Δευτέρα, Ιουνίου 26, 2023

" H μέρα της κουκουβάγιας" : το πρώτο βιβλίο του Λεονάρντο Σάσα με θέμα τη Σικελική Μαφία (1961), που έγινε συγκλονιστική ταινία από τον Νταμιάνο Νταμιάνι (1968)

Η ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΚΟΥΚΟΥΒΑΓΙΑΣ

Leonardo Sciascia, ο «εξερευνητής της ιταλικής συνείδησης» - Cat Is Art 

Συγγραφέας: Λεονάρντο Σάσα,

Λεονάρντο Σάσα - Βικιπαίδεια

Εκδόσεις: Κέδρος
Σελίδες:160
Μεταφραστής:Τσίτσοβιτς-Ράντιν, Αντωνία
Ημερομηνία Έκδοσης:01/11/2003
ISBN:9789600422160
Θέμα:Ξένη πεζογραφία

_____________________

 
https://www.protoporia.gr/repository/covers/16/162522.jpgΑρχές δεκαετίας του 1960, σε μια μικρή κωμόπολη της δυτικής Σικελίας. Η τραχύτητα του τοπίου συναγωνίζεται την τραχύτητα των ανθρώπων. Παράνομες δραστηριότητες, λαθρεμπόριο, εγκλήματα πάθους, υποθέσεις διαφθοράς, ξεκαθαρίσματα λογαριασμών, φόνοι συμφερόντων αρχίζουν να αποδίδονται σε μια άγνωστη εγκληματική οργάνωση, τη Μαφία.
Πλατεία Γκαριμπάλντι, έξι και μισή το πρωί. Την πρωινή ησυχία ταράζει το υπόκωφο μούγκρισμα του λεωφορείου που ετοιμάζεται να ξεκινήσει για το Παλέρμο. Ένας άντρας ντυμένος στα σκούρα τρέχει να το προλάβει, όταν ξαφνικά ακούγονται δύο πυροβολισμοί και πέφτει νεκρός. Η αστυνομική έρευνα ξεκινάει, χωρίς όμως αποτέλεσμα: κατά κάποιο περίεργο τρόπο, κανένας από τους αυτόπτες μάρτυρες εκείνη τη στιγμή δεν πρόσεξε κάτι.
Ο αστυνομικός επιθεωρητής, ο λοχαγός Μπελόντι, ένας άνθρωπος του Βορρά με πείσμα και όρεξη, αναλαμβάνει να διαλευκάνει την υπόθεση. Το θύμα ήταν ο εργολάβος Σαλβατόρε Κολασμπέρνα, ένας από τους ιδιοκτήτες του οικοδομικού συνεταιρισμού «Σάντα Φάρα». Είχε δεχτεί και στο παρελθόν απειλητικά μηνύματα, αλλά δεν είχε «πειθαρχήσει» στο καθεστώς προστασίας της περιοχής. Στην προσπάθειά του να ανακαλύψει τους ενόχους και να τους κάνει να ομολογήσουν, ο Μπελόντι θα βρεθεί αντιμέτωπος με υψηλά ιστάμενα πρόσωπα και τη σκοτεινή σχέση τους με τη Μαφία.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου







ΚΡΙΤΙΚΗ



Ο Λεονάρντο Σάσα (Ρακαλμούτο Σικελίας 1921 - Παλέρμο 1989) είναι πολύ γνωστός στο ελληνικό κοινό τόσο από τα βιβλία του (έχουν εκδοθεί από τον Ζαχαρόπουλο, τον Καστανιώτη, τον Πατάκη) όσο και από τις ταινίες τις βασισμένες σε αυτά. H μέρα της κουκουβάγιας (1961), το πρώτο μυθιστόρημά του με θέμα τη Μαφία, έγινε ταινία το 1968 από τον Νταμιάνο Νταμιάνι και είχε πρωταγωνιστές τον Φράνκο Νέρο και την Κλαούντια Καρντινάλε.

 Όταν κυκλοφόρησε στην Ιταλία, έκανε μεγάλη αίσθηση, αφού ήταν η πρώτη φορά που ένας συγγραφέας τόλμησε να καταπιαστεί με αυτό το καυτό πρόβλημα αλλά και με τις επικρατούσες αντιλήψεις οι οποίες άφηναν τη Μαφία στο απυρόβλητο.



Ο φόνος του Μιράλια



H ιδέα για το μυθιστόρημα γεννήθηκε στο μυαλό του Σάσα όταν το 1947 δολοφονήθηκε από αγνώστους ο κομμουνιστής συνδικαλιστής Μιράλια, γεγονός που τον συγκλόνισε. Με μότο έναν στίχο του Σαίξπηρ από τον Ερρίκο Στ/ («... σαν την κουκουβάγια όταν ημέρα εμφανίζεται»), η ιστορία αρχίζει με τον φόνο ενός άντρα - του Σαλβατόρε Κολασμπέρνα, προέδρου ενός οικοδομικού συνεταιρισμού - στην πόλη Σ., ο οποίος πάει να ανεβεί στο λεωφορείο για το Παλέρμο. Ο άνθρωπος που τον πυροβολεί φεύγει από τον τόπο του εγκλήματος χωρίς κανένας να τον κυνηγήσει, ενώ μόλις φθάνει η Αστυνομία όλοι οι αυτόπτες μάρτυρες αρνούνται ότι ξέρουν οτιδήποτε για τον φόνο. Ο ένας κοιτάει τη δουλειά του, ο άλλος δεν θυμάται τίποτε, ο τρίτος ούτε που άκουσε τον πυροβολισμό. Ο λοχαγός Μπελόντι, ο αστυνομικός που αναλαμβάνει την υπόθεση, προσπαθεί να εξιχνιάσει τον φόνο χωρίς να λάβει υπόψη του τις πιθανές συνέπειες για την επαγγελματική σταδιοδρομία του. Κάποιος ανώνυμος επιστολογράφος, θέλοντας να στρέψει τις ανακρίσεις σε λάθος δρόμο, ισχυρίζεται πως είναι ένα έγκλημα για λόγους τιμής. Ο λοχαγός όμως δεν πέφτει στην παγίδα. Διότι αυτό που πραγματικά συνέβη ήταν ότι το θύμα είχε αρνηθεί την προστασία της τοπικής μαφίας.

Ο Λεονάρντο Σάσα, μέσω του μη σικελού αστυνομικού (είναι από την επαρχία της Εμίλια, περιοχής με αριστερή παράδοση), δημοκρατικού εκ πεποιθήσεως, του λοχαγού Μπελόντι, ο οποίος απλώς επιθυμεί να κάνει καλά τη δουλειά του, ξετυλίγει το κουβάρι της μυστηριώδους υπόθεσης. Μία από τις ενέργειές του είναι να ζητήσει τη βοήθεια ενός πληροφοριοδότη, ο οποίος όμως με την κατάθεσή του υπογράφει τη θανατική του καταδίκη. Στη Σικελία όμως όσοι συνεργάζονται με την Αστυνομία, κάποιοι άθλιοι άντρες, «ένας βόρβορος από φόβο και βίτσια», παίζουν ένα θανάσιμο παιχνίδι βαδίζοντας πάνω σε ένα τεντωμένο σκοινί, ρισκάροντας τη ζωή τους. Ο φόνος του εργολάβου δεν είναι απλώς ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών· αφορά ολόκληρη την πόλη, που ζει υπό τον διαρκή φόβο μιας υπαρκτής αλλά αόρατης οργάνωσης η οποία έχει ρίξει τα πλοκάμια της παντού και είναι τόσο ισχυρή που ακόμη και τα θύματά της αρνούνται να βοηθήσουν το έργο της Αστυνομίας.



«Αξιοσέβαστοι» πολίτες



Ο αστυνομικός, σεβόμενος τους νόμους της δημοκρατίας, προσπαθεί να υπηρετήσει τη δικαιοσύνη χρησιμοποιώντας την εξουσία που του δόθηκε όπως ο χειρουργός το νυστέρι: με περίσκεψη, ακρίβεια και σιγουριά. Εκτός από τον δολοφόνο, τους ψοφοδεείς μάρτυρες και το σύνολο των μελών της Μαφίας που είναι αναμεμειγμένα σε κάθε παράνομη ή όχι συναλλαγή, ελέγχοντας την κοινωνική ζωή (από τις ζωοκλοπές ως τα δημόσια έργα και τις αγοραπωλησίες αρχαιοτήτων), έχει να αντιμετωπίσει και τους ντόπιους πολιτικούς και κομματάρχες του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος. Οι τελευταίοι, όπως και οι εξέχοντες πολίτες της πόλης, δεν πιστεύουν ότι υπάρχει Μαφία, δεν έχουν ακούσει τίποτε γι αυτήν και μάλιστα ισχυρίζονται πως δεν έχουν καταλάβει τι πράγμα είναι. Είναι πολίτες αξιοσέβαστοι και νομοταγείς και επιπλέον πιστοί καθολικοί, γι αυτό και οι δικαστές τους θεωρούν αξιόπιστους. Στη Σικελία, όμως, όταν ένα έγκλημα φθάσει στο δικαστήριο, οι δολοφόνοι αθωώνονται λόγω ανεπαρκών αποδείξεων, ενώ οι ομολογίες που δίνουν στην Αστυνομία οι συνένοχοί τους μπορούν να καταρριφθούν από ικανούς δικηγόρους,  οι οποίοι υποστηρίζουν ότι αυτές  αποσπώνται με βασανιστήρια, στα οποία τους έχουν υποβάλει οι καραμπινιέροι.

Αυτό που τελικά έχει τη μεγαλύτερη σημασία δεν είναι μόνο τα εγκλήματα της Μαφίας, τα οποία πλήττουν όσους δεν συνεργάζονται μαζί της, αλλά κυρίως ο φόβος που έχει εμπνεύσει στον πληθυσμό. Όλοι επιθυμούν την τιμωρία των δολοφόνων, όλοι ζητούν να κλειστούν στη φυλακή, αλλά κανένας δεν ομολογεί ότι γνωρίζει κάτι για την οργάνωση· ό,τι ξέρουν το συζητούν ψιθυριστά μεταξύ τους. Επομένως, δεν είναι παράδοξο που ύστερα από κάποιους φόνους ακόμη η ιστορία που αφηγείται ο Σάσα δεν έχει κάθαρση. Οι συλληφθέντες από τον λοχαγό Μπελόντι - κρατούνται και με βάση τις δικές τους ομολογίες - αθωώνονται αφού εκ των υστέρων προβάλλουν ακλόνητα άλλοθι χάρη στις μαρτυρίες ανθρώπων υπεράνω πάσης υποψίας.

Γραμμένο λίγα χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου ανάμεσα στο ιταλικό κράτος και στους υποστηριζόμενους από τη Μαφία ληστές που μάχονταν για την ανεξαρτησία της Σικελίας (σημαντικότερος ήταν ο Σαλβατόρε Τζουλιάνο, του οποίου τη ζωή μετέφερε στον κινηματογράφο ο Φραντσέσκο Ρόσι), H μέρα της κουκουβάγιας αναφέρεται σε μια υπαρκτή πραγματικότητα. Μιλάει για τη Σικελία η οποία δεν εκκαθαρίζεται από τη Μαφία όχι μόνο λόγω του γενικευμένου φόβου αλλά και εξαιτίας της απροθυμίας των πολιτικών να το πράξουν, τη Σικελία που στη διάρκεια της φασιστικής δικτατορίας του Μουσολίνι ήταν ο μοναδικός νομός σε ολόκληρη την Ιταλία που είχε στην ουσία ελευθερία, όπου ήταν ασφαλής η ζωή και τα αγαθά των ανθρώπων. «Οι Σικελοί» όμως λέει ο Σάσα «δεν ήξεραν και δεν ήθελαν να ξέρουν πόσες άλλες ελευθερίες είχε κοστίσει αυτή η ελευθερία τους».

Πηγή: protoporia.gr

___________________

 Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΣΕ ΤΑΙΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΤΑΜΙΑΝΟ ΝΤΑΜΙΑΝΙ

Η Ημέρα της Κουκουβάγιας (1968) 

 Il giorno della civetta/ The Day of the Owl/ Mafia 

Βαθμολογία IMDb: 7,0/10

 Σκηνοθεσία: Damiano Damiani

 Πρωταγωνιστούν: Franco Nero, Claudia Cardinale, Lee J. Cobb, Tano Cimarosa, Ennio Balbo, Nehemiah Persoff, Laura De Marchi, Brizio Montinaro, Giuseppe Lauricella

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Duy Huynh: δημιουργός αιθέριων χαρακτήρων που λικνίζονται μέσα σε ένα σουρεαλιστικό ή ονειρικό σύμπαν

Ο Philippe Entremont είναι ο βιρτουόζος του πιάνου που παίζει Satie και  Debussy. Η τέχνη είναι του Βιετναμέζου Duy Huynh, του οποίου οι ...