Κεν Λόουτς: “Οι άνθρωποι κάνουν στροφή στα δεξιά από απόγνωση”
Η αλήθεια είναι πως κανείς άλλος δεν κάνει σινεμά σαν του Κεν Λόουτς. Ένας δημιουργός που αποτελεί ζωντανή ιστορία για το πολιτικό σινεμά, βραβευμένος με δύο Χρυσούς Φοίνικες, και αφοσιωμένος με απόλυτο τρόπο σε ένα σινεμά που ποτέ μα ποτέ δεν ξεχνάει τον άνθρωπο ούτε και τον ταξικό πόλεμο που διαρκώς μαίνεται – ακόμα κι αν διαχρονικά αλλάζει εμφάνιση.
Από το Kes μέχρι το Sorry We Missed You κι από το Ο Άνεμος Χορεύει το Κριθάρι μέχρι το Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ, ο Κεν Λόουτς –αισίως πια 87 χρονών– δηλώνει εδώ και 6 δεκαετίες ταγμένος σε ένα σινεμά διαχρονικής αξίας και αναγκαιότητας, που αντιστέκεται στη φθορά και στις όποιες μόδες.
Το νέο του, και κατά δήλωσή του τελευταίο του, φιλμ κυκλοφορεί τώρα στις αίθουσες επιχειρώντας να παρουσιάσει μια πολύ σκληρή σημερινή κατάσταση και να κλείσει τη σπουδαία φιλμογραφία του με μια νότα ελπίδας και αλληλεγγύης. Στην Τελευταία Παμπ (The Old Oak) που προβλήθηκε στο Διαγωνιστικό των φετινών Καννών, ο Τι Τζέι είναι ο ιδιοκτήτης μιας πάμπ σε μια ερειπωμένη κοινότητα ανθρακωρύχων στη βορειοανατολική Αγγλία.
Μια κωμόπολη φαντασμάτων σε μια επαρχία διαλυμένη, όπου καταφθάνουν σύροι πρόσφυγες τους οποίους πολλά μέλη της κοινότητας δε βλέπουν με καλό μάτι. Ο Τι Τζέι θα σταθεί εξαρχής στο πλευρό τους, κάτι που θα φέρει ρήξη ανάμεσα σε αυτόν και στους θαμώνες της παμπ. Όταν άνθρωποι χτυπημένοι με διαφορετικούς τρόπους από το σύστημα, τοποθετούν ο ένας απέναντι στον άλλον, ποια λύση υπάρχει για το αύριο, αν όχι η αλληλεγγύη;
Με αφορμή το νέο του φιλμ, κάναμε τον περασμένο Μάιο στις Κάννες μια μεγάλη κουβέντα με τον θρυλικό Κεν Λόουτς πάνω σε όλες τις πολιτικές και κοινωνικές προεκτάσεις της ταινίας του. Μιλώντας για την επικράτηση της δεξιάς, για το πώς το σύστημα εξολοθρεύει τους αντιπάλους τους –και τον ίδιο τον λαό–, για το ρόλο της προπαγάνδας, για τη ζωτική (πολιτική) σημασία των δημόσιων χώρων. Και, τελικά, για το ρόλο του σινεμά σε όλα αυτά. Ο Κεν Λόουτς είναι, όπως θα διαπιστώσετε, ακόμα απολύτως ορμητικός.

Ο Κεν Λόουτς στις Κάννες, στην πρεμιέρα της Τελευταίας Παμπ. Vianney Le Caer/Invision/AP
Είναι αλήθεια η τελευταία σας ταινία;
Ναι, έτσι νομίζω. Δυστυχώς. Εννοώ, ο χρόνος περνάει, έτσι δεν
είναι; Λείπεις πολύ καιρό όταν κάνεις μια ταινία και νομίζω είναι λίγο
κακό να αφήνω τη γυναίκα μου για ένα χρόνο τη φορά. Κι όταν είσαι μιας
κάποιας ηλικίας, το να συντηρείς αυτή τη συναισθηματική ενέργεια μέρα
μετά τη μέρα είναι αρκετά δύσκολο. Οπότε είμαι απλά ρεαλιστής. Νομίζω
είναι η τελευταία μου ταινία.
Αλλά θα λέγαμε πως χρειαζόμαστε τις ταινίες σας σε αυτή την ιστορική συγκυρία περισσότερο από ποτέ.
Είναι πολύ ευγενικό αυτό. Αλλά είμαι πολύ τυχερός, να δουλεύω
με τον Πολ και με όλη μου την ομάδα γιατί προφανώς είναι μια συλλογική
δουλειά. Αλλά… είναι σκοτεινές οι εποχές, έτσι δεν είναι; Περίπλοκες
εποχές. Πρέπει διαρκώς να συνεχίσουν να μας επιτίθενται – γιατί όλοι
εμείς στην ίδια βάρκα είμαστε.
Πρέπει να συνεχίσουν να αυξάνουν το βαθμό της εκμετάλλευσης, του ανταγωνισμού. Μια μεγάλη εταιρεία βρίσκει ένα τρόπο να παίρνει περισσότερη δουλειά από τους ανθρώπους για λιγότερα χρήματα και οι άλλες αμέσως προσπαθούν να κάνουν το ίδιο. Οπότε έχουμε μια διαρκή επίθεση στο επίπεδο βιωσιμότητας, μεγαλύτερη φτώχεια, μεγαλύτερες δυσκολίες ακόμα και στην εξασφάλιση βασικών τροφών – και φυσικά είμαστε αντιμέτωποι με τον απόλυτο εφιάλτη της κλιματικής καταστροφής.
Αλλά όσο περισσότερο φοβούνται την κατάρρευση του συστήματός τους, τόσο περισσότερο πιέζουν εναντίον της εργατικής τάξης. Οπότε έχουμε αυτή την εκρηκτική κατάσταση, που μπορεί φυσικά να καταλήξει σε καταστροφή, αλλά ταυτόχρονα όσο περισσότερο πιέζουν, σημαίνει πως θα εμφανίζονται και ευκαιρίες. Είναι τρομακτική λοιπόν η κατάσταση. Αλλά δεν είναι εντελώς απέλπιδα.
…αλλά δεν έχουμε επιλογή από το να το πιστεύουμε αυτό, έτσι δεν είναι; [γελάει]
Για να υπάρχει αυτή η ελπίδα ή για να προκαλέσουμε το
σύστημα, χρειάζεται αλληλεγγύη. Για αυτό το λόγο ήταν σημαντικό να
θυμίσετε στους θεατές τις απεργίες των ανθρακωρύχων και την δύναμη της
εργατικής τάξης;
Ναι, ναι, ναι. Βεβαίως. Είναι κομμάτι της ιστορίας μας, σωστά; Η
έμφυτη αλληλεγγύη της εργατικής τάξης είναι κάτι σαν ένστικτο. Θέλω να
πω, αν κάποιος έχει μπλέξει, τον βοηθάς. Κι αυτό έγινε πολιτική
αναγκαιότητα κατά την απεργία των ανθρακωρύχων. Οπότε έχουμε παραδοσιακά
αυτό το ένστικτο, απέναντι στην δεξιά προπαγάνδα.
Και είναι πολύ έξυπνοι πάνω σε αυτό. Γιατί η προπαγάνδα τους βασίζεται πάντα σε κάποια αλήθεια. Όταν ήρθαν ας πούμε οι πρόσφυγες, τα παιδιά δεν μιλούσαν αγγλικά. Στα σχολεία δεν υπήρχαν επιπλέον καθηγητές. Οπότε είχαν σε μια τάξη 30 παιδιά, και 6 παιδιά που δε μιλούσαν αγγλικά. Και πρέπει να τους μάθουν πράγματα οπότε έχουν λιγότερο χρόνο με τα άλλα παιδιά. Οπότε οι γονείς διαμαρτύρονται – και έχουν δίκιο, είναι αλήθεια.
“Όσο περισσότερο φοβούνται την κατάρρευση του συστήματός τους, τόσο περισσότερο πιέζουν εναντίον της εργατικής τάξης.”
Οπότε υπάρχουν στοιχεία αλήθειας εκεί που η δεξιά προπαγάνδα τα διαστρέφει ως, «αυτοί φταίνε που έρχονται». Κι αυτό καταλήγει σε ρατσισμό, φυσικά. Οπότε έχουμε πάντα αυτή τη μάχη, παραδοσιακά, ανάμεσα σε δύο στοιχεία: αλληλεγγύη και προπαγάνδα.
Η προπαγάνδα είναι φυσικά τεράστιο πρόβλημα. Αλλά αναρωτιέμαι
αν γενικότερα πιστεύετε πως οι άνθρωποι της εργατικής τάξης νιώθουν πως
το πολιτικό σύστημα δεν μιλάει πια μαζί τους; Είχαμε εκλογές στην
Ελλάδα αυτή την εβδομάδα [σσ. η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε τον Μάιο του ‘23] όπου η δεξιά κυβέρνηση επικράτησε σαρωτικά, παρά το γεγονός πως τα πάντα είναι ακριβότερα και η ποιότητα ζωής δεν βελτιώνεται.
Είναι το παλιό μάθημα. Αυτό συνέβη και με τον Χίτλερ! Υπήρχε
απόγνωση και φτώχεια μετά τον πόλεμο. Η, ας πούμε, αριστερά απέτυχε και
οι δύο σπουδαίοι επαναστάτες Καρλ Λίμπκνεχτ και Ρόζα Λούξεμπουργκ
δολοφονήθηκαν. Η αριστερά αποτύγχανε. Οπότε οι άνθρωποι έκαναν στροφή
προς τα δεξιά από απόγνωση. Η οποία, φυσικά, είχε τη στήριξη του big
business, των μεγάλων εταιρειών, του Τύπου.
Ξέρεις, ο Τύπος στην Αγγλία ήταν πολύ υποστηρικτικός απέναντι στον Χίτλερ, ακόμα και στα ‘30s. «Hurrah!». Η εφημερίδα Daily Mail είχε κάποτε έναν τίτλο «Hurrah for the Blackshirts» στις αρχές των ‘30s, όταν γνώριζαν πολύ καλά για τον αντισημιτισμό. Κι ακόμα και τότε επευφημούσαν την δεξιά. Οπότε είναι κι αυτό ένα μάθημα ιστορίας.

Κι είναι κι αυτός ένας λόγος που θέλαμε να κάνουμε την ταινία. Να δείξουμε ανθρώπους που έμειναν χωρίς τίποτα, που καταστράφηκαν ως κοινότητες. Ήταν πολιτικά δυνατοί, και τώρα δεν τους έμεινε τίποτα. Μαγαζιά κλειστά, εκκλησίες κλειστές, άνθρωποι φεύγουν. Αυτοί που μένουν πίσω δεν έχουν τίποτα. Είναι θυμωμένοι, ψήφισαν υπέρ του Brexit. Που δεν είναι φασισμός, αλλά είναι πάντως μια κίνηση προς τα δεξιά. Ήταν περιέργως και με κάποιο τρόπο μια κίνηση αντι-κυβερνητική, παρόλο που η κυβέρνηση το είχε προτείνει. Η αντίφαση είναι εντυπωσιακή!
[..................................]
ΣΥΝΕΧΙΣΤΕ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΣΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου