Βογγάω, πονώ αφ' το δόντι μου,-
Εχάλασε , κουφώνει.
Βογγάει, πονεί το βρέφος μου,-
Δοντάκι του φυτρώνει.
Και δύο δοντιών αισθάνουμαι
Τη μαχαιριά αναμμένη΄
Του ενός, που απονεκρώνεται,
Του άλλου, που προβαίνει.
Στον ίδιον πόνο ενώνουμαι
Εγώ και το μικρό μου,
Μα ο πόνος του είναι βλάστησις,
Φθορά το βάσανό μου.
Στον πόνο εγώ ζημιώνουμαι΄
Το νήπιό μου κερδαίνει΄
Γεννά ζωή και θάνατο
Ο πόνος, που μας δένει.
Μα στη φθορά ζυμώνεται
Μια νέα δημιουργία΄
Οπίσω από το θάνατο
Χαράζε' η αθανασία.
Ξανακερδίζω σήμερο
Το δόντι, που νεκρώνει΄
Πεθαίνει μες στο στόμα μου,
Στο στόμα του φυτρώνει.
Δεν το ψηφώ, αν μαραίνουμαι,
Ουδέ το συλλογιούμαι΄
Ανθίζω στο παιδάκι μου,
Σ' εκείνο αναγεννιούμαι.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΑΡΤΖΩΚΗΣ, Περιοδικόν "Εστία", έτος 1895.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου