15+1 προτάσεις για όσους στις διακοπές δεν διαβάζουν μόνο λογοτεχνία…
του Σπύρου Κακουριώτη
Δεν είναι πάρα πολλοί αλλά υπάρχουν. Στην παρέα μου ξέρω δυο-τρεις. Είναι οι αναγνώστες που το καλοκαίρι δεν θα φορτωθούν με τα τελευταίας εσοδείας μυθιστορήματα για να τους συνοδεύσουν στις διακοπές. Εκείνοι που θα επιλέξουν ένα μονάχα λογοτεχνικό βιβλίο και τα υπόλοιπα θα τα διαλέξουν από τον χώρο του πολιτικού και κοινωνικού δοκιμίου, της ιστορίας, της βιογραφίας, ακόμα και της ψυχανάλυσης. Γι’ αυτούς τους αναγνώστες, είτε τα καταφέρουν να φύγουν σε κάποια παραλία είτε τους αποτρέψει ο πληθωρισμός τιμών και τουριστών, βάλαμε στη βαλίτσα μας μερικά από τα πιο πρόσφατα και σημαντικά δοκίμια και μελέτες.
Adam Tooze, Πολιτική οικονομία μιας κατάρρευσης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
Η αναφορά στη δεκαετή οικονομική κρίση συνοδεύεται συνήθως από τη διαπίστωση ότι «δεν μάθαμε τίποτα» από αυτήν ή ότι «τίποτα δεν άλλαξε» σε ό,τι αφορά, κυρίως, τη συμπεριφορά των ελίτ και την οικονομική πολιτική των κυβερνήσεων. Αν υιοθετήσει κανείς μια περισσότερο μακροσκοπική οπτική όμως, θα δει ότι οι χρηματοπιστωτικές κρίσεις του 2008 και της δεκαετίας που ακολούθησαν άλλαξαν όντως τον κόσμο. Αυτό διαπιστώνει ο άγγλος ιστορικός της οικονομίας Άνταμ Τουζ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Columbia και δημόσιος σχολιαστής με μεγάλη επιρροή. Η ανά χείρας μελέτη του αποτελεί μια ανατομία των ταυτόχρονων χρηματοπιστωτικών κρίσεων που πυροδοτήθηκαν από την κατάρρευση της επενδυτικής τράπεζας Lehman Brothers, τον Σεπτέμβριο του 2008, οι συνέπειες της οποίας διέσχισαν πολύ σύντομα τον Ατλαντικό, κλονίζοντας τις τράπεζες της Ευρώπης στο σύνολό τους, με αποτέλεσμα τη διακοπή της χρηματοδότησης στις αναδυόμενες χώρες, που οδήγησε μέσα σε ελάχιστο χρόνο σε παγκόσμια κρίση ρευστότητας, μετατρέποντάς την σε κρίση της πραγματικής οικονομίας. Η πραγμάτευση του άγγλου ιστορικού, που διαβάζεται σαν ένα οικονομικό και πολιτικό θρίλερ ακόμη και από αναγνώστες που δεν είναι εξοικειωμένοι με τα οικονομικά, κατανέμεται σε τέσσερα μέρη: Στο πρώτο αναλύει τα πρόδρομα σημάδια της κρίσης, από τη συγκρότηση του οικονομικού επιτελείου του Μπάρακ Ομπάμα από τους «βετεράνους» της προεδρίας Κλίντον στη διόγκωση της αγοράς των subprime, της «φούσκας» των ενυπόθηκων δανείων υψηλού κινδύνου που πυροδότησε την κρίση και από τη δημιουργία ενός διατλαντικού χρηματοπιστωτικού συστήματος σε έναν πολυπολικό κόσμο. Στο δεύτερο εξετάζει τη «χειρότερη χρηματοπιστωτική κρίση στην παγκόσμια ιστορία» και τον τρόπο με τον οποίο αντέδρασε σε αυτήν η αμερικανική κυβέρνηση, αλλά και τις πρώτες διεθνείς επιπτώσεις της στην ανατολική Ευρώπη, την αντίδραση της Κίνας, τις απόπειρες διεθνών συσσωματώσεων, όπως οι G20, για από κοινού αντιμετώπισή της κ.λπ. Το τρίτο μέρος είναι αφιερωμένο στην κρίση της Ευρωζώνης, με ένα μεγάλο τμήμα του να απασχολεί η ελληνική κρίση. Ο συγγραφέας αποφεύγει κάθε ηθικού χαρακτήρα κρίση, επιμένοντας στην τοποθέτηση της ελληνικής χρεοκοπίας στο πολιτικό και οικονομικό ιστορικό πλαίσιο της εποχής. Τέλος, το τέταρτο και, ίσως, περισσότερο ενδιαφέρον μέρος εξετάζει τις επιπτώσεις της κρίσης, τους «μετασεισμούς» που συγκλόνισαν τον πλανήτη, από τις αμερικανικές εξελίξεις που οδήγησαν στην ανάρρηση του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία μέχρι την ουκρανική πολιτική κρίση του 2014 και το Brexit. Ένας από τους μετασεισμούς που εξετάζονται είναι, βεβαίως, και η ελληνική διαπραγμάτευση του 2015. Μακριά από τις ηθικολογίες και τις αυτομαστιγώσεις, ο Άνταμ Τουζ, στο κεφάλαιο αυτό, που έχει τίτλο το hastag «#Thisisacoup», αναδεικνύει την λογική της πειθάρχησης ενός δύστροπου μέλους που χαρακτήριζε τη γερμανική πολιτική απέναντι στην Ελλάδα, η οποία, σύμφωνα με τα λόγια του νεαρού Εμμανουέλ Μακρόν, τότε υπουργού Οικονομίας, προκαλούσε έναν αληθινό ευρωπαϊκό εμφύλιο, μεταξύ (προτεσταντών) «βορείων» και (καθολικών και ορθόδοξων) «νοτίων».
Γιάννης Μπαλαμπανίδης, Οι ιδέες της προόδου και της συντήρησης, Πόλις
Δοκίμιο για την πολιτική σε ρευστούς καιρούς, χαρακτηρίζει ο συγγραφέας το βιβλίο, δίνοντάς του ακριβώς αυτόν τον υπότιτλο. Πολιτικός επιστήμονας μεγαλωμένος σε τέτοιους καιρούς, επιχειρεί, το δοκίμιο αυτό, να λειτουργήσει σαν πυξίδα που θα επιτρέψει στον αναγνώστη του να στοχαστεί με όρους που θα διανοίγουν ένα μονοπάτι μέσα στην περιρρέουσα σύγχυση και πολυγλωσσία. Για να το κάνει αυτό, ο συγγραφέας επιστρέφει στα θεμελιώδη, στη βασική διάκριση που χαρακτηρίζει τις κοινωνίες στις οποίες ζούμε, που παραμένει η νεωτερική διαιρετική τομή Αριστεράς – Δεξιάς. Η διάκριση μεταξύ προοδευτικής και συντηρητικής πολιτικής συνεχίζει να έχει νόημα, τονίζει, ασφαλώς με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που χαρακτήριζε τις κοινωνίες του εγγύς παρελθόντος. Άλλωστε, στο πεδίο της πολιτικής νέες έννοιες αναδύονται –έννοιες που συχνά έρχονται από το «πολιτικό εργαστήρι του 21ου αιώνα», τη σημερινή Αμερική, για να δώσουν όνομα και σχήμα σε πραγματικές αντιθέσεις που διασχίζουν τον δυτικό (τουλάχιστον) κόσμο, από τις πολιτικές ταυτότητας και την πολιτική ορθότητα μέχρι τη gig economy και τον καπιταλισμό της πλατφόρμας. Σε αυτό το πλαίσιο, η σύνθεση των «πολιτισμικών πολέμων» και των κοινωνικών αγώνων, της πολιτισμικής και της ταξικής ταυτότητας, αποτελεί ένα από τα ζητούμενα της προοδευτικής πολιτικής που σκιαγραφεί η ανάλυση του Μπαλαμπανίδη. Το πρώτο μέρος του δοκιμίου ασχολείται με την προοδευτική πολιτική και τις προϋποθέσεις της. Αναλύει τις έννοιες του λαϊκισμού και του αντιλαϊκισμού και τις χρήσεις τους, απορρίπτοντάς τις ως αναλυτικό εργαλείο, επιμένοντας, παράλληλα, στον συγκρουσιακό χαρακτήρα της δημοκρατίας. Περιγράφει εκτενώς και σχολιάζει την ανάδυση και διαμόρφωση της κυρίαρχης νεοσυντηρητικής ταυτότητας στις δυτικές κοινωνίες, μελετώντας τις απόπειρες της Αριστεράς να ανακτήσει την ηγεμονία μέσα από την πολιτική του «τρίτου δρόμου», του «Νέου Κέντρου» κ.λπ. Παράλληλα, εξετάζει τις δυνάμεις εκείνες που την τελευταία δεκαετία, από τον Μπέρνυ Σάντερς και τον Τζέρεμι Κόρμπιν μέχρι τον ΣΥΡΙΖΑ και τους Podemos, επιχείρησαν να ανανοηματοδοτήσουν την προοδευτική πολιτική και να της προσδώσουν το χαμένο πρωτείο της. Στο δεύτερο μέρος εξετάζονται διά μακρών οι «πόλεμοι της κουλτούρας» και ιδιαίτερα η πολιτική ορθότητα· οι διαγενεακές αντιπαλότητες ανάμεσα στα «παιδιά του Μαρξ και της Κόκα-Κόλα» και τα «παιδιά της επισφάλειας»· η παγκοσμιοποίηση και η κρίση της, με τη διαφαινόμενη ενίσχυση του ρόλου του έθνους-κράτους· πολώσεις που αναδύονται σήμερα και που καθήκον της προοδευτικής πολιτικής είναι να τις μετουσιώσει «σε συνεκτικούς χάρτες για να πλοηγηθούμε μέσα στον χαοτικό μας κόσμο».
Laure Murat, Ποιος ακυρώνει τι; Σκέψεις για την cancel culture, Πόλις
Η ίδια η έννοια της «cancel culture», δηλαδή της «κουλτούρας της ακύρωσης», καθώς και της πολιτικά συνώνυμης «woke culture», της «κουλτούρας της αφύπνισης» είναι όροι πολεμικής, κυρίως της αμερικανικής alt right και του τραμπισμού, με τους οποίους επιδιώκουν να δαιμονοποιήσουν ό,τι αποκαλούν «δικτατορία της πολιτικής ορθότητας», «φασισμό της άκρας Αριστεράς» ή, σε ένα περισσότερο ευρωπαϊκό κλίμα, «ισλαμο-αριστερισμό». Στην ίδια τη Γαλλία, στις αρχές αυτής της χρονιάς, ένα διήμερο συνέδριο με τον φιλόδοξο τίτλο «Μετά την αποδόμηση: επαναδομώντας την επιστήμη και τον πολιτισμό», συγκέντρωσε πλήθος νεοσυντηρητικών της δεξιας (και όχι μόνο) που διαμαρτύρονταν για την «ιδεολογική ηγεμονία» της αποδόμησης, του gender, της πολιτικής ορθότητας κ.λπ. Ένα εξάμηνο πριν τη διεξαγωγή του εν λόγω συνεδρίου, η Λορ Μυρά, καθηγήτρια γαλλικού πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, σε μια διάλεξή της στο Συμπόσιο Βιβλίου, στην γαλλική πόλη Λαγκράς, αποτύπωσε τα βασικά χαρακτηριστικά της «κουλτούρας της ακύρωσης», τοποθετώντας την σταθερά στο πεδίο της δημόσιας ιστορίας, αλλά και της άσκησης πολιτικής από τα κάτω, καθώς η «cancel culture», σε συνδυασμό με κινήματα όπως το Black Lives Matter ή το #MeeToo, συνιστά κυρίως λαϊκή πίεση στις σφαίρες εξουσίας. Η συγγραφέας στο ολιγοσέλιδο αυτό δοκίμιο δημόσιας ιστορίας, που βασίζεται στη διάλεξή της, εστιάζει ιδιαίτερα στην πιο θεαματική πτυχή της «cancel culture», τις ανατροπές και βεβηλώσεις αγαλμάτων στον δημόσιο χώρο. Καθώς τα μνημεία αυτά των «σπουδαίων λευκών ανδρών» αφορούν τις πλέον σκοτεινές όψεις της αποικιοκρατίας και του ιμπεριαλισμού, οι οποίες αποτελούν μέρος ενός «φυσικοποιημένου» ιστορικού αφηγήματος, οι κινητοποιήσεις «ακύρωσης», στην πραγματικότητα, θέτουν εν αμφιβόλω την κατασκευή της μεγάλης εθνικής αφήγησης και εισάγουν περισσότερες αποχρώσεις στη σχέση μνήμης και ιστορίας. Η άρνηση της δημόσιας τιμής, την οποία συνιστά η ανατροπή ενός αγάλματος, δεν σημαίνει διαγραφή από την ιστορία, επισημαίνει η συγγραφέας, γιατί μέρος της ιστορίας αποτελεί και η κατανόηση των συνθηκών που οδήγησαν στην ανέγερσή του. Η πρακτική αυτή δεν αποτελεί κάποιο είδος ιστορικού «αναθεωρητισμού», όπως συχνά την κατηγορούν οι νεοσυντηρητικοί, αλλά, αντίθετα, μια πρακτική που οξύνει την ευαισθητοποίηση απέναντι στην ιστορία. Η συγγραφέας καλεί, έτσι, τους αναγνώστες να μην έχουν αυταπάτες: όπως αποδεικνύεται από δεκάδες ιστορικά παραδείγματα, μόνο το κράτος ακυρώνει, γιατί μονάχα αυτό έχει την εξουσία να λογοκρίνει και να ελέγχει…
Timothy Snyder, Η δική μας ασθένεια, Στερέωμα
Ένα δοκίμιο περί ελευθερίας, βασισμένο στο «ημερολόγιο νοσηλείας» του αμερικανού ιστορικού Τίμοθυ Σνάιντερ, αποτελεί το ολιγοσέλιδο αυτό τομίδιο, ένα δοκίμιο γραμμένο με «οργή και ενσυναίσθηση». Ο συγγραφέας, θύμα λανθασμένων διαγνώσεων και διαγνωστικών αβλεψιών, κινδύνευσε να χάσει τη ζωή του εξαιτίας επιπλοκών μιας σκωληκοειδίτιδας, με αποτέλεσμα να νοσηλευτεί για αρκετό χρονικό διάστημα, ακριβώς την περίοδο που η πανδημία του Covid-19 σάρωνε, με τρομακτικά αποτελέσματα, τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι σημειώσεις που κρατούσε κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του, όταν κυρίαρχο συναίσθημα ήταν η αγωνία για τη ζωή ή τον θάνατο, και η οργή «ενάντια σε έναν κόσμο όπου δεν υπήρχα», μετατράπηκαν σε ένθερμη συνηγορία υπέρ του ευρωπαϊκού κράτους πρόνοιας (ιδιαίτερα της Αυστρίας, όπου διαμένει και εργάζεται για μεγάλα διαστήματα) και οξύτατη καταγγελία του αμερικανικού συστήματος της εμπορευματοποιημένης ιατρικής. Χωρίς αλληλεγγύη δεν μπορεί να υπάρξει ελευθερία, μοιάζει να μας λέει ο συγγραφέας. Όμως ο στοχασμός του περί ελευθερίας δεν περιορίζεται σε αυτό. Με αφορμή την πανωλεθρία που προκάλεσε στη δημόσια υγεία στις ΗΠΑ η επιδημία του κορωνοϊού, ο συγγραφέας επεκτείνει την κριτική του από τις δομές υγείας στις πολιτικές της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και στον ίδιο τον «τύραννο», όπως χαρακτηρίζει τον πρόεδρο Τραμπ, ανατέμνοντας αποφάσεις και πολιτικές που είχαν ως αποτέλεσμα τη φίμωση των αντιπολιτευόμενων φωνών, την περικοπή των ομοσπονδιακών κονδυλίων για τα νοσοκομεία και, εντέλει, τον θάνατο ακόμη περισσότερων αμερικανών πολιτών. Μολονότι ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι το βιβλίο αυτό, που εκδόθηκε το 2020, επεδίωκε, εκτός των άλλων, να συμβάλει στην εκδίωξη του «τυράννου» από την εξουσία, αποτελεί στον πυρήνα του ένα εξαιρετικό δείγμα δοκιμιακού λόγου, που με πυρετικό ρυθμό περιγράφει τα βασικά συμπτώματα και τις θεμελιώδεις αιτίες της «δικής μας ασθένειας», ανάμεσα στις οποίες κυρίαρχη είναι η ακραία ανισότητα, η οποία δυναμιτίζει την αλληλεγγύη στο εσωτερικό των κοινωνιών μας. Ένα γόνιμο στοχασμό όχι μονάχα για τη δημόσια υγεία αλλά για την βασική προϋπόθεσή της, τη δημοκρατία…[...............................]
15+1 προτάσεις για όσους στις διακοπές δεν διαβάζουν μόνο λογοτεχνία...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου