Του κιτς η μάνα και οι Θερμοπύλες
Μια νέα ενότητα έργων στο αγαπημένο του θέμα των καφενείων παρουσιάζει ο Παύλος Σάμιος στην γκαλερί Σκουφά, με τίτλο «Καφέ Παράδεισος», από τις 17 Σεπτεμβρίου. Σκουφά 4, Κολωνάκι.
Ανατρεπτικό το φετινό καλοκαίρι, εμπόδισε εκτός των άλλων και την τήρηση στο πεδίο του θεάτρου ενός παγιωμένου εθίμου που συμβατικά θα του δίναμε τον τίτλο «Εμείς και οι αρχαίοι μας»: λιγοστές οι παραστάσεις στην Επίδαυρο και στα υπόλοιπα θέατρα, λόγω της απειλής του κορωνοϊού. Λιγοστές κατά συνέπεια και οι συνεντεύξεις μεταφραστών, σκηνοθετών, μουσικών, ηθοποιών κ.ά. Μετρημένη γενικά η συνήθως γενναιόδωρη δημοσιότητα γι’ αυτήν την άλλοτε γόνιμη, άλλοτε αμήχανη και ενίοτε βίαιη ετήσια συνάντησή μας με το αρχαίο δράμα.
Δεν είναι οπωσδήποτε βλαπτική η μείωση της δημοσιότητας, αν θυμηθούμε ότι κάποιες φορές οι συνεντεύξεις περί αρχαίου λόγου και κόσμου των θεατρικώς εμπλεκομένων δημιουργούν μιαν εξωραϊσμένη εικόνα· πάνω της η γνώση της αρχαίας γραμματείας εμφανίζεται ιδιαίτερα απλωμένη και βαθιά, και επιπλέον «κατοχυρωμένη»· ένα διά βίου κεκτημένο. Μακάρι να ’ταν έτσι. Μακάρι η πρώτη και η δεύτερη επαφή μ’ έναν κόσμο ποικιλόμορφα απομακρυσμένο –χρονικά, πολιτισμικά, γλωσσικά, θρησκειολογικά, πολιτικά– να εξασφάλιζε την πλήρη και οριστική κατανόησή του.
Οποια κι αν είναι η συνδρομή των θρυλικών γονιδίων, δεν επαρκεί. Το βλέπουμε γύρω μας. Το νιώθουμε μέσα μας, όταν δεν κάνουμε πλούσιες σπονδές στον Νάρκισσο.
Με το δεδομένο ότι η εξαιρετικά ταλαιπωρημένη σχέση «ημών» με «εκείνους» παραμένει πηγή παρερμηνειών, αλλά και ψευδαισθήσεων, θα ήταν ευχής έργο αν εκμεταλλευόμασταν το αναγκαστικό θεατρικό ημιδιάλειμμα σαν αφορμή να ξανασκεφτούμε, κατά μόνας ή από κοινού, ποια νήματα ανάμεσα στο τώρα και το τότε είναι γερά και ποια κομμένα, ποια γνήσια και ποια της φαντασίας μας. Είναι παραπλανητικό, κατ‘ αρχάς, να συνεχίζουμε να εννοούμε το τωρινό «εμείς» και το τοτινό «εκείνοι» σαν οντότητες ενιαίες, χωρίς εσωτερικές διαφορές και συγκρούσεις. Οπως υπάρχουν πολλές «αρχαιότητες», σύμφωνα με το σχήμα που κυριαρχεί πλέον στη μελέτη του ιστορικού χρόνου, έτσι υπάρχουν και πολλές «παροντικότητες».
Δεν αγαπάμε όλοι μας για τους ίδιους λόγους και με την ίδια θέρμη τους αρχαίους, και δεν αγαπάμε όλοι μας τους ίδιους αρχαίους. Η αγάπη αυτή δεν είναι αθώα. Δουλεύει πάντα σαν μεταφραστής, σκηνοθέτης και υπεύθυνος ήχου και φωτισμού, ταυτόχρονα. Διαλέγει την οπτική της και αποφασίζει σε τι θα δώσει ισχυρή φωνή και τι θα υποφωτίσει, από αναπόφευκτη μεροληψία ή από ανίατη ιδεοληψία. «Η αγάπη ου περπερεύεται», επιμένει ο Απόστολος Παύλος στον θαυμάσιο «Υμνο των Υμνων» της Καινής Διαθήκης. Φαίνεται όμως ότι τουλάχιστον η αγάπη για τους αρχαίους (η προσχηματική επίκλησή της καλύτερα) περπερεύεται και παραπερπερεύεται: καυχιέται και ξιπάζεται («για δείτε με πόσο τους αγαπάω εγώ και πόσο τους μοιάζω»), διαλαλεί το μέγεθός της και απαιτεί επιβράβευση – διά ψήφων, όταν πολιτεύεται, ή διά χρημάτων, όταν ανοίγει κάτι σαν νέου τύπου κρυφά σχολειά ελληνεκπαιδεύσεως.
Ενα τέτοιο σχολείο, το πιο φημισμένο, μια και διευθύνεται από ολόκληρο αντιπρόεδρο κυβέρνησης, τυγχάνει δε και πολυβραβευμένο από ολόκληρη (πρώην) υπουργό Παιδείας, την κ. Αννα Διαμαντοπούλου, για να καλύψει φαίνεται το κενό που προκάλεσε ο ιός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου, οργάνωσε «θεατρικό δρώμενο» αρχαιοπατριωτικού περιεχομένου σε κάποιο αλσύλλιο και απόλαυσε έκτακτη δημοσιότητα από το δελτίο ειδήσεων του Star, πάντα ευαίσθητο σε θέματα πολιτισμού. Τι είδαμε εκεί; Καμιά εικοσαριά μαθητές της «Ελληνικής Αγωγής», με κοντάρια, κράνη, ασπίδες και σπαθιά, συν το τζιν και τις ελβιέλες τους, μοιρασμένοι σε Ελληνες και Πέρσες, αναπαρέστησαν τη μάχη των Θερμοπυλών. Διότι «η σχολή διδάσκει ιστορία με βιωματικό τρόπο», όπως εξήγησε η υπεύθυνη του προγράμματος κ. Ευγενία Μανωλίδου.
Λίγο πριν από το «Μολών λαβέ» λοιπόν (το οποίο, όταν το απευθύνουμε σε πολλούς πολεμίους, έχει τη μορφή «μολώντες λάβετε», όπως μας δίδαξε πρόσφατα διά του Twitter ο βουλευτής Κωνσταντίνος Μπογδάνος, προφανώς επειδή το λανθασμένο ωμέγα, «μολΩντες», φαίνεται αρχαιοπρεπέστερο από το ταπεινό πλην σωστό όμικρον), ο μαθητής που παίζει τον Ξέρξη λέει στους υποτελείς του, στα αρχαία βέβαια: «Ει τους Ελληνας καταστρεψόμεθα, γην την ΠερσίδαΝ αποδέξομεν τω Διός αιθέρι ομουρέουσαν». Πρόκειται για απόσπασμα από την «Ιστορία» του Ηροδότου, ελαφρώς προσαρμοσμένο: «Αν νικήσουμε τους Έλληνες, θα κάνουμε την Περσία να συνορεύει με τον ουρανό του Δία».
Ο Ηρόδοτος όμως δεν θα ’γραφε ποτέ «την ΠερσίδαΝ», γιατί οι άλλοι Ελληνες, κάτι τύποι σαν τον αδυσώπητο Αριστοφάνη, θα τον χλεύαζαν σαν Πέρση που μόλις κακόμαθε τα ελληνικά: «Μα καλά, ούτε ότι δεν παίρνουν νι στην αιτιατική τα τριτόκλιτα δεν ξέρει, η Περσίς, της Περσίδος, την Περσίδα;» Ο μαθητής μιας σχολής που του διδάσκει σίγουρα ότι οι βάρβαροι μαλλιαροί τρώνε το νι και ότι η εκφορά του νι οξυγονώνει το μυαλό και αναπτύσσει γρήγορα το νινί, υπερδιόρθωσε ενστικτωδώς τον Ηρόδοτο με την μπογδάνειο βεβαιότητα ότι το (λαθεμένο) «την ΠερσίδαΝ» ηχεί αρχαιοπρεπέστερο από το σωστό πλην «κολοβό» «την Περσίδα». Και τόσοι σοφοί δάσκαλοι στη σχολή; Ουδείς άκουσε το καμπανιστό λάθος; Ουδείς κατάλαβε το πολύ σοβαρότερο λάθος, ότι το παιδί εκφέρει άστοχα συνταγμένη την πρόταση, αφού δεν κατανοεί ότι το άρθρο της δοτικής ενικού «τω» συνδέεται με το «αιθέρι» και όχι με τη γενική «Διός», οπότε όλη αυτή η εμπορικώς αποδοτική υπόσχεση περί «βιωματικής σχέσης με την ιστορία» γίνεται ατμός και συναντάει ψηλά στον γαλανό ουρανό μας τη δέσμευση για «μπουλντόζες στο Ελληνικό την πρώτη εβδομάδα»; Μα τι θα βραβεύσει του χρόνου η κ. Διαμαντοπούλου;
Φυσικά και δεν χάθηκε ο κόσμος με «την Περσίδαν» ή με μια νοηματοφάγο
ασυνταξία. Τουλάχιστον ο κόσμος των αρχαίων, ικανός να υποφέρει κάθε
είδους στρέβλωση, παραχάραξη, καπηλεία. Ο κόσμος των νέων όμως, που
αρχαιολογεί ρηχότατα και κερδοθηρικά, χάνει τα μισά άρθρα του «πιστεύω»
του: πως υπάρχει μέσα μας ένας αρχαιογνώστης αυτόματος μεταφραστής, πως
τα αρχαία ελληνικά είναι ολοζώντανη γλώσσα (κι ας μην τη χρησιμοποιεί
κανείς στις συναναστροφές του), πως η «βιωματική εκμάθηση της ιστορίας»
μάς αποκαλύπτει την αλήθεια κ.λπ. Με κάθε κακόγουστη παράσταση
αρχαιογνωσίας και αναπαράσταση της ιστορίας, χάνει ό,τι θα μπορούσε να
διεκδικήσει σε επενδυτικώς μεταφράσιμη αξιοπιστία.
Μοιραία, λόγω της
ανιστόρητης ιδεοληψίας που τις σκηνοθετεί και τις χορογραφεί, οι
αναπαραστάσεις αυτές, ιδιαίτερα της ταλαιπωρημένης μάχης των Θερμοπυλών,
καταντούν του κιτς η μάνα. Το ξέρουμε από τη χούντα και τις
ελληνοχριστιανικές «γιορτές» της στο Καλλιμάρμαρο. Το μάθαμε και από τις
ετήσιες πανηγυρτζίδικες συνάξεις της Χρυσής Αυγής στις Θερμοπύλες, με
τους «νέους Λεωνίδες», ντυμένους κομάντο, να χαιρετούν ναζιστικά και να
ανάβουν πυρσούς ξεπατικωμένους από τα χιτλερικά σόου. Να προσβάλλουν
δηλαδή βαρύτατα τον τυραννομάχο Λεωνίδα και τους συντρόφους του,
Σπαρτιάτες και Θεσπιείς. Ποιους Θεσπιείς. Αυτούς δεν τους αναφέρουν καν
οι πιστοί ενός
_______________________________
* Η μετάφραση του "πειραγμένου" τίτλου μας «Εάν νικήσουμε την Βλακεία , θα κάνουμε την ελληνική γη να συνορεύει με τη Λογική».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου