Τρίτη, Αυγούστου 20, 2024

Λούντβιχ βαν Μπετόβεν: 9η Συμφωνία: οι διάφορες εκτελέσεις της επ' ευκαιρία των 200 χρόνων της

 


Η ΠΡΩΤΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΗΣ ΕΝΑΤΗΣ
 
Θύμησες για διάφορες «Ενάτες» επ' ευκαιρία των 200 χρόνων της


 
Χρήστος ΚΟΛΟΒΟΣ | ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ | ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 
Δρ Χρήστος Ηλ. ΚΟΛΟΒΟΣ
Διευθυντής Ορχήστρας
Πηγή: Ριζοσπάστης
17-18/8/2024
 
 
Ξαναγράψαμε προ καιρού για τα 200 χρόνια της πρώτης εκτέλεσης της «Ενάτης» συμφωνίας του Μπετόβεν, επ' ευκαιρία της συναυλίας που δόθηκε τον περασμένο Μάη υπό τον Ιταλό μαέστρο Ρικκάρντο Μούτι, στη «Χρυσοποίκιλτη Αίθουσα» με τις Καρυάτιδες των «Φίλων της Μουσικής» της Musikverein της Βιέννης, την κατασκευή της οποίας χρηματοδότησε ο Ελληνας μαικήνας Νικόλαος Δούμπας από τη Βλάστη Κοζάνης. Σημειωτέον πως η μισή Βιέννη έχει χτιστεί σε αρχαιοελληνικούς ρυθμούς ένεκα χρηματοδότησης του Δούμπα.

Ένεκα του παρακάτω κειμένου που μας φανερώθηκε προ ολίγων εβδομάδων σε μετάφραση Γεωργίου Πλούτη, και προέρχεται από το περιοδικό «Μουσική Κίνησις» (βλ. ακριβή στοιχεία στην υπογραφή) και το οποίο προσφέρουμε εδώ αποκλειστικά στους αναγνώστες μας, στο μυαλό μας ήρθαν κάποιες άλλες «Ενάτες» στις οποίες ήμασταν αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες και εκμεταλλευόμαστε αυτή την ευτυχή συγκυρία να τις μοιραστούμε μαζί σας.

Η πρώτη «Ενάτη», που θυμάμαι πάρα πολύ καλά να παρακολούθησα στη ζωή μου «ζωντανά», είναι με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, υπό την μπαγκέττα του Δασκάλου μου, Λουκά Καρυτινού, όταν ήμουν 16 χρόνων. Οπως ανακάλυψα στα κιτάπια μου, ήταν 20 Δεκεμβρίου του 1996 με σολίστες την σοπράνο Τζούλια Σουγλάκου, την μέτζο Κική Μορφονιού, τον τενόρο Βαγγέλη Χατζησίμο και τον μπάσσο Φραγκίσκο Βουτσίνο. Οικεία πρόσωπα σε μένα, αφού τους είχα δει ήδη δεκάδες φορές στη Λυρική. Για την μεν Μορφονιού είχα πλάσει έναν μύθο στο μυαλό μου, αφού είχα μεγαλώσει με την ιστορία της, ότι ανάμεσα σε άλλα μουσικά της κατορθώματα, τραγούδησε δίπλα στην Κάλλας στην Επίδαυρο το 1960 και το '61 στην «Νόρμα» του Μπελλίνι και στην «Μήδεια» του Κερουμπίνι, είχα δει δεκάδες φωτογραφίες και είχα διαβάσει και ακούσει ουκ ολίγα για τις παραστάσεις αυτές, για δε τον Βουτσίνο, ήταν για εμένα ο «Φραγκίσκος», ο αγαπημένος μαθητής στο Ωδείο Αθηνών της γιαγιάς μου, Λούλας Μαύτα - Καλογερά. Ο πολύ πειθαρχημένος και μελετημένος σπουδαστής που ανέπτυξε σωστά και «με μυαλό» τη φωνή του, όπως έλεγε η γιαγιά, που έφτασε πολύ ψηλά και ήταν πάντα ένα από τα παραδείγματα για εμάς από τη γιαγιά και την οικογένειά μου. Και μόνο που μετά από κάθε παράστασή του με καλοδεχότανε με βροντερό γέλιο στο μικροσκοπικό για το «φυζίκ» του καμαρίνι στη Λυρική με τη βροντώδη και γλυκιά φωνή του και με έκλεινε στην τεράστια αγκαλιά του, έφτανε για μένα. Εκείνη την «Ενάτη» λοιπόν στο Μέγαρο, θυμάμαι πώς ο κόσμος χειροκροτούσε στο τέλος μανιωδώς και ενθουσιωδώς. Ο Δάσκαλός μου διηύθυνε με πολλή ενέργεια, «λεγκάτο» πολύ όπου έπρεπε με τα χέρια πιο ψηλά, συνηθισμένος από την όπερα και κοφτές κινήσεις όταν χρειαζόταν και να κρατεί στα χέρια του σφιχτά ορχήστρα, χορωδία και σολίστες, που δεν έπαιρνες ανάσα από τη συγκέντρωση όλων, συμπεριλαμβανομένων και των θεατών. Καθόμουν στην 4η-5η σειρά της πλατείας, παράξενο για μένα που πάντα κάθομαι πίσω, που μπορούσα να διακρίνω κάθε μικρή κίνηση του μαέστρου.

Το σπίτι του Μπετόβεν στο Μπάντεν της Βιέννης, όπου συνέθεσε μέρος της 9ης Συμφωνίας του
Το σπίτι του Μπετόβεν στο Μπάντεν της Βιέννης, όπου συνέθεσε μέρος της 9ης Συμφωνίας του
Κατόπιν, θυμάμαι λιγότερο μια «Ενάτη» πάλι με την ΚΟΑ στο Μέγαρο και τον Γεωργιανό μαέστρο Καχίτζε, μαθητή του άλλου Δασκάλου μου στη διεύθυνση Ορχήστρας, Οδυσσέα Δημητριάδη, και με σολίστες εξ όσων θυμάμαι την Σουγλάκου πάλι και τον μπάσσο της Μετροπόλιταν Οπερας της Ν.Υ., Δημήτρη Καβράκο από τα Τρίκαλα, τα οποία εκτός του Τσιτσάνη, που όλοι γνωρίζουν, «γέννησαν» και έναν από τους μεγαλύτερους και γλυκύτερους μπάσσους στον κόσμο του 2ου μισού του 20ού αιώνα. Ειρήσθω εν παρόδω, οι περισσότεροι μεγάλοι μας βαθύφωνοι επί το ελληνικότερον, όπως ο Ζαχαρίου της Σκάλας του Μιλάνου, ο Μοσχονάς της Μετροπόλιταν της Ν.Υ., ο Βουτσίνος της Κρατικής Οπερας της Βιέννης και ο Γιώργος Παππάς των μεγάλων ευρωπαϊκών θεάτρων (αφήνω έξω τους εν ζωή) είχαν στη φωνή τους μια ιδιαίτερη γλύκα που την ζήλευαν πολλοί μεγάλοι και διάσημοι Ιταλοί συνάδελφοί τους. Θα οφείλεται, όπως έλεγαν παληά, στην «μετιέ» της φυλής μας. Από τη συναυλία του Καχίτζε, θυμάμαι τις ιδιαίτερες κινήσεις του με την μεγάλη μακρυά του μπαγκέττα, πιο κυκλικές κινήσεις και με σοβιετική σχολή διευθύνσεως, από τους μεγάλους πρωτοπόρους Γκάουκ, Μούσιν και φυσικά τον Δάσκαλό του, Οδυσσέα Δημητριάδη, το μικρό του δέμας, το αναλόγιο ολίγον δεξιότερα, στη δεξιά γωνία του πόντιουμ (αριστερά το τοποθετούσε όταν διηύθυνε πιανίστες) για να έχει ελευθερία μπροστά του στις κινήσεις ακριβείς και υποδεικνύουσες κάθε δυναμική και χρώμα που αναγράφει η παρτιτούρα.

Η τρίτη όμως σημαδιακή για μένα «Ενάτη» που θυμάμαι και βίωσα ήταν όταν στα 2016 με κάλεσε για «βοηθό του μαέστρο» ο Ελληνοαυστριακός μαέστρος Κάρολος Τρικολίδης, πρώην μόνιμος αρχιμουσικός της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης. Ηταν μια έκπληξη και μια αναγνώριση των κόπων μου αυτή η πρόσκληση, μιας που πριν λίγο καιρό είχα επιστρέψει από το Μόντρεαλ, ολοκληρώνοντας τις σπουδές μου με ένα διδακτορικό στα χέρια και αναζητώντας ευκαιρίες και δυνατότητες να δείξω τι έμαθα ύστερα από 12 χρόνια σπουδών τελειοποιήσεως στην Ευρώπη και τον Καναδά, να με εμπιστευτεί κάποιος δηλ. και να μου δώσει την «μπαγκέττα» που λέμε. Ο μακαρίτης ο Τρικολίδης - με τον οποίο μετά ευτύχησα να μελετήσω μαζί του και να ζήσω 3 μήνες στο ίδιο σπίτι στις Αλπεις, στους πρόποδες του Λόζερ, κάτω από την καλύβα που έμενε ο Ρίχαρντ Στράους όταν συνέθετε τη «Συμφωνία των Αλπεων» - είχε διαλέξει εμένα ανάμεσα σε τόσους και τόσους νέους διευθυντές, γεγονός που με γέμιζε ευθύνη και συγκίνηση. Μου έδωσε ένα μήνα ακριβώς για να μελετήσω το έργο λέγοντάς μου επί λέξει: «Πιντί μου, ξέχασε ό,τι ξέρεις και μελέτα με τον μετρονόμο από την αρχή, μόνον ό,τι έχει γράψει ο Μπέετόβεν». Θα την παρουσίαζε για πρώτη φορά στην Ελλάδα στα αυθεντικά «τέμπι» με διορθωμένα τα λάθη δύο αιώνων από τον Μιλτιάδη Καρύδη προ 25ετίας περίπου, τα οποία είχε ανακοινώσει σε δύο μουσικολογικά περιοδικά των εκδόσεων Schott. Είχε έρθει η ώρα, έλεγε ο Τρικολίδης. «Πέρασαν, πιντί μου, άλλωστε κοντά 200 χρόνια. Τώρα μπορούμε να ακούσουμε ακριβώς τι έγραψε ο συνθέτης». Και όντως ήταν ένα θαύμα. Ένα άλλο έργο. Πρωτίστως για όλους τους συντελεστές και μετά για το κοινό που είχε κατακλείσει το Ηρώδειο για να απολαύσει την Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα και Χορωδία της ΕΡΤ και τους Μυρτώ Παπαθανασίου (σοπράνο), Μαργαρίτα Συγγενιώτου (μέτζο), Αντώνη Κορωναίο (τενόρο) και Τάσο Αποστόλου (μπάσσο). Ο κόσμος κατά τη διάρκεια της συναυλίας δεν ήξερε πώς να αντιδράσει, αφού υπήρχαν σημεία που δεν τα είχε ξανακούσει έτσι ποτέ. Δύσκολο πράγμα η συνήθεια 200 περίπου ετών. Είχε δε το θάρρος στο Τρίτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ να δηλώσει ο Τρικολίδης σε εκπομπή του Διονύση Μαλλούχου, ότι: «Ναι, ήταν λάθος η περιβόητη ερμηνεία π.χ. του Φουρτβαίνγκλερ που ακούμε τόσες δεκαετίες και θαυμάζουμε. Θα έπρεπε να υπάρχει μια μουσική αστυνομία και να κλείνει στη φυλακή όποιον παρανομεί στις επιθυμίες, οδηγίες, διαταγές των συνθετών επί των έργων τους». Οι συνομιλητές του, Μαλλούχος και Ντόρα Μπακοπούλου, που θα ερμήνευε ένα κοντσέρτο για πιάνο του Μότσαρτ στην αρχή, έμειναν άφωνοι για λίγα δευτερόλεπτα, αλλά ο Μαέστρος σταθερός υπερασπιστής κάθε ανάγκης του συνθέτη και του Ευαγγελίου του, που είναι η παρτιτούρα του. Και μόνον αυτή. Ναι, ήταν μοναδική η εκτέλεση αυτή. Ολόφρεσκη, ακριβής, διεγερτική νοός και νέας ψυχικής ανατάσεως.

***

Το σακάκι με το καπέλο του Μπετόβεν, όπως φυλάσσονται στο σπίτι του στο Μπάντεν
Το σακάκι με το καπέλο του Μπετόβεν, όπως φυλάσσονται στο σπίτι του στο Μπάντεν
Και έτσι γυρνάμε τον χρόνο πίσω 116 χρόνια, στον συμπατριώτη εξ Αυστρίας του Τρικολίδη, μαέστρο, συνθέτη κι ερευνητή, Φέλιξ Βαϊνγκάρτνερ, να μας εξιστορήσει τα της Πρώτης Εκτελέσεως του μεγαλύτερου κατά πολλούς έργου που σκέφτηκε ανθρώπινος νους ανά τους αιώνας, της «Ενάτης Συμφωνίας» του Μπετόβεν.

Το 1900 ο διάσημος και γνωστός στο αθηναϊκό κοινό, διευθυντής της Φιλαρμονικής, Φέλιξ Βαϊνγκάρτνερ, είχε την εξαιρετική τύχη να γνωρίσει στις Βρυξέλλες μια αυτόπτη μάρτυρα του τελευταίου αυτού θριάμβου του Μπετόβεν. Ηταν η ενενηντάρα Κα Γκρέμπνερ, που είχε λάβει μέρος, σα μέλος της χορωδίας στην πρώτη εκτέλεση της Ενάτης, που δόθηκε στις 7 Μαΐου του 1824 στη Βιέννη. Την εποχή εκείνη η κυρία ήταν δεκάξι χρόνων. Κατά την αναμνηστική της, λοιπόν, αυτή αφήγηση ο Βάϊνγκάρτνερ αναφέρει:

«Στις δοκιμές και κατά την ημέρα της συναυλίας, ο Μπετόβεν για να μπορεί ν' ακούει - όσο του επέτρεπε η βαρηκοΐα του - τοποθετήθηκε ανάμεσα στους εκτελεστές. Μπροστά του είχε ένα αναλόγιο, και πάνω σ' αυτό ήταν τοποθετημένη η παρτιτούρα του έργου του. Η σεβαστή λοιπόν κα Γκρέμπνερ - νεαρότατη τότε δεσποινίς - δεν απείχε παρά μερικά βήματα από το αναλόγιό του, σε τρόπο που είχε διαρκώς μπροστά στα μάτια της τον Μπετόβεν. Μου τον ζωγράφισε λοιπόν έτσι, όπως μας τα μετάδωσε κι η ιστορική παράδοση. Δηλαδή σαν έναν άντρα κοντόχοντρο μα ρωμαλέο, λιγάκι σωματώδη, με πρόσωπο κόκκινο και βλογιοκομμένο και με μάτια μαύρα και διαπεραστικά. Τα μαλλιά του ήσαν γκρίζα και πέφτανε διαρκώς πάνω στο μέτωπό του, τούφες τούφες. Η φωνή του ήταν βαθειά και ηχηρή, σα μπάσσου. Μιλούσε λίγο, σκυμμένος πάντα μέσα στην παρτιτούρα του.

Βλέποντάς τον να μην μπορεί να παρακολουθήσει ακουστικά την ορχήστρα και τη χορωδία ένιωθες μια βαθειά τραγική εντύπωση. Γιατί παρ' όλο που φαινότανε πως παρακολουθούσε από την ανάγνωση την εκτέλεση του έργου, εν τούτοις γυρνούσε πολλά φύλλα μαζεμένα στο τέλος κάθε κομματιού. Κατά την ώρα της εκτέλεσης κάποιος τον κτύπησε στον ώμο και τον γύρισε προς το κοινό. Βλέποντας τις κινήσεις των χειροκροτημάτων και των μαντηλιών, υποκλίθηκε και τότε το κοινό ξέσπασε σ' ακράτητο ενθουσιασμό. Απερίγραπτη ήταν η εντύπωση που άφησε η πρώτη αυτή εκτέλεση του έργου του που κατά τη διάρκεια της εκτέλεσής του, το διέκοπταν εξωφρενικά χειροκροτήματα. Θυμάται, λέει, η κα Γκρέμπνερ, μια από τις διακοπές αυτές - στο απότομο μπάσιμο των τυμπάνων στο σκέρτσο. Αυτό έδωσε την εντύπωση μιας αστραφτερής αναλαμπής, που προκάλεσε ένα απότομο ξέσπασμα χειροκροτημάτων ακράτητου ενθουσιασμού. Γι' αυτόν που γνωρίζει καλά το βιεννέζικο κοινό, αυτό δεν του κάνει βέβαια τόση εντύπωση, γιατί και σήμερα ακόμη έχει μια αξιοσημείωτη κι αξιόλογη καλλιτεχνική ευαισθησία, που το κάνει να νιώθει αμέσως τις χαρακτηριστικές και συναρπαστικές λεπτομέρειες κάθε έργου. Μια φράση καλοπαιγμένη ή καλοτραγουδισμένη, ακόμη ένα εφέ πνευστού ή εγχόρδου οργάνου, εκτελούμενο αυθόρμητα ή κι αναπάντεχα, του προξενεί μιαν άμεση απήχηση. Ενώ ο βόρειος Γερμανός για να σχηματίση μια κρίση για την εκτέλεση, περιμένει την έκβαση της συνολικής εντύπωσης. Δεν υπάρχει λοιπόν τίποτα το εκπληκτικό σ' αυτήν την εξαιρετικά πρωτότυπη διακοπή των τυμπάνων στο σκέρτσο της Ενάτης συμφωνίας, που έγινε καταληπτό και κρίθηκε από το κοινό στην ώρα του, σαν μια αυθόρμητη έμπνευση».

Μετάφραση Γ. ΠΛΟΥΤΗ (περ. «Μουσική Κίνησις», Νοέμ. 1949, τ. 13)https://digital.mmb.org.gr/digma/retrieve/115950


*****************************

Λούντβιχ βαν Μπετόβεν: 9η Συμφωνία / Μέγαρο Μουσικής Αθηνών / Θεόδωρος Κουρεντζής – musicAeterna


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Ο Νίκος Σαραντάκος βγήκε σε σύνταξη και μας δωρίζει την απολαυστική αποχαιρετιστήρια ομιλία του (1ο Μέρος)

  Αναμνήσεις ενός μεταφραστή (1ο μέρος) ΝΙΚΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΚΟ...