Σάββατο, Ιουνίου 24, 2023

Η ΑΥΓΗ /Παρεμβάσεις: Έξι κείμενα για την "πολιτική ορθότητα"


1. Περί πολιτικής ορθότητας

Θωμάς Τσακαλάκης: Μισανθρωπία, η τελευταία «Μεγάλη Αφήγηση»Θωμάς Τσακαλάκης

Η πολιτική ορθότητα γιγαντώθηκε χάρη στο Διαδίκτυο, όπου πλέον εκδηλώνεται υπό τη μορφή της λεγόμενης «κουλτούρας της ακύρωσης»

«Η πολιτική ορθότητα είναι ένα δίκοπο μαχαίρι που, παραδόξως, κόβει μόνο από τη μία πλευρά του, και μάλιστα τη λαθεμένη». Χρησιμοποίησα αυτή την ιδιότυπη εννοιολογική μεταφορά στο «Political Correctness: A sociocultural black hole» προκειμένου να δείξω ότι, μολονότι το εν λόγω πολυεδρικό φαινόμενο διέπεται, θεωρητικώς, από ηθικοκοινωνικές αξίες με τις οποίες όλοι οι σώφρονες άνθρωποι συμφωνούν (αυτό συνιστά την καλή της «κόψη», λόγου χάρη τη δηλούμενη πρόθεσή της για εξάλειψη των συστημικών αδικιών κατά των κοινωνικά αδύναμων ατόμων), στην πράξη ισχύει γι’ αυτή η σχετική απόφανση του απαράμιλλου stand-up κωμικού, «ερασιτέχνη» αναλυτικού φιλοσόφου και κάθε άλλο παρά συντηρητικού George Carlin: «Αποτελεί την πιο πρόσφατη αμερικανική μορφή μισαλλοδοξίας, και εκείνο το οποίο την καθιστά ιδιαζόντως κακόβουλη είναι το ότι εμφανίζεται μεταμφιεσμένη σε ανεκτικότητα. Το κίνητρό της είναι αγαθό, αλλά, όπως συμβαίνει πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις στις ΗΠΑ, έχει διαστρεβλωθεί τόσο τερατωδώς, ώστε να στερείται πρακτικής χρησιμότητας». Εξάλλου, σύμφωνα με τον περιβόητο αφορισμό του λογοτέχνη Samuel Johnson, «ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις».

Το αποκλειστικό σημείο συμφωνίας ανάμεσα σε όσες/όσους διερεύνησαν κατά καιρούς την πολιτική ορθότητα είναι ότι διαφωνούν μεταξύ τους για όλα όσα την αφορούν, πλην του τόπου και του χρόνου ανάδυσης του όρου για πρώτη φορά. Στη σταλινική Σοβιετική Ένωση, η φράση «politicheskaya pravil’nost’» είχε τη θετική συνυποδήλωση της υιοθέτησης της «ορθόδοξης» ιδεολογικής στάσης. Εντούτοις, στη δεκαετία του 1930, η ακριβής μετάφρασή της στα αγγλικά (political correctness) χρησιμοποιούνταν από Αμερικανούς κομμουνιστές που μυκτήριζαν την τυφλή υποταγή κάποιων συντρόφων τους στη δογματική γραμμή του κόμματος, και μάλιστα περισσότερο στα λόγια, παρά με τα έργα τους. Η πρώτη αναβίωση του όρου συνέβη, και πάλι στις ΗΠΑ, εν μέσω της πολιτισμικής επανάστασης της δεκαετίας του 1960, με σαφώς παιγνιώδη και αυτοσαρκαστική διάθεση εκ μέρους αριστερών και φεμινιστριών (επί παραδείγματι, κάποια εξ αυτών μπορεί να έλεγε: «Το ξέρω ότι δεν είναι πολιτικώς ορθό, αλλά μου αρέσει να βάφομαι και να ντύνομαι με κομψά ρούχα»).

Η πολιτική ορθότητα επανεμφανίστηκε, με τη σημερινή σημασία της, στα τέλη της δεκαετίας του 1980, αρχικώς μόνο εντός των κόλπων της αμερικανικής ακαδημαϊκής κοινότητας και εν συνεχεία σχεδόν παντού στον δυτικό κόσμο και σε όλες τις εκφάνσεις του δημόσιου και ιδιωτικού βίου. Έκτοτε, απέκτησε και μια παντελώς αρνητική συμπαραδήλωση, όχι απλώς εκ μέρους αντιδραστικών/συντηρητικών κύκλων, αλλά και από μια μερίδα προοδευτικών/ριζοσπαστών στοχαστών (σημειωθήτω ότι αναγνωρίζω τις δόκιμες ενστάσεις αρκετών ως προς τη σηµασιολογική ασάφεια αυτών των εννοιών στην εποχή μας).

Αν και η πολιτική ορθότητα έχει ως επί το πλείστον ταυτιστεί με την Αριστερά, υπάρχει και η πολιτική ορθότητα δεξιάς υφής (την οποία ο κριτικός τέχνης Robert Hughes αποκαλεί «πατριωτική ορθότητα»), που αποτυπώνεται, για παράδειγμα, στην απόπειρα ακύρωσης των παραστάσεων του «προσβλητικού για την Ορθοδοξία» έργου του Fernando Pessoa «Η ώρα του Διαβόλου» το 2017 στη Θεσσαλονίκη ή στη χρήση της ονομασίας «Σκόπια» αντί για «Βόρεια Μακεδονία». Αμφότερες αυτές οι εκδηλώσεις του φαινομένου δέχονται παρεμφερή κριτική. Αφενός ότι μετέρχονται επιθετικές και, εν πολλοίς, παράλογες τακτικές για την επιβολή αυταρχικών θέσεων και απαγορεύσεων, άνευ (αυτο-)κριτικού στοχασμού, και αφετέρου ότι λειτουργούν ως αντιπερισπασμός της κοινής γνώμης από ουσιωδέστερα ζητήματα (που, ενδεικτικώς, για τους μεν θα ήταν η επέκταση της κυριαρχίας των επιταγών της ελεύθερης αγοράς και για τους δε η επαναφορά της έμφασης στη βελτίωση των υλικών συνθηκών ύπαρξης των μη προνομιούχων τάξεων).

Η «αριστερόστροφη» πολιτική ορθότητα έχει κυρίως τις κάτωθι δύο σημασίες: α) την καθιέρωση αυστηρών κωδίκων στη γλώσσα, στην ενδυμασία (επί παραδείγματι, να µην ντύνεσαι Ινδιάνος στις Απόκριες, διότι θεωρείται ιδιοποίηση εθνοφυλετικής κληρονομιάς και «πολιτισμικός ιμπεριαλισμός») και στο περιεχόμενο πανεπιστημιακών προγραμμάτων σπουδών (κατάργηση συγγραμμάτων τα οποία περιέχουν έστω και µία φράση που θα μπορούσε να εκληφθεί ως σεξιστική ή ρατσιστική) και β) τη θεσπισμένη εφαρμογή «θετικών διακρίσεων», τουτέστιν ποσοστώσεων υπέρ της συμμετοχής περιθωριοποιημένων κοινωνικών ομάδων στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση ή ακόμη και σε σχέση µε τον αριθμό των µαύρων, των γυναικών ή των διεμφυλικών ατόμων που πρωταγωνιστούν στην τηλεόραση, στο θέατρο, στον κινηματογράφο, σε ομάδες χορού (το λεγόμενο «Bechdel test»).

Η πολιτική ορθότητα γιγαντώθηκε χάρη στο Διαδίκτυο, όπου πλέον εκδηλώνεται υπό τη μορφή της λεγόμενης «κουλτούρας της ακύρωσης». Οι ψηφιακές καταβολές του κινήματος MeToo εντοπίζονται στο 2006, όταν η Tarana Burke, που είχε υπάρξει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης, ξεκίνησε να χρησιμοποιεί αυτή τη φράση στις αναρτήσεις της στο MySpace ώστε να ενθαρρύνει και άλλες Αφροαμερικανίδες να δημοσιοποιήσουν τις δικές τους συναφείς εμπειρίες. Ο όρος «κουλτούρα της ακύρωσης» έγινε δημοφιλής στο Google μόλις το 2019, λίγο μετά το διασημότερο παράδειγμα επωφελούς εφαρμογής της, με τη σύλληψη του διαβόητου Harvey Weinstein. Εντούτοις, ως φαινόμενο εμφανίστηκε από τα μέσα της δεκαετίας τού 2010, όταν, μέσω ιστοσελίδων κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Tumblr, ανώνυμοι χρήστες προέβαιναν στη δημόσια διαπόμπευση ατόμων τα οποία είχαν διαπράξει κάτι ανήθικο ή παράνομο, αλλά είχαν αρκετή εξουσία ώστε να αποφεύγουν την όποια καταδίκη τους.

Προϊόντος τού χρόνου, η «ακύρωση», είτε ως λεκτική επίπληξη (σημασία που έχει τις ρίζες της στην αφροαμερικανική αργκό περασμένων δεκαετιών) και ψηφιακός εξοστρακισμός είτε ως εκστρατεία με σκοπό την απόλυση από την εργασία ή την άσκηση ποινικής δίωξης, αν πρόκειται για άτομο, ή το μποϊκοτάζ, αν πρόκειται για εμπορικό/καλλιτεχνικό προϊόν, μετουσιώθηκε σε «εικονική συλλογική συνείδηση». Αυτή οικοδομείται χάρη σε «θαλάμους αντήχησης» (περίκλειστα επικοινωνιακά περιβάλλοντα -social media, forums κ.ο.κ.- όπου συγκεκριμένες εσω-ομάδες χρηστών εκτίθενται μόνο σε απόψεις που επαναλαμβάνουν/«αντηχούν» και ενισχύουν τις προϋπάρχουσες απαρασάλευτες πεποιθήσεις και βαθύρριζες προκαταλήψεις τους) και σε «φιλτρόσφαιρες» (αποτελέσματα αναζήτησης και ροές ειδήσεων που επιλέγονται για λογαριασμό τους από τους αλγόριθμους με βάση παλιότερες αναζητήσεις τους σε μια αέναη πόλωση επιβεβαίωσης).

Ο Dan Kovalik, δικηγόρος ασχολούμενος με θέματα Εργατικού Δικαίου και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τονίζει ότι πρόσφατη έρευνα κατέδειξε ότι πολλοί Αμερικανοί που αυτοχαρακτηρίζονται ως «αριστεροί» υποστηρίζουν φανατικά την τιμωρητική κουλτούρα της ακύρωσης (ακόμη και έναντι των «αιρετικών» του δικού τους ιδεολογικού χώρου) και μοιράζονται τα ίδια ψυχοπαθολογικά γνωρίσματα με τους θιασώτες του ακροδεξιού απολυταρχισμού: ναρκισσισμό, μακιαβελισμό, ιστριονική διαταραχή προσωπικότητας, μικροπρεπή παιχνίδια για την κατάκτηση πρόσκαιρης και μικρού βεληνεκούς «εξουσίας», ευτελή εκδικητικότητα, κραυγαλέα ευθιξία, υποκριτική ηθικολογία.

Εν κατακλείδι, η πολιτική ορθότητα αφενός αποψιλώνει το όντως πολιτικό (αναγόμενη σε ανούσιους «ακτιβισμούς των διασημοτήτων», στο αυτομαστίγωμα ένεκα «λευκής ενοχής», σε αξιώσεις ισχύος με πρόσχημα την επίρρωση της «ταυτότητας» και γενικώς σε όλα όσα έδωσαν στον Τραμπ την εκλογική νίκη το 2016) και αφετέρου αψηφά το λογικώς ορθό.

* Ο Θωμάς Τσακαλάκης είναι δρ Επικοινωνίας και Πολιτισμικών Σπουδών, μεταφραστής, λογοτέχνης

 

2. Τάσος Καπλάνης, "Μη σεξιστική γλώσσα: «πολιτική ορθότητα» ή δικαιοσύνη;

Καπλάνης Τάσος Α. | School of Philology - Τμήμα Φιλολογίας



5. Στέφανος Ροζάνης:" Η πολιτική ορθότητα ως σύμπτωμα"

6. Εύα Στάμου από biblionet.grΕύα Στάμου:  Πολιτική ορθότητα και νέες μορφές αποκλεισμού

Δεν υπάρχουν σχόλια: