Συντηρώντας τον συντηρητισμό
ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ/EUROKINISSI
Το τριήμερο των ετοιμασιών της κηδείας του έκπτωτου μονάρχη Κωνσταντίνου συνέπεσε με την ανακοίνωση επικείμενης ρύθμισης προκειμένου να απαγορευθεί η στελέχωση κομμάτων (βλ. Χρυσή Αυγή) από τα εγκληματικά στοιχεία που δικάζονται για τα θλιβερά πεπραγμένα τους.Η ρύθμιση επιτρέπει στον πρωθυπουργό να υπερβεί κάθε δίλημμα σχετικά με την απαγόρευση ενός ναζιστικού κόμματος μη έχοντος θέση στο ελληνικό Κοινοβούλιο, χάρη στην ανάδειξη ευπρεπών πολιτικών εκπροσώπων του που θα του εξασφαλίσουν ένα προσωπείο αρμόζον στο δημοκρατικό πολίτευμα της χώρας.
Εν όψει των εκλογών, ο κ. πρωθυπουργός, παρά τα όσα τον βαρύνουν, υποψήφιος για μια δεύτερη θητεία στη διακυβέρνηση της χώρας, δείχνει την πρόθεσή του να ενισχύσει την άκρα Δεξιά της παράταξής του, παρέχοντας στους ψηφοφόρους της τα πρέποντα προσχήματα ώστε με την αναγκαία συμβολή τους να αναδείξει αυτοδύναμη κυβέρνηση, η οποία ήδη αριθμεί μεταξύ των στελεχών της υπουργούς ή κατώτερους στην πολιτική ιεραρχία (προσκεκλημένους στην κηδεία του έκπτωτου βασιλιά) πιστούς στη μοναρχία που καταργήθηκε σε βάθος μισού αιώνα. Αν μπορούσαν μάλιστα κάποιοι από τους οπαδούς της αντίδρασης, θα έτειναν τη δεξιά σε φασιστικό χαιρετισμό ακόμη και σε χώρους που απαιτούν την τήρηση αυστηρού θεσμικού πρωτοκόλλου.
Τέτοιες ιδιαίτερες σε σημασία συμπτώσεις επιτρέπουν μια καθαρή εικόνα του βαθμού δημοκρατικότητας της ελληνικής κοινωνίας, καθώς φωτίζουν τις στικτές κηλίδες ακραίου εθνικισμού, αντισημιτισμού και ρατσισμού που δεκαετίες, πριν και μετά το τέλος της δικτατορίας, δεν έπαψαν να αμαυρώνουν τους δημοκρατικούς αγώνες του λαού για εθνική απελευθέρωση, για Σύνταγμα και για όσα αυτό εγγυάται για τη ζωή της χώρας και των πολιτών της, εντός και εκτός των συνόρων της.
Με τις κάμερες στραμμένες στους πολίτες που αποχαιρετούσαν τη σορό του εκλιπόντος Κωνσταντίνου και σε εκείνους που χαιρετούσαν τους ξένους εστεμμένους φωνάζοντάς τους με τα μικρά τους ονόματα (ε Ρενέ, ε Μαργαρίτα! κ.ά.) ως να ήταν φίλοι τους ή έστω δημοφιλείς υπουργοί προηγούμενων κυβερνήσεων, οι θεατές των πλάνων ξεχνούσαν τις βαριές συνέπειες που είχαν οι συνεχείς παρεμβάσεις του θρόνου, μετά τη δολοφονία του Γεωργίου Α’, στις εκλεγμένες από τον λαό κυβερνήσεις. Και βέβαια, ξεχνούσαν ότι οι εστεμμένοι τους οποίους χειροκροτούσαν δεν αναμειγνύονται στα πολιτικά πράγματα των χωρών τους.
Με όλα τα παραπάνω, πώς να μην προβληματιστεί κάποιος για το σταμάτημα του χρόνου που διατηρεί εν ζωή τον συντηρητισμό με την κατάλληλη θερμοκρασία της ιστορικής αμνησίας και την ιδεολογική σύγχυση που αυτή επιτείνει, με αποτέλεσμα ένα άρωμα στην ατμόσφαιρα νοσταλγίας για παλιά μεγαλεία, ανακατεμένο με το αναγκαίο γκλάμουρ του μαζικού θεάματος. Δεν αποκλείεται, πάντως, ο εκμοντερνισμός συμπεριφορών και συνηθειών να κρύβει επιδέξια τον βαθύ συντηρητισμό τους.
Αναμφίβολα, ο συντηρητισμός της ελληνικής κοινωνίας εξακολουθεί να είναι πληγή που δεν λέει να κλείσει ούτε να ξεριζωθεί, καθώς μετέτρεψε σε λίγο παραπάνω από έναν αιώνα μέρος ενός λαού που αγωνίστηκε για την ελευθερία του σε μαζώματα παρατρεχάμενων της εξουσίας που θέλουν ατιμώρητη τη διαφθορά, με την ηχηρή σιωπή της φράσης «ας τρώνε με χρυσά κουτάλια το δημόσιο χρήμα, περισσεύουν και για μας κοκαλάκια για ξεκοκάλισμα».
Το φάρμακο που συστήνουν κορυφαίοι φιλόσοφοι επί τόσους αιώνες για την αρρώστια της παραβίασης νόμων, της πονηρής εθελοδουλείας ή της εξώνησης, είναι η παιδεία. Το δυστύχημα είναι ότι το άκρως ευέλικτο σύστημά μας από παλαιότερες έως τις πιο σύγχρονες εκδοχές κάνει τη σύσταση για παιδεία να μην εισακούεται ή να μην τελεσφορεί, τη μια ξεκάνοντας τους δασκάλους και την άλλη αφήνοντάς τους στο έλεος της προβληματικής τους κατάρτισης.
Ετσι η παιδεία αποδεικνύεται φάρμακο και φαρμάκι που συνθλίβει γνώση και αξία με τη δύναμη της συσσωρευμένης άγνοιας της πληροφόρησης, σε μια κοινωνία που θέλει να έχει αρχές και θεσμούς, αλλά δεν μπορεί, εξαιτίας όσων στο όνομα των παλιών κεκτημένων δεν τις θέλουν και τις αρνούνται.
Ο συντηρητισμός έγινε ιδεολογία στις αρχές του 19ου αι. ως αντίπαλο δέος του ιακωβινισμού, για να καταλήξει εν τέλει στον φόβο και τρόμο που καλύτερα από κάθε μέτρο ή ρύθμιση κρατά τους οπαδούς της δέσμιους της επιβίωσης του παλιού ως εγγυητή του καινούργιου. Τα νεκρά στοιχεία της παράδοσης αποκτούν, έτσι, τη δύναμη να εμποδίζουν την αναγέννηση των ζωντανών της στοιχείων που αποσιωπώνται ή θάβονται ως να μην έχουν υπάρξει.
Αρωγός της νέκρωσης στέκει η επίκληση ενός πεπρωμένου που εναντιώνεται σε όσες μεταρρυθμίσεις το απομυθοποιούν, ενώ η λατρεία της εξουσίας προλαβαίνει συγκρούσεις τις οποίες προκαλεί ένα κράτος μονολιθικό στην ακινησία του.
Αλλά είτε λίγος είτε πολύς, ο συντηρητισμός παραμένει ένα απόστημα που, με κρυφό και δόλιο τρόπο, επιφυλάσσει επικίνδυνες εκπλήξεις σε εκείνες τις εξασθενημένες κοινωνίες τις βέβαιες, αν μη τι άλλο, για την «εύρυθμη και δημοκρατική» λειτουργία τους.
*Ομ. καθηγήτρια ΑΠΘ, συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου