«Ανατέμνοντας» τον φασισμό: μια κλασική μονογραφία για ένα επικίνδυνο πολιτικό φαινόμενο
Γράφει ο Μύρων Ζαχαράκης*
fractalart.gr
Robert O. Paxton**, “Η Ανατομία του Φασισμού”, μτφρ. Κατερίνα Χαλμούκου, Κέδρος, Αθήνα 2006, σελ. 432
Τι είναι τελικά ο φασισμός; Ήδη από τη δεκαετία του 1940, ο Orwell έγραφε ότι ο εν λόγω όρος έχει διασταλεί σε απίστευτα μεγάλο βαθμό, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιείται αδιακρίτως ως ρετσινιά για οποιαδήποτε πολιτική παράταξη (π.χ. συντηρητικοί, σοσιαλιστές, κομουνιστές) οποιονδήποτε εκδηλώνει συμπεριφορά τραμπούκου. Ο ιστορικός και πολιτειολόγος Robert Owen Paxton (1932-..), ομότιμος καθηγητής του πανεπιστημίου Columbia, με ειδίκευση στη Γαλλία του Βισύ, προκάλεσε «επανάσταση» στις ιστορικές σπουδές. Η μελέτη του για τον φασισμό, συγκεκριμένα, αποτυπώθηκε στο άρθρο του με τίτλο “The Five Stages of Fascism” (1998), από το οποίο προέκυψε τελικά η Ανατομία του φασισμού (The Anatomy of Fascism, 2004).
Αυτή η πραγματεία του, που γρήγορα αναγνωρίσθηκε ως κλασική, διαρθρώνεται σε οκτώ κεφάλαια. Αρχικά, όπως και στο άρθρο, ο Paxton αναγνωρίζει ότι προκειμένου να κυριαρχήσει ως πολιτική δύναμη, ο φασισμός διέρχεται τα εξής πέντε στάδια: 1) δημιουργία κινήματος, 2) εδραίωση στο πολιτικό σύστημα, 3) κατάκτηση της εξουσίας, 4) άσκηση εξουσίας και 5), μια μακρά περίοδο όπου οδηγείται είτε σε ριζοσπαστικές αλλαγές είτε σε εντροπία. Από τα οκτώ κεφάλαια του βιβλίου λοιπόν, το πρώτο είναι εισαγωγή, τα κεφάλαια 2-6 είναι αφιερωμένα σε καθένα από τα πέντε βήματα, ενώ το έβδομο και το όγδοο εξετάζουν τη διεθνή παρουσία του φασισμού μετά το 1945 και επιχειρούν μια συνολική ερμηνεία του ως πολιτικού φαινομένου, αντίστοιχα.
Ο φασισμός προέκυψε στο Μιλάνο την Κυριακή 23 Μαρτίου του 1919, όταν εκατό περίπου συνδικαλιστές, βετεράνοι πολέμου και φουτουριστές διανοούμενοι συγκεντρώθηκαν στην αίθουσα συνεδριάσεων της Βιομηχανικής και Εμπορικής Συμμαχίας του Μιλάνου, κηρύττοντας τον πόλεμο στον σοσιαλισμό επειδή ο τελευταίος είχε εναντιωθεί στον εθνικισμό. Απόστρατοι βετεράνοι, φιλοπόλεμοι συνδικαλιστές και φουτουριστές διανοούμενοι, αυτές ήταν οι τρεις ομάδες που αποτελούσαν τον πρώτο εκείνο πυρήνα.
Όσο για τον όρο «φασισμός», αυτός προέρχεται από το “fascio littorio”, το αρχαίο ρωμαϊκό έμβλημα εξουσίας με τις δεμένες ράβδους και τον πέλεκυ, που κατείχαν οι ανώτατοι κρατικοί αξιωματούχοι (δικτάτωρ, βασιλιάς, δύο ύπατοι, στρατηγοί και αντιπραίτορες). Το όνομα, καθώς και το σύμβολο, που ως το 1914 χρησιμοποιούνταν κυρίως από την Αριστερά, χρησιμοποίησε ο Benito Mussolini, ο οποίος κατέλαβε πραξικοπηματικά την εξουσία με την Πορεία προς τη Ρώμη, στις 29 Οκτωβρίου του 1922.
Όσο για τον χαρακτηρισμό «ολοκληρωτικός» (“totalitario”) επινόησε σε άρθρο του, το 1923, ο Giobanni Amendola, ηγέτης της ιταλικής αντιπολίτευσης που ξυλοκοπήθηκε θανάσιμα από φασίστες το 1926, καταγγέλλοντας τις προσπάθειες που έκαναν οι φασίστες, τότε, για να μονοπωλήσουν τα δημόσια αξιώματα. Ο Mussolini ενστερνίστηκε τον συγκεκριμένο όρο και τον χρησιμοποίησε υπέρ του, με τη βοήθεια του, διανοούμενου και πολιτικού προπαγανδιστή της φασιστικής ιδεολογίας, Giovanni Gentile. Τον όρο «εθνικοσοσιαλισμός» οφείλουμε στον Auguste-Maurice Barrès, ο οοποίος τον επινόησε για να χαρακτηρίσει έτσι τον Μαρκήσιος de Morès, το 1896. Ενώ ο Mussolini άσκησε περισσότερη βία μέχρι να κατακτήσει την εξουσία παρά αργότερα, η βία του Hitler κλιμακώθηκε σε πρωτοφανή βαθμό αφότου είχε κατορθώσει να εδραιωθεί.
Παρά το ότι τα φασιστικά κινήματα προσέλκυαν ορισμένους εργάτες, το ποσοστό αυτών ήταν πολύ μικρότερο σε σχέση με άλλες μερίδες του πληθυσμού.
Τέλος, ο μουσολινικός τίτλος “Duce”, καθώς και οι χρωματιστοί χιτώνες, έχουν επίσης τις ρίζες τους στην Αριστερά και πιθανότατα στους Χίλιους του Garibaldi. Ας πάμε όμως λίγο πιο πίσω. Σύμφωνα με τον Paxton, η φασιστική ιδεολογία, η μόνη πολιτική ιδεολογία που γέννησε ο εικοστός αιώνας (όλες οι άλλες είχαν ήδη ανθίσει και ωριμάσει για τα καλά από τα τέλη του 18ου ως τα μέσα του 19ου αιώνα), υπήρξε κάτι που σχεδόν κανείς δεν είχε προβλέψει.
Στα 1890, που επεκτεινόταν στις ευρωπαϊκές χώρες το δικαίωμα της καθολικής ψηφοφορίας, ο Engels και οι περισσότεροι Αριστεροί ριζοσπάστες θεωρούσαν δεδομένη τη στήριξη της δικής τους πολιτικής γραμμής εκ μέρους του λαού. Οι μόνοι που μπόρεσαν από νωρίς να υποπτευθούν ότι η καθολική ψηφοφορία ενδέχεται να ευνοήσει «οπισθοδρομικά» και αντισοσιαλιστικά κινήματα, σύμφωνα με τον ίδιο, ήταν ο Tocqueville και ο Sorel, ο πρώτος (κρίνοντας με βάση τις ΗΠΑ, όπου πήγε στα 1831) φοβούμενος μια πιθανή μαζοποίηση που θα δρούσε αφάνταστα καταπιεστικά, ο δεύτερος πιστεύοντας ότι μια επανάσταση υπό συνθήκες «ξεπεσμού» θα μπορούσε να ευνοήσει πολιτικά δυνάμεις που επιδίδονται σε αναπόληση και εξιδανίκευση του παρελθόντος.
Η Μεταπολεμική Ευρώπη είδε τη σύγκρουση των τριών μεγάλων ιδεολογιών: ο φιλελευθερισμός αποσκοπούσε στην εθνική αυτονομία και αυτοδιάθεση των λαών, ο συντηρητισμός επεδίωκε την εθνική, στρατιωτική κυριαρχία, ενώ ο κομουνισμός ήθελε να εγκαταστήσει μια παγκόσμια κομουνιστική κοινωνία, πέρα από τα όρια των εθνικών κρατών. Η ερμηνεία της δημοκρατικής κρίσης (ανεργία, αποτυχία φιλελεύθερων) ως αδιεξόδου και κατά συνέπεια ιστορικού τέλους του φιλελευθερισμού, γέννησε την προοπτική μιας ενδεχόμενης κομουνιστικής επανάστασης η οποία φόβιζε ιδιαίτερα τη μεσαία τάξη, τόσο στη Γερμανία όσο και στην Ιταλία, με αποτέλεσμα την προσφορά της υποστήριξή της στα φασιστικά κινήματα.
Συγκεκριμένα, όταν εμφανίστηκαν στην Ευρώπη τα φασιστικά κινήματα, κατά τη δεκαετία του ‘20, αρχικά συνδέθηκαν από πολλούς με τις ιδιαίτερες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες χωρών όπως η Ιταλία και η Γερμανία, που είχαν μακρά ιστορία αυταρχισμού και που οι παλιές δομές τους δεν είχαν αφομοιώσει αποτελεσματικά το φιλελεύθερο μοντέλο. Παράλληλα, η Comintern διατύπωσε την άποψη ότι είναι η «τρομοκρατική» δράση του «μεγάλου κεφαλαίου», καθώς και ένα αναγκαίο επακόλουθο της καπιταλιστικής υπερπαραγωγής. Αυτή η άποψη όμως είναι στην καλύτερη περίπτωση μια υπεραπλούστευση της πραγματικότητας.
Οι φασίστες ηγέτες Hitler και Mussolini, σύμφωνα με τον Paxton, προσέβλεπαν μεν στην ισχυρή υποστήριξη της μεσαίας τάξης, ακριβώς διότι εθεωρούντο από εκείνη ως πρόσκομμα απέναντι σε ένα πιθανό πραξικόπημα εκ μέρους των κομουνιστών. Επιπλέον, ένα μεγάλο μέρος του βιομηχανικού κόσμου διατηρούσε μια αγαστή συνεργασία με το καθεστώς του Hitler ή του Mussolini, το οποίο θεωρούσε ως την καλύτερη λύση για την οικονομία. Πρέπει επίσης να παρατηρηθεί ότι οι πραγματικοί καπιταλιστές, ακόμη και όσοι ήταν αντιδημοκράτες, προτιμούσαν τη συνεργασία με μια απλώς αυταρχική πολιτική δύναμη παρά με τους ίδιους τους φασίστες.
Από την άλλη μεριά, όμως, είναι άστοχος ο ισχυρισμός ότι τάχα ο φασισμός αποτελεί μορφή σοσιαλισμού. Στην πραγματικότητα, πέρα από κάποια στοιχειώδη οικονομικά μέτρα (π.χ. εξασφάλιση συνθηκών πλήρους απασχόλησης και παραγωγικότητας), οι φασίστες δεν είχαν καμία πρόθεση να «ανατρέψουν» το καπιταλιστικό σύστημα, και ο λόγος που το επέκριναν (ενίοτε και δριμύτατα) ήταν ο «υλισμός» του, όχι οι αδικίες του ενάντια στην εργατική τάξη. Μάλιστα, τα φασιστικά καθεστώτα που έγιναν εξουσία δήμευσαν μονάχα την περιουσία των «εχθρών» τους (π.χ. εβραϊκοί πληθυσμοί) και των πολιτικών τους αντιπάλων.
«Ένα άλλο θεωρούμενο ως βασικό χαρακτηριστικό του φασισμού είναι το αντικαπιταλιστικό, αντι-αστικό πνεύμα του. Τα πρώιμα φασιστικά κινήματα επεδείκνυαν την περιφρόνησή τους απέναντι στις αξίες της αστικής τάξης και σε όσους το μόνο που ήθελαν ήταν να κερδίζουν “χρήματα, χρήματα, βρώμικα χρήματα”. Επετίθεντο στον “διεθνή οικονομικό καπιταλισμό” σχεδόν όπως και στους σοσιαλιστές […] Κάθε φορά όμως που τα φασιστικά κινήματα αποκτούσαν την εξουσία δεν έκαναν τίποτα για να υλοποιήσουν αυτές τις αντικαπιταλιστικές απειλές. Αντίθετα, πραγματοποιούσαν με ακραία βία και σχολαστικότητα τις απειλές τους κατά του σοσιαλισμού».
Και ακόμη:
«Στην πράξη αποδείχθηκε ότι ο αντικαπιταλισμός των φασιστών ήταν εξαιρετικά επιλεκτικός. Ακόμα και στις πιο ριζοσπαστικές τους θέσεις, ο σοσιαλισμός που ήθελαν οι φασίστες ήταν “εθνικός”: ένας σοσιαλισμός που αρνούνταν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας μόνο των ξένων ή των εχθρών (συμπεριλαμβανομένων και των εσωτερικών εχθρών). Ήταν με το μέρος των εθνικών παραγωγών. Πάνω απ’ όλα, ο φασισμός αποδείχθηκε ότι βρήκε το χώρο του, όταν φάνηκε πως ήταν ένα αποτελεσματικό αντίδοτο στη σοσιαλιστική επανάσταση».
Επιπρόσθετα, ο φασισμός, μας λέει και πάλι ο Paxton, δεν μπορεί να θεωρηθεί απλώς «μια πιο ισχυρή μορφή συντηρητισμού». Οι φασίστες διατείνονταν ότι υπερέβαιναν το παλαιό δίπολο Αριστερά-Δεξιά. Όσο για τον ρόλο των εκκλησιών, αυτός δεν μπορεί να θεωρηθεί μονοσήμαντος. Είναι προς τιμήν της παράδοσης της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, μας λέει ο Paxton, ότι αυτή ουδέποτε στήριξε τον βιολογικό αντισημιτισμό, ωστόσο πρέπει επίσης να μη λησμονείται ότι δεν έκανε και τίποτα για να προφυλάξει τους εβραϊκούς πληθυσμούς από άλλες, μη φυλετικές, μορφές αντισημιτισμού, όπως για παράδειγμα τις εκκλησιαστικές εκδόσεις που αναπαρήγαγαν τον μύθο περί τελετουργικών φόνων ή περιορισμούς στην οικονομική δραστηριότητα των Εβραίων και στον αριθμό εισακτέων στα πανεπιστήμια.[.............................]
«Ανατέμνοντας» τον φασισμό: μια κλασική μονογραφία για ένα για ένα επικίνδυνο πολιτικό φαινόμενο
*Μύρων Ζαχαράκης - ΠΡΟΣΩΠΟ – Βιβλιοnet
**Robert Paxton (1932)- Wikipedia
********************
Ο φασισμός και τα κινητοποιητικά πάθη του
Μάθετε τι είναι ο φασισμός, πώς σκέφτονται οι φασίστες και ποια επιχειρήματα παρακινούν τους φασίστες να δράσουν.
Βίντο βασισμένο στα έργα του Robert Paxton, συμπεριλαμβανομένων των "The Anatomy of Fascism" και "The Five Stages of Fascism".
Μόλις γνωρίσετε τα κινητοποιητικά πάθη, η επικράτηση της φασιστικής ρητορικής και συμπεριφοράς στην Αμερική και σε όλο τον κόσμο γίνεται πολύ πιο αισθητή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου