Τρίτη, Μαΐου 13, 2014

Η αδράνεια, η μακαριότητα και ο εφησυχασμός των δημοσίων σχέσεων στον πολιτισμό

το αποτύπωμα του οικονομισμού στην κουλτούρα...



ή πώς να σκεφτούμε τον οικονομικό άνθρωπο στην πολιτισμική δημοκρατία

 Κώστας Καραβίδας, απο το περιοδικο Χρονος...

Με την κούραση έξι χρόνων βαθιάς ύφεσης στην πλάτη, προσμετράμε σήμερα τα συντρίμμια της οικονομικής και κοινωνικής καταστροφής.
Παρά τη ρητορική της καταστροφής ως ευκαιρίας για πολιτισμική ανασυγκρότηση,1 τα υπάρχοντα δείγματα γραφής δείχνουν ολοταχώς οπισθοδρόμηση σε παραδοσιακές αξίες και ιδεότυπους.
Η καταγραφή πληγών στο πεδίο της κουλτούρας είναι πιο δυσδιάκριτη, πιο χρονοβόρα, πιο ύπουλη και πιο δυσερμήνευτη από την ανάγνωση των προφανών οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων που συσσώρευσε η κρίση. Όπως έδειξε ο Ντάνιελ Μπελ,2 οι δομές εξουσίας μπορεί να αλλάζουν εν μια νυκτί, αλλά οι δομές κοινωνίας δεν ανατρέπονται γρήγορα. Το αποτύπωμα του οικονομικού πανικού της τελευταίας τετραετίας στην κουλτούρα είναι ωστόσο βαθύ και ανεξίτηλο, ξεπερνά τον παροντισμό και απλώνει ρίζες στον χρόνο που θα ανθίσουν παράξενα κι εξωτικά άνθη τα επόμενα χρόνια. Περνώντας αμέριμνα σήμερα την αφύλαχτη διάβαση, από τον υλικό ευδαιμονισμό στο μετα-λαϊφστάιλ άγνωστο, δεν έχουμε ίσως συλλάβει ακόμα το μέγεθος της πολιτισμικής μεταβολής. Προσηλωμένοι στην αναζήτηση των κατάλληλων οικονομικών απαντήσεων στα διλήμματα για την έξοδο από την κρίση, χάνουμε από την οπτική μας κάτι που ίσως φανεί ακόμα πιο δύσκολα αντιμετωπίσιμο: την εμπράγματη αλλαγή πολιτισμικού παραδείγματος στο κοινωνικό σώμα από τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης και του πολιτισμικού κεφαλαίου της χώρας.
Οι μεγαλύτερες συνέπειες των πολιτικών που εφαρμόζονται τα τελευταία χρόνια στην κουλτούρα δεν είναι απόρροια της κρατικής ή εθνικής πολιτιστικής πολιτικής. Εκεί βασιλεύει η αδράνεια, η μακαριότητα και ο εφησυχασμός των δημοσίων σχέσεων. Το κράτος δεν διαλέγεται με τη σύγχρονη πολιτισμική παραγωγή, το ξέρουμε· απλώς, συναλλάσσεται. Η Ελλάδα παραμένει η μόνη ευρωπαϊκή χώρα χωρίς καλλιτεχνική παιδεία στο δημοτικό, το γυμνάσιο και το λύκειο και η μόνη που το πεδίο των πολιτισμικών σπουδών παραμένει ανύπαρκτο στα πανεπιστήμια. Κι αυτά γνωστά. Το πώς αντιλαμβάνονται τον πολιτισμό στην εφαρμοσμένη εκδοχή του οι κρατούντες μπορεί να προκαλέσει από γέλωτα μέχρι θλίψη. Επιστρέφοντας στις δεξιές παραδοσιακές ρίζες, το κυρίαρχο πολιτισμικό μοντέλο της εθνικής πολιτικής για τον πολιτισμό είναι ένα παράταιρο κράμα από αρχαιολατρία, αμυντική προσήλωση στις «ελληνοχριστιανικές» αξίες, ανώδυνο λαϊφστάιλ και εθνικιστική αυτοσυντήρηση. Οι «εθνικές αξίες» αντιμετωπίζονται ως οικογενειακά κειμήλια της μεγάλης δεξιάς οικογένειας. Οι επιλογές των προσώπων σε θεσμούς και οργανισμούς (Χρ. Γιαλλουρίδης, Σωτ. Χατζάκης, Γ. Βούρος κ.ά.) συγκροτούν ένα κακόγουστο μείγμα που συναιρεί αισθητική ιδεολογία «Δικτύου 21» και παλαιοπασοκικό πολιτισμικό λαϊκισμό. Η πολυδιαφημισμένη εικόνα του πρωθυπουργού με τους… πνευματικούς ανθρώπους (Ρέμο, Χατζηγιάννη, Σμαραγδή, Ελπίδα, Ρένο Χαραλαμπίδη κ.λπ.), πριν δύο χρόνια, θα μείνει αξέχαστη ως συμβολοποιημένη έκφραση της αισθητικής παρακμής της ηγεσίας του τόπου. Μιας ανερμάτιστης ηγεσίας που ακολουθώντας κριτήρια όχι απλώς αγοράς, αλλά χυδαίου οικονομισμού, παράγει, πίσω από τις κουρτίνες και κάτω από το τραπέζι, έναν συναλλακτικό πολιτισμό χαμηλής υποστάθμης.
Όμως το είπαμε ήδη. Δεν είναι τόσο η πολιτιστική πολιτική το πρόβλημα. Το εντονότερο αποτύπωμα της κρίσης στην κουλτούρα είναι απόρροια των γενικότερων πολιτικών επιλογών και πρακτικών των τελευταίων χρόνων, αλλά και του τρόπου διεξαγωγής της πολιτικής αντιπαράθεσης, στην οποία δυστυχώς συχνά συμμετέχει χωρίς ευδιάκριτη, ουσιαστική, ποιοτική διαφοροποίηση και η Αριστερά. Η μόλυνση από έναν ανυπόφορο πια οικονομισμό έχει εγγραφεί ως κυρίαρχη πολιτισμική λογική. Ολόκληρη η δημόσια συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τα οπωσδήποτε μείζονα, αλλά όχι μοναδικά, οικονομικά προβλήματα. Η Αριστερά όχι απλώς δεν μπορεί αλλά ούτε καν δοκιμάζει να μεταφέρει την ατζέντα στον πολιτισμό. Οι κακές επιδόσεις μιας προγκραμσιανής μαρξιστικής Αριστεράς στον στείρο οικονομισμό επανεμφανίζονται αμήχανα παρά τη ρητορική της πολιτισμικής ηγεμονίας και της συγκρουσιακής διαπάλης στο ιδεολογικό πεδίο. Στην πραγματικότητα, στην αδήριτη υλική πραγματικότητα που αναπνέουμε, ούτε μάχη ιδεών –με πολιτισμικούς και ανθρωπολογικούς όρους– γίνεται ούτε προσμονές ηγεμονίας δικαιολογούνται. Η ανθρωπολογική μετάλλαξη προς έναν τύπο οικονομικού ανθρώπου (hommeéconomique), σαν αυτόν που περιγράφουν ο Κριστιάν Λαβάλ3 και ο Ντανιέλ Κοέν,4 φαίνεται αναπόφευκτη και χωρίς αντίπαλο πρότυπο. Το νέο κυρίαρχο habitus της μεσαίας τάξης περιλαμβάνει φόβο, ανταγωνισμό, γενικευμένο βιοπολιτικό αυταρχισμό, ωμότητα, φανατισμό, κυνισμό και ωφελιμισμό.
Αυτό που δεν καταλάβαμε τις μέρες των αγώνων και των κινημάτων είναι ότι ο νεοφιλελευθερισμός εκτός από ιδεολογία και οικονομική πολιτική συνιστά θεμελιώδη πολιτισμική λογική. Διότι οι νοοτροπίες, οι ιδέες, οι πρακτικές και οι στάσεις ζωής που εντυπώθηκαν στις μέρες της κρίσης έχουν εγχαραχθεί κυριαρχικά στο κοινωνικό σώμα. Και είναι αυτές που σήμερα αντιστρατεύονται προγραμματικά τις πολιτικές επιδιώξεις της Αριστεράς. Ας μην κρυβόμαστε. Ο αόρατος στραγγαλισμός της κουλτούρας σημειώθηκε ανεπαισθήτως με την υπονόμευση των ταυτοτήτων των μεσαίων τάξεων. Μετά την απώλεια της λαϊκότητας στη δεκαετία του ’80, η σύγχυση των ταυτοτήτων του νεοέλληνα στον καιρό της κρίσης συνιστά το μεγαλύτερο πλήγμα στο πολιτιστικό σώμα της χώρας. Με αυτούς τους όρους, πώς συγκροτείται άραγε αξιόπιστο πολιτικό υποκείμενο;
Μέσα σε αυτό το δυστοπικό πολιτισμικό πεδίο δεν μπορεί παρά να προκαλεί δυσοίωνες σκέψεις η αντιφατική οπισθοχώρηση της πολιτισμικής Αριστεράς σε σχέση με την εκλογική άνοδο της πολιτικής Αριστεράς. Αυτός ο ευρύς χώρος που συγκροτήθηκε ήδη από τη δεκαετία του ’60 και κυριάρχησε στη λογοτεχνική, ακαδημαϊκή και καλλιτεχνική ζωή, πέρασε πολλά στάδια (από το εθνικολαϊκό του ’60 μέχρι την αντικουλτούρα του ’80) για να προσαράξει στα αβαθή του σήμερα. Αν υποθέσουμε, λοιπόν, πως η επίκληση σε μια πολιτισμική δημοκρατία δεν υποκρύπτει πολιτική αμηχανία, αλλά μπορεί να περιλαμβάνει έναν ευρύτερο πολιτικό σχεδιασμό για την ανασυγκρότηση της πολιτισμικής Αριστεράς, τότε το δύσκολο στοίχημα παραμένει πως η εκδημοκρατικοποίηση του πολιτισμού δεν θα καταλήξει σε πολιτισμικό λαϊκισμό. Κακά τα ψέματα, η ισορροπία ανάμεσα στην ισότητα πρόσβασης στα πολιτισμικά αγαθά και την αποφυγή της παγίδας της μαζικοποίησης του πολιτισμού είναι ένα σύνθετο δίλημμα που βρίσκει την Αριστερά διανοητικά απαράσκευη και σε κρίση προσανατολισμού.
Είναι προφανές ότι η ποιότητα της δημοκρατίας θα κριθεί στο πεδίο του πολιτισμού. Εκτός από τις ταξικές μεταβολές, η Αριστερά καλείται να κατανοήσει τις μεταβολές στον άξονα της κουλτούρας και τις αντιφάσεις του συστήματος στη βάση των πολιτισμικών δομών της κοινωνίας. Άρα η Αριστερά πρέπει να σκεφτεί από την αρχή έναν νέο ανθρωπολογικό τύπο –πέρα από τον οικονομικό άνθρωπο– κι ένα νέο πολιτισμικό παράδειγμα –πέρα από το νεοφιλελεύθερο– πάνω στο οποίο θα χτίσει μια νέα συνεκτική αφήγηση. Ο πολιτισμός ως συνεκτική ύλη των κοινωνιών αποτελεί ίσως την καλύτερη ευκαιρία για την κατανόηση, την ανασυγκρότηση και την ανανοηματοδότηση του κόσμου από την Αριστερά. Εκεί θα κριθεί αν πράγματι έχει να πει κάτι καινούριο για τον κόσμο. Εκεί θα οριστεί η δυνατότητα επανασυναρμολόγησης της κοινωνίας και ανασυγκρότησης της ταυτότητας των Ελλήνων (ως Ελλήνων και ως Ευρωπαίων). Εκεί θα χτιστούν οι νέοι κοινωνικοί δεσμοί, εκεί θα συγκροτηθεί το νέο κοινωνικό συμβόλαιο: στη συνθετική υπέρβαση των πολιτισμικών δυϊσμών, στη δημιουργική αναχώνευση της παράδοσης, στην τολμηρή οικειοποίηση του μοντέρνου.
Αν το διακύβευμα σήμερα είναι η υπέρβαση του μανιχαϊκού διχασμού, η πολιτισμική στροφή της Αριστεράς μπορεί να της δώσει τη συγκολλητική ουσία που θα ενώσει, με φαντασία και λόγο, τα σκόρπια κομμάτια και τα ερείπια που αφήνει πίσω της η κρίση.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Χρήστος Γιανναράς, Η καταστροφή ως ευκαιρία, Ιανός, Θεσσαλονίκη 2012.
2. Ντάνιελ Μπελ, Ο πολιτισμός της μεταβιομηχανικής Δύσης, μτφρ. Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, επιμ. Στέφανος Ροζάνης, Νεφέλη, Αθήνα 1999.
3. Christian Laval, L’Homme économique. Essai sur les racines du néolibéralisme, Gallimard, Παρίσι 2007.
4. Ντανιέλ Κοέν, Homo economicus. Ένας (παραστρατημένος) προφήτης της νέας εποχής, μτφρ. Μιχάλης Μητσός, Πόλις, Αθήνα 2013.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΜΙΑ ΚΑΛΗΜΕΡΑ :Ain't Got No, I Got Life/Δεν έχω… Έχω τη ζωή - Nina Simone , live in London, 1968

Ain't Got No, I Got Life   I ain't got no home, ain't got no shoes Ain't got no money, ain't got no class Ain't got ...