Ο ιδιόμορφος χαρακτήρας της γηραιάς Αλβιώνος
Ένα από τα αδιαμφισβήτητα λογοτεχνικά ταλέντα του Κόου είναι να μεταφέρει με συναρπαστικό τρόπο την ψυχοσύνθεση των κατώτερων και μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων της χώρας του, και στο βιβλίο αυτό το κάνει άλλη μια φορά.
Διαβάζω τις πρώτες σελίδες του πολυαναμενόμενου νέου βιβλίου του Τζόναθαν Κόου «Μπόρνβιλ: Το διαιρεμένο βασίλειο», που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πόλις σε μετάφραση της Αλκ. Τριμπέρη. Μεμιάς μεταφέρομαι τρία χρόνια πριν, όταν ο κόσμος άλλαξε και άρχισε η «παράνοια» να γίνεται μέρος της ζωής μας. Στην πραγματικότητα όχι μέρος αλλά ολόκληρη η ζωή μας αφού τη σάρωσε ανελέητα ένας αδυσώπητος ιός.
Τα αμέτρητα χαρτιά υγείας που αποθηκεύτηκαν στο αμάξι μιας ηρωίδας του Κόου, της Σούζαν, η απόκοσμη απειλή που απλώνεται σιγά σιγά σαν ίσκιος σε όλο τον πλανήτη και οι φοβικές έως γελοίες αντιδράσεις που περιγράφει είναι ακόμη εδώ. Ίσως είναι ακόμη νωρίς για να γελάσουμε με όσα υπερβολικά πράξαμε. Αλλά ούτε ο συγγραφέας έχει τέτοιο σκοπό. Στο σημείωμά του εξηγεί την προσωπική του εμπειρία.
Ο Κόου έχασε τη μητέρα του τις πρώτες πρωινές ώρες της 10ης Ιουλίου του 2021 και το κομμάτι με τίτλο «Το πάνω μέρος του κεφαλιού της μητέρας μου» μπορεί να προσαρμόστηκε πάνω στον χαρακτήρα του ήρωά του Πίτερ Λαμπ, άλλα κατά τα άλλα, όπως ομολογεί, είναι μια πιστή περιγραφή του θανάτου της δικής του μητέρας. Πέθανε ολομόναχη, χωρίς καμιά ανακούφιση από τους πόνους του κορονοϊού, και επίσης της απαγορεύτηκε οποιαδήποτε επαφή με τους συγγενείς της. Οπως πικρά αλλά και δηκτικά επισημαίνει ο Τζόναθαν Κόου: «Από την άλλη όμως, όπως και χιλιάδες άλλες οικογένειες σε όλη τη χώρα -σε αντίθεση με τους τότε ενοίκους του αριθμού 10 της Ντάουνινγκ Στριτ-, εμείς υπακούαμε στους κανόνες».
Ίσως όμως η πρώτη παράγραφος του κειμένου να σας παραπλάνησε σε σχέση με την υπόθεση του βιβλίου. Οχι, αυτό δεν είναι ένα βιβλίο που μιλά για τα όσα περάσαμε την εποχή της πανδημίας, αν και όσα περιγράφει μιλούν ανάγλυφα για όσα ζήσαμε. Αρχίζει από πολύ παλιά, από το 1945, όπου η τότε εντεκάχρονη Μαίρη στο Μπόρνιβιλ του Μπέρμιγχαμ αρχίζει να μας μιλά για «το εργοστάσιο», τη σοκολατοποιία Κάντμπουρι, την κατάσταση της οικογένειάς της, αλλά και την τότε τρέχουσα πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα μιας χώρας που έβγαινε από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ενα από τα αδιαμφισβήτητα λογοτεχνικά ταλέντα του Κόου είναι να μεταφέρει με συναρπαστικό τρόπο την ψυχοσύνθεση των κατώτερων και μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων της χώρας του, και στο βιβλίο αυτό το κάνει άλλη μια φορά. Ενας ολόκληρος κόσμος ζωντανεύει, δεύτεροι και τρίτοι ήρωες μεταφέρουν μπροστά μας εκείνη την εποχή όπου κάθε ευρωπαϊκή χώρα προσπαθούσε να σταθεί οικονομικά στα πόδια της. Κάποιοι καταφέρνουν να βγουν από τη μιζέρια και άλλοι εγκλωβίζονται μέσα της.
Και βέβαια είναι ένα μυθιστόρημα που μυρίζει από την αρχή ώς το τέλος σοκολάτα.
Σοκολάτα και… βασιλεία. Οι ζωές των ηρώων τρέχουν παράλληλα με όσα σημαντικά συμβαίνουν στη βασιλική οικογένεια, από τη στέψη της Ελισάβετ Β’ έως τον θάνατο της Νταϊάνα και άλλα σημαντικά γεγονότα. Και φυσικά δεν λείπει ούτε το Brexit ούτε και οι αγγλο-γερμανικές σχέσεις.
Η Μαίρη κρατάει το γαϊτανάκι της οικογένειάς της, των τόσο διαφορετικών τριών γιων της και της πορείας τους: του συνεσταλμένου μουσικού Πίτερ που έχει κολλήσει στην παιδική του ηλικία, του μόνιμα καχύποπτου Μάρτιν, του οποίου η δουλειά τον «μυεί» στην ευρωπαϊκή πολιτική, και του Τζακ, «τρελού» ποδοσφαιρόφιλου που αντιπαθεί τη Γερμανία. Περνούν από μπροστά μας τέσσερις γενιές μιας οικογένειας της οποίας τα όνειρα, οι επιτυχίες, οι ατυχίες και οι διχόνοιες αντικατοπτρίζουν τα μεταβαλλόμενα περιγράμματα της μεταπολεμικής Βρετανίας.
Καθώς η αφήγηση πλησιάζει την εποχή μας είναι αισθητό πως ο συγγραφέας θυμώνει και απογοητεύεται όλο και περισσότερο από την αλλοτρίωση των ανθρώπων αλλά κυρίως από τον οπορτουνισμό των πολιτικών. Όλο αυτό το σαθρό οικοδόμημα της Βρετανίας αλλά και της Ευρώπης περιγράφεται με έναν σατιρικό παιγνιώδη τρόπο προκαλώντας πότε το χαμόγελο και πότε το μειδίαμα του αναγνώστη που αναγνωρίζει τις κακοπάθειες του σύγχρονου τρόπου ζωής και σκέψης.
Θα βρείτε αρκετά κωμικά σκηνικά στο βιβλίο που συμβάλλουν εξαιρετικά στην ατμόσφαιρα της αφήγησης. Ίσως σε κάποια σημεία να διακρίνεται μια νοσταλγία του Κόου για μια παλιά Αγγλία λίγο πιο αθώα στα μάτια του, σίγουρα όμως είναι αρκετά καυστικός και εδώ, όπως και σε προηγούμενα βιβλία του, για το πώς έχει διαμορφωθεί η χώρα του σήμερα. Κάποιοι λένε πως ο Τζόναθαν Κόου «ειδικεύεται» πια στο να γράφει πολιτικές σάτιρες, το σίγουρο όμως είναι πως γράφει εξαιρετικά μυθιστορήματα και το «Μπόρνβιλ: Το διαιρεμένο βασίλειο» είναι ένα από αυτά.
____________________
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου