Κύρκος Δοξιάδης: Η νομικοποίηση της πολιτικής
Τη Ζωή Κωνσταντοπούλου δεν θα την έλεγες «χαρισματική πολιτική προσωπικότητα». Μέχρι να αποχωρήσει από τον ΣΥΡΙΖΑ το 2015, είτε ως βουλεύτρια της αντιπολίτευσης είτε ως πρόεδρος της Βουλής, με την «επιθετική» εικόνα που παρουσίαζε ήταν ο «εύκολος στόχος» της δεξιάς προπαγάνδας (όπως είχα αναλύσει στο βιβλίο «Προπαγάνδα»). Ούτε στην Αριστερά ήταν ιδιαίτερα αρεστή, με την υπερβολική αυστηρότητα και σχολαστικότητα που τη χαρακτήριζαν ως προς τον τρόπο τήρησης των κανονισμών. Επί πλέον, παρότι είχε αποχωρήσει με τη Λαϊκή Ενότητα από τον ΣΥΡΙΖΑ μετά την αποδοχή του τρίτου Μνημονίου, οι θέσεις της έκτοτε κάθε άλλο παρά ήταν πιο αριστερές από τον ΣΥΡΙΖΑ. Είχε συνταχθεί με τους «Μακεδονομάχους» εναντίον της Συμφωνίας των Πρεσπών, και, πρόσφατα, υπερψήφισε το νομοσχέδιο για τα Ωνάσεια σχολεία.
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν το κόμμα της να διαγκωνίζεται με το ΠΑΣΟΚ για τη θέση του πρώτου (σε ποσοστά) κόμματος της αντιπολίτευσης. Εχω υποστηρίξει ότι, τουλάχιστον στη σύγχρονη πολιτική, ο κόσμος ούτως ή άλλως δεν ψηφίζει «χαρισματικές προσωπικότητες» (όπως άλλωστε μαρτυρεί και η άνεση με την οποία ο Κυριάκος Μητσοτάκης κέρδισε στις εκλογές του 2019 αλλά και -ακόμα περισσότερο- του 2023). Η δημοσκοπική εκτίναξη της Πλεύσης Ελευθερίας προφανώς σχετίζεται με το γεγονός ότι το ζήτημα των Τεμπών εδώ και μερικές εβδομάδες βρίσκεται στο επίκεντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου είναι δικηγόρος συγγενών των θυμάτων και έχει πρωτοστατήσει σε όλες τις συναφείς κοινοβουλευτικές διαμάχες, που κορυφώθηκαν με την πρόταση δυσπιστίας.
Πέραν αυτού όμως, η εντυπωσιακή άνοδος του κόμματος της Ζωής Κωνσταντοπούλου θα πρέπει να ιδωθεί σε συνάρτηση με την κρίση των κομμάτων της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς. Στο προηγούμενο άρθρο μου («Η ιδεολογική κρίση του κομματικού συστήματος» – «Εφ.Συν.», 4.3.2025) είχα υποστηρίξει ότι στο προβλεπτό μέλλον, παρά τις τεράστιες διαστάσεις που έχει προσλάβει το κίνημα των Τεμπών, η πολιτική υπεροχή της Ν.Δ. δεν απειλείται, διότι ο Μητσοτάκης κυβερνά ουσιαστικά χωρίς αντι-δεξιό ιδεολογικό αντίπαλο στο κοινοβούλιο. Οπως και η φύση, έτσι και η πολιτική απεχθάνεται τα κενά. Το κενό που προέκυψε από τη διάλυση και συρρίκνωση των κοινοβουλευτικών φορέων της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς έμελλε να καλυφθεί -εν μέρει, έστω- από τη Ζωή Κωνσταντοπούλου και το κόμμα της.
Ο μονοθεματικός χαρακτήρας της κοινοβουλευτικής πρακτικής της Πλεύσης Ελευθερίας -έγκλημα των Τεμπών- δεν θα αρκούσε από μόνος του για τη ραγδαία ισχυροποίηση του εν λόγω κόμματος. Και τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης εγείρουν διαρκώς το συγκεκριμένο θέμα. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου δεν θα μπορούσε να ηγεμονεύσει ως αντιπολίτευση απλώς και μόνον επειδή είναι η δικηγόρος των συγγενών. Αλλο πράγμα η -οσοδήποτε μαχητική- δικηγορία κι άλλο η πολιτική διαμάχη. Ή μήπως όχι;
Το προαναφερθέν «κενό», πριν καλυφθεί από τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, είχε ήδη ένα ιδεολογικό υπόβαθρο. Ακριβέστερα, μια ιδεολογική προ-ιστορία. Ας μεταφερθούμε στην τελευταία περίοδο κατά την οποία η κυβέρνηση της Δεξιάς είχε μια -ποσοτικά- ισχυρή αντιπολίτευση. Οταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν αξιωματική αντιπολίτευση και πριν υποστεί την εκλογική πανωλεθρία του 2023. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε τότε μετατραπεί από μόνος του σε ένα σχεδόν μονοθεματικό κόμμα. Θυμίζω πως ολόκληρη η αντιπολιτευτική του πρακτική κατά τον σχεδόν έναν χρόνο πριν από τις εκλογές είχε επικεντρωθεί στο ζήτημα των υποκλοπών. Θυμίζω ακόμη πως ο κόσμος όχι απλώς δεν κατέβαινε στους δρόμους για τις υποκλοπές, αλλά, σύμφωνα με όλες τις σχετικές δημοσκοπήσεις, τοποθετούσε τις υποκλοπές στην τελευταία ή σε μια από τις τελευταίες θέσεις των ζητημάτων που τον απασχολούσαν και που θα επηρέαζαν την ψήφο του.
Είχα γράψει τότε κάμποσα άρθρα για να εξηγήσω το φαινόμενο και -κυρίως- την εμμονική και εν τέλει αυτοκαταστροφική στάση του ΣΥΡΙΖΑ (βλ. π.χ. «Η νομικιστική αντίληψη της πολιτικής» – «Εφ.Συν.», 7.2.2023). Πέρα από την εκλογική συντριβή του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ, τούτη η μονοθεματική πολιτική πρακτική συνέβαλε μακροπρόθεσμα και σε κάτι ακόμη: στη δημιουργία μιας διάχυτης και εν μέρει ασυνείδητης «πολιτικής κουλτούρας», σύμφωνα με την οποία οι κρίσιμες κομματικές διαμάχες προσλαμβάνουν έναν νομικό χαρακτήρα. Το μόνο πειστικό επιχείρημα για τη σπουδαιότητα των υποκλοπών ήταν ότι αυτές είναι παράνομες. Το τελευταίο πράγμα που απασχολεί τον κόσμο για τη συγκάλυψη του εγκλήματος των Τεμπών αλλά και για το ίδιο το έγκλημα είναι η παρανομία τους. Το αίτημα για την τιμωρία των ενόχων είναι η κραυγή που απαιτεί την ανατροπή ενός αδίστακτου συστήματος εξουσίας που αδιαφορεί για τη ζωή και την ασφάλεια των απλών πολιτών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου