο λόγιο, ἀναφέρει τρεῖς τίτλους ἕτοιμων ἔργων: Σουζάνα ἡ ἁγία, Σία κι’ ἀράξαμε καὶ Νίνα Δολόξα. Τὸ πρῶτο, Σουζάνα ἡ ἁγία, φαίνεται νὰ συγγενεύει μὲ τὸ γνωστὸ Πάτερ Συνέσιος. Γιὰ τὸ δεύτερο, Σία κι’ ἀράξαμε, μισὸν αἰώνα μετά, δὲν ἔχουμε καμία εἴδηση ἢ ἄλλη μνεία. Τὸ τρίτο, Νίνα Δολόξα, εἶναι πιθανότατα μεταπλασμένο στὸ δρᾶμα Τὸ Σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ, ἐπίσης, μετάπλαση τοῦ μυθιστορήματος Τὸ Σόλο τοῦ Φίγκαρω (μὲ κεντρικὴ ἡρωΐδα τὴν Νίνα Δολόξα).
Τέσσερα χρόνια ἀργότερα, τὸ 1969, σὲ συνέντευξή του σὲ ἐφημερίδα, ὁ Σκαρίμπας ἀναφέρει τρεῖς καινούργιους τίτλους: Ὁ ἀέρας τῆς γῆς, Κάποιος κύριος Δεφτᾶς, Ἡ γυναίκα ἑνὸς ἄλλου. Γιὰ τὰ ἔργα αὐτὰ μέχρι σήμερα δὲν ἔχουμε καμία ἄλλη πληροφορία. Αἰνιγματικὴ περίπτωση ὁ «κύριος Δεφτᾶς», ὁ ὁποῖος κάνει ἕνα πέρασμα στὴ νουβέλλα τοῦ 1961 Ἡ μαθητευομένη τῶν τακουνιῶν (ἀνάλογο μὲ τὰ περάσματα ποὺ κάνει ὁ Χίτσκοκ στὶς ταινίες του, καὶ ὁ Μιχάλης Κακογιάννης στὴν ταινία του Στέλλα). Στὸ ἀρχεῖο τοῦ Σκαρίμπα στὸ Ε.Λ.Ι.Α. ὑπάρχει ἀπόκομμα ἐφημερίδας μὲ ἄρθρο τοῦ Σκαρίμπα σχετικὸ μὲ τὸν μυστηριώδη «κύριο Δεφτᾶ». Ὑποψιάζομαι ὅτι τὸ θεατρικὸ αὐτὸ εἶναι ὑπαρκτὸ καὶ λανθάνει σὲ ἀρχεῖο ἀλληλογράφου τοῦ Σκαρίμπα, ὅπως συνέβη μὲ τὰ δύο ἔργα ποὺ ἐντοπίστηκαν. Ὁ λόγος γι’ αὐτὰ στὴ συνέχεια.
Τὸ 1975 ὁ ἀριθμὸς ἀνεβαίνει κατακόρυφα. Σὲ συνέντευξή του στὴν ἐφημ. Ἡ Καθημερινὴ ὁ Σκαρίμπας ἰσχυρίζεται ὅτι ἔχει γράψει «δεκατέσσερα θεατρικὰ ἔργα», χωρὶς νὰ τὰ κατονομάζει. Αὐτὸ ὅμως ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ ἐπιστολή του στὴν Νόρα Ἀναγνωστάκη (28 Ὀκτωβρίου 1973), ὅπου ἀναφερόμενος σὲ ἐπίσκεψη τῆς Ρ. Μπούμη-Παππᾶ ὑποσημειώνει: «[…] κατὰ τὴν στὸ σπίτι μου ἐπίσκεψή της […], τὴν 2 τοῦ Μάη τοῦ 1965, τῆς τὰ ἔβαλα μπροστά της, δώδεκα θεατρικὰ ἔργα (καὶ τῆς τὰ μέτρησα), μέσα σ’ ἕνα ὀγκωδέστατο χαρτοφύλακα, ἐνῶ ἡ Κα ἔτριβε (διὰ τὸ πλῆθος τους) τὰ μάτια της […]». Ἀνάμεσα σὲ αὐτὰ βρίσκεται ἀσφαλῶς καὶ τὸ θεατρικὸ Μαριάμπας. Ἑπομένως, τὸ 1973 ὁ Σκαρίμπας ἔχει ἕτοιμα δώδεκα θεατρικὰ ἔργα, ὅλα, πλὴν τοῦ Ἤχου τοῦ κώδωνος, ἀνέκδοτα.
Ὁ ἀριθμὸς φαίνεται ὑπερβολικός, ὡστόσο, ὅπως ἀποδείχθηκε, ὁ Σκαρίμπας δὲν λέει ψέματα. Τὸ θεατρικὸ Τὸ Βατερλὼ δυὸ γελοίων ποὺ ἐκδόθηκε πέρυσι, καὶ τὰ δύο νεοευρεθέντα, ἐπίσης τὸ 2017, μαρτυροῦν τοῦ λόγου τὸ ἀληθές. Ἀπομένουν προσώρας τέσσερεις τίτλοι χωρὶς τὸ σῶμα τοῦ ἔργου, ὅπως εἴπαμε στὴν ἀρχή. Στὴ θέση τους ἔχουμε σήμερα δύο ἔργα, ἑνὸς ἐκ τῶν ὁποίων ὁ τίτλος εἶναι ἀμάρτυρος. Ἀλλὰ ἔχουμε καιρό. Φαίνεται πὼς τὰ ὀγδόντα χρόνια ποὺ μεσολάβησαν, γιὰ νὰ ἀνακαλύψουμε τὸν Σκαρίμπα, εἶναι λίγα.
Τὰ δύο νέα θεατρικὰ ἔργα βρέθηκαν στὸ ἀρχεῖο τῆς Ἑλένης Ἀργέστη, ποὺ κατατέθηκε πρόσφατα στὸ Ε.Λ.Ι.Α. καὶ καταγράφηκε ἀπὸ τὴν κ. Ἑλένη Ράμφου. Ἡ Ἑλένη Ἀργέστη, γεννημένη, ὑποθέτω, στὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ τριάντα (1935-1937), ἐμφανίστηκε στὰ γράμματα τὸ 1965. Σήμερα ζεῖ στὴν Ἀμερική. Ποιήτρια, πεζογράφος καὶ δοκιμιογράφος. Τὴ δεκαετία τοῦ ἑβδομήντα ἀλληλογραφεῖ μὲ τὸν Σκαρίμπα. Τὰ γράμματά τους προδίδουν βαθειὰ φιλία. Ὁ Σκαρίμπας τῆς ἐμπιστεύθηκε, σὲ δακτυλόγραφη μορφή, τὸ θεατρικό του ἔργο Μαριάμπας (θεατρικὴ διασκευὴ τοῦ ὁμότιτλου μυθιστορήματος) μὲ τὶς ἐνδείξεις στὸ ἐξώφυλλο: «Δρᾶμα σὲ τέσσερες πράξεις», σελίδες 1-81, «Χαλκίδα 1938». Ἡ πλοκή του εἶναι σὲ γενικὲς γραμμὲς αὐτὴ τοῦ μυθιστορήματος. Ἄλλωστε, ὁ συγγραφέας ἐπισημειώνει: «Ἀπὸ τὸ ὁμώνυμο μυθιστόρημά μου». Ὑπάρχει καὶ ἡ ἡμερομηνία ἐκκίνησης: «6 τοῦ Μάρτη 1935», ὅταν εἶχε ξεμπερδέψει μὲ τὸ μυθιστόρημα ποὺ ἐκδόθηκε τὴ χρονιὰ αὐτή.
Ἀπὸ τὴν ἀλληλογραφία τοῦ συγγραφέα μὲ τὸν Ἀλκιβιάδη Γιαννόπουλο, ποὺ μᾶς γνωστοποίησε ὁ Λ. Βαρελάς (Τὸ Βατερλώ..., 2017) μαθαίνουμε ὅτι τὸ ἔργο ὑποβλήθηκε στὸ Ἐθνικὸ Θέατρο, ἀλλὰ ἀπορρίφθηκε γιὰ λόγους «σκηνικῆς οἰκονομίας». Ἄγνωστο πότε, πιθανὸν λίγο πρὶν τὸ στείλει στὴν Ἀργέστη, ο Σκαρίμπας ἐπισημείωσε μὲ κόκκινο μαρκαδόρο στὸ ἐξώφυλλο: «Ἀποτυχημένο» (συμπληρώνοντας ἀργότερα: «Ὁλότελα ἀποτυχημένο» καὶ «γιὰ σκίσιμο»). Δὲν τὸ ἔσχισε, τὸ ἔβαλε στὴν ἄκρη, χωρὶς ποτὲ νὰ ἀναφερθεῖ σὲ αὐτὸ στὶς συζητήσεις καὶ συνεντεύξεις ποὺ ἔδωσε γύρω ἀπὸ τὴ θεατρική του παραγωγή. Ἂν δὲν βρεθεῖ κάποιο πρωϊμότερο, τότε ὁ Μαριάμπας εἶναι τὸ πρῶτο θεατρικὸ ἔργο ποὺ ἔγραψε ὁ Σκαρίμπας, καὶ εἶναι καιρός, ὀγδόντα ἐπίσης χρόνια μετὰ τὴ συγγραφή, νὰ ἀποτιμηθεῖ ἡ ἀξία του ἀπὸ τὴν ὀπτικὴ τοῦ σήμερα, ποὺ δὲν νομίζω ὅτι ἀλλάζει οὐσιαστικά, ἀφοῦ «ἡ μόδα», ὅπως λέει περίπου ὁ συγγραφέας, «εἶναι ὁ αἰώνιος ἄνθρωπος». Μὲ αὐτὸ γνωρίζουμε πλέον ὅτι διασκεύασε γιὰ τὴ θεατρικὴ σκηνὴ καὶ τὰ τρία μυθιστορήματά του, τὴν ἄτυπη τριλογία Μαριάμπας, Τὸ Σόλο τοῦ Φίγκαρω, Τὸ Βατερλὼ δυὸ γελοίων.
Τὸ δεύτερο ἄγνωστο ἔργο ποὺ βρέθηκε στὸ ἀρχεῖο τῆς Ἀργέστη, ἔχει τίτλο Οἱ γαλατάδες. Μὲ τὸν τίτλο αὐτὸ ὁ Σκαρίμπας εἰρωνεύεται θυμοσοφικὰ τὸν πασίγνωστο ἀφορισμὸ τοῦ Winston Churchill γιὰ τὸν «γαλατὰ» ὡς ἐγγυητὴ τῆς δημοκρατικῆς ὁμαλότητας: Ἂν κάποιος χτυπήσει τὴν πόρτα σου στὶς 5 τὸ πρωΐ, αὐτὸς θὰ εἶναι ὁ γαλατὰς καὶ ὄχι ὁ χωροφύλακας (οἱ ἔννοιες «γαλατὰς» καὶ «χωροφύλακας» εἶναι μᾶλλον ἄγνωστες στὶς νεώτερες γενιές).
Στὸ ἐξώφυλλο οἱ ἐνδείξεις: «Δραματικὴ κωμωδία σὲ πράξεις τέσσαρες», σελίδες 1-60, «Χαλκίδα 1957-1959». Τὸ ἔργο ὑποδεικνύεται στὴ συνέντευξη τοῦ 1969. Ἐδῶ διαθέτουμε κάτι πρωτόγνωρο καὶ μοναδικὸ στὴ δραματουργία τοῦ Σκαρίμπα: ἀσπόνδυλα περιστατικά, νευρωσικοὺς χαρακτῆρες, εὐφυολογήματα καὶ διάχυτη ἱλαρὴ διάθεση. Ἀρκεῖ νὰ κρατήσουμε τὰ ὀνόματα τῶν προσώπων: ὁ πατὴρ Πυγμαλίων Ματαπᾶς (λεκτικὸ παιγνίδι: «μὴ ματαπᾶς»), ἡ μήτηρ Ἀφασία, ἡ κόρη Φρυζαλία καὶ ἡ ἐξαδέλφη Εὐζωνία ποὺ «ἔχει ἐρωτευθεῖ ἕνα βαγόνι»˙ ἡ δευτεροεξαδέλφη Ζήνα Ζηνάχη («Ζωὴ νἄχει»;)˙ ἡ μαμὰ τῆς Εὐζωνίας, ἡ γηραιὰ κυρία Τζόε, ἀποκαλούμενη καὶ «γαλατοῦ», ἐπειδὴ «ψοφάει, λέει, γιὰ δημοκρατία καὶ γάλα». Στὸ σπίτι της ψιθυρίζεται ὅτι ὁ διάβολος παίζει βιολί. Ὁ διάβολος εἶναι ὁ κύριος Σανατᾶς (παραφθορὰ τοῦ «Σατανᾶς), κλειδοῦχος τραίνων καὶ κλειδοκύμβαλων. Τὰ πρόσωπα τοῦ ἔργου συμπληρώνονται μὲ τὸν σουρεαλιστὴ ποιητὴ Μικαέλε Μυκυμάκα, περσόνα τοῦ συγγραφέα, ἀφοῦ μᾶς διαβάζει, γιὰ δικά του, ποιήματα τοῦ Σκαρίμπα. Θέλει νὰ ἀνταλλάξει τὸ ρολόϊ του (τὸν ἐνοχλεῖ ἡ ἀκρίβεια τῶν χτύπων) μὲ ἕνα ἄλογο, καὶ τελικὰ ἀποφασίζει νὰ προαγοράσει ὅλη τὴ σοδειὰ τῶν σκόρδων τῆς πιάτσας. Ἡ Φρυζαλία ἀποφαίνεται: «Δεινὸν τὸ μὲ σουρεαλιστές συζητεῖν». Ἡ Εὐζωνία λοιδωρεῖ τὶς κοινωνικὲς ἀξίες καὶ τοὺς θεσμούς. Ἡ Ἀκαδημία, λ.χ., εἶναι μιὰ «πρέσσα τούβλων». Συνάπτει μὲ τὸν Σανατᾶ, ὅπως ὁ Φάουστ μὲ τὸν Μεφιστοφελῆ, συμβόλαιο ἀνατροπῆς κάθε ἔννοιας τάξης, ἀρχῆς γενομένης μὲ τὸ ἐξπρὲς Ἀθηνῶν-Θεσσαλονίκης ποὺ ἐκτροχιάζεται στὸ 200ὸ χλμ., «σχεδὸν στὴ Λάρισα ἀπ’ ὄξω», ἐκεῖ ποὺ ὁ διάβολος ἔπαιζε βιολί. Ὁ Σκαρίμπας ἀντλεῖ τὸ μοτίβο τοῦ Ἑωσφόρου ποὺ παίζει βιολὶ καὶ μηχανεύεται τὸ κακό, ἀπὸ τὸν γνωστό του γκροτέσκο παραμυθὰ E.T.A. Hoffmann. Οἱ δύο κοπέλλες, Φρυζαλία καὶ Εὐζωνία, ἀντικατοπτρίζουν ἕνα παράλληλο «διπλὸ» μὲ τοὺς δυὸ «γελοίους» τοῦ Βατερλὼ ποὺ γράφεται τὴν ἴδια ἐποχή. Παρακολουθοῦμε ἕνα δρᾶμα ἀλλεπάλληλων ἐκτροχιασμῶν, γλωσσικῶν καὶ ἀξιακῶν.
Τὰ δύο ἔργα ἀποσιωπήθηκαν καὶ λησμονήθηκαν. Τὰ διέσωσε μιὰ καλὴ φίλη τοῦ συγγραφέα προσφέροντάς τους μιὰ δεύτερη ζωή. Ἴσως καὶ στὴ θεατρικὴ σκηνή (οἱ ἄνθρωποι τοῦ θεάτρου μᾶς ἀκοῦν).
Θὰ ἔχετε παρατηρήσει ὅτι τὰ ἔργα τοῦ Σκαρίμπα, ποὺ ἀνεβαίνουν σήμερα στὴ σκηνή, καὶ εἶναι ἀρκετά, δὲν ἀνήκουν στὰ δράματά του. Εἶναι ἐπιλεγμένοι, δραματοποιημένοι μονόλογοι ἀπὸ τὸν χῶρο τῆς πεζογραφίας του. Πέρα ἀπὸ τὴν τάση τῆς ἐποχῆς (τὰ περισσότερα ἀπὸ τὰ διακόσια ἔργα ποὺ παίζονται στὴν Ἀθήνα, δὲν διαρκοῦν πάνω ἀπὸ μία ὥρα), πέρα ἀπὸ τὴ μόδα τῶν διασκευῶν, ἁπλοποιήσεων, προσαμογῶν (μὲ τὴν καθιερωμένη ἔκφραση «πειραγμένα ἔργα»), στὴν περίπτωση τοῦ Σκαρίμπα ἀποδεικνύεται ὅτι ὅλα τὰ κείμενά του, ἐξόχως ποιητικά, εἶναι στὴ βάση τους σκηνικὰ δράματα ἐκφραστικῆς εἰκονοποιΐας. Ἴσως στὸ μέλλον ἀναγνωρίσουμε ὅτι τὸ ἔργο του δὲν ἐπιδέχεται εἰδολογικοὺς διαχωρισμούς, ἀφοῦ τὰ ἴδια θέματα καὶ μοτίβα κυκλοφοροῦν μὲ ἄνεση στὴν ποίηση, στὴν πρόζα, στὸ δρᾶμα καὶ στὸν φαντασιακό του κόσμο, ἀναμειγνύονται τὸ ἕνα μὲ τὸ ἄλλο καταργώντας τὶς εἰδολογικὲς διαφορές τους. Ἄλλωστε καὶ ὁ ἴδιος ἐκπλήσσεται (προλογίζοντας τοὺς Ἅπαντες στίχους του ὡς «περίληψη προηγουμένων»): «Δὲν μοὖπαν πὼς θἄκλαιγα, κι ἀντὶς κωμωδία / θὰ παίξω σὲ δράμα...».
_______________________________
ΑΚΟΥΣΤΕ:
Κ. Κωστίου, Σ. Σταμπουλού, Δ. Τρίκας:
Εκπομπή για τον ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΡΙΜΠΑ, «Σημείο Art», Δεύτερο Πρόγραμμα, 17/6/2018
→ μέρος 1
→ μέρος 2
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Σ. Σταμπουλού:
ΔΥΟ ΑΓΝΩΣΤΑ ΘΕΑΤΡΙΚΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΡΙΜΠΑ
ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΡΙΜΠΑ
1. Κατερίνα ΚωστίουΟ «μαιτρ του φάλτσου» και η clownerie του Μεσοπολέμου
2. Συμεών Γρ. ΣταμπουλούΟ «ήχος του κώδωνος» και ο «αόρατος θίασος» του Γιάννη Σκαρίμπα
3. Ελένη Κόλλια
Οι νεολογισμοί ως στοιχείο ύφους στο μυθιστόρημα Μαριάμπας του Γιάννη Σκαρίμπα
4. Λευτέρης ΞανθόπουλοςΌξ' απ' τα όρια του κόσμου
5. Katerina KostiouThe Rhetoric of Subversion as an Element of Style
6. Μαρίνα ΧριστοδούλουΛογοτέχνης, ανθρώπινα ενδοκειμενικά ομοιώματα, αναγνώστης: ταύτιση τριών ετεροτήτων στη σκαριμπική ποίηση;
7. Κατερίνα ΚωστίουΟ υπονομευτικός λόγος του Γιάννη Σκαρίμπα επί σκηνής
8. Κατερίνα ΚωστίουΤο θείο τραγί ως πολύσημος και ανοιχτός λογοτεχνικός κώδικας
9. Συμεών ΣταμπουλούΟ Γιάννης Σκαρίμπας στην εφημερίδα «Δημοκρατικός Τύπος» (1950-1951)
___________________________________
Το επεισόδιο («ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ») με τίτλο "ΤΟ ΣΟΛΟ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΡΙΜΠΑ" παρουσιάζει το πορτρέτο του συγγραφέα μέσα από μια ανάλυση του έργου του. Οι μελετητές του έργου του ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΡΙΜΠΑ, ΣΥΜΕΩΝ ΣΤΑΜΠΟΥΛΟΥ και ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΩΣΤΙΟΥ, ανατρέχουν σε όλο το εύρος της συγγραφικής του δραστηριότητας και εξηγούν την ιδιαιτερότητα των διηγημάτων του, παραθέτοντας ταυτόχρονα στοιχεία που αφορούν τη ζωή του στη Χαλκίδα. Εξηγούν τη σχέση του με τον μοντερνισμό, την ηθογραφική χροιά των έργων του και την ταξική τοποθέτηση του ίδιου του ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΡΙΜΠΑ όπως αυτή προκύπτει μέσα από τα διηγήματά του. Σχολιάζουν τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκε το έργο του και την αδυναμία να γίνει αντιληπτό το μέγεθος του λογοτεχνικού πλούτου που αυτό περιείχε. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι το βιβλίο του "ΤΟ 21 ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ" είναι ίσως το πλέον γνωστό, αλλά και ότι δεν έχει αναγνωριστεί όπως θα έπρεπε το σύνολο του έργου του (όπως τα διηγήματα "Ο ΜΑΡΙΑΜΠΑΣ", "ΤΟ ΣΟΛΟ ΤΟΥ ΦΙΓΚΑΡΩ" και "Η ΠΕΡΙΠΟΛΟΣ Ζ"). Εξηγείται επίσης η ιδιαίτερη χρήση της γλώσσας στα διηγήματά του και η επίσης ξεχωριστή φύση των χαρακτήρων του, οι οποίοι είναι πάντα πολύ ανθρώπινοι και συχνά τρελαίνονται ή αυτοκτονούν. Το έργο του ΣΚΑΡΙΜΠΑ σύμφωνα με τους ΣΥΜΕΩΝ ΣΤΑΜΠΟΥΛΟΥ και ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΩΣΤΙΟΥ συγκρίνεται με αυτό του ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ και του ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ, χαρακτηρίζεται από την πρωτοτυπία στα θέματα, στους χαρακτήρες και από έναν μοντερνισμό ακούσιο, υπερβαίνοντας την ηθογραφία και δυναμιτίζοντας κάθε συγγραφική τεχνοτροπία. Το επεισόδιο περιλαμβάνει πλάνα από αποσπάσματα συνέντευξης του ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΡΙΜΠΑ στην εκπομπή ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ από το 1978. Κατά τη διάρκεια της αφήγησης προβάλλονται πλάνα από την πόλη της Χαλκίδας, τον τόπο στον οποίο έζησε και από τον οποίο εμπνεύστηκε ο συγγραφέας. Επίσης εμφανίζονται χειρόγραφά του αλλά και φωτογραφίες από φιγούρες θεάτρου σκιών-καραγκιόζη, τις οποίες κατασκεύαζε ο ίδιος. Πλήρης Τεκμηρίωση στην Ταινιοθήκη Τηλεόρασης http://www.ert-archives.gr/V3/public/...
ΜΟΥΣΙΚΟΘΕΑΤΡΙΚΟ ΑΝΑΛΟΓΙΟ
Οι τρεις άδειες καρέκλες, του Γιάννη Σκαρίμπα
Μουσική σύνθεση: Πάνος Λυκούδης για τρομπόνι, σαντούρι, πιάνο και ηλεκτρονικό φόντο τρομπόνι: Πάνος Λυκούδης, σαντούρι: Αλένα Λαπότκα, πιάνο: Πάνος Πανάκος ηχογράφηση: Στούντιο ΣΤΕΝΤΩΡ - Σωτήρης Παπαδόπουλος
ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΚΑΡΙΜΠΑΣ
Εαυτούληδες
Ως ωραία ήταν μου απόψε η λύπη.
Ήρθαν όλα σιωπηλά χωρίς πάθη
Και με ήβραν – χωρίς κανέν’ να μου λείπει-
Τα λάθη.
Κι ως τα γνώρισα όλα μου γύρω – μπραμ-πάφες
Όλα κράταγαν, τρουμπέτες και βιόλες
-ΕΑΥΤΟΥΛΗΔΕΣ που με βλέπαν, οι γκάφες
μου όλες.
Α!… τι θίασος λίγον τι από αλήτες
Μουζικάντες μεθυσμένους και φάλτσους
Έτσι ως έμοιαζαν – με πρισμένες τις μύτες-
Παλιάτσους.
Και τι έμπνευση να μου δώσουν τη β έ ρ γ α
Μπρος σε τρίποδα με κ ά ν τα α μυστήρια,
Όπου γράφονταν τα’ αποτυχημένα μου έργα
- εμβατήρια!
Α!… τι έμπνευση!… Μαιτρ του φάλτσου γω πάντα,
Με τη βέργα μου τώρα ψηλά –λέω- με τρόμους
Να, με δαύτη μου να παρελάσω την μπάντα
Στους δρόμους.
Κι ως πισώκολα θα παγαίνω πατώντας
Μεσ’ σε κόρνα θα τα βροντούν και σαντούρια
Οι παλιάτσοι μου – στον αέρα πηδώντας-
Τα θούρια…
*
Το εισιτήριο
ΝΑΝΑΙ σαν νάμουν έτοιμος. Και νάναι
Σαν νάχω χάσει το εισιτήριο. Οι κάβοι
Ν’ αφροκοπάν, κι οι αφροί να το κουνάνε
Μεσ’ στους καπνούς του –όρνιο- ένα καράβι.
Κι εγώ να ψάχνουμαι εδωχάμω. Και όλο- όλο
…το … ΕΙΣΙΤΗΡΙΟ να λέω σύντρόφοι ωραίοι!…
και να μην έρχεται μια βάρκα έως το μώλο
να μην φαινώνται πουθενά οι β αρκαρέοι…
Οι βαρκαρέοι!… Το εισιτήριο!.. Να τρέμει
- ζαγάρι εντός μου- η Χαλκίδα και τα όρη.
Κι εκεί να τόχουν συνεπάρει οι ανέμοι
Μετέωρο – μες τστις αχλές του- το βαπόρι…
Ω διάολε!… όλα νάχουν χαθεί και νάχουν πάει
Κι οι άνθρωποι δραπετεύσει από τους τόπους
Κι αυτό το πλοίο να τραβάει και να τραβάει
Χωρίς μηχανικούς, χωρίς ανθρώπους…
Και χωρίς φώτα. Ακυβέρνητο. Και όλο
Να χλιμιντράει στο χάος. Κι ως θα κλαιω
- κι όλας να ψάχνουμαι, να ψάχνουμαι στο μώλο
και όλο για κείνο το εισιτήριο να λεω…
2. Συμεών Γρ. ΣταμπουλούΟ «ήχος του κώδωνος» και ο «αόρατος θίασος» του Γιάννη Σκαρίμπα
3. Ελένη Κόλλια
Οι νεολογισμοί ως στοιχείο ύφους στο μυθιστόρημα Μαριάμπας του Γιάννη Σκαρίμπα
4. Λευτέρης ΞανθόπουλοςΌξ' απ' τα όρια του κόσμου
5. Katerina KostiouThe Rhetoric of Subversion as an Element of Style
6. Μαρίνα ΧριστοδούλουΛογοτέχνης, ανθρώπινα ενδοκειμενικά ομοιώματα, αναγνώστης: ταύτιση τριών ετεροτήτων στη σκαριμπική ποίηση;
7. Κατερίνα ΚωστίουΟ υπονομευτικός λόγος του Γιάννη Σκαρίμπα επί σκηνής
8. Κατερίνα ΚωστίουΤο θείο τραγί ως πολύσημος και ανοιχτός λογοτεχνικός κώδικας
9. Συμεών ΣταμπουλούΟ Γιάννης Σκαρίμπας στην εφημερίδα «Δημοκρατικός Τύπος» (1950-1951)
___________________________________
Το επεισόδιο («ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ») με τίτλο "ΤΟ ΣΟΛΟ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΡΙΜΠΑ" παρουσιάζει το πορτρέτο του συγγραφέα μέσα από μια ανάλυση του έργου του. Οι μελετητές του έργου του ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΡΙΜΠΑ, ΣΥΜΕΩΝ ΣΤΑΜΠΟΥΛΟΥ και ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΩΣΤΙΟΥ, ανατρέχουν σε όλο το εύρος της συγγραφικής του δραστηριότητας και εξηγούν την ιδιαιτερότητα των διηγημάτων του, παραθέτοντας ταυτόχρονα στοιχεία που αφορούν τη ζωή του στη Χαλκίδα. Εξηγούν τη σχέση του με τον μοντερνισμό, την ηθογραφική χροιά των έργων του και την ταξική τοποθέτηση του ίδιου του ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΡΙΜΠΑ όπως αυτή προκύπτει μέσα από τα διηγήματά του. Σχολιάζουν τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκε το έργο του και την αδυναμία να γίνει αντιληπτό το μέγεθος του λογοτεχνικού πλούτου που αυτό περιείχε. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι το βιβλίο του "ΤΟ 21 ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ" είναι ίσως το πλέον γνωστό, αλλά και ότι δεν έχει αναγνωριστεί όπως θα έπρεπε το σύνολο του έργου του (όπως τα διηγήματα "Ο ΜΑΡΙΑΜΠΑΣ", "ΤΟ ΣΟΛΟ ΤΟΥ ΦΙΓΚΑΡΩ" και "Η ΠΕΡΙΠΟΛΟΣ Ζ"). Εξηγείται επίσης η ιδιαίτερη χρήση της γλώσσας στα διηγήματά του και η επίσης ξεχωριστή φύση των χαρακτήρων του, οι οποίοι είναι πάντα πολύ ανθρώπινοι και συχνά τρελαίνονται ή αυτοκτονούν. Το έργο του ΣΚΑΡΙΜΠΑ σύμφωνα με τους ΣΥΜΕΩΝ ΣΤΑΜΠΟΥΛΟΥ και ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΩΣΤΙΟΥ συγκρίνεται με αυτό του ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ και του ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ, χαρακτηρίζεται από την πρωτοτυπία στα θέματα, στους χαρακτήρες και από έναν μοντερνισμό ακούσιο, υπερβαίνοντας την ηθογραφία και δυναμιτίζοντας κάθε συγγραφική τεχνοτροπία. Το επεισόδιο περιλαμβάνει πλάνα από αποσπάσματα συνέντευξης του ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΡΙΜΠΑ στην εκπομπή ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ από το 1978. Κατά τη διάρκεια της αφήγησης προβάλλονται πλάνα από την πόλη της Χαλκίδας, τον τόπο στον οποίο έζησε και από τον οποίο εμπνεύστηκε ο συγγραφέας. Επίσης εμφανίζονται χειρόγραφά του αλλά και φωτογραφίες από φιγούρες θεάτρου σκιών-καραγκιόζη, τις οποίες κατασκεύαζε ο ίδιος. Πλήρης Τεκμηρίωση στην Ταινιοθήκη Τηλεόρασης http://www.ert-archives.gr/V3/public/...
ΜΟΥΣΙΚΟΘΕΑΤΡΙΚΟ ΑΝΑΛΟΓΙΟ
Οι τρεις άδειες καρέκλες, του Γιάννη Σκαρίμπα
Μουσική σύνθεση: Πάνος Λυκούδης για τρομπόνι, σαντούρι, πιάνο και ηλεκτρονικό φόντο τρομπόνι: Πάνος Λυκούδης, σαντούρι: Αλένα Λαπότκα, πιάνο: Πάνος Πανάκος ηχογράφηση: Στούντιο ΣΤΕΝΤΩΡ - Σωτήρης Παπαδόπουλος
ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΚΑΡΙΜΠΑΣ
Εαυτούληδες
Ως ωραία ήταν μου απόψε η λύπη.
Ήρθαν όλα σιωπηλά χωρίς πάθη
Και με ήβραν – χωρίς κανέν’ να μου λείπει-
Τα λάθη.
Κι ως τα γνώρισα όλα μου γύρω – μπραμ-πάφες
Όλα κράταγαν, τρουμπέτες και βιόλες
-ΕΑΥΤΟΥΛΗΔΕΣ που με βλέπαν, οι γκάφες
μου όλες.
Α!… τι θίασος λίγον τι από αλήτες
Μουζικάντες μεθυσμένους και φάλτσους
Έτσι ως έμοιαζαν – με πρισμένες τις μύτες-
Παλιάτσους.
Και τι έμπνευση να μου δώσουν τη β έ ρ γ α
Μπρος σε τρίποδα με κ ά ν τα α μυστήρια,
Όπου γράφονταν τα’ αποτυχημένα μου έργα
- εμβατήρια!
Α!… τι έμπνευση!… Μαιτρ του φάλτσου γω πάντα,
Με τη βέργα μου τώρα ψηλά –λέω- με τρόμους
Να, με δαύτη μου να παρελάσω την μπάντα
Στους δρόμους.
Κι ως πισώκολα θα παγαίνω πατώντας
Μεσ’ σε κόρνα θα τα βροντούν και σαντούρια
Οι παλιάτσοι μου – στον αέρα πηδώντας-
Τα θούρια…
*
Το εισιτήριο
ΝΑΝΑΙ σαν νάμουν έτοιμος. Και νάναι
Σαν νάχω χάσει το εισιτήριο. Οι κάβοι
Ν’ αφροκοπάν, κι οι αφροί να το κουνάνε
Μεσ’ στους καπνούς του –όρνιο- ένα καράβι.
Κι εγώ να ψάχνουμαι εδωχάμω. Και όλο- όλο
…το … ΕΙΣΙΤΗΡΙΟ να λέω σύντρόφοι ωραίοι!…
και να μην έρχεται μια βάρκα έως το μώλο
να μην φαινώνται πουθενά οι β αρκαρέοι…
Οι βαρκαρέοι!… Το εισιτήριο!.. Να τρέμει
- ζαγάρι εντός μου- η Χαλκίδα και τα όρη.
Κι εκεί να τόχουν συνεπάρει οι ανέμοι
Μετέωρο – μες τστις αχλές του- το βαπόρι…
Ω διάολε!… όλα νάχουν χαθεί και νάχουν πάει
Κι οι άνθρωποι δραπετεύσει από τους τόπους
Κι αυτό το πλοίο να τραβάει και να τραβάει
Χωρίς μηχανικούς, χωρίς ανθρώπους…
Και χωρίς φώτα. Ακυβέρνητο. Και όλο
Να χλιμιντράει στο χάος. Κι ως θα κλαιω
- κι όλας να ψάχνουμαι, να ψάχνουμαι στο μώλο
και όλο για κείνο το εισιτήριο να λεω…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου