Εγκώμιον τέττιγος
Τζιτζίκι - Βικιπαίδεια
Τζιτζίκι | ||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Τζιτζίκια στην Ελλάδα
|
||||||||||
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||||
|
Το τζιτζίκι ή τζίτζικας ή τέττιξ στα αρχαία ελληνικά είναι ένα έντομο που ζει συνήθως στα δένδρα και παράγει ένα χαρακτηριστικό ήχο που προδίδει την παρουσία του. Ο τζίτζικας είναι έντομο της οικογένειας των τετιγιδών και υπάρχουν πολλά είδη του. Στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα γνωστό από την ιστορία του Αισώπου, «Ο τζίτζικας και ο μέρμηγκας» (Τέττιξ και μύρμηκες)[1]
Αν και έχουν αρκετά μεγάλο μέγεθος για έντομα (2-5 εκατοστά) είναι δύσκολο να τα εντοπίσει κανείς, γιατί το χρώμα τους είναι παρόμοιο με το χρώμα των κορμών των δένδρων. Το σώμα του είναι πεπλατυσμένο, το κεφάλι του κοντό και πλατύ, έχει πέντε μάτια, δύο μεγάλα, κανονικά και τρία μικρότερα, βοηθητικά. Τα φτερά του είναι φτιαγμένα από λεπτή διαφανή μεμβράνη και τα πόδια του λεπτά και μακριά. Το χρώμα του σε γενικές γραμμές είναι μαύρο. Όμως διακρίνουμε σ' αυτόν και διάφορες αποχρώσεις κίτρινου και καφέ.
Τρέφεται με τη λύμφη των βλαστών, τους οποίους τρυπά με μια ειδική
προβοσκίδα, που μοιάζει με έμβολο. Η θηλυκή γεννά τα αυγά της μέσα σε
τρύπες που κάνει πάνω στους μαλακούς βλαστούς. Αυτό γίνεται κατά τον
Ιούλιο ή τον Αύγουστο. Από τα αβγά βγαίνουν οι προνύμφες, περίπου κατά
το τέλος του καλοκαιριού, οι οποίες κατεβαίνουν από τα δέντρα, κάνουν
τρύπες μέσα στη γη, κοντά στις ρίζες κι εκεί μπορούν να ζήσουν και
τέσσερα χρόνια (αλλού 17 ή 13 χρόνια) μέχρι που να μετατραπούν σε
κανονικές νύμφες.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το τζιτζίκι, για την ειδική ηχητική συσκευή
που υπάρχει ανάμεσα στο θώρακα και την κοιλιά του τζιτζικιού μέσω της
οποίας δημιουργείται αυτό το ιδιόμορφο τερέτισμα, που ακούγεται τις
ζεστές καλοκαιρινές μέρες. Η συσκευή αποτελείται από δύο κοιλότητες που
χωρίζονται από μια λεπτή μεμβράνη τεντωμένη. Κάθε φορά που δονείται η
μεμβράνη αυτή, παράγεται ο ήχος.
Με το τζιτζίκι είναι συνδεδεμένος και ο μύθος του Τιθωνού. Ο Τιθωνός
ήταν θνητός που είχε γίνει αθάνατος από τους θεούς μετά από παράκληση
της Ηούς, η οποία όμως ξέχασε να ζητήσει να παραμείνει και νέος. Όταν
λοιπόν ο Τιθωνός έφθασε σε έσχατο γήρας, η Ηώς,
που ως θεά ήταν και αθάνατη και πάντα νέα, δεν μπορούσε πια να τον
βλέπει. Τότε οι θεοί τον λυπήθηκαν και τον μεταμόρφωσαν σε ένα ζαρωμένο
έντομο που μιλά ακατάπαυστα, το τζιτζίκι.
************************
Ανακρέων*
Εγκώμιον τέττιγος
Μακαρίζομέν σε, τέττιξ,
ὅτε δενδρέων ἐπ' ἄκρων
ὀλίγην δρόσον πεπωκώς
βασιλεὺς ὅπως ἀείδεις.
σὰ γάρ ἐστι κεῖνα πάντα,
ὁπόσα βλέπεις ἐν ἀγροῖς
κοπόσα φέρουσιν ὗλαι.
σὺ δὲ φίλος γεωργῶν,
ἀπὸ μηδενός τι βλάπτων
σὺ δὲ τίμιος βροτοῖσιν,
θέρεος γλυκὺς προφήτης.
φιλέουσι μέν σε Μοῦσαι,
φιλέει δὲ Φοῖβος αὐτός,
λιγυρὴν δ' ἔδωκεν οἴμην
τὸ δὲ γῆρας οὔ σε τείρει.
σοφέ, γηγενής, φίλυμνε,
ἀπαθής, ἀναιμόσαρκε
σχεδὸν εἶ θεοῖς ὅμοιος.
Ανακρέων* (572-485) Ανακρέων - Βικιπαίδεια
**************
Έπαινος στο τζιτζίκι
Καλότυχο είσαι, τζιτζίκι μου,
που έχοντας πιει λίγη δροσιά
κάθεσαι στα ακρόκλαδα των δέντρων
και τραγουδάς σαν βασιλιάς.
Δικά σου είναι όλα
όσα βλέπεις στους αγρούς,
όσα προσφέρουνε τα δάση.
Αγαπητό είσαι στους γεωργούς
αφού κανένα δε βλάπτεις,
εσένα τιμούνε οι θνητοί,
του θέρους, γλυκέ προφήτη!
Σε αγαπούν οι Μούσες,
σε αγαπά ως και ο Φοίβος,
καμπανιστή σου ΄δωσε φωνή,
γεράματα εσένα δεν αγγίζουν!
Σοφέ, γήινε, τραγουδοαγαπησιάρη,
ατάραχε, αναίμακτε,
μοιάζεις σχεδόν με μικρό θεό…
Ανακρέων , Ωδές...
Μετάφραση: Gerontakos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου