1. Τις αστοχίες του πρώτου μνημονίου για την Ελλάδα παραδέχεται το ΔΝΤ - Η ελληνική οικονομία μπορούσε να σωθεί
«Η χώρα επλήγη σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό
από ό,τι οι άλλες χώρες εξαιτίας των αντιδράσεων που εκδηλώθηκαν από
οργανωμένα συμφέροντα» λέει η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ - Τα 7 λάθη που
ομολογεί το ΔΝΤ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: tovima.gr/28/07/2016
Αυτοκριτική για τα λάθη του ΔΝΤ στο πρώτο πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας, αλλά και αποκαλύψεις για το παρασκήνιο και τις «πιέσεις» που οδήγησαν στο πρώτο μνημόνιο και «επέβαλαν» τη συμμετοχή του Ταμείου σε αυτό περιλαμβάνει η αποκαλυπτική έκθεση του ανεξάρτητου Γραφείου Αξιολόγησης (Independent Evaluation Office – ΙEO) του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, που δόθηκε στη δημοσιότητα.
Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην αποτυχία του Ταμείου να πετύχει ελάφρυνση χρέους στο πλαίσιο του πρώτου πακέτου διάσωσης της Ελλάδας το 2010 παρά το ότι πολλά στελέχη του θεωρούσαν το στοιχείο αυτό κρίσιμο για την επιτυχία του προγράμματος.
«Δεν υπήρξε σοβαρή προσπάθεια να διατυπωθεί πειστική οδός για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του χρέους στην Ελλάδα, πέρα από το πρόγραμμα της επίσημης χρηματοδότησης, της δημοσιονομικής προσαρμογής και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων», ανέφερε το Εσωτερικό Γραφείο Αξιολόγησης του ΔΝΤ.
Η Ελλάδα αποτελεί ειδική περίπτωση σχολιάζει η Κρ.Λαγκάρντ, χωρίς να αρνείται ότι έγιναν λάθη από το Ταμείο, ενώ παραδέχεται ότι η συμμετοχή του Ταμείου στο πρόγραμμα κατά παρέκκλιση του κανονισμού του, έγινε λόγω πολιτικής αναγκαιότητας και μετά από πολιτικές παρεμβάσεις, ώστε η ευρωζώνη «να αγοράσει χρόνο» και να φτιάξει άμυνα.
Αν και παραδέχεται ότι «οι αρχικοί οικονομικοί στόχοι αποδείχθηκαν υπερβολικά φιλόδοξοι» η επικεφαλής του Ταμείου επιλέγει να ρίξει το κύριο μέρος της ευθύνης για την αποτυχία του πρώτου προγράμματος στην ίδια την Ελλάδα, καθώς, -όπως υποστηρίζει- σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι συνέβη στις άλλες μνημονιακές χώρες, «το πρόγραμμα ταλαιπωρήθηκε από επαναλαμβανόμενες πολιτικές κρίσεις, αντιστάσεις από κατεστημένα συμφέροντα και σοβαρά προβλήματα εφαρμογής που οδήγησαν σε πολύ μεγαλύτερη του αναμενόμενου συρρίκνωση της παραγωγής».
Κατά παρέκκλιση των κανόνων η συμμετοχή του ΔΝΤ
Η κατ΄ εξαίρεση χρηματοδότηση από το Ταμείο του ελληνικού Προγράμματος, παρόλο που εκτιμούσε ότι το Δημόσιο Χρέος της χώρας δεν είναι βιώσιμο, έγινε προκειμένου να αποσοβηθεί ο υψηλός κίνδυνος μετάδοσης της κρίσης, αναφέρεται στην έκθεση, στην οποία γίνεται εκτενής αναφορά στις συνθήκες και τις πολιτικές αναγκαιότητες που επέβαλαν το να χρηματοδοτήσει το Ταμείο το πρόγραμμα αλλάζοντας τον ίδιο του τον κανονισμό (που προέβλεπε ότι πρέπει να εξασφαλίζεται βιωσιμότητα χρέους).
«Το Μάιο του 2010, το Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ ενέκρινε μια απόφαση να παράσχει κατ’ εξαίρεση πρόσβαση σε χρηματοδότηση (exceptional access financing) στην Ελλάδα χωρίς να επιδιώξει μια προληπτική αναδιάρθρωση χρέους, αν και το δημόσιο χρέος της είχε κριθεί μη βιώσιμο με υψηλό βαθμό πιθανότητας», αναφέρεται και προστίθεται:
«Ο κίνδυνος μετάστασης ήταν ένας σημαντικός προβληματισμός στη λήψη της απόφασης αυτής. Υπήρξε επιφανειακή εφαρμογή της πολιτικής του ΔΝΤ στην κατ’ εξαίρεση πρόσβαση στους πόρους του Ταμείου, η οποία απαιτεί την έγκαιρη συμμετοχή του Συμβουλίου».
Αφού η έκθεση σημειώνει ότι οι κρίσιμες αποφάσεις ελήφθησαν χωρίς ουσιαστική εμπλοκή του Εκτελεστικού Συμβουλίου αποφαίνεται ότι «η έγκαιρη και ενεργητική εμπλοκή του Συμβουλίου μπορεί να είχε ή να μην είχε οδηγήσει σε μια διαφορετική απόφαση, αλλά θα είχε ενισχύσει την νομιμότητα της όποιας απόφασης».
Η έκθεση δείχνει ότι το ΔΝΤ «προσαρμόστηκε» στις απαιτήσεις των ευρωπαίων που δεν ήθελαν να «αγγίξουν» το χρέος. Έτσι, «το ΔΝΤ έχασε την χαρακτηριστική του ευελιξία ως διαχειριστής κρίσεων. Κει επειδή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπραγματευόταν εκ μέρους του Eurogroup, το σχήμα της τρόικας υπέβαλε από την αρχή σε πολιτικές πιέσεις τις τεχνικές κρίσεις του προσωπικού του ΔΝΤ».
Η Έκθεση υποστηρίζει πάντως ότι η Ελλάδα ωφελήθηκε από τη σημαντική ελάφρυνση του Δημοσίου Χρέους το 2012 (με το γνωστό PSI), καθώς και την αναχρηματοδότηση με πολύ ευνοϊκούς όρους από τους επίσημους πιστωτές της και το ΔΝΤ. Επαναλαμβάνει δε την έκκληση του Ταμείου για περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους.
Επίσης, με δεδομένη την εμπειρία από τη συμμετοχή του στην τρόικα, το ΔΝΤ αναφέρει ότι βρίσκεται σε εξέλιξη η αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της συνεργασίας του Ταμείου με τις περιφερειακές συμφωνίες χρηματοδότησης.
Λαγκάρντ: Μοναδική περίπτωση η Ελλάδα
Η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, σχολιάζοντας την έρευνα, διαχωρίζει τα τρία επιτυχημένα προγράμματα (Ιρλανδίας, Πορτογαλίας και Κύπρου) από αυτό της Ελλάδος, αναγνωρίζοντας ότι η Ελλάδα αποτελεί «ειδική περίπτωση».
«Η Ελλάδα έθεσε πρόσθετες και μοναδικές προκλήσεις. Με απαράμιλλη διεθνή στήριξη, η χώρα προχώρησε σε μία αξιοσημείωτη δημοσιονομική προσαρμογή» υπογραμμίζει σε δήλωσή της.
«Ωστόσο» προσθέτει «η χώρα επλήγη σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι οι άλλες χώρες εξαιτίας των αντιδράσεων που εκδηλώθηκαν από οργανωμένα συμφέροντα, από σοβαρά προβλήματα εφαρμογής του προγράμματος, καθώς και από τις επαναλαμβανόμενες πολιτικές κρίσεις.»
» Τα παραπάνω οδήγησαν σε πολλαπλές κρίσεις, υπονομεύοντας έτσι την εμπιστοσύνη προς τη χώρα, αφήνοντας τον φόβο του Grexit να επικρεμάται. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα η ύφεση στη χώρα να είναι πολύ βαθύτερη σε σχέση με τις αρχικές προβλέψεις του Προγράμματος».
Η Κρ.Λαγκάρντ αναγνωρίζει ότι κανένα από αυτά τα εμπόδια που προέκυψαν κατά την εφαρμογή του προγράμματος δεν είχε προβλεφθεί εκ των προτέρων, με αποτέλεσμα (και με το πλεονέκτημα της ύστερης γνώσης) οι αρχικές προβλέψεις για την ιδιοκτησία του προγράμματος και την ανάπτυξη να αποδειχθούν υπερβολικά αισιόδοξες.
«Παρά ταύτα η Ελλάδα παρέμεινε μέλος της ζώνης του ευρώ, επιτυγχάνοντας έτσι τον βασικό στόχο που είχε τεθεί εξ αρχής, τόσο από την ίδια τη χώρα όσο και από τα υπόλοιπα μέλη της ευρωζώνης» τόνισε.
Η επικεφαλής του Ταμείου χαρακτηρίζει πρωτοφανή την κρίση στην ευρωζώνη μιλώντας για πολύ υψηλή πιθανότητα «μετάδοσης» δεδομένης της έλλειψης «τείχους προστασίας». Γι’ αυτό άλλωστε και δηλώνει ότι τα προγράμματα στα οποία συμμετείχε το ΔΝΤ πέτυχαν να «αγοράσουν χρόνο» για να χτιστούν αυτά τα τείχη και να αποκτήσουν ξανά πρόσβαση στις αγορές τρεις από τις τέσσερις χώρες (Ιρλανδία, Πορτογαλία, Κύπρος).
Η Κριστίν Λαγκάρντ παραδέχεται επίσης ότι οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές υποτιμήθηκαν αρχικά (αλλά αργότερα διορθώθηκαν) και ότι η ανάκαμψη από την κρίση τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και παγκόσμιο επίπεδο ήταν πιο αδύναμες απ’ όσο αναμένονταν.
Όπως υποστηρίζει η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ ήδη έχουν γίνει αλλαγές με βάση τα διδάγματα από το 2010-2011. Σε αυτά περιλαμβάνει τις τριμηνιαίες αξιολογήσεις, τις αλλαγές στους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές και το μεγαλύτερο ρεαλισμό για το ρυθμό των δομικών μεταρρυθμίσεων.
Ακόμη, σημειώνει πως ενισχύθηκε το πλαίσιο για τις αναλύσεις βιωσιμότητας χρέους, ενώ σε ότι αφορά τη λειτουργία της «τρόικας» (ΔΝΤ, Κομισιόν, ΕΚΤ) αναφέρεται σε εργασία που είναι σε εξέλιξη ώστε να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητά της.
Υπό αυτό το πρίσμα, όπως αναφέρει το Euro2day.gr, η Κριστίν Λαγκάρντ δεν αποδέχεται την μια από τις πέντε συστάσεις της ανεξάρτητης επιτροπής, αυτής που ζητά «το Εκτελεστικό Συμβούλιο και τη Διοίκηση να αναπτύξει διαδικασίες για να ελαχιστοποιήσει το περιθώριο πολιτικών παρεμβάσεων στην τεχνική ανάλυση του ΔΝΤ».
Όπως δηλώνει η Κριστίν Λαγκάρντ «στηρίζω την αρχή η τεχνική ανάλυση του ΔΝΤ να παραμείνει ανεξάρτητη. Ωστόσο δεν δέχομαι την «υπόθεση» της σύστασης την οποία το IEO απέτυχε να τεκμηριώσει στην έκθεση και γι’ αυτό δεν βλέπω την ανάγκη να αναπτυχθούν νέες διαδικασίες».
Αντίθετα υιοθετεί:
• Την σύσταση να ενισχυθούν οι διαδικασίες στο Εκτελεστικό Συμβούλιο και τη Διοίκηση για να εξασφαλιστεί ότι οι συμφωνηθείσες πολιτικές ακολουθούνται και δεν αλλάζουν χωρίς προσεκτική μελέτη. Όπως δηλώνει η διαδικασία γύρω από την οποία δημιουργήθηκαν οι συστημικές εξαιρέσεις έλαβε χώρα υπό εξαιρετικές συνθήκες και δεσμεύεται να χειριστεί καλύτερα ανάλογες καταστάσεις στο μέλλον αν προκύψει «έκτακτη ανάγκη» όπως αυτή του Μαίου του 2010 (οπότε η Ελλάδα εντάχθηκε στο πρόγραμμα.
• Το ΔΝΤ να ξεκαθαρίσει πως οι κατευθυντήριες γραμμές του σχεδιασμού του προγράμματος εφαρμόζονται σε μέλη νομισματικών ενώσεων.
• Το ΔΝΤ να καθιερώσει μια πολιτική για τη συνεργασία με περιφερειακές χρηματοδοτικές ρυθμίσεις.
• Το Εκτελεστικό Συμβούλιο και η Διοίκηση θα πρέπει να επιβεβαιώσουν τη δέσμευσή τους για τη λογοδοσία και τη διαφάνεια και το ρόλο της ανεξάρτητης αξιολόγησης για την προώθηση της χρηστής διακυβέρνησης.
Τα 7 λάθη που ομολογεί το ΔΝΤ
Η έκθεση που είχε δημοειυθεί από την «Καθημερινή» είναι αποτέλεσμα της εργασίας ομάδας ανεξάρτητων από το Ταμείο οικονομολόγων και ειδικών που μελέτησαν σε βάθος το πρόγραμμα μέσα από σειρά συνεντεύξεων και εσωτερικών εγγράφων του Ταμείου.
Οι πηγές αυτές κατέληξαν στα στα εξής λάθη:
1. Η Χαλαρή «αφετηρία»
Πριν ξεσπάσει η κρίση χρέους, το ΔΝΤ δεν παρακολουθούσε πολύ προσεκτικά την κατάσταση στην Ελλάδα. Η έκθεση αναφέρει ότι το Ταμείο πολύ γρήγορα επαινούσε τη χώρα για τις μεταρρυθμίσεις, χωρίς όμως να αξιολογεί αν έχουν εφαρμοσθεί. Στην περίπτωση της Ελλάδας, το 2007, η έκθεση του ΔΝΤ μιλούσε θετικά για τις μεταρρυθμίσεις στη φορολογία και για τα μέτρα ενάντια στη φοροδιαφυγή, ενώ στην πραγματικότητα από το 2004 έως το 2009 η ελληνική κυβέρνηση έθετε μέσω νομοθετημάτων εμπόδια στην αγορά προϊόντων. Ακόμα και όταν η Ελλάδα μπήκε σε πρόγραμμα με το ΔΝΤ, το Ταμείο χρειάστηκε μήνες για να συνειδητοποιήσει ότι η διοικητική ικανότητα της χώρας ήταν πολύ αδύναμη και ότι τα συμφέροντα του κατεστημένου δημιουργούσαν σχεδόν ανυπέρβλητα εμπόδια.
Συγχρόνως είχε επικρατήσει η λογική στο Ταμείο πως η «Ευρώπη αντιμετωπίζεται διαφορετικά», όπως αναφέρεται στην έκθεση. Επειδή το ενδεχόμενο να χρειαστεί να δανείσει ένα κράτος-μέλος της Ευρωζώνης ήταν απίθανο, ποτέ δεν χρειάστηκε να σχεδιαστεί η προετοιμασία ενός προγράμματος στην Ευρωζώνη, με όρους και προϋποθέσεις, και το Ταμείο βρέθηκε απροετοίμαστο.
Αν η διοίκηση του ΔΝΤ είχε έξι μήνες στη διάθεσή του, πριν ζητήσει η Ελλάδα πρόγραμμα, να σχεδιάσει μία προληπτική σχέση με ένα κράτος-μέλος της Ευρωζώνης, τότε, σύμφωνα με την έκθεση, το προσωπικό του Ταμείου θα είχε καλύτερη κατανόηση των ιδιαίτερων περιορισμών που υπάρχουν σε μία χώρα του ευρώ και θα μπορούσαν να αποφασίσουν πιο εμπεριστατωμένα αν θα συμμετάσχουν ή όχι σε ένα τέτοιο πρόγραμμα.
2. Η Αναδιάρθρωση του χρέους
Η άρνηση για αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας στην αρχή του προγράμματος, παρά τη μεγάλη πιθανότητα το χρέος να μην αποδειχθεί βιώσιμο, αποτελεί αντικείμενο κριτικής. Στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου το Ταμείο αποφάσισε το 2010 να τη χρηματοδοτήσει με ποσό μεγαλύτερο από αυτό που της αντιστοιχούσε («exceptional access»), θα έπρεπε να είχε προηγηθεί η αναδιάρθρωση χρέους.
Η έκθεση αναφέρει πως αρχικά, επειδή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΚΤ και μερικά κράτη-μέλη ήταν αντίθετα με την αναδιάρθρωση του χρέους για οικονομικούς, τεχνικούς ή πολιτικούς λόγους, οι ελληνικές αρχές συντάχθηκαν γιατί χρειάζονταν την ευρωπαϊκή βοήθεια. Το ΔΝΤ είχε απομονωθεί στις συζητήσεις για την Ευρώπη και όταν κλήθηκε τον Μάιο του 2010 το θέμα της αναδιάρθρωσης ήταν εκτός ατζέντας. «Το τρένο είχε φύγει ήδη από τον σταθμό», αναφέρεται στην έκθεση.
Επίσης υπήρχε έντονη διαφωνία και στους κόλπους του ΔΝΤ για το κατά πόσον χρειάζεται η Ελλάδα αναδιάρθρωση του χρέους. Με τη μία ομάδα να υποστηρίζει την ανάγκη γενναίας και άμεσης αναδιάρθρωσης, και την άλλη να υποστηρίζει ότι η Ελλάδα θα καταφέρει να αντιμετωπίσει την κρίση χωρίς αναδιάρθρωση χρέους. Μία τρίτη ομάδα, ενώ συμφωνούσε ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο, θεωρούσε ότι δεν ήταν εφικτή η μείωσή του λόγω των χρονικών περιορισμών και των κινδύνων, ελλείψει μηχανισμού προστασίας στην Ε.Ε. την εποχή εκείνη.
Μία κριτική που επίσης ασκείται έχει να κάνει με το γεγονός ότι, αφού δεν ακολουθήθηκε η αναδιάρθρωση του χρέους πριν από τη χρηματοδότηση από το ΔΝΤ, τότε όφειλε το Ταμείο να έχει ζητήσει από τους Ευρωπαίους μεγαλύτερη χρηματοδότηση. Οσον αφορά τις διαδικασίες που τηρήθηκαν, η έκθεση αναφέρει κριτικά πως «δεν υπήρχε ανοιχτή και από την αρχή συζήτηση όλων των διαθέσιμων επιλογών». Μπορεί «το ρίσκο της μετάδοσης της κρίσης» να έπαιξε σημαντικό ρόλο στη λήψη της απόφασης για συμμετοχή του Ταμείου, αλλά την ίδια στιγμή οι συνέπειες μετάδοσης της κρίσης, ειδικά αν δεν γινόταν η αναδιάρθρωση του χρέους, «δεν ποσοτικοποιήθηκαν αυστηρώς ούτε συζητήθηκαν διεξοδικά στο εσωτερικό του Ταμείου».
Ενώ οι κανονισμοί του Ταμείου θέλουν ανάμειξη του διοικητικού του συμβουλίου από την αρχή, όταν ο δανεισμός της χώρας ξεπερνά τα κανονικά χρηματικά όρια –όπως ήταν στην περίπτωση της Ελλάδας–, η συμμετοχή έγινε «με απρόσεκτο τρόπο», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η έκθεση. Συγχρόνως εγείρει ερωτηματικά νομιμότητας της διαδικασίας που ακολουθήθηκε, καθώς, όπως αναφέρει, αν υπήρχε η ανάμειξη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου από την αρχή, όπως υπαγορεύει ο κανονισμός, μπορεί να μην είχε οδηγήσει σε διαφορετική απόφαση για το χρέος αλλά «αλλά θα είχε ενισχύσει τη νομιμότητα οποιασδήποτε απόφασης».
3. Μη λειτουργική στρατηγική
Ακολουθήθηκε μία ολοένα και περισσότερο μη λειτουργική στρατηγική για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι ιδιαίτερα θετικές προβλέψεις που έκανε το ΔΝΤ αρχικά και οι οποίες στην πράξη δεν έβγαιναν αληθινές είχαν ως αποτέλεσμα να γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη η επίτευξη των στόχων. Επίσης, σε Ελλάδα και Πορτογαλία οι προβλέψεις ήταν ιδιαίτερα θετικές ως προς την ικανότητα των αρχών να εφαρμόσουν δύσκολες πολιτικά μεταρρυθμίσεις. Συγχρόνως γίνεται αναφορά και στην υπεραισιόδοξη, όπως αποδείχθηκε, εκτίμηση του ΔΝΤ ότι τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις θα φτάσουν τα 50 δισ. ευρώ από τα 12,5 δισ. που αρχικά είχαν υπολογιστεί, ενώ οι επίσης αισιόδοξες προβλέψεις για την ανάπτυξη αναθεωρήθηκαν μόνον όταν είχαν περάσει περισσότεροι από 18 μήνες από την αρχή του προγράμματος.
4. Ελλειψη ευελιξίας
Μία σημαντική παράμετρος, στην οποία δεν δόθηκε ιδιαίτερη σημασία, είναι ότι η Ελλάδα ως μέλος μίας νομισματικής ένωσης δεν είχε δυνατότητα ευελιξίας, καθώς η συμμετοχή της δημιουργούσε περιορισμούς για εναλλακτική στρατηγική. Αρα χρειαζόταν ένα πρόγραμμα που λάμβανε υπ’ όψιν αυτούς τους περιορισμούς, σε αντίθεση με τα μέχρι τώρα προγράμματα του ΔΝΤ σε χώρες εκτός νομισματικής ένωσης.
5. Σχέσεις με Ευρωπαίους
Στη συνεργασία του ΔΝΤ με τους Ευρωπαίους εταίρους η έκθεση αναφέρει πως το Ταμείο βρέθηκε «απροετοίμαστο». Η έκθεση περιγράφει ότι, παρόλο που η Τρόικα αποδείχθηκε «αποτελεσματικός μηχανισμός» στο να πραγματοποιήσει συζητήσεις με τις κυβερνήσεις, το Ταμείο «έχασε τη χαρακτηριστική του ευελιξία ως διαχειριστής κρίσεων». Αναφέρεται στην έκθεση πως επειδή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπραγματευόταν εξ ονόματος του Eurogroup, οι τεχνικές επισημάνσεις του προσωπικού του Ταμείου βρίσκονταν υπό πολιτική πίεση από την αρχή. Γι’ αυτό και μία από τις συστάσεις της έκθεσης προς το Συμβούλιο είναι να προωθήσουν διαδικασίες που θα ελαχιστοποιήσουν οποιαδήποτε πολιτική παρεμβολή στην τεχνική ανάλυση του ΔΝΤ.
6. Η Τεχνική βοήθεια
Όσοναφορά την τεχνική βοήθεια που παρείχε το ΔΝΤ στην Ελλάδα, η έκθεση αναφέρει ότι αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες, λόγω της ανάγκης συντονισμού με την Task Force (ομάδα δράσης της Ε.Ε.), η οποία βασιζόταν σε εξωτερικούς συμβούλους από τα μεγαλύτερα κράτη-μέλη. Η τεχνική βοήθεια παρουσίαζε το σοβαρό μειονέκτημα να μην έχει σαφείς προτεραιότητες αλλά να λειτουργεί με πρωτοβουλίες ad hoc, με στόχους που συνεχώς άλλαζαν και δεν λάμβαναν υπ’ όψιν τη δυσκολία αφομοίωσης από την Ελλάδα.
7. Η Απόδοση του προσωπικού
Οσον αφορά το προσωπικό που συμμετείχε στα προγράμματα της Ελλάδας, της Ισπανίας και της Ιρλανδίας, η έκθεση αναφέρει ότι η απόδοση του προσωπικού ήταν άνιση. Υπήρχαν περιστάσεις που «οι τεχνικές γνώσεις του προσωπικού έλαμψαν», όπως στον σχεδιασμό και στην εφαρμογή του προγράμματος στην Ιρλανδία, όπου η έκθεση τη χαρακτηρίζει «σχεδόν υποδειγματική», αλλά δεν έγινε το ίδιο στην Ελλάδα. Η δουλειά που έγινε στον τραπεζικό τομέα ήταν «πρώτης τάξεως στην Ισπανία» αλλά όχι αρκετά καλή στην Πορτογαλία. «Η αποσπασματική διαθεσιμότητα του προσωπικού, παρότι είχε εμπειρία και τεχνογνωσία, μπορεί να ήταν μεταξύ των λόγων γι’ αυτήν την άνιση απόδοση» αναφέρει η έκθεση.
Τα μαθήματα και οι συστάσεις
Στο τέλος της έκθεσης παρατίθενται τα μαθήματα που μπορεί να πάρει το προσωπικό του Ταμείου από τη διαχείριση της κρίσης στην Ευρωζώνη. Μερικά από αυτά είναι:
• Η αναδιάρθρωση του χρέους πολλές φορές είναι πολύ μικρή και πολύ αργοπορημένη, αποτυγχάνοντας να κάνει το χρέος βιώσιμο με σταθερό τρόπο.
• Η εκτεταμένη αναφορά στη σημασία αναδιάρθρωσης του χρέους σε ολόκληρη την έκθεση είναι πολύ ενδεικτική για το τι θα επακολουθήσει τους επόμενους μήνες στη διαπραγμάτευση μεταξύ της Ε.Ε. και του ΔΝΤ για το ελληνικό χρέος.
• Η βιωσιμότητα του χρέους είναι απόλυτης προτεραιότητας όρος για το Ταμείο και η έκθεση αυτή αναμένεται να ασκήσει ακόμη μεγαλύτερη πίεση στο Συμβούλιο του ΔΝΤ να μην ενεργήσει με πολιτικούς όρους και να μη συμφωνήσει σε μια ήπια ελάφρυνση, προς την οποία προσανατολίζονται οι Ευρωπαίοι εταίροι.
Όσοναφορά την Ελλάδα, οι συστάσεις του ανεξάρτητου γραφείου αξιολόγησης του ΔΝΤ είναι να υπάρχει καλύτερη προσαρμογή των πολιτικών δανεισμού του Ταμείου σε περιπτώσεις νομισματικής ένωσης, όπως είναι η Ευρωζώνη. Να αποφεύγονται «αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στην αναδιάρθρωση του χρέους».
*************************
2.
Στίγκλιτς: Το ελληνικό πρόγραμμα το 2010 σχεδιάστηκε για να σωθούν οι γερμανικές τράπεζες
Πιο συγκεκριμένα, ο ίδιος εξηγεί ότι τα κεφάλαια του προγράμματος κατευθύνθηκαν αμέσως προς τις τράπεζες κι ότι αυτό ωφελούσε περισσότερο άλλες ευρωπαϊκές χώρες κι όχι για την Ελλάδα. Επίσης, ανέφερε ότι σε συγκεκριμένα σημεία του προγράμματος, φαίνεται ότι αυτό εξυπηρετούσε ομάδες ειδικού ενδιαφέροντος μέσα στην ευρωζώνη.
Η συνέντευξη έγινε με αφορμή το νέο του βιβλίο «The Euro», όμως δεν δίστασε να σχολιάσει το οικονομικό μοντέλο της Ευρωζώνης που, σύμφωνα με τον ίδιο, ακολουθεί εκείνο των Ηνωμένων Πολιτισμών. Ο ίδιος εξηγεί ότι στην ΕΕ δεν υπήρξε η ενοποίηση που χρειάζεται για να στηριχτεί ένα τέτοιο εγχείρημα.
Ακόμα, ο Στίγκλιτς λέει ότι ο πυρήνας της ΕΕ είναι φιλελεύθερος και πως προσπαθεί να επιβάλλει μέτρα λιτότητας και να καταπνίξει τα εργατικά συνδικάτα. Δεν διστάζει επίσης να ρίξει το φταίξιμο για τις κακές αποδόσεις πολλών ευρωπαϊκών οικονομιών στο ευρώ.
Σύμφωνα με τον ίδιο, για να καταστεί το ευρώ βιώσιμο χρειάζεται μια τραπεζική ένωση που θα διασφαλίζει τις καταθέσεις. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα πρέπει επίσης να επικεντρώνεται και στην απασχόληση και όχι μόνο στον πληθωρισμό.
Όπως όμως τόνισε, «οι ηγέτες (της ευρωζώνης) δεν έχουν λάβει το μάθημα τους ακόμα».
Υπενθυμίζουμε ότι οι συγκεκριμένες δηλώσεις ήρθαν μία ημέρα πριν την δημοσίευση της έκθεσης του Ανεξάρτητου Γραφείου Αξιολόγησης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, η οποία αναγνωρίζει τα λάθη στο πρώτο χρηματοδοτικό πρόγραμμα της Ελλάδας.
Η Ελλάδα έθεσε πρόσθετες και μοναδικές προκλήσεις. Με απαράμιλλη διεθνή στήριξη, η χώρα προχώρησε σε μία αξιοσημείωτη δημοσιονομική προσαρμογή. Ωστόσο η χώρα επλήγη σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι οι άλλες χώρες εξαιτίας των αντιδράσεων που εκδηλώθηκαν από οργανωμένα συμφέροντα, από σοβαρά προβλήματα εφαρμογής του προγράμματος, καθώς και από τις επαναλαμβανόμενες πολιτικές κρίσεις. Τα παραπάνω οδήγησαν σε πολλαπλές κρίσεις, υπονομεύοντας έτσι την εμπιστοσύνη προς τη χώρα, αφήνοντας τον φόβο του Grexit να επικρέμεται. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα η ύφεση στη χώρα να είναι πολύ βαθύτερη σε σχέση με τις αρχικές προβλέψεις του Προγράμματος», είχε δηλώσει μετά την δημοσίευση της έκθεσης η διευθύντρια του Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ.
Η Κρ. Λαγκάρντ αναγνωρίζει ότι κανένα από αυτά τα εμπόδια που προέκυψαν κατά την εφαρμογή του Προγράμματος δεν είχε προβλεφθεί εκ των προτέρων, με αποτέλεσμα το πρώτο πρόγραμμα να αποδειχθεί εξαιρετικά αισιόδοξο. «Παρά ταύτα η Ελλάδα παρέμεινε μέλος της ζώνης του ευρώ, επιτυγχάνοντας έτσι τον βασικό στόχο που είχε τεθεί εξ αρχής, τόσο από την ίδια τη χώρα όσο και από τα υπόλοιπα μέλη της ευρωζώνης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου