ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΡΟΪΔΟΥ
ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΣΚΥΛΟΥ
(α΄)
[Πρώτη δημοσίευσις: "Άστυ", 10/10/ 1893]
Ως να ήτο χθεσινή ενθυμούμαι την ήδη τεσσαρακονταετή του σκύλου
εκείνου ιστορίαν. Ήμην τότε μαθητής της πρώτης τάξεως του
ελληνικού σχολείου εις το ελληναμερικανικόν Λύκειον του μακαρίτου
Χρήστου Ευαγγελίδου*. Ερχόμενος εξ Ιταλίας δεν ευρέθην όσον
εφοβούμην εις την Σύραν ξενιτευμένος. Πολλοί τω όντι απέμενον
ακόμη εις την υμνηθείσαν υπό του Ορφανίδου ξηρόνησον Ιταλοί
πατριώται εκ των φιλοξενηθέντων μετά την αποτυχίαν της
επαναστάσεως του 1848. Οι Ιταλοί ήσαν οι πλείστοι ακονηταί
ξυραφίων, καθαρισταί κηλίδων, συγκολληταί σπασμένων πινακίων,
ανακαινισταί παλαιών υποδημάτων, διακοσμηταί των νεκρικών
φερέτρων, ευνουχισταί πετεινών, υπαίθριοι τηγανισταί σμαρίδων (=μαρίδων) και
πάντες ανεξαιρέτως ζωγράφοι, λιθοξόοι, χοροδιδάσκαλοι και
μουσικοί. Αι αξιώσεις των καλλιτεχνών τούτων περιωρίζοντο εις το
να μη αποθάνωσι της πείνης, ο δε βίος δεν ήτο τότε όπως σήμερον
ακριβός. Αντί εικοσιπέντε τον μήνα δραχμών ηδύνατό τις να εύρη
ολόκληρον μονόροφον οικίσκον εις τα βαπόρια και ακόμη ευθηνότερον,
αν είχεν αμβλείαν την όσφρησιν, παρά (=δίπλα στα) τα βυρσοδεψεία, και με έν
μόνον σφάντζικον (=αυστριακό νόμισμα) να χορτάστη κεφτέδες, στουφάδον
και καπαμά εις τα αυτοκαλούμενα Ε υ ρ ω π α ϊ κ ά ξ ε ν ο δ ο χ ε ί α.
Ανάλογος της τοιαύτης του βίου ευθηνίας και της πληθώρας
διδασκάλων ήτο των μουσικών μαθημάτων η τιμή, οι δε φιλόμουσοι
πάσης κοινωνικής τάξεως Ερμουπολίται ωφελούντο της ευκαιρίας, όπως
διδαχθώσιν έκαστος αντί μικράς θυσίας το όργανον της εκλογής του.
Ουδέποτε ουδαμού αντήχησαν όσα τότε εις την Σύραν βιολία, φλάουτα,
τρόμπαι, πίφερα (= ξύλινα φλάουτα), μανδολίνα, κόρνα και κλαρινέτα.
Ο περιερχόμενος τας στενωπούς της πόλεως, και μάλιστα τας Κυριακάς,
επνίγετο εις κύματα μελωδίας εξορμώντα εκ παντός παραθύρου.
Ουδ' ηδύνατο να καθήση εις την έδραν κουρείου ή την τράπεζαν καφενείου
χωρίς να ευρεθή αντιμέτωπος πατριώτου του Μιχαήλ Αγγέλου και του Κορεγίου
(= ο ζωγράφος Coregio) ζητούντος την άδειαν να εικονίση αντί τριδράχμου
την ε υ γ ε ν ή κ α ι ε κ φ ρ α σ τ ι κ ή ν κ ε φ α λ ή ν τ ο υ ή να ψοφήση ο
σκύλος, ο γάτος ή ο ψιττακός του χωρίς να δεχθή αυθημερόν την
επίσκεψιν του προτείνοντος να βαλσαμώση το λείψανον τ ο υ
α ξ ι ε ρ ά σ τ ο υ (= αξιαγάπητου) ζ ώ ο υ.
Αν δε εκινδύνευε να μεταβή εις τας αιωνίους μονάς διακεκριμένον της Συριανής
κοινωνίας μέλος, τότε όχι να κρυώση, αλλ' ουδέ καν να ξεψυχήση επερίμεναν
οι προσφερόμενοι να διαιωνίσωσι διά γυψίνου εκμάγματος την όψιν του επιφανούς
μεταστάντος ή να υμνήσωσι τα αλησμόνητα έργα του εις τα έγκριτα
της Ιταλίας φύλλα. Αδύνατον είνε να ανακαλέσω εις την μνήμην μου
τας τοιαύτας παρά την θύραν παντός ετοιμοθανάτου συνελεύσεις
πειναλέων Ιταλών, χωρίς να ενθυμηθώ συγχρόνους το δημοτικόν
δίστιχον·
Ωσάν κοράκοι κάθουνται τριγύρω του κρεββάτου
Και καρτερούν κι' εγδέχονται(=περιμένου) το πότε θα ψοφήση.
Το δε κακόν ήτο ότι δεν περιωρίζοντο μόνους τους νεκρούς ν'
ανυμνώσιν (=υμνούν), αλλά και των ζώντων διέστρεφον τον νουν διά των
ογκωδεστάτων εγκωμίων. Οι Λατίνοι ποιηταί εσατύρισαν ασπλάγχνως
την χαμερπή κολακείαν των επί Αυγούστου πανταχόθεν συρρευσάντων
εις την Ιταλίαν Γραικύλων. Τούτους όμως υπερέβησαν κατά πολύ οι
εις την Σύραν καταφυγόντες απόγονοι των σατυριστών. Δύσκολον ήτο
να ευρεθή, καθ' όλην την νήσον αξιότιμός τις μεγαλέμπορος,
καταστηματάρχης, λουκουμοποιός, τοκιστής, βυρσοδέψης, σαράφης
(=αργυραμοιβός) , ή καραβοκύρης, του οποίου δεν υμνήθη πεζώς και εμμέτρως
«l'acuto ingegno» (= οξεία αντίληψη) και «il raro talento» (=σπάνιο ταλέντο).
Η δε προς τας ευγενείς αυτών κυρίας ιταλική λατρεία υπερέβαινε τα όρια
του κωμικού και του πιστευτού. Μεταξύ των οικοδεσποινών τούτων
υπήρχον βεβαίως καί τινες πράγματι ευπρόσωποι. Και αύται όμως έπρεπε
ν' αρκεσθώσι δι' έλλειψιν άλλων υπερβολικωτέρων εις τας αυτάς ομοιώσεις προς
«ά ν θ ο ς λ ε ι μ ώ ν ο ς (=λιβαδιού) , ά γ γ ε λ ο ν, Ή ρ α ν, Ή β η ν – ή
Π α ν α γ ί α ν», διά των οποίων υμνείτο και των ασχήμων η ευμορφία.
Η τοιαύτη Ιταλών κολάκων επιδρομή συνετέλεσε, νομίζομεν, κατά πολύ
εις την ανάπτυξιν του κυριωτάτου των τότε Συριανών ελαττώματος,
της επάρσεως, του φουσκώματος, της επιδεικτικής απαγγελίας κοινών
τόπων και των άλλων των νεοπλούτων γελοίων. Αλλά διά να μη φανώμεν
άδικοι ή κακόγλωσσοι, σπεύδομεν να προσθέσωμεν, ότι μόνον κάπως
γελοίοι ήσαν οι τότε προύχοντες της Σύρου, κατά δε τα λοιπά αγαθοί
και τίμιοι άνθρωποι. Αδιστάκτως δε πιστεύομεν ότι, αν έπραττον
τότε όσα έπειτα έπραξαν οι σύμβουλοι, σύνδικοι, διαχειρισταί και
δήθεν πιστωταί της μακαρίτιδος ατμοπλοϊκής εταιρείας, εξ άπαντος
θα ελιθοβολούντο. Αλλ' ας επανέλθωμεν ή μάλλον ας έλθωμεν εις του
σκύλου την ιστορίαν.
[ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ]
*Σημείωση: Για το Λύκειο στο οποίο φοίτησε ο Ροΐδης και το οποίο
φαίνεται ότι επέδρασε αποφασιστικά στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του
διαβάστε το παρακάτω διαφωτιστικότατο κείμενο:ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΛΥΚΕΙΟΝ ΕΡΜΟΥΠΟΛΕΩΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου