Η παραπλάνηση για τον Ποινικό Κώδικα
Οι πάνδημες διαμαρτυρίες νομικών για το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης αποτελούν μια άμυνα της δημοκρατίας απέναντι στην φθορά του κράτους δικαίου.
Καθώς πλησιάζουμε στις κατανυκτικές μέρες των Χριστουγέννων, υπάρχουν μεγάλες αίθουσες σε όλη την Ελλάδα όπου αντί για γαλήνια κάλαντα ακούγεται ένας αναβρασμός.
Επιστημονικές εταιρίες και ενώσεις ποινικολόγων, μαζί με Τομείς ποινικών επιστημών των Νομικών σχολών της χώρας (Αθήνας, Θεσσαλονίκης, Κομοτηνής), συνέπραξαν για την οργάνωση δημόσιων συζητήσεων του σχεδίου νόμου για την ποινική νομοθεσία που έχει αναρτηθεί στη δημόσια διαβούλευση. Ανάλογη ομοβροντία και ομοφωνία δεν είχαν παρατηρηθεί στο χώρο. Ανεξάρτητα από σχολές ή πολιτικοκοινωνικές ιδέες οι νομικοί ομιλητές, αυτοί οι διάκονοι μιας επιστήμης της διαφωνίας, εδώ ομονοούν! Χαρακτηρίζουν το αναρτημένο νομοσχέδιο στην καλύτερη περίπτωση προβληματικό, στην χειρότερη κάκιστο και απαράδεκτο.
Δεν πρόκειται απλώς για τα «εσωτερικά» ενός κλάδου. Το ενδιαφέρον της καθημερινότητας, των ΜΜΕ και της πολιτικής ζωής για την εγκληματικότητα και τη ρύθμισή της αποκλείει αυτήν την εκδοχή. Να μάλιστα κι άλλη μια ομοφωνία, λαού και θεωρίας: Οι Ν. Χωραφάς και Ν. Ανδρουλάκης, ο πρώτος το 1951 προλογίζοντας, ο δεύτερος μετά πεντηκονταετή έκτοτε απολογισμό για το αρχαιότερο ποινικό περιοδικό της χώρας, τα Ποινικά Χρονικά, τόνιζαν την κοινωνική σημασία και το καθημερινό ενδιαφέρον των πολιτών για τα ποινικά θέματα.
Το θέμα όντως ενδιαφέρει πολύ, αλλά η παραπλάνηση δυστυχώς δεν είναι πρωτόγνωρη: Σχετικά πρόσφατα ήταν, που η κυβερνητική ρητορεία διέσπειρε την ιδέα ότι η κατάργηση ενός αποσυμφορητικού νόμου και η είσοδος της Αστυνομίας στα Εξάρχεια αρκούσαν για να γλυτώσει ο κόσμος από την εγκληματικότητα. Η ιδέα διαψεύδεται πλέον καθημερινά, αλλά πρόλαβε να αναπτύξει τη λαοπλάνα της κομματική αποστολή.
Τώρα λοιπόν έχουμε πάλι σε εξέλιξη τις διαστρεβλώσεις για τον «Ποινικό Κώδικα του ΣΥΡΙΖΑ». Το περιεχόμενο του νομοθετήματος αυτού όμως* δεν ήταν κατασκεύασμα «του ΣΥΡΙΖΑ», ούτε άλλου κόμματος. Αντίστοιχα άλλωστε και η παρούσα κριτική δεν έχει κομματικό στόχο. Συγκεκριμένα, από το 2008 που άρχισαν οι νομοπαρασκευαστικές εργασίες, τη διαμόρφωση του βαλλόμενου Κώδικα την εγγυήθηκαν κυβερνήσεις διαφόρων κομμάτων: Νέας Δημοκρατίας, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ και συνεργαζόμενων κατά καιρούς κομμάτων. Όσο για τη σύνθεση των επιτροπών που δούλεψαν, σε αυτές μετείχαν και εναλλάχθηκαν πολλοί δικαστές, δικηγόροι και πανεπιστημιακοί καθηγητές, επιστήμονες όλοι τους χωρίς κανένα κομματικό πρόσημο.
Το κομματικά χρωματισμένο περιεχόμενο αποφεύχθηκε επειδή η σύνθεση της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής θεσπίστηκε με νόμο και ο Κώδικας ψηφίστηκε από τη Βουλή μόνο με ένα άρθρο στο σύνολό του, όπως προβλέπεται στο Σύνταγμά μας**. Η Βουλή δηλαδή ήταν υποχρεωμένη να δεχθεί ή να μη δεχθεί το νομοθέτημα ενιαίο, ως «πακέτο», χωρίς κατ΄ άρθρο συζήτηση ή τροπολογίες.
Αυτή η διαδικασία κατοχυρώνεται συνταγματικά, επειδή οι Κώδικες αποτελούν δομικά νομοθετήματα με αλληλοεξαρτώμενες και ιεραρχημένες ρυθμίσεις. Αν μια τους αλλάξει, μπορεί όλο το οικοδόμημα να καταρρεύσει χάνοντας την ιστορικά διαμορφωμένη φυσιογνωμία του. Γι΄αυτό οι εργασίες για τον Ποινικό κώδικα του 1950 είχαν διαρκέσει για δεκαετίες, ενώ και για τον νέο Κώδικα του 2019 χρειάστηκαν δέκα περίπου χρόνια. Αντίθετα, με νομοθετήματα που ακολούθησαν το 2019,η μονόχρωμη κομματική σφραγίδα στη νομοθέτηση έγινε ολοφάνερη. Έκτοτε είχαμε μια καταιγίδα από βιαστικές και αποσπασματικές μεταρρυθμίσεις: Ένα φαινόμενο ασταθούς πολυνομίας, που καταργεί τη συνοχή του δικαίου.
Η παραπλάνηση για τον δήθεν κομματικά χρωματισμένο Κώδικα – νομοσχέδιο του 2019, σε συνδυασμό με έναν ισχυρισμό ότι αυτός περιλάμβανε μια διάταξη χαριστική σε συμφέροντα, είχαν οδηγήσει σε αίτημα αναβολής της τελικής ψήφισής του ενόψει εκλογών.
Ωστόσο:
- Η αναβολή προδίκαζε πως ένα νομοθέτημα εκσυγχρονισμένο και έτοιμο από μήνες θα αφηνόταν από την επόμενη κυβέρνηση για τις καλένδες, με συνέπεια την παράταση ουσιαστικών αδικιών εφ’ όλης της ύλης.
- Εξάλλου, ακόμη κι αν για κάποιες μεμονωμένες διατάξεις προβλήθηκαν αντιρρήσεις, η πολιτεία όφειλε συγκρίνοντας να διαλέξει το καλύτερο κωδικοποιημένο σύνολο. Αρκεί εδώ να ειπωθεί ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση, χάρη της οποίας ζητήθηκε να θυσιαστούν οι υπόλοιπες άνω των τετρακοσίων διατάξεις του Κώδικα, διατηρήθηκε πάντως από τη Νέα Δημοκρατία ως έχει. Επίσης ας φέρουμε στο νου, ότι οι καταγγελίες για εξυπηρέτηση συμφερόντων εξετάστηκαν από τη δικαιοσύνη και απορρίφθηκαν.
Για τους παραπάνω λόγους οι πάνδημες διαμαρτυρίες των νομικών αποτελούν μια άμυνα της δημοκρατίας απέναντι στην φθορά του κράτους δικαίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου