Κυριακή, Ιουνίου 26, 2011

Κυριακή, 24 Οκτωβρίου 2021

Τα επιταγμένα από τους Ναζί κτήρια στην κατεχόμενη Θεσσαλονίκη

του Σπύρου Κουζινόπουλου 
 
 
Δεκάδες οικοδομές και ανάμεσά τους μερικά από τα σημαντικότερα κτήρια της Θεσσαλονίκης, είχαν επιταχθεί από τους χιτλερικούς, στα τριάμισι χρόνια της ναζιστικής κατοχής που έζησε η πόλη τα δίσεκτα χρόνια 1941-1944. Χώροι που χρησιμοποιήθηκαν άλλοτε για τη στέγαση των υπηρεσιών του κατακτητή, άλλοτε για τη διαμονή των Γερμανών, είτε πάλι ως τόποι βασανιστηρίων όπου έζησαν εφιαλτικές στιγμές και μαρτύρησαν εκατοντάδες πατριώτες.

Γιώργος Βαφόπουλος
Ο Γιώργος Βαφόπουλος, ο μεγάλος των γραμμάτων της Θεσσαλονίκης, μας άφησε μια σύντομη περιγραφή για την κατάσταση που επικράτησε στην πόλη τη Μεγάλη Εβδομάδα του 1941, τον Απρίλη εκείνου του χρόνου, που άρχιζε και η εβδομάδα των παθών της Ελλάδας:
«Οι Γερμανοί φρόντιζαν για την εγκατάστασή τους στα σπίτια, στα γραφεία, στα ξενοδοχεία, κι αδιαφορούσαν για τούτη την αγωνία που τριγύριζε έξαλλη στους δρόμους. ΟΙ ελληνικές Αρχές είχαν διαλυθεί, χωροφύλακας δεν φαινόταν πουθενά, κι’ εκείνο που προστάτευε τη διαλυμένη τούτη πόλη, ήταν μονάχα ο φόβος του κατακτητή, που δε θα δίσταζε να αδειάσει το πιστόλι του πάνω στην πρώτη αταξία του δρόμου.
Κι εγώ τριγυρνούσα μέσα στους δρόμους, ανάμεσα στους αδιάφορους και υπεροπτικούς Γερμανούς, με την προσδοκία να συναντήσω κάποιον συνάδελφο  των αδελφών μου. Και καθώς περπατούσα αποσταμένος στο πεζοδρόμιο της οδού Τσιμισκή, ένοιωσα ξαφνικά ένα δυνατό σκούντημα, που μ’ έκανε να πέσω πάνω στη βιτρίνα ενός μαγαζιού. Κι’ άκουσα το γαύγισμα μιας ανθρώπινης φωνής. Ήταν ένας Γερμανός αξιωματικός, που ήθελε το πεζοδρόμιο δικό του, που δεν είχε καταδεχθεί να λοξέψει για να με προσπεράσει. Με ένα δυνατό σκούντημα θέλησε να ανοίξει το δρόμο στη γερμανική του υπεροψία. Δάγκωσα τα χείλη μου από απελπισία. Κοίταξα τον κόκκινο σβέρκο του τέρατος εκείνου, με ένα μίσος απέραντο. Μέσα μου ένοιωσα για πρώτη φορά να σαλεύει η συνείδηση ενός ραγιά. Και το πνεύμα μου αναζήτησε τη σκιά του Ρήγα Φεραίου». 1.  
Είναι αξιοσημείωτο ότι οι επιτάξεις δεν ήταν μόνο γερμανικές, καθώς η Θεσσαλονίκη υπήρξε η μόνη ελληνική πόλη στην οποία είχαν εγκατασταθεί και οι τρεις δυνάμεις Κατοχής. Με κυρίαρχο φυσικά ρόλο να διαδραματίζουν οι Γερμανοί. Αλλά επίσης με μια σειρά ιταλικών και βουλγαρικών υπηρεσιών και διοικήσεων να διεκδικούν τη στέγασή τους στον πολεοδομικό ιστό της πόλης. 2
Πρέπει να αναφερθεί επίσης η παραχώρηση από τις κατοχικές αρχές ολόκληρου του οικήματος επί της οδού Βασιλέως Γεωργίου 48, μαζί με το διπλανό πάρκο, η γνωστή Βίλλα Σαλέμ, για τη δημιουργία σχολείου εκμάθησης γλώσσας στα παιδιά των Ιταλών υπηκόων. Επίσης η διάθεση ενός μεγάλου εβραϊκού καταστήματος στην οδό Τσιμισκή 63, για να στεγαστεί εκεί η Επιτροπή Καταγραφής των ιταλικών σχολείων. Ενώ ακόμη, πρέπει να αναφερθεί η στέγαση των γραφείων του ιταλικού φασιστικού κόμματος και το Βουλγαρικό Σχολείο που εγκαταστάθηκαν στην οδό Αγίας Τριάδας 15. 3
Εξάλλου, λίγες μέρες μετά την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στη Θεσσαλονίκη, έκανε την εμφάνισή της και η "Βουλγαρική Λέσχη", που εγκαταστάθηκε στο κτήριο της οδού Κομνηνών 6, όπου άλλοτε στεγαζόταν το γιουγκοσλαβικό Εμπορικό Επιμελητήριο και η Λέσχη των υπηκόων του "Ηνωμένου Γιουγκοσλαβικού Βασιλείου". 4
 Οι χιτλερικές υπηρεσίες
Πάντως, προκειμένου να στεγαστούν οι περισσότερες γερμανικές υπηρεσίες, οι αρχές Κατοχής είχαν προχωρήσει στην επίταξη μερικών από τα μεγαλύτερα σε δυναμικότητα ξενοδοχείων που διέθετε η πρωτεύουσα της ελληνικής Μακεδονίας
-Στο ξενοδοχείο Ριτζ της πλατείας Ελευθερίας (γωνία Βενιζέλου και Μητροπόλεως σήμερα), στεγάστηκε αρχικά η Στρατιωτική Διοίκηση Θεσσαλονίκης- Αιγαίου με πρώτο διοικητή τον Κουρτ φον Κρέντσκι. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στο Μέγαρο Κόφφα (Βενιζέλου και Τσιμισκή) και αργότερα στο Μέγαρο Κονιόρδου στη λεωφόρο Νίκης.
-Στο ξενοδοχείο Ματζέστικ, στη γωνία των οδών Αγίας Σοφίας και Λεωφόρου Νίκης, εγκαταστάθηκε η Γερμανική Στρατιωτική Διοίκηση (Feldkommandantur). Στο ίδιο κτίριο στεγαζόταν και η Γερμανική Στρατιωτική Χωροφυλακή.
Μπροστά στην είσοδο του κτηρίου Τσιμισκή 72
-Το ξενοδοχείο Κοσμοπολίτ, λίγες μόλις ώρες μετά την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στη Θεσσαλονίκη, επιτάχθηκε για να στεγάσει την Υπηρεσία Λειών του Στρατιωτικού Διοικητή (
Prisenstelle).
-To ξενοδοχείο Αστόρια, στην οδό Τσιμισκή, στέγασε το Τμήμα Στρατιωτικής Διαχείρισης της Στρατιωτικής Διοίκησης.
Όπως έγραφε χαρακτηριστικά ο καθηγητής της φιλοσοφίας, Χαράλαμπος Θεοδωρίδης:
«Τα μεγάλα [ξενοδοχεία] τα έχουν επιτάξει οι Γερμανοί. Τα μικρότερα, τα χωριάτικα, της οδού Εγνατίας, με τα χτυπητά ονόματα από την αρχαία μακεδονική ιστορία και τη βόχα, την απλυσιά και τον κοριό, αμπαρωμένα, μέσα στο μυστήριο. Ο ξέθωρος, ο μιξοβάρβαρος θυρωρός, έχει λίγα τα λόγια: Όλα πιασμένα. Παίρνουμε στη σειρά πέντε, έξι. Η ίδια βουβαμάρα, η ίδια κλειστή πόρτα». 5
Άλλα μικρότερα ξενοδοχεία της πόλης, όπως η Νέα Νίκη κοντά στη συμβολή των οδών Φράγκων και Λέοντος Σοφού, η Ανατολική Μακεδονία και τα Νέα Ηλύσια, είχαν καταληφθεί με τις ευλογίες των κατακτητών από συμμορίες ταγματασφαλιτών που τα χρησιμοποιούσαν ως «Στρατηγεία» τους αλλά και ως τόπους βασανιστηρίων αγωνιστών της Αντίστασης. 
Το μέγαρο Κόφφα όπου στεγάστηκε αρχικά η Γενική Στρατιωτική Διοίκηση Θεσσαλονίκης-Αιγαίου των Γερμανών 

Άλλοι επιταγμένοι χώροι  
Εκτός από ξενοδοχεία, επιτάχθηκαν και άλλοι χώροι τόσο μέσα στο κέντρο της πόλης, όσο και στα ανατολικά της Θεσσαλονίκης.
- Το Ανώτατο Γερμανικό Στρατηγείο των Γερμανών είχε την έδρα του στη βίλα Πανόραμα στο Αρσακλί όπου συνεδρίαζαν οι φρούραρχοι.
-Η Γενική Στρατιωτική Διοίκηση Θεσσαλονίκης-Αιγαίου, όπου και το γραφείο του περιβόητου Διοικητικού Συμβούλου της Στρατιωτικής Διοίκησης, Μαξ Μέρτεν, στεγάστηκε αρχικά στο μέγαρο Κόφφα, που βρίσκεται στο τετράγωνο Βενιζέλου-Τσιμισκή-Ρογκότη, στη συνέχεια στο Μέγαρο Κονιόρδου και μετά στο κτήριο στη γωνία Καρόλου Ντηλ και λεωφόρου Νίκης.
- Το αρχαιοπρεπές κτήριο της Ιονικής Τράπεζας, στην Πλατεία Ελευθερίας, αρχή της οδού Μητροπόλεως, στέγαζε το Φρουραρχείο Πόλης (Ortskommandantur).
-Σε κτήριο της οδού Εθνικής Αμύνης 3 εγκαταστάθηκε το Γερμανικό Στρατοδικείο το οποίο αργότερα μεταφέρθηκε σε κτήριο της λεωφόρου Νίκης 63. Στο ίδιο κτίριο είχε εγκατασταθεί η Γερμανική Υπηρεσία Λογοκρισίας των εντύπων (εφημερίδες, περιοδικά, μουσικά κομμάτια κλπ)
-Στο τότε κτήριο του Αμερικανικού Προξενείου στην οδό Στρατηγού Καλλάρη εγκαταστάθηκε το "Ειδικό Τμήμα Rosenberg" που ήλθε ειδικά στη Θεσσαλονίκη στα τέλη Απριλίου- αρχές Μαϊου του 1941 για τη "μελέτη και επίλυση του εβραϊκού προβλήματος"
- Το Κεντρικό Κτήριο του Πανεπιστημίου, η Φιλοσοφική Σχολή, μετατράπηκε σε Γερμανικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο εκτός από το αμφιθέατρο και μερικά γραφεία στο υπόγειο. Έτσι οι φοιτητές αναγκάζονταν να κάνουν μαθήματα στο Πειραματικό Σχολείο, στον κινηματογράφο "Ορφέα" (οδός Αγίου Δημητρίου), σε ένα εβραϊκό οίκημα της Αγίας Τριάδας (πλάϊ στο "Πατέ"), στη ΣΧολή Βαλαγιάννη, στη Χάβρα (συνοικία Χιρς), στην Εύξεινο Λέσχη, στο "Άσυλο του Παιδιού" και σε διάφορα σπίτια. 6
- Ως Γερμανικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο χρησιμοποιήθηκε επίσης και το Κεντρικό Νοσοκομείο (νύν «Γ.Γεννηματάς»)
- Ο κινηματογράφος «Διονύσια» στην οδό Αγίας Σοφίας μετατράπηκε σε κινηματογράφο για Γερμανούς στρατιώτες.
-  Ο κινηματογράφος «Παλλάς» στη λεωφόρο Νίκης είχε μετατραπεί σε θέατρο για Γερμανούς στρατιώτες.
- Ο κινηματογράφος «ΠΑΤΕ» της λεωφόρου Βασ. Γεωργίου είχε επιταχθεί και χρησιμοποιούνταν ως θέατρο αποκλειστικά για Γερμανούς.
- Το Επταπύργιο είχε καταστεί φυλακή μελλοθανάτων και
- Το στρατόπεδο «Παύλος Μελάς» στην οδό Λαγκαδά είχε καταστεί στρατόπεδο ομήρων προς εκτέλεση. 7


Όσα θέατρα και κινηματογράφοι δεν επιτάχθηκαν, συντονίστηκαν με τα προπαγανδιστικά φιλμ του Γκέμπελς, ενώ οι η γερμανική παρουσία δεν ήταν αποκλειστικά στρατιωτική. Στη μεγάλη, σύγχρονη πολυκατοικία (κατασκευής 1938), ακριβώς δίπλα στην Φελντκομαντατούρ εγκαταστάθηκε η Γερμανική Ακαδημία και η Στρατιωτική Σχολή Προαγωγής Επαγγελμάτων. 8
Η είσοδος της πρώην κλινικής Βαγιανού
Άντρα βασανιστηρίων
Υπήρξαν όμως και άλλοι επιταγμένοι από τους κατακτητές χώροι που χρησιμοποιούνταν για τη στέγαση των υπηρεσιών ασφαλείας του Ναζιστικού καθεστώτος και στους οποίους βασανίστηκαν άγρια με μεσαιωνικό τρόπο, πριν οδηγηθούν στο εκτελεστικό απόσπασμα, δεκάδες αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης.
το «Βοσπόρειον Μέγαρον», στην Αριστοτέλους 6, και στη συνέχεια στο κτήριο της οδού Τσιμισκή 72, ήταν η έδρα της Γερμανικής Μυστικής Στρατιωτικής Αστυνομίας (GFP), που υπάγονταν προσωπικά στον ναύαρχο Φον Κανάρις.
- Τα κρατητήρια της ίδιας υπηρεσίας, της Μυστικής Στρατιωτικής Αστυνομίας (GFP), στεγάζονταν σε ένα παλιό νεοκλασικό κτήριο, στην περιοχή της Ανάληψης, στην οδό Χαλκιδικής, εκεί που λειτουργούσε η ψυχιατρική κλινική Βαγιανού. Όσοι έβγαιναν ζωντανοί από εκεί, οδηγούνταν στο στρατόπεδο «Παύλος Μελάς» και από εκεί ή στον εκτοπισμό στη Γερμανία ή στην εκτέλεση
-Στην οδό Ιταλίας 2, στην περιοχή της Σαλαμίνας, σε ένα παλιό εβραϊκό σπίτι, ήταν η περιβόητη φυλακή «510» που τη χρησιμοποιούσε η αρμόδια μονάδα 510 της Γερμανικής Αστυνομίας.
-Σε ένα διώροφο κτίριο της οδού Βελισαρίου 42, στην Αγία Τριάδα, στεγαζόταν μετά τον Φεβρουάριο του 1943, στο κτήριο «με τη μεγάλη μαύρη σημαία και τα διακριτικά σύμβολα των SS» το ειδικό «Εξωτερικό Γραφείο της Αστυνομίας / Υπηρεσίας Ασφαλείας (SiPo / SD) IV B4», ένα ειδικό κλιμάκιο της Ανώτατης Κρατικής Υπηρεσίας Ασφαλείας (Reichsicherheitshauptamt / RSHAόργανο του Χίμλερ με αρχηγό τον Χάιντριχ και με αποστολή την εξόντωση των Εβραίων. 9
-Στο νεοκλασικό κτίριο της οδού Βασ.΄Ολγας 144, στη γνωστή Βίλα Χιρς,ή βίλα Μπένι Φερνάντεζ, είχε εγκατασταθεί ένα άλλο κλιμάκιο της Γκεστάπο και της φοβερής Ειδικής Υπηρεσίας Ασφαλείας " Sipo SD".
Τα βασανιστήρια των ταγματασφαλιτών
Και φυσικά, δεν ήταν μόνο τα βασανιστήρια των Ναζί κατακτητών, καθώς τις ίδιες και χειρότερες πολλές φορές μεθόδους χρησιμοποιούσαν και οι «Έλληνες» συνεργάτες τους ταγματασφαλίτες. Ένα περιβόητο κέντρο βασανιστηρίων των ταγματασφαλιτών, που η φήμη του είχε γίνει εφιάλτης για τους Θεσσαλονικείς στα χρόνια της Κατοχής, στεγάζονταν σε μία πολυκατοικία στην οδό Πολωνίας 30, τη σημερινή Αλεξάνδρου Σβώλου. Την κατάσταση κόλασης, που επικρατούσε εκεί, περιέγραψε με τα μελανότερα χρώματα ο Ηλίας Πετρόπουλος:
Βίλα Χιρς
«Οι ταγματασφαλίτες δολοφονούσαν εκ του ασφαλούς μέσα στα μπουντρούμια που διέθεταν στους στρατώνες τους. Δεν θα ξεχάσω ποτέ εκείνη την μικρή πολυκατοικία, γωνία Πρίγκηπος Νικολάου και Δημητρίου Γούναρη, απέναντι στην Πυροσβεστική Υπηρεσία, όπου έχουν σκοτώσει άγνωστο πόσους. Αυτό το σπίτι μας φόβιζε τόσο πολύ επί Κατοχής, που όταν ο φίλος μου μακαρίτης ποιητής Φαίδων Πολίτης, ενοικίασε (γύρω στο ’60) το υπόγειό του, για να στεγάσει ένα φροντιστήριο αγγλικών, κάθε φορά που τον επισκεπτόμουνα, τον ρώταγα αν το διαμέρισμα έχει φαντάσματα». 10
Στο κτήριο αυτό, είχε εγκατασταθεί η συμμορία ταγματασφαλιτών του περιβόητου Βήχου. Ο Γεώργιος Βήχος, συνταγματάρχης του στρατού, μαζί με τον ταγματάρχη Καρύπη και τον ανθυπολοχαγό Πράπα, συγκρότησε μια ομάδα από εκατό χωρικούς, ξεσπίτωσε τους κατοίκους της πολυκατοικίας απέναντι από το Πυροσβεστείο και εγκατέστησε εκεί το τάγμα του. Έχτισε στην αυλή σιδερένια κελιά, έστησε να φύλακα στην είσοδο ένα άθλιο γεροντάκι με άσπρες μουστάκες και άρχισε την "πατριωτική" του δράση. Μπλόκα στις γύρω γειτονιές, επιδρομές στα σπίτια και στα μαγαζιά, δολοφονίες καταμεσής στο δρόμο υπόπτων "δια αντεθνικήν δράσιν εναντίον των Γερμανών". Οι ταγματασφαλίτες του Βήχου, που ήταν κυρίως τουρκόφωνοι της Αραβησσού (Ομπάρ στα τούρκικα), γύριζαν στους δρόμους της Θεσσαλονίκης για πλιάτσικο με τα πολυβ όλα στα χέρια και φώναζαν: "Μπουρντά, Ομπάρ Γκεστάπο. Τρία-τρία απαγορεύεται, χέρια έχει όξω τσέπες". 11
Άλλα κτήρια που χρησιμοποιούσαν οι ταγματασφαλίτες, ήταν στο ξενοδοχείο "Χαλκιδική" (Κασσάνδρα), στη γωνία Εγνατίας-Αγίας Σοφίας 48, στο επίσης ξενοδοχείο "Εθνικό" στο Βαρδάρι όπου είχε εγκατασταθεί ένα "Τμήμα Καταδιώξεως" του Γ. Βήχου, στο μέγαρο "Μάϊσα", στη διασταύρωση Βενιζέλου-Βασ. Ηρακλείου, όπου ήταν το αρχηγείο του ΚΙσά Μπατζάκ, στο ξενοδοχείο "Νέα Ορεστιάς", στην οδό Αγνώστου Στρατιώτη 14 (Βαρδάρι) που ήταν το αρχηγείο της συμμορίας του πράκτορα της Γκεστάπο Κώστα Κυλινδρέα, στο κτήριο της οδού Παύλου Μελά 32 που λειτουργούσε ως "Στρατηγείο" του Πούλου. 12
Στην οδό Πολωνίας, εκτός από το αρχηγείο του Βήχου, είχαν εγκαταστήσει τα στρατηγεία τους και άλλοι συνεργάτες και εκτελεστές των Γερμανών, όπως ο μοίραρχος Λεονταρίδης (γωνία Πολωνίας-Δημ. Γούναρη), με συνεργατη τον διάσημο βασανιστή Καπνόπουλο, και ο Κιλκισιώτης Κώστας Παπαδόπουλος (κοντά στο Πυροσβεστείο), που έστειλε, μετά την αποτυχημένη απόπειρα κατά του Αδόλφου Χίτλερ, το περίφημο τηλεγράφημα στο οποίο του εύχονταν "μακροζωίαν επ' αγαθώ της Ευρώπης". 13

Το 1943, ο Δήμος Θεσσαλονίκης, βρέθηκε σε κτήριο στην αρχή της οδού Μητροπόλεως,
στο Νο8,
 κοντά στη πλατεία Ελευθερίας. Το κτίριο ήταν το Μέγαρο Ζενίθ
Η ασφυξία στο Δημαρχείο 
Όλη αυτή η κατάσταση και η χρησιμοποίηση από τους κατακτητές κάθε διαθέσιμου χώρου, είχε δημιουργήσει ασφυξία στις υπηρεσίες του δήμου Θεσσαλονίκης. Το Δημαρχείο, που είχε αρχικά εγκατασταθεί στο μέγαρο της ΧΑΝΘ, «μετακόμισε» στην οδό Μητροπόλεως 8, κοντά στην πλατεία Ελευθερίας. Στα τέλη Αυγούστου του 1941, ο Δήμος ζήτησε επειγόντως την παραχώρηση του Μεγάρου «Βικτώρια» (Κομνηνών 16 και Τσιμισκή) για να ανακουφιστούν οι δημοτικές υπηρεσίες που στριμώχνονταν στο κεντρικό κτήριο της Μητροπόλεως. 14
Οι απαιτήσεις των κατακτητών ήταν τέτοιες, ώστε να αναγκασθεί ο δήμος Θεσσαλονίκης να συστήσει Υπηρεσία Εξυπηρετήσεως Αρχών Κατοχής. Η περιγραφή του Γιώργου Βαφόπουλου για το θέμα αυτό, παραστατικότατη όπως πάντα, δείχνει γλαφυρά το αλαλούμ που επικρατούσε με τις αξιώσεις των κατακτητών. Όπως έγραψε:
«Ο Δήμος Θεσσαλονίκης μέσα σε λίγες μέρες, βούλιαξε από το βάρος των γερμανικών απαιτήσεων. Οι διεθνείς συμβάσεις της Χάγης, μιλούσαν βέβαια για τη χορήγηση καταλυμάτων και εφοδίων εγκαταστάσεων, όμως στη διάκριση του νικητή αφήνονταν να καθορίσει το είδος, την ποιότητα και την έκταση τούτων των εφοδίων.
Τις σκάλες της Δημαρχίας τις ανεβοκατέβαιναν Γερμανοί αξιωματικοί, με πρόθυμους διερμηνείς, κι’ έφερναν μακρούς καταλόγους των ειδών που ζητούσαν. Και ήθελαν κρεβάτια για όλους τους άνδρες της μονάδας τους, στρώματα μαλακά και κουβέρτες, πολυθρόνες και τραπέζια, σερβίτσια από πορσελάνη για το πρωϊνό τους κι΄ακόμα ραδιόφωνα και κάποτε και πιάνο, γιατί ένας από τους αξιωματικούς, εραστής της μουσικής του Βάγκνερ, δεν έπρεπε να χάσει τη μουσική του φόρμα, δίχως να παίξει το βράδυ την εισαγωγή από το “Λόενγκριν”». 15

Η Μετεωρολογική Υπηρεσία των Γερμανών
Στην οδό Β. Χατζή, προέκταση της οδού Ευζώνων προς τη θάλασσα, στο σπίτι του εργολάβου Ιωάννη Κύρου (Bonjour έγραφε μια πινακίδα στον αυλότοιχό του), είχε εγκατασταθεί επί Κατοχής η Μετεωρολογική Υπηρεσία. Ο διοικητής της, ταγματάρχης Γκεοργκ Έκκερτ, ήταν αντιχιτλερικός και μέλος της οργάνωσης "Ελεύθερη Γερμανία", που είχε ιδρυθεί από αντιναζιστές αξιωματικούς του γερμανικού στρατού. Όταν οι Γερμανοί αποχώρησαν από τη Θεσσαλονίκη, ο Έκκερτ πρόσφερε τα επιστημονικά όργανα του σταθμού στο πανεπιστήμιο. Όμως ο υπεύθυνος του εργαστηρίου Μετεωρολογίας του ΑΠΘ, Λουκάς Αλεξάνδρου, αρνήθηκε να τα παραλάβει "κατ' εντολήν της Πρυτανείας", όπως έλεγε. Χρειάστηκε η δυναμική παρέμβαση του ΕΛΑΣ, για να δεχτεί το πρυτανικό συμβούλιο την προσφορά του Έκκερτ. 16
Οι επιτάξεις σπιτιών
Εκτός από τα δημόσια κτήρια, δεκάδες ήταν και οι επιτάξεις σπιτιών από τους Γερμανούς κατακτητές, για τη διαμονή σ΄αυτά κυρίως αξιωματικών του χιτλερικού στρατού.
Μία τέτοια επίταξη αφηγήθηκε ο Δράκος Σαραντάκος, όταν η οικογένειά του που είχε μεταβεί για κάποιο διάστημα στην Αθήνα, επιστρέφοντας στη Θεσσαλονίκη, βρήκε στο διαμέρισμά τους, στον δεύτερο όροφο πολυκατοικίας της Λεωφόρου Νίκης 35, εγκατεστημένους τρεις Γερμανούς αξιωματικούς με τις ορντινάτσες τους. Και ήταν τεράστια η έκπληξη του καθηγητή Πανεπιστημίου πατέρα του, αλλά και των άλλων μελών της οικογένειας, όταν άνοιξαν την πόρτα του διαμερίσματος:

«… Το σπίτι ήταν αγνώριστο, όλα τα έπιπλα σε άλλες θέσεις και η βιβλιοθήκη του πατέρα μισοάδεια. Μας βάλαν στην τραπεζαρία μας σε δύο ράντζα και μία κουβέρτα χάμω για μένα. Υπήρχαν δύο στρατιώτες-υπηρέτες που έκαναν αυτές τις δουλειές […] Η μάνα μου είχε το θάρρος ή την αναίδεια να τους παραπονεθεί (σ.σ. στους τρεις αξιωματικούς) πως το σπίτι ήταν λεηλατημένο. Το παραδέχτηκαν λέγοντας πως ήταν έργο των Ελληνίδων που είχαν ερωμένες οι φαντάροι-υπηρέτες. […] Είχαν σηκώσει τα πάντα, εκτός από τα έπιπλα και είχαν πουλήσει περισσότερα από τα μισά βιβλία της βιβλιοθήκης. Τα πιο πολλά τα ξαναγόρασε ο πατέρας από τα παλαιοβιβλιοπωλεία της Θεσσαλονίκης, που τα έψαξε συστηματικά». 17


Σύμφωνα με τη μαρτυρία της Δρ. Μαρίας Ακαμάτη-Λιλιμπάκη, επίτιμης διευθύντριας του υπουργείου Πολιτισμού, στην περιοχή της οδού Γρηγορίου Ε' με Μακεδονίας στην ανατολική Θεσσαλονίκη , δίπλα στο πατρικό της σπίτι, είχε επιταχθεί από τους Ναζί ένα μεγάλο σπίτι-βίλλα (Χριστοδουλάτου). Την περίοδο της Κατοχής, έξω από την περίφραξη, όπως της έλεγαν οι δικοί της, μαζευόταν πολύς κόσμος από τη γύρω περιοχή, για να περιμαζέψει πεταμένα τρόφιμα των Γερμανών. Κάποιοι Γερμανοί αχρήστευαν τα τρόφιμα βρωμίζοντάς τα, διασκεδάζοντας με τις παρακλήσεις των "πεινασμένων" της μεγάλης πόλης.18

Η οδός Τσιμισκή την εποχή του τραμ

Η Θεσσαλονίκη κατεχόμενη
Γενικά η Θεσσαλονίκη, είχε την όψη κατεχόμενης πόλης, όπως και η Ελλάδα ολόκληρη ήταν υποδουλωμένη. Την εικόνα, σκιαγράφησε με την πέννα της η Ελευθερία Δροσάκη:
«Όπως σε πολλές άλλες πόλεις, κι εδώ στη Θεσσαλονίκη η ζωή είναι αφόρητη.

Στρατόπεδα, γκέτο, περιορισμοί, στρατοδικεία, τουφεκισμοί, επιστρατεύσεις, έρευνες, μπλόκα, συλλήψεις, εκτελέσεις ομήρων, συναγερμοί, βομβαρδισμοί και ένα σωρό άλλα δεινά κρατάνε τρομοκρατημένη όλη την πόλη, που έχει γίνει αγνώριστη. Ακόμα και ο Λευκός της Πύργος είναι καμουφλαρισμένος. Έχουν ζωγραφίσει πάνω του σπίτια και δέντρα για να μη δίνει στόχο στα αεροπλάνα. Τα κάστρα της είναι γεμάτα με κανόνια και πολυβόλα. Τα υψώματά της με πολεμίστρες από μπετόν. Οι παραλίες της με επάκτια πυροβόλα. Οι βυζαντινές της εκκλησίες είναι βομβαρδισμένες. Τα σπίτια της χάσκουν ερειπωμένα από βόμβες εχθρικές και βόμβες των συμμάχων. Τα σχολεία της είναι επιταγμένα. Τα μαθήματα γίνονται μέσα στις εκκλησίες, όπως στην Τουρκοκρατία. Τα ξενοδοχεία της τα έχουν κάνει οι Γερμανοί κέντρα διερχομένων αξιωματικών. Οι δρόμοι της είναι γεμάτοι με Χιτλερικό στρατό που φορά κατάμαυρες μπότες και μία τετράγωνη εγκράφα στη ζώνη που γράφει «GOTT MIT UNS», «Ο Θεός είναι μαζί μας». Γκεσταμπίτες πλαισιωμένοι από Έλληνες χωροφύλακες περιπολούν παντού». 19

Μία διαδήλωση στην οδό Τσιμισκή επί Κατοχής
Ο Γ. Ιωάννουδιασώζει, ως μαθητής τότε, μια χαρακτηριστική σκηνή από την Τσιμισκή της Κατοχής, την άνοιξη του 1943. «Η Γενική Διοίκηση […]», γράφει, «βρισκόταν στην Τσιμισκή εκεί που έστριβε το τραμ, μπροστά από τον Λουμίδη. Είχε αρκετό κόσμο και πολλούς χωροφύλακες στις γωνιές, με τα τουφέκια αναρτημένα. […] Στεκόμουνα στην άκρη, εκεί που ήταν το βιβλιοπωλείο του Ζαχαρόπουλου στην Τσιμισκή […]. Σε κάποια στιγμή, όταν ο μουντός ―θυμάμαι― ο κακοντυμένος κοσμάκης πήρε να φωνάζει ρυθμικά μα αδύναμα «Όχι επιστράτευση, όχι επιστράτευση!», οι χωροφύλακες αμέσως έφραξαν κατά πλάτος τον δρόμο, κράτησαν τα τουφέκια με τις κάννες προς τον ουρανό σαν να παρουσίαζαν όπλα και άρχισαν να ρίχνουν […]. Είδα τον κόσμο να παραμερίζει στις άκρες αλλά μετά δεν ξέρω τι έγινε, γιατί το έβαλα στα πόδια […]».


Τα στοιχεία είναι από το βιβλίο του Σπύρου Κουζινόπουλου "Σελίδες Κατοχής" που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΙΑΝΟΣ

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.     Γιώργος Βαφόπουλος, Σελίδες Αυτοβιογραφίας, τόμος 2ος, Αθήνα 1971, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σ. 141-142
2.     Άννα-Μαρία Δρουμπούκη, Ιάσων Χανδρινός, Η Θεσσαλονίκη κατά τη γερμανική Κατοχή, Αθήνα 2014, Ποταμός, σ.7
3.  στο ίδιο, σ. 8
4. Χρήστος Καρδαρας, Η Βουλγαρική προπαγάνδα στη Γερμανοκρατούμενη Μακεδονία, Βουλγαρική Λέσχη Θεσσαλονίκης, Αθήνα 1997, Επικαιρότητα, σ.21 
5.     Χαράλαμπος Θεοδωρίδης, Ο χειμώνας του 1941-42. Χρονικό της Κατοχής, Αθήνα 1980, Κέδρος, σ.61
6.  Γιώργος Καφταντζής, Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στον καιρό της Κατοχής, Θεσσαλονίκη 1976, χ.ε., σ.14
7.     Απόστολος Παπαγιαννόπουλος, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ...εν θερμώ , τόμ.Β΄ σελ.868-870
8.     Άννα-Μαρία Δρουμπούκη, Ιάσων Χανδρινός, Η Θεσσαλονίκη κατά τη γερμανική Κατοχή, ό.π., σ. 7
9.   Ευστράτιος Ν. Δορδανάς, «Γερμανικές αρχές και ελληνική διοίκηση», σ. 96, 98-99 
10.     Ηλίας Πετρόπουλος, Πτώματα, πτώματα, πτώματα…, Αθήνα 2013, Νεφέλη, σ.24-25
11. Κώστας Τομανάς, Δρόμοι και γειτονιές της Θεσσαλονίκης, Σκόπελος 1997,  Νησίδες, σ. 121
12. Γιώργος Καφταντζής, Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στον καιρό της Κατοχής, ό.π., σ.109-120
13.     ΚΙΘ, 1944, φάκελος 8, υποφ. 1,
14.   Γιώργος Καφταντζής, Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στον καιρό της Κατοχής, ό.π., σ.74
15.     Γιώργος Βαφόπουλος, Σελίδες Αυτοβιογραφίας, τόμος 2ος, ό.π. σ. 144
16. Κώστας Τομανάς, Δρόμοι και γειτονιές της Θεσσαλονίκης, ό.π.σ. 244
17.   Δράκος Σταματάκος, Τα δύσκολα χρόνια, μια μαρτυρία, Αθήνα 1996, Βιβλιοπρομηθευτική, σ. 71-72
18.  Σχόλιο της Δρ. Μαρίας Λιλιμπάκη-Ακαμάτη στο Facebook για το άρθρο του συγγραφέα
19.  Ελευθερία Δροσάκη, Εν Θεσσαλονίκη... Από τον πόλεμο, την κατοχή και την αντίσταση, Θεσσαλονίκη 1985, Οδυσσέας, σ. 64-65

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Όταν δίνεις σ΄ένα δρόμο το όνομα κάποιου ανθρώπου, πρέπει αυτός να είναι άψογος σε όλα.
Απ΄ό,τι έχω αντιληφθεί, ο Βιζουκίδης δεν ήταν το υπόδειγμα του ανθρώπου,
για τον οποίο πρέπει να πεις μόνο αγαθά λόγια.
Είναι ξεκάθαρο το γιατί οι εθνικόφρονες ομοϊδεάτες του τον έκαναν δρόμο επί Χούντας.
Κόρακας κοράκου όνομα διασώζει...

Ανώνυμος είπε...

Έχω πληροφορίες ότι η Ηπειρωτική Εστία δίνει αγώνα για να διατηρηθεί το όνομα του Βιζουκίδη, με το επιχείρημα ότι ναι μεν ήταν φιλοχιτλερικος αλλά δεν ήταν δοσίλογος.
Όσα έκανε, τα έκανε από πατριωτικό καθήκον.
Κάποια επίσης άτομα του περιβάλλοντος Άνθιμου και του Παπαγεωργόπουλου προσπαθούν να σπιλώσουν τη μνήμη των ατόμων που κατηγορούσαν τον Βιζουκίδη, λέγοντας ότι το έκαναν επειδή ήθελαν ως κομουνιστές να τον ...εξοντώσουν.
Γ.Α.Μ.

Sting είπε...

Συμμερίζομαι απόλυτα την άποψη ότι οι ονοματοθεσίες πρέπει να αφορούν πρόσωπα ανεπίληπτα, εξαιρετικά θετικές προσωπικότητες,για τις οποίες υπάρχει καθολική σχεδόν αναγνώριση.
Ο Περικλής Βιζουκίδης δεν υπήρξε ανεπίληπτο άτομο, υπάρχουν άφθονες σκιές γύρω από το όνομά του, έκανε πολλούς εχθρούς εξαιτίας της μισαλλόδοξης συμπεριφοράς του προς όσους θεωρούσε "μη πατριώτες", σύμφωνα με τα δικά του κριτήρια πατριωτισμού. Εκεί εντοπίζονται οι κραυγαλέες αντιφάσεις του. Θεωρούσε π.χ. τον Καββάδα και τους άλλους αντιστασιακούς συναδέλφους του εχθρούς του έθνους,αλλά πίστευε στον ιπποτισμό των Γερμανών και τη φερεγγυότητα του λόγου τους, μολονότι ποτέ δεν κατάφερε κάτι αξιόλογο υπέρ των ομοεθνών του , όσες φορές ο αφελής αποφάσισε να μεσολαβήσει στους κατακτητές.
Ένα δεύτερο παράδειγμα της μουρλαμάρας που τον διέκρινε ήταν το γεγονός ότι θεωρούσε τον εαυτό του "αντιστασιακό" , επειδή φορούσε κάποια ένδειξη πένθους, όμως ήταν φιλαράκι με τον γερμανό πρόξενο, τον οποίο επισκεπτόταν συχνά στο γραφείο του.
Ο Βιζουκίδης δεν ήταν δωσίλογος με τη στενή έννοια του όρου, όμως έδειξε με το δημόσιο βίο και την πολιτεία του στα χρόνια της σκλαβιάς ότι ήταν πολύ κατώτερος σε πατριωτισμό από τους συναδέλφους του αντιστασιακούς, οι οποίοι δυστυχώς και απολύθηκαν και δεν αξιώθηκαν να τιμηθούν από την Πολιτεία με τους τρόπους που τιμήθηκε ο ίδιος.
Για φανταστείτε: να θεωρείται υπόδειγμα ήθους κάποιος που προσπαθούσε να συνδιαλλαγεί με τους Γερμανούς και παράδειγμα προς αποφυγή ο εθνικά αξιοπρεπής πατριώτης που τους πολέμησε.
Άδικο και παράλογο, κ.κ. της Ηπειρωτικής Εστίας, που διακηρύσσετε ότι είστε ..."παιδιά"
του εργένη και άτεκνου καθηγητή.

Ανώνυμος είπε...

Γεροντάκο,

Αναφέρεσαι στην ακολουθη εργασία: Αναστασία Λυγούρα, "Πανεπιστημιακά Ιδρύματα και φοιτητική δράση κατά τα έτη 1940-1944", Διδακτορική Διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο , 2010, που όμως δεν υπαρχει στο διαδίκτυο.

Που μπορεί να τη βρει κάποιος?

Ευχαριστώ

ΟΥΔΕΝ ΣΧΟΛΙΟΝ

ΣΥΝΘΕΣΗ EIKONAΣ: Gerontakos ΔΙΑΒΑΣΤΕ Νέα Αριστερά για Νετανιάχου / Με το «κανένα σχόλιο» στο Tvxs η κυβέρνηση Μητσοτά...