Δευτέρα, Απριλίου 19, 2021

Κι όμως, ο έμμετρος λόγος δεν πέθανε!...

 

Τριάντα χρόνια έμμετρης ποίησης

Ευριπίδης Γαραντούδης 
Πηγή: efsyn.gr

Τριάντα χρόνια έμμετρης ποίησης

Γιώργος Βαρθαλίτης, Θεοδόσης Βολκώφ, Αλέξανδρος Κορδάς, Χάρης Ψαρράς, Δημήτρης Κοσμόπουλος, «Πεντάσημον», Σμίλη 2020, σελ. 96


Τριάντα χρόνια έμμετρης ποίησης


Σπάνια εμφανίζεται μια συλλογική έκδοση όπου ποιήματα πέντε ποιητών συνυπάρχουν ως «καρπός της κοινής ποιητικής αντίληψής» τους η οποία «γέννησε μια συνοδοιπορική φιλία», όπως διαβάζουμε στην εισαγωγική σημείωση του βιβλίου Πεντάσημον. Μια τέτοια έκδοση αξίζει να μην περάσει απαρατήρητη, ιδίως όταν η «κοινή ποιητική αντίληψη» αφορά, όπως δείχνει η ανάγνωση των ποιημάτων, την επαναχρησιμοποίηση των αυστηρά έμμετρων ή έμμετρων μορφών. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 μέχρι σήμερα σε αυτές τις μορφές γράφεται ένα μέρος της ποιητικής παραγωγής, χωρίς βέβαια έτσι να κλονίζεται η κυριαρχία του ελεύθερου στίχου που παραμένει η βασική φόρμα της σύγχρονης ποίησής μας. Πάντως τα έμμετρα ποιήματα των τελευταίων τριάντα χρόνων, καθώς και ο σχετικός με αυτά κριτικός διάλογος, θέτουν το ζήτημα του εάν και κατά πόσο ο ελεύθερος στίχος βρίσκεται σε κρίση (άλλοι ποιητές και κριτικοί τον υπερασπίζονται ως λειτουργική ακόμα φόρμα, ενώ άλλοι τον επικρίνουν ή και τον απορρίπτουν, καθώς του καταλογίζουν γενικευμένη αμορφία) η οποία μπορεί να αντιμετωπιστεί με την επαναχρησιμοποίηση των έμμετρων μορφών (άλλοι τις επικροτούν και τις συστήνουν για χρήση, ενώ άλλοι τις μέμφονται, επικρίνοντας όσους τις υποστηρίζουν και τις εφαρμόζουν).

Στο Πεντάσημον λοιπόν ποιητές διαφορετικών ηλικιακών γενεών, από τον γεννημένο το 1964 Κοσμόπουλο μέχρι τον κατά 25 χρόνια νεότερό του Κορδά, γεννημένο το 1989 (ο Βαρθαλίτης, ο Βολκώφ και ο Ψαρράς γεννήθηκαν αντιστοίχως το 1972, το 1980 και το 1982), συνενώνουν τις δυνάμεις τους παρουσιάζοντας μέρος της πρόσφατης λιγότερο ή περισσότερο έμμετρης ποιητικής παραγωγής τους. Με αυτή τη συνέργειά τους συνεχίζουν την παράδοση τριών προηγούμενων συλλογικών ποιητικών εκδόσεων που βασίστηκαν στην έμμετρη φόρμα των κειμένων τους: Τριώδιο (1991, Διονύσης Καψάλης, Γιώργος Κοροπούλης και Ηλίας Λάγιος), Ανθοδέσμη (1993, οι ποιητές του Τριωδίου και ο Μιχάλης Γκανάς) και Τρίλιζα (2012, Θάνος Γιαννούδης, Σοφία Κολοτούρου και Ααρών Μνησιβιάδης).

Παρά τη δηλωμένη «κοινή ποιητική αντίληψη» των πέντε φίλων του Πεντάσημον, η συνανάγνωση των εν συνόλω αξιόλογων ποιημάτων τους επαληθεύει ότι κατά κανόνα οι αποκλίσεις μεταξύ όσων ποιητών χρησιμοποιούν τις έμμετρες φόρμες είναι περισσότερες από τις συγκλίσεις. Τα ποιήματα των Βαρθαλίτη και Βολκώφ είναι γραμμένα σε αυστηρά έμμετρες μορφές, ο Κορδάς χρησιμοποιεί παράλληλα τις αυστηρά έμμετρες φόρμες και τη μορφή του πεζού ποιήματος, ενώ τα ποιήματα των Ψαρρά και Κοσμόπουλου εντάσσονται στην κατηγορία των ψευδοέμμετρων μορφών, καθώς όσα από αυτά έχουν τη στροφική εικόνα και ομοιοκαταληξίες σονέτου ακολουθούν μερικά μόνο από τα χαρακτηριστικά του παραδοσιακού σονέτου – μάλιστα ανάμεσα στα ποιήματα του Ψαρρά υπάρχουν και μερικά σε ελεύθερο στίχο. Η διαφορετικότητα της χρήσης των έμμετρων μορφών από τους πέντε ποιητές προφανώς σημαίνει και διαφορετικούς για τον καθέναν όρους διαλόγου με την πριν από την εμφάνιση του ελεύθερου στίχου ποίηση. Ευνόητα οι αποκλίσεις μεταξύ των ποιητών είναι μεγαλύτερες αν τα ποιήματά τους θεωρηθούν από υφολογική, θεματική, γλωσσική, τεχνοτροπική και γενικότερα κοσμοθεωρητική σκοπιά. Οι πριν από το Πεντάσημον συλλογικές ποιητικές εκδόσεις είχαν εμφανώς μεγαλύτερο βαθμό μορφολογικής συνοχής, ίσως και ευρύτερης ποιητικής συγγένειας.

Καθώς το Πεντάσημον έρχεται να προστεθεί στην έμμετρη ποίηση των τελευταίων δεκαετιών θέτει, όπως και τα προηγούμενα ανάλογα συλλογικά και ατομικά εγχειρήματα, δύο βασικά αλληλένδετα ερωτήματα. Το πρώτο είναι αν ήταν και παραμένει σε κρίση ο ελεύθερος στίχος και το δεύτερο αν η επαναχρησιμοποίηση των έμμετρων μορφών επέφερε σημαντικές αλλαγές στη μορφή της σύγχρονης ποίησης. Η άποψή μου είναι ότι ο ελεύθερος στίχος, από την εποχή της εμφάνισής του μέχρι σήμερα, ουσιαστικά ποτέ δεν ήταν σε κρίση, αν αντιληφθούμε ως τέτοια την έλλειψη μορφικής επιμέλειας ενός μέρους της ποιητικής παραγωγής. Το αξιόλογο μέρος της ποιητικής παραγωγής σε ελεύθερο στίχο, και γενικότερα στις μορφές της ελεύθερης ποίησης, δηλαδή και στο πεζό ποίημα, τον στίχο παράγραφο και τις μεικτές φόρμες, όχι μόνο δεν είναι άμορφο και κακόγουστο, αλλά αντιθέτως διακρίνεται από τη ρυθμική επιμέλεια της καλής ποίησης. Εννοείται ότι αυτή τη ρυθμική επιμέλεια, υλοποιημένη στις εξατομικευμένες εκδοχές της, πρέπει να είναι κάποιος αφ' ενός ικανός να την αντιληφθεί, αφ' ετέρου ανεπηρέαστος από προκαταλήψεις και τάσεις σχηματοποίησης και γενίκευσης. Το μορφολογικά ετερόκλητο και σύνθετο ποιητικό υλικό της επαναχρησιμοποίησης των έμμετρων μορφών δείχνει ότι αυτή η τάση παράγει κακά, μέτρια και καλά ποιήματα, αναλόγως του ποιητή που τα έγραψε, και δεν συνιστά ούτε λύση για την υποτιθέμενη αμορφία του ελεύθερου στίχου ούτε κίνδυνο για τον ελεύθερο στίχο. Η λιγότερο ή περισσότερο έμμετρη μορφή δεν προδιαγράφει τον βαθμό στον οποίο ένα σημερινό ποίημα ηχεί ως σύγχρονο ή μη σύγχρονο. H αίσθηση του σύγχρονου κρίνεται κυρίως από την ικανότητα του κάθε σημερινού ποιητή να αποσείσει το βάρος που αυτή η μορφή ασκεί στο περιεχόμενο (με άλλα λόγια, την έλξη που μέσω της μορφής ασκείται προς το περιεχόμενο του ποιητικού παρελθόντος) και να εκφράσει μέσα από αυτήν ένα σύγχρονο βίωμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: