Βυζαντινή Θεσσαλονίκη: προς διεθνή διασυρμό οδηγείται η χώρα
Τα ξημερώματα της Πέμπτης 24 Σεπτεμβρίου ολοκληρώθηκε η πολύωρη συνεδρίαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) που γνωμοδότησε ομόφωνα υπέρ της έγκρισης της μελέτης απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων στον Σταθμό “Βενιζέλου” του μετρό Θεσσαλονίκης.
Η γνωστοποίηση της (αναμενόμενης πάντως) γνωμοδότησης για την μελέτη, που εκπονήθηκε από το σχήμα “ΑΚΤΩΡ – Korres Engineering” και παρουσιάστηκε στο ΚΑΣ από τον αρχιτέκτονα Δημήτρη Κορρέ, έγινε δεκτή με την λέξη “ντροπή”, στα ελληνικά, από την Sharon Gerstel μια από τις πιο αναγνωρισμένες βυζαντινολόγους διεθνώς. Η καθηγήτρια Βυζαντινής Τέχνης και Αρχαιολογίας του UCLA (University of California, Los Angeles), σε ανάρτησή της στον προσωπικό της λογαριασμό στο Facebook, μίλησε για “σκοτεινή μέρα για τον πολιτισμό” και αναρωτήθηκε αν κάτι αντίστοιχο θα μπορούσε ποτέ να αποφασιστεί για την αρχαία αγορά της Αθήνα ή “αν τέτοιες απερίσκεπτες αποφάσεις αφορούν τελικά μόνο “δεύτερες πόλεις” των οποίων τα αρχαιολογικά κατάλοιπα δεν χωράνε στην ανεκτίμητη αφήγηση της ελληνικής ιστορίας που είναι ριζωμένη στο κλασικό παρελθόν”.
Δεν είναι κατόπιν εορτής που μιλάει πρώτη φορά για το θέμα αυτό η Sharon Gerstel. Σε συνέντευξή της από τον Μάρτιο στην Φωτεινή Λαμπρίδη και το Τvxs.gr είχε τοποθετηθεί για την μεγάλη αξία των ευρημάτων, σημειώνοντας πως “Την ίδια στιγμή που η Ελλάδα υποστηρίζει την επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα, είναι δύσκολο για μένα να καταλάβω, πώς η κυβέρνηση μπόρεσε να αποφασίσει να ξεριζώσει και επομένως να καταστρέψει αυτά τα μοναδικά ευρήματα. Η απόφαση με κάνει να αναρωτιέμαι πώς η κυβέρνηση βλέπει την βυζαντινή κληρονομιά της Ελλάδας και επιπλέον, πώς αξιολογεί τα ευρήματα της πόλης της Θεσσαλονίκης. […] Ως αρχαιολόγος, ανησυχώ βαθύτατα, ότι οι απόψεις εκείνων που εργάζονται για να αποκαλύψουν και να διατηρήσουν την πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας αντιμετωπίστηκαν με τέτοια περιφρόνηση. Πολλοί διεθνείς μελετητές και οργανώσεις εξέφρασαν τις ανησυχίες τους για την απόφαση να απομακρυνθούν τα ευρήματα, αλλά οι ανησυχίες αυτές προφανώς αγνοήθηκαν”.
Στο ίδιο μήκος κύματος είχε κινηθεί και ο Paolo Odorico, διευθυντής του Κέντρου Βυζαντινών και Nεοελληνικών σπουδών της Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales του Παρισιού, μιλώντας πριν από έναν περίπου χρόνο στην Ιωάννα Κλεφτόγιαννη και το “Έθνος” και προβλέποντας τις εξελίξεις: “Πώς τολμάτε να κατακρίνετε τον Ερντογάν που μετατρέπει βυζαντινούς ναούς σε τζαμιά, όταν η κυβέρνησή σας σχεδιάζει να ξεριζώσει το σταυροδρόμι της μνημειακής οδού των Βυζαντινών στη Θεσσαλονίκη; […] Αυτό που έφεραν στο φως οι εργασίες για το μετρό είναι η βυζαντινή Πομπηία! Το καταλαβαίνετε; Και σκοπεύετε να την ξεκολλήσετε, για να την επανακολλήσετε αργότερα; Τρελαθήκατε; Θα κάνετε τις αρχαιότητές σας Lego; Σκοπεύετε να στήσετε τη βυζαντινή Disneyland; Να μας το πείτε! Και να αναλάβετε τις ευθύνες σας”.
Αυτές τις ευθύνες όχι μόνο απέναντι στους κατοίκους της Θεσσαλονίκης και τον μνημειακό της πλούτο αλλά και απέναντι στην διεθνή επιστημονική κοινότητα και το κύρος της χώρας διεθνώς σε ζητήματα διαχείρισης και προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς είναι που μοιάζει να αγνοεί η κυβέρνηση, επιμένοντας στην στείρα και αδιέξοδη οδό της απόσπασης των αρχαιοτήτων από το βυζαντινό σταυροδρόμι της πόλης.
Είναι δε ενδεικτικό, πως οι διαμαρτυρίες από το εξωτερικό για την υπόθεση των αρχαίων της Βενιζέλου στρέφονται εδώ και καιρό προς τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά και την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, καθώς έχει γίνει στους πάντες αντιληπτό πως η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη κωφεύει και αγνοεί συστηματικά κάθε έκκληση από όπου και αν προέρχεται.
Στον πρωθυπουργό απευθείας απευθύνθηκε λ.χ. ήδη από τον Απρίλη, η Διεθνής Ένωση Βυζαντινών Σπουδών δια του πρόεδρου της, καθηγητή στο Πρίνστον, John F. Haldon, με επιστολή που εκφράζει την ολομέλεια του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης, μετά από εισήγηση του Τμήματος Βυζαντινής Αρχαιολογίας της Διεθνούς Ένωσης Βυζαντινών Σπουδών, επικεφαλής του οποίου είναι ο καθηγητής Αθανάσιος Κ. Βιώνης.
Ας επισημανθεί πως, μεταξύ άλλων, στην επιστολή εκείνη σημειωνόταν εμφατικά πως “Η Ελλάδα έχει μία εξέχουσα φήμη σε όλον τον κόσμο για τη φροντίδα και τη μέριμνα που επενδύει στην αρχαιολογική και πολιτισμική της κληρονομιά. Θα αποτελούσε σωστή τραγωδία να διακινδυνεύσει αυτήν την αποκτηθείσα φήμη επιτρέποντας την απώλεια αυτού του υλικού και άυλου θησαυρού στη Θεσσαλονίκη, λόγω ενός βιαστικού σχεδίου κατασκευής”.
Την ίδια οδό, της απευθείας έκκλησης στον ίδιο τον πρωθυπουργό επέλεξαν, άλλωστε, στις παρεμβάσεις τους με επιστολές τόσο ο κορυφαίος βυζαντινολόγος και εκδότης της σειράς Tampula Imperii Byzantini της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών, ομότιμος καθηγητής και τ. πρόεδρος της Διεθνούς Ενώσεως Βυζαντινών Σπουδών, Johannes Koder, όσο και η πρόεδρος της Αυστριακής Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών και καθηγήτρια Βυζαντινολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης (έδρα Herbert Hunger) Claudia Rapp.
Μέχρι σήμερα, η πολιτική της υπουργού Πολιτισμού παραμένει αταλάντευτα προσηλωμένη προς την απόσπαση των αρχαιοτήτων.
Το ζήτημα του επικείμενου διασυρμού της χώρας επισήμανε στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στην δική του επιστολή,
από τις 30 Μαΐου, και ο ομότιμος καθηγητής Παναγιώτης Βοκοτόπουλος,
κάτοχος της έδρας Βυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης της Ακαδημίας
Αθηνών και τέως Πρόεδρος της Ακαδημίας, καλώντας τον τα παρέμβει “ο
ίδιος για την διάσωση και ανάδειξη του ιστορικού κέντρου της Βυζαντινής
Θεσσαλονίκης, που να συνάδει με την επιστημονική, πολιτιστική και, γιατί
όχι, τουριστική του αξία, καθώς και με τις ικανότητες του Ελληνικού
τεχνικού κόσμου”.
Στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας επέλεξε να
απευθύνει της δική της επιστολή για τις αρχαιότητες στον “σταθμό
Βενιζέλου” η διεθνούς φήμης καθηγήτρια της Αρχαίας και Βυζαντινής
Αρχαιολογίας του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Averil Cameron. Στην
επιστολή της η Cameron σημειώνει πως τα συγκεκριμένα αρχαιολογικά
ευρήματα: “είναι διεθνώς εξαιρετικά μεγάλης σημασίας για όσα
αναδεικνύουν για την ιστορία της Θεσσαλονίκης και της ρωμαϊκής
αυτοκρατορίας εκείνη την περίοδο”, ενώ “είναι ζωτικής σημασίας
τα ευρήματα αυτά να διατηρηθούν επιτόπου, όπως συνέβη με υποδειγματικό
τρόπο σε αντίστοιχα αρχαιολογικά ευρήματα στην Αθήνα. Προσθέτω τη φωνή
μου”, καταλήγει, “σε εκείνους που πιστεύουν ότι είναι
απαραίτητο για την υψηλή φήμη του Υπουργείου Πολιτισμού να επανεξετάσει
την πρόσφατη απόφασή του για την απόσπασή τους”.
Μέχρι σήμερα, η πολιτική της υπουργού Πολιτισμού και της “Αττικό Μετρό Α.Ε.” στο ζήτημα αυτό παραμένει αταλάντευτα προσηλωμένη προς την απόσπαση των αρχαιοτήτων, μεθοδεύοντας μάλιστα της κινήσεις τους με τρόπο που έχει αποκαλυφθεί και καταγγελθεί παντοιοτρόπως. Σε προηγούμενο κείμενό μας για το θέμα σημειώναμε πως “το πραγματικό ερώτημα δεν είναι, λοιπόν, τι θα αποφασίσει στην επικείμενη συνεδρίασή του το ΚΑΣ, αλλά πόσο η δυναμική που αναπτύσσεται στην πλευρά των υποστηρικτών της κατά χώραν διατήρησης των αρχαιοτήτων στην Βενιζέλου θα πάρει εκείνες τις διαστάσεις που θα επιτρέψουν την ανατροπή των ειλημμένων αποφάσεων”.
Σε αυτήν την κατεύθυνση, σημαντικό ρόλο θα παίξουν αναμφίβολα οι διεθνείς αντιδράσεις που αναμένεται να πυκνώσουν την επόμενη περίοδο. Για την τελική έκβαση της υπόθεσης τα αντανακλαστικά που θα επιδείξουν εν όψει του διεθνούς διασυρμού της χώρας, όχι πλέον η Λίνα Μενδώνη αλλά η ανώτατη πολιτική και πολιτειακή ηγεσία της χώρας, θα είναι αποφασιστικής σημασίας. Οψόμεθα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου