Τετάρτη, Ιουλίου 22, 2020

«Δεν κατασκευάζω όνειρα. Δεν είμαι "ονειροποιός". Ό,τι γράφω, είναι βιωμένο. Και το φανταστικό στοιχείο που βλέπουν στο έργο μου είναι στην ουσία το παράλογο, έχει σχέση με τον διχασμό της πραγματικότητας.»

«Δεν κατασκευάζω όνειρα. Δεν είμαι "ονειροποιός". Ό,τι γράφω, είναι βιωμένο. Και το φανταστικό στοιχείο που βλέπουν στο έργο μου είναι στην ουσία το παράλογο, έχει σχέση με τον διχασμό της πραγματικότητας.»
                                                                     — Ε. Χ. Γονατάς, εφημ. Τα Νέα, 4 Ιουνίου 1994.


https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/6/6a/20090412_oropedio_lasithiou.jpg/1200px-20090412_oropedio_lasithiou.jpg

Ε.Χ. Γονατά

Η Άνοιξη

Το Ποιημα Περιλαμβανεται στη συλλογή Το Βάραθρο (1963). Ο ποιητής, αν και ακολουθεί τις βασικές αρχές του υπερρεαλισμού, εντούτοις δεν καταφεύγει στη χρήση ενός λόγου παραληρηματικού και δεν υπονομεύει τη λογική του συγκρότηση. Επιχειρεί όμως κάτι βαθύτερο, περιγράφοντας την εξωτερική πραγματικότητα (εδώ της φύσης). Βαθμιαία, παρά τους κανόνες της λογικής και τη λειτουργία των αδήριτων φυσικών νόμων, αποκαλύπτει, με δική του παρέμβαση, ό,τι όντως υπάρχει πέραν του αισθητού κόσμου των φαινομένων.

Ανέβηκα τα σκαλοπάτια τα λαξεμένα σε ψηλούς βράχους και βγήκα στο οροπέδιο που απλωνόταν μπροστά μου σαν τεράστιο αυτί. Πέρα οι λόφοι κολυμπούσαν στο φως κι είχαν το χρώμα που παίρνουν τα σφαχτάρια στο τσιγκέλι. Όπου κι αν γυρνούσα τα μάτια έβλεπα ξερή λάσπη, σκασμένη. Ούτε πράσινο φύλλο, ούτε λουλούδι, ούτε μια μέλισσα. Κι ο αέρας μύριζε βαριά σαν να 'βγαινε από άδειο πιθάρι.
Καθώς περπατούσα μου φάνηκε πως άκουγα να τρέχουνε νερά, βαθιά σε υπόγεια λούκια. Κόλλησα χάμω τ' αυτί μου κι άκουσα καθαρά μαζί με τα νερά που γλουγλουκίζανε κι ένα ανάλαφρο θρόισμα.
Βγάζω από την τσέπη το μαχαίρι μου, το μπήγω στη γη —το 'νιωσα να χώνεται όπως στο κρέας ενός μεγάλου ψαριού— κι αρχίζω να τη χαράζω, να τη σκίζω φέτες φέτες, τραβώντας με δύναμη τη σκληρή κρούστα που τη σκέπαζε.
Και τότε, τι θαύμα! Χιλιάδες μπουμπούκια και λουλούδια με τσαλακωμένα πέταλα, άσπρες, ρόδινες και μαβιές ρίζες, αμέτρητα σπαθωτά φύλλα, μαμούνια, σερσέγκια με σουβλερές μύτες, θαλασσοπράσινες κρεατόμυγες, χρυσαλλίδες και πεταλούδες με διπλωμένα φτερά, αποκαλύφθηκαν ολόκληρος κοιμισμένος κόσμος, που οι αχτίνες του ήλιου σιγά σιγά τον ζέσταιναν, τον ξεμούδιαζαν, τον ξυπνούσαν από τη νάρκη του.
Το γρασίδι, σγουρό, ψήλωνε τρίζοντας ολόγυρά μου. Ο αέρας μοσκοβολούσε. Ένα πουλί βγήκε απ' τον κρυψώνα του, τίναξε τα χώματα απ' τις φτερούγες του και μου είπε: «Ακόμα λίγο, κι η άνοιξη αυτό το χρόνο θα 'μενε κρυμμένη στη γη».

ΠΗΓΗ: http://ebooks.edu.gr

Μουσική φαντασία για περιβόλι με πεταλούδες! Αναστοχασμός στο έργο του Ε.Χ. Γονατά





«Πάντοτε, κάθε φορ πο πληροφορούμην π τ διαβάσματά μου τι στν Κηφισι εχαν πατήσει τ πόδι τους λλοτε Φλωμπέρ, λλοτε Λόρδος Βύρων κα λλοτε ρθορος Γκομπινώ, καταλαμβανόμουν π μία περίγραπτη, κα τρομερ περδιέγερση πο διαρκοσε μέρες. φαντασία μου ποχαλινωνόταν, κα μ τ βοήθεια παλιν τοπογραφικν χαρτν προσπαθοσα ν ξιχνιάσω π τς διηγήσεις τους, πο τς φήρμοζα στερα στ χάρτη, π ποι σημεο τς Κηφισις κριβς εχαν περάσει, πο εχαν σταθε, κα μήπως τυχν πέρασαν κε πο εναι σήμερα τ περιβόλι μου, κα στ σκέψη ατή, τι μπορε ν πάτησαν δ πο πατάω σήμερα γ τρελλαινόμουν π γαλλίαση».
[πηγή: Ε. Χ. Γονατᾶς, Ἐπιστολὴ στὸν Νίκο Ἐγγονόπουλο, Κατάλογος 24, Στιγμή, Ἀθήνα 2009, σελ. 23-24]
Και για μεν τον Λόρδο Βύρωνα ήταν σίγουρος ο Ε. Χ. Γονατάς ότι είχε περπατήσει στο κτήμα του, για δε τον Φλωμπέρ διατηρούσε κάποιες επιφυλάξεις. Εγώ πάλι, ως αναγνώστρια και φίλη του ποιητικού του λόγου, είχα από καιρό ανακαλύψει την Κρύπτη σε κάποιο συρτάρι του πατέρα μου καθώς και τις περίφημες μεταφράσεις των Φωνών του Πόρτσια και των Μαλαισιακών Τραγουδιών του Ιβάν Γκόλ. Αλλά μέχρι εκεί.
Κατά καιρούς βέβαια διαισθανόμουν, παρότι ο Ε. Χ. Γονατάς είχε εγκαταλείψει τα εγκόσμια από το 2006, κυρίως μέσω των τακτικών αναφορών στο όνομά του από ολίγους και εκλεκτούς, ή και μέσα από ευκόλως ερμηνευόμενους παροξυσμούς λατρείας του έργου του, ότι ο Γονατάς παρέμενε στα ελληνικά γράμματα παρών όντας απών, και όπως κάπου γράφει ο Νερούδα είναι μαζί μας σαν ένα γαλάζιο λουλούδι, χωρίς εσύ να περπατάς, χωρίς εσύ να είσαι. Και αναφέρομαι βέβαια στο άπιαστο και μοναδικό γαλάζιο λουλούδι του γερμανικού ρομαντισμού, που κάποιοι γυρεύουμε από παιδιά στο όνειρο και στις λέξεις. Και έτυχε να μου φανερωθεί αυτή η αλήθεια απροσδόκητα και θαυμαστά, αν και διόλου τυχαία θα έλεγα, σαν μουσική φαντασία σε νύχτα σκοτεινή, γιατί αυτά όλα σπανίως είναι τυχαία.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Βρισκόμουν στα τελειώματα της πρώτης γραφής ενός νέου βιβλίου, ενός μυθιστορήματος πιθανότατα, που περιλαμβάνει και κάποιες ζωντανές ακόμη εικόνες και μυρουδιές από τα περιβόλια της παιδικής μου ηλικίας. Και ήταν τότε, στις αρχές αυτού του δύσκολου χρόνου και πριν από την έξαρση της πανδημίας του COVID-19, που διάβασα, σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις της Φραγκίσκης Αμπατζοπούλου, ότι ο Ε. Χ. Γονατάς «είχε αναπτύξει τις ιδιότητες ενός φιλόσοφου της φύσης, όπως τον εννοούσαν οι Γερμανοί ρομαντικοί. Επικοινωνούσε με τη φύση, με τα ζώα που λάτρευε». [πηγή: www.lifo.gr]
Αυτή η φράση της, στη συνέντευξή της προς τον Γιάννη Πανταζόπουλο, η σύνδεση δηλαδή της φυσιολατρίας του Γονατά με τον γερμανικό ρομαντισμό, και η προσωπική μου ανάγκη να βυθιστώ εκ νέου, αλλά αναγεννημένη, στην ίδια μου τη δουλειά, με οδήγησε να ξαναδώ το ντοκιμαντέρ αφιέρωμα στον Ε. Χ. Γονατά, που είχε γυρίσει το 1998 η Εύα Στεφανή για τη σειρά «Παρασκήνιο» της ΕΡΤ και να ξαναδιαβάσω την Κρύπτη. Τότε ήταν για πρώτη φορά που συνειδητοποίησα ότι αυτά τα δύο πανομοιότυπα σχεδόν σπίτια, το περιβόλι και το «λιμνίδιον» με τα νούφαρα, όπως το ονόμαζε ο ίδιος, μου ήταν οικεία. Γύρεψα τότε να μάθω εάν σώζεται το σπίτι και έμαθα μετά λύπης μου πως πάει…
Όλη την περίοδο του δίμηνου κατ’ οίκον περιορισμού έβλεπα συχνά το βίντεο στο YouTube, κυρίως γιατί με συντρόφευε ωραία, αλλά και ψάχνοντας να βρω κάπου να ακουμπήσω. Γνώριζα, χωρίς να το συνειδητοποιώ, ότι για να φτάσει το κουκούτσι των γραπτών μου να αποχωριστεί με ευκολία την γλυκιά σάρκα, έπρεπε να περάσει ακόμη ένα διάστημα, μιας νέας δοκιμασίας.
Όταν μόλις πριν λίγες ημέρες επισκέφτηκα τον εκδότη του Ε. Χ. Γονατά Αιμίλιο Καλιακάτσο, τόλμησα με λίγη ντροπή, δεν το κρύβω, να ρωτήσω την ακριβή διεύθυνση του σπιτιού, να μάθω. Κι αν ο Γονατάς χρειαζόταν να ανατρέχει σε οδοιπορικά και χάρτες για να συναντήσει πνευματικά τους αγαπημένους του ποιητές και συγγραφείς και να βεβαιωθεί, με αυτόν τον τρόπο, ότι είχαν πατήσει το πόδι τους στο περιβόλι του, εγώ δεν χρειάστηκε πολύ για να το ανακαλύψω.
Με τους ήρωες της Επανάστασης του 1821 είχε εξαιρετική σχέση ο Γονατάς, όπως αγαπούσε τα ζώα και τα παιδιά που δεν απέκτησε ποτέ. Κι αν έμενε στην οδό Αθανασίου Διάκου στην Κηφισιά, εγώ δυο σπίτια παραδίπλα έμενα και τότε και παλιά. Και μπορεί οι κήποι να βρίσκονται χωρίς μάντρες- φράχτες και όρια στη φαντασία μου, γιατί όλοι ήταν μαγικοί, με στέρνες που το νερό έγλειφε τα τοιχώματα τους και καθρέφτιζε δέντρα και γαλανούς ουρανούς, μαγιάτικα τριαντάφυλλα και βατράχια, αλλά τα δύο σκυλιά του Γονατά δύσκολα θα τα μπέρδευα. Δύο σκυλιά ράτσας Κόλει, δύο μεγάλα και σπάνια σκυλιά. Εκεί γύρω στο μακρινό 1966, την εποχή που άρχισε να παίζεται και στην ελληνική τηλεόραση η Λάσι. Νήπιο το ’66, μαθήτρια το ’76, φοιτήτρια το ’86. Θυμάμαι όμως ακόμη τον γέρο γιατρό που με φίλευε κεράσια και βερίκοκα μέσα από το φράχτη του κήπου μας, θυμάμαι τους περιβολάρηδες που διάβαιναν στους δρόμους με μια τσάπα την άνοιξη, με μια τσουγκράνα το φθινόπωρο, κι αν δεν θυμάμαι το πρόσωπο του Γονατά, θυμάμαι το χέρι του να χαϊδεύει τα σκυλιά του, θυμάμαι και το δικό μου χέρι να προσπαθεί να ακουμπήσει τον σκύλο των ονείρων μου. Χάθηκαν με τα χρόνια τα σκυλιά, αλλά και ο κύριος με το ψάθινο καπέλο και το λάστιχο του ποτίσματος.
«Ο κήπος έχει θάνατο μέσα του», λέει στην ταινία δείχνοντας έναν μικρό παραλληλόγραμμο τάφο στο χώμα, οριοθετημένο με παλιά τούβλα. «Άμα βλέπεις, τέτοια είναι τα σκυλιά μου», έλεγε. «Τα Κόλεϊ είναι ευγενικά, έξυπνα, με γλυκό χαρακτήρα σκυλιά», έλεγε σ’ εμένα ο Γονατάς. «Λόγω της ευγενικής τους φύσης συνυπάρχουν αρμονικά και με παιδιά και με άλλα ζώα».
«Ο κηπάκος μου, πολύ τον αγαπάω, πουλάκι μου»!
Ακόμη αναρωτιέμαι και θα αναρωτιέμαι για καιρό, αν ήμουν άραγε εγώ η μικρή του φίλη ή κάποιος άλλος περαστικός που σαν άλλος Κόρτο Μαλτέζε περιδιάβαινε μέσα από ονειρικά απόκρυφα μονοπάτια περιβόλια και μπαξέδες.
Στα επτά βιβλία που μας άφησε παρακαταθήκη, στις σύντομες μικρές ιστορίες του, περιγράφονται με ποιητική διάθεση λεπτομέρειες ενός άλλου κόσμου.[..............................................]

ΣΥΝΕΧΙΣΤΕ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΣΗ=>Μουσική φαντασία για περιβόλι με πεταλούδες! Αναστοχασμός

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

1.BiblioNet : Γονατάς, Επαμεινώνδας Χ., 1924-2006

2. Επαμεινώνδας Γονατάς - Βικιπαίδεια


 3. Η 

Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου για τον Ε.Χ. Γονατά | Poeticanet ...

4. ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ Ε Χ ΓΟΝΑΤΑ

Η εκπομπή «ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ» στο επεισόδιο «ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ Ε Χ ΓΟΝΑΤΑ» ανιχνεύει με πρωτότυπο τρόπο την προσωπικότητα του λογοτέχνη ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑ Χ. ΓΟΝΑΤΑ, παρακολουθώντας από κοντά την καθημερινή του ζωή για πέντε μήνες. Στο σπίτι του στην Κηφισιά, ο ποιητής και πεζογράφος ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ ΓΟΝΑΤΑΣ ξεναγεί τους τηλεθεατές στις αποθήκες του, στον κήπο του, που τον φροντίζει με ιδιαίτερη αγάπη, και τους γνωρίζει τις γάτες του, που μπαινοβγαίνουν ανενόχλητες και ζουν αρμονικά μαζί του.

 

 Βραβευμένο ντοκιμαντέρ της Εύας Στεφανή που επιμένει σε μια καθημερινή εκτεταμένη συζήτηση μαζί του. Ο Επαμεινώνδας Χ. Γονατάς (Αθήνα, 1924 -- Αθήνα, 24 Μαρτίου 2006) ήταν έλληνας ποιητής και διηγηματογράφος της Μεταπολεμικής γενιάς, ο οποίος διακρίθηκε κυρίως ως «λογοτέχνης του παράδοξου». Ο Γονατάς ήταν γόνος οικογένειας πολιτικών με καταγωγή από το Αϊβαλί της Μικράς Ασίας, αλλά δεν ταυτίστηκε ποτέ με κανένα πολιτικό στρατόπεδο. Στο σχολείο ήταν συμμαθητής με τον ποιητή Μίλτο Σαχτούρη, με τον οποίο τον συνέδεσε βαθειά φιλία. Ήταν επίσης φίλος με τον ποιητή Δημήτρη Π. Παπαδίτσα, τον διηγηματογράφο Ηλία Χ. Παπαδημητρακόπουλο και τον πεζογράφο Νίκο Καχτίτση — τον τελευταίο τον γνώρισε μόνον διά αλληλογραφίας. Σπούδασε Νομικά και εργάστηκε ως δικηγόρος σε μεγάλες εταιρείες. Η πρώτη του εμφάνιση στα Γράμματα έγινε το 1945 με το αφήγημα Ο ταξιδιώτης. Αργότερα συνεργάστηκε με τον Δημήτρη Π. Παπαδίτσα στην έκδοση του περιοδικού Πρώτη Ύλη (1959--1964). Το 1959 κυκλοφόρησε η συλλογή σύντομων αφηγημάτων Η κρύπτη, και ακολουθούν: Το βάραθρο (1963), Οι αγελάδες (1963), Ο φιλόξενος καρδινάλιος (1986) και Η προετοιμασία (1991). Η τελευταία του συλλογή αφηγημάτων με τίτλο Τρεις δεκάρες κυκλοφόρησε εντός του 2006, μόλις πριν πεθάνει. Ο Γονατάς, βγήκε από την αφάνεια το 1976, όταν τον ξεχώρισε σε συνέντευξη ο «δάσκαλός» του Νίκος Εγγονόπουλος. Αργότερα το βιβλίο του Ο φιλόξενος καρδινάλιος έμελε να τον καθιερώσει ως συγγραφέα «καλτ». Στα έργα του ήταν λακωνικός και υπαινικτικός, καθώς «ξεκινούσε από βιωμένες καταστάσεις αλλά υπερέβαινε το ατομικό, για να συνδυάσει τον στοχασμό με το όνειρο, το καθημερινό με το ανοίκειο, το λογικό με το παράλογο, την πρόζα με την ποίηση». Ολιγογράφος, είχε επιλέξει την αφάνεια, «επειδή δεν τον ενδιέφερε η δημοσιότητα, αλλά η επικοινωνία». Ο ίδιος πάντως δεν συμφωνούσε με τον χαρακτηρισμό του ως συγγραφέα του φανταστικού και του παραδόξου:


 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Πώς η Ρωσία με τους «Βορειοκορεάτες» αποκτά μια νέα δύναμη

  Πώς η Ρωσία με τους «Βορειοκορεάτες» αποκτά μια νέα δύναμη pelop.gr  Πελοπόννησος Newsroom ...