Βομβαρδίζοντας την Πομπηία
Το 79 μ.Χ., ο ηλικίας 17 ετών Gaius Plinius Caecilius Secundus, γνωστός ως Πλίνιος ο Νεότερος, κοίταξε προς τον κόλπο της Νάπολης από τη θερινή κατοικία του στο Misenum και είδε τον Βεζούβιο να εκρήγνυται.
«Έπεσε σκοτάδι, όχι το σκοτάδι μιας ασέληνης ή συννεφιασμένης νύχτας», έγραψε ο αυτόπτης μάρτυρας Πλίνιος στις επιστολές προς τον φίλο του ιστορικό Τάκιτο -στο μοναδικό σωζόμενο κείμενο για την καταστροφή της Πομπηίας- «αλλά σαν να έσβησε η λάμπα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο».
Χωρίς να το γνωρίζουν, τόσο ο Πλίνιος όσο και ο διάσημος θείος του, Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, ναύαρχος του ρωμαϊκού ναυτικού και σεβαστός φυσιοδίφης, εκείνη την ημέρα θα χάνονταν χιλιάδες ζωές όχι μόνο από τη λάβα, αλλά κυρίως από τα σύννεφα ελαφρόπετρας και στάχτης που έπνιξαν τα πάντα. Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος οργάνωσε μία επιχείρηση εκκένωσης και διάσωσης των ανθρώπων που ζούσαν κοντά στο ηφαίστειο στέλνοντας πλοία, όμως το πρωί βρέθηκε νεκρός -πιθανότατα από ασφυξία που προκλήθηκε από τα δηλητηριώδη αέρια που εισέπνευσε-, μαζί με περισσότερους από δύο χιλιάδες κατοίκους της Πομπηίας και του Herculaneum.
Όμως η ιστορία «της πόλης που πάγωσε στον χρόνο» συνεχίστηκε. Όταν η θαμμένη κάτω από την ηφαιστειακή τέφρα Πομπηία αποκαλύφθηκε άνοιξε ένας κανούργιος κύκλος.
«Από την εκ νέου ανακάλυψή της στα μέσα του 18ου αιώνα», γράφει το National Geographic, «η Πομπηία έχει γίνει το σκηνικό μια ατελείωτης σειράς κυνηγών θησαυρών και αρχαιολόγων», για να μην αναφέρουμε τους ταξιδιώτες, με πρώτους τους αριστοκράτες της εποχής που έκαναν το Grand Tour της Ευρώπης.
Το 1787, ο Γκαίτε ανέβηκε στον Βεζούβιο και κοίταξε στον κρατήρα. «Έγραψε με απογοήτευση ότι η πιο φρέσκια λάβα ήταν ήδη πέντε ημερών και ότι το ηφαίστειο ούτε φωτιά είχε, ούτε τον έριξε κάτω εκτοξεύοντας πέτρες», όπως σημειώνει η Amelia Soth σε άρθρο με τίτλο «Η μανία της Πομπηίας», που αναφέρεται στην περίοδο του Ρομαντισμού, μανία που έφτασε στο αποκορύφωμα με το έργο του συγγραφέα, ποιητή και πολιτικού Έντουαρντ Μπούλβερ-Λίτον «Οι τελευταίες μέρες της Πομπηίας» (1834), «το πιο δημοφιλές μυθιστόρημα της εποχής».
Ωστόσο η Πομπηία δοκιμάστηκε σκληρά ακόμη μία φορά, όταν το 1943 βομβαρδίστηκε από τους Συμμάχους, με αποτέλεσμα την καταστροφή «μερικών από τα πιο διάσημα μνημεία της, όπως και του μουσείου της».
Όπως γράφει ο Βρετανός ιστορικός και αρχαιολόγος Νάιτζελ Πόλαρντ στο βιβλίο του «Bombing Pompeii: World Heritage and Military Necessity» (University of Michigan Press, 2020), περισσότερες από 160 βόμβες των Συμμάχων έπληξαν την Πομπηία τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς.
Λίγοι από τους τουρίστες που συρρέουν στο Αρχαιολογικό Πάρκο της Πομπηίας γνωρίζουν πόσα από όλα όσα βλέπουν έχουν αποκατασταθεί από τότε, ενώ μόλις τα τελευταία χρόνια «η βιβλιογραφία και η επιστημονική κοινότητα έδωσαν τη δέουσα προσοχή στα δραματικά αυτά γεγονότα, που αποτελούν θεμελιώδη καμπή στη σύγχρονη ιστορία του τόπου», όπως υπογραμμίζει η αρχαιολόγος Σίλβια Μπερτεζάγκο.
Ο Αμεντέο Μαϊούρι, επικεφαλής αρχαιολόγος στην Πομπηία από το 1924 και διευθυντής έως το 1961 (γνώριμος στην Ελλάδα από ανασκαφές στη Ρόδο), είχε προειδοποιήσει για την επερχόμενη καταστροφή, όταν άρχισαν να κυκλοφορούν πληροφορίες ότι οι πλαγιές του Βεζούβιου έχουν γίνει καταφύγιο των Γερμανών.
Ο Μαϊούρι προσπάθησε να προστατεύσει τα κινητά αντικείμενα και τα κτίρια πριν αρχίσουν οι επιδρομές, αλλά όπως έγραψε «ποιος θα μπορούσε να σώσει τα μνημεία, τις οικίες και τις τοιχογραφίες από τη μανία των βομβαρδισμών;».
« Ο πρώτος βομβαρδισμός έγινε το βράδυ της 24ης Αυγούστου 1943…. Από τις 30 Αυγούστου έως τα τέλη Σεπτεμβρίου, ακολούθησαν αρκετές ακόμη επιδρομές, μέρα και νύχτα…. Κανένα σημείο των ανασκαφών δεν γλίτωσε εντελώς». Από τις 13 έως τις 26 Σεπτεμβρίου, η Πομπηία δέχτηκε το δεύτερο και πιο σοβαρό πλήγμα.
Τραυματισμένος από βόμβα στο αριστερό του πόδι, ο Μαϊούρι συνέταξε μία λίστα με 1378 κατεστραμμένα κινητά ευρήματα και περισσότερα από 100 κατεστραμμένα κτίρια.
Τα κτιριακά λείψανα της Πομπηίας αναστηλώθηκαν και αναστήθηκαν για δεύτερη φορά -μία καταστροφή για την οποία στην προκειμένη περίπτωση ευθυνόταν αποκλειστικά ο ανθρώπινος παράγοντας. Όμως η αρχαία ρωμαϊκή νεκρόπολη «θα έπαιρνε την εκδίκησή της», όταν έναν χρόνο μετά, τον Μάρτιο του 1944, μία έκρηξη του Βεζούβιου θα κατέστρεφε σχεδόν και τα 80 βομβαρδιστικά B-25 των Συμμάχων, όπως και το αεροδρόμιο τους στους πρόποδες του βουνού.
Το καλοκαίρι του 2019, ιταλικά μέσα ενημέρωσης μετέδιδαν ότι τουλάχιστον δέκα βόμβες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου που είχαν ρίξει οι Συμμαχικές Δυνάμεις στις εννέα εκείνες αεροπορικές επιδρομές παραμένουν ακόμη στον αρχαιολογικό χώρο. «Εντοπίστηκαν και απενεργοποιήθηκαν ενενήντα έξι βόμβες», ανέφερε η ιταλική εφημερίδα Il Fatto Quotidiano. «Οι άλλες κατέληξαν σε μια περιοχή που δεν έχει ακόμη ανασκαφεί. Πολλές από αυτές εξουδετερώθηκαν ή είχαν ήδη εκραγεί. Αλλά τουλάχιστον δέκα είναι ακόμα εκεί». Το Αρχαιολογικό Πάρκο της Πομπηίας εξέδωσε τότε ανακοίνωση, καθησυχάζοντας τους επισκέπτες ότι δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος.
Τώρα, ένα νέο ντοκιμαντέρ του National Geographic με τίτλο «Bombing Pompeii» (Βομβαρδίζοντας την Πομπηία) που κάνει πρεμιέρα στις 22 Αυγούστου (21:50) επιχειρεί να λύσει το μυστήριο του γιατί η Πομπηία στοχοποιήθηκε από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία στη διάρκεια του Β′ Παγκοσμίου Πολέμου, ρίχνοντας φως σε ένα εν πολλοίς άγνωστο κεφάλαιο της πιο διάσημης χρονοκάψουλας στην ιστορία.
*************************
ΦΩΤΙΖΟΝΤΑΣ ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΤΟ ΘΕΜΑ
Το 79 μ.Χ., ο ηλικίας 17 ετών Gaius Plinius Caecilius Secundus, γνωστός ως Πλίνιος ο Νεότερος, κοίταξε προς τον κόλπο της Νάπολης από τη θερινή κατοικία του στο Misenum και είδε τον Βεζούβιο να εκρήγνυται.
«Έπεσε σκοτάδι, όχι το σκοτάδι μιας ασέληνης ή συννεφιασμένης νύχτας», έγραψε ο αυτόπτης μάρτυρας Πλίνιος στις επιστολές προς τον φίλο του ιστορικό Τάκιτο -στο μοναδικό σωζόμενο κείμενο για την καταστροφή της Πομπηίας- «αλλά σαν να έσβησε η λάμπα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο».
Χωρίς να το γνωρίζουν, τόσο ο Πλίνιος όσο και ο διάσημος θείος του, Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, ναύαρχος του ρωμαϊκού ναυτικού και σεβαστός φυσιοδίφης, εκείνη την ημέρα θα χάνονταν χιλιάδες ζωές όχι μόνο από τη λάβα, αλλά κυρίως από τα σύννεφα ελαφρόπετρας και στάχτης που έπνιξαν τα πάντα. Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος οργάνωσε μία επιχείρηση εκκένωσης και διάσωσης των ανθρώπων που ζούσαν κοντά στο ηφαίστειο στέλνοντας πλοία, όμως το πρωί βρέθηκε νεκρός -πιθανότατα από ασφυξία που προκλήθηκε από τα δηλητηριώδη αέρια που εισέπνευσε-, μαζί με περισσότερους από δύο χιλιάδες κατοίκους της Πομπηίας και του Herculaneum.
Όμως η ιστορία «της πόλης που πάγωσε στον χρόνο» συνεχίστηκε. Όταν η θαμμένη κάτω από την ηφαιστειακή τέφρα Πομπηία αποκαλύφθηκε άνοιξε ένας κανούργιος κύκλος.
«Από την εκ νέου ανακάλυψή της στα μέσα του 18ου αιώνα», γράφει το National Geographic, «η Πομπηία έχει γίνει το σκηνικό μια ατελείωτης σειράς κυνηγών θησαυρών και αρχαιολόγων», για να μην αναφέρουμε τους ταξιδιώτες, με πρώτους τους αριστοκράτες της εποχής που έκαναν το Grand Tour της Ευρώπης.
Το 1787, ο Γκαίτε ανέβηκε στον Βεζούβιο και κοίταξε στον κρατήρα. «Έγραψε με απογοήτευση ότι η πιο φρέσκια λάβα ήταν ήδη πέντε ημερών και ότι το ηφαίστειο ούτε φωτιά είχε, ούτε τον έριξε κάτω εκτοξεύοντας πέτρες», όπως σημειώνει η Amelia Soth σε άρθρο με τίτλο «Η μανία της Πομπηίας», που αναφέρεται στην περίοδο του Ρομαντισμού, μανία που έφτασε στο αποκορύφωμα με το έργο του συγγραφέα, ποιητή και πολιτικού Έντουαρντ Μπούλβερ-Λίτον «Οι τελευταίες μέρες της Πομπηίας» (1834), «το πιο δημοφιλές μυθιστόρημα της εποχής».
Ωστόσο η Πομπηία δοκιμάστηκε σκληρά ακόμη μία φορά, όταν το 1943 βομβαρδίστηκε από τους Συμμάχους, με αποτέλεσμα την καταστροφή «μερικών από τα πιο διάσημα μνημεία της, όπως και του μουσείου της».
Όπως γράφει ο Βρετανός ιστορικός και αρχαιολόγος Νάιτζελ Πόλαρντ στο βιβλίο του «Bombing Pompeii: World Heritage and Military Necessity» (University of Michigan Press, 2020), περισσότερες από 160 βόμβες των Συμμάχων έπληξαν την Πομπηία τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς.
Λίγοι από τους τουρίστες που συρρέουν στο Αρχαιολογικό Πάρκο της Πομπηίας γνωρίζουν πόσα από όλα όσα βλέπουν έχουν αποκατασταθεί από τότε, ενώ μόλις τα τελευταία χρόνια «η βιβλιογραφία και η επιστημονική κοινότητα έδωσαν τη δέουσα προσοχή στα δραματικά αυτά γεγονότα, που αποτελούν θεμελιώδη καμπή στη σύγχρονη ιστορία του τόπου», όπως υπογραμμίζει η αρχαιολόγος Σίλβια Μπερτεζάγκο.
Ο Αμεντέο Μαϊούρι, επικεφαλής αρχαιολόγος στην Πομπηία από το 1924 και διευθυντής έως το 1961 (γνώριμος στην Ελλάδα από ανασκαφές στη Ρόδο), είχε προειδοποιήσει για την επερχόμενη καταστροφή, όταν άρχισαν να κυκλοφορούν πληροφορίες ότι οι πλαγιές του Βεζούβιου έχουν γίνει καταφύγιο των Γερμανών.
Ο Μαϊούρι προσπάθησε να προστατεύσει τα κινητά αντικείμενα και τα κτίρια πριν αρχίσουν οι επιδρομές, αλλά όπως έγραψε «ποιος θα μπορούσε να σώσει τα μνημεία, τις οικίες και τις τοιχογραφίες από τη μανία των βομβαρδισμών;».
« Ο πρώτος βομβαρδισμός έγινε το βράδυ της 24ης Αυγούστου 1943…. Από τις 30 Αυγούστου έως τα τέλη Σεπτεμβρίου, ακολούθησαν αρκετές ακόμη επιδρομές, μέρα και νύχτα…. Κανένα σημείο των ανασκαφών δεν γλίτωσε εντελώς». Από τις 13 έως τις 26 Σεπτεμβρίου, η Πομπηία δέχτηκε το δεύτερο και πιο σοβαρό πλήγμα.
Τραυματισμένος από βόμβα στο αριστερό του πόδι, ο Μαϊούρι συνέταξε μία λίστα με 1378 κατεστραμμένα κινητά ευρήματα και περισσότερα από 100 κατεστραμμένα κτίρια.
Τα κτιριακά λείψανα της Πομπηίας αναστηλώθηκαν και αναστήθηκαν για δεύτερη φορά -μία καταστροφή για την οποία στην προκειμένη περίπτωση ευθυνόταν αποκλειστικά ο ανθρώπινος παράγοντας. Όμως η αρχαία ρωμαϊκή νεκρόπολη «θα έπαιρνε την εκδίκησή της», όταν έναν χρόνο μετά, τον Μάρτιο του 1944, μία έκρηξη του Βεζούβιου θα κατέστρεφε σχεδόν και τα 80 βομβαρδιστικά B-25 των Συμμάχων, όπως και το αεροδρόμιο τους στους πρόποδες του βουνού.
Το καλοκαίρι του 2019, ιταλικά μέσα ενημέρωσης μετέδιδαν ότι τουλάχιστον δέκα βόμβες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου που είχαν ρίξει οι Συμμαχικές Δυνάμεις στις εννέα εκείνες αεροπορικές επιδρομές παραμένουν ακόμη στον αρχαιολογικό χώρο. «Εντοπίστηκαν και απενεργοποιήθηκαν ενενήντα έξι βόμβες», ανέφερε η ιταλική εφημερίδα Il Fatto Quotidiano. «Οι άλλες κατέληξαν σε μια περιοχή που δεν έχει ακόμη ανασκαφεί. Πολλές από αυτές εξουδετερώθηκαν ή είχαν ήδη εκραγεί. Αλλά τουλάχιστον δέκα είναι ακόμα εκεί». Το Αρχαιολογικό Πάρκο της Πομπηίας εξέδωσε τότε ανακοίνωση, καθησυχάζοντας τους επισκέπτες ότι δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος.
Τώρα, ένα νέο ντοκιμαντέρ του National Geographic με τίτλο «Bombing Pompeii» (Βομβαρδίζοντας την Πομπηία) που κάνει πρεμιέρα στις 22 Αυγούστου (21:50) επιχειρεί να λύσει το μυστήριο του γιατί η Πομπηία στοχοποιήθηκε από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία στη διάρκεια του Β′ Παγκοσμίου Πολέμου, ρίχνοντας φως σε ένα εν πολλοίς άγνωστο κεφάλαιο της πιο διάσημης χρονοκάψουλας στην ιστορία.
*************************
ΦΩΤΙΖΟΝΤΑΣ ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΤΟ ΘΕΜΑ
Το 79 μ.Χ., ο ηλικίας 17 ετών Gaius Plinius Caecilius Secundus, γνωστός ως Πλίνιος ο Νεότερος, κοίταξε προς τον κόλπο της Νάπολης από τη θερινή κατοικία του στο Misenum και είδε τον Βεζούβιο να εκρήγνυται.
«Έπεσε σκοτάδι, όχι το σκοτάδι μιας ασέληνης ή συννεφιασμένης νύχτας», έγραψε ο αυτόπτης μάρτυρας Πλίνιος στις επιστολές προς τον φίλο του ιστορικό Τάκιτο -στο μοναδικό σωζόμενο κείμενο για την καταστροφή της Πομπηίας- «αλλά σαν να έσβησε η λάμπα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο».
Χωρίς να το γνωρίζουν, τόσο ο Πλίνιος όσο και ο διάσημος θείος του, Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, ναύαρχος του ρωμαϊκού ναυτικού και σεβαστός φυσιοδίφης, εκείνη την ημέρα θα χάνονταν χιλιάδες ζωές όχι μόνο από τη λάβα, αλλά κυρίως από τα σύννεφα ελαφρόπετρας και στάχτης που έπνιξαν τα πάντα. Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος οργάνωσε μία επιχείρηση εκκένωσης και διάσωσης των ανθρώπων που ζούσαν κοντά στο ηφαίστειο στέλνοντας πλοία, όμως το πρωί βρέθηκε νεκρός -πιθανότατα από ασφυξία που προκλήθηκε από τα δηλητηριώδη αέρια που εισέπνευσε-, μαζί με περισσότερους από δύο χιλιάδες κατοίκους της Πομπηίας και του Herculaneum.
Όμως η ιστορία «της πόλης που πάγωσε στον χρόνο» συνεχίστηκε. Όταν η θαμμένη κάτω από την ηφαιστειακή τέφρα Πομπηία αποκαλύφθηκε άνοιξε ένας κανούργιος κύκλος.
«Από την εκ νέου ανακάλυψή της στα μέσα του 18ου αιώνα», γράφει το National Geographic, «η Πομπηία έχει γίνει το σκηνικό μια ατελείωτης σειράς κυνηγών θησαυρών και αρχαιολόγων», για να μην αναφέρουμε τους ταξιδιώτες, με πρώτους τους αριστοκράτες της εποχής που έκαναν το Grand Tour της Ευρώπης.
Το 1787, ο Γκαίτε ανέβηκε στον Βεζούβιο και κοίταξε στον κρατήρα. «Έγραψε με απογοήτευση ότι η πιο φρέσκια λάβα ήταν ήδη πέντε ημερών και ότι το ηφαίστειο ούτε φωτιά είχε, ούτε τον έριξε κάτω εκτοξεύοντας πέτρες», όπως σημειώνει η Amelia Soth σε άρθρο με τίτλο «Η μανία της Πομπηίας», που αναφέρεται στην περίοδο του Ρομαντισμού, μανία που έφτασε στο αποκορύφωμα με το έργο του συγγραφέα, ποιητή και πολιτικού Έντουαρντ Μπούλβερ-Λίτον «Οι τελευταίες μέρες της Πομπηίας» (1834), «το πιο δημοφιλές μυθιστόρημα της εποχής».
Ωστόσο η Πομπηία δοκιμάστηκε σκληρά ακόμη μία φορά, όταν το 1943 βομβαρδίστηκε από τους Συμμάχους, με αποτέλεσμα την καταστροφή «μερικών από τα πιο διάσημα μνημεία της, όπως και του μουσείου της».
Όπως γράφει ο Βρετανός ιστορικός και αρχαιολόγος Νάιτζελ Πόλαρντ στο βιβλίο του «Bombing Pompeii: World Heritage and Military Necessity» (University of Michigan Press, 2020), περισσότερες από 160 βόμβες των Συμμάχων έπληξαν την Πομπηία τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς.
Λίγοι από τους τουρίστες που συρρέουν στο Αρχαιολογικό Πάρκο της Πομπηίας γνωρίζουν πόσα από όλα όσα βλέπουν έχουν αποκατασταθεί από τότε, ενώ μόλις τα τελευταία χρόνια «η βιβλιογραφία και η επιστημονική κοινότητα έδωσαν τη δέουσα προσοχή στα δραματικά αυτά γεγονότα, που αποτελούν θεμελιώδη καμπή στη σύγχρονη ιστορία του τόπου», όπως υπογραμμίζει η αρχαιολόγος Σίλβια Μπερτεζάγκο.
Ο Αμεντέο Μαϊούρι, επικεφαλής αρχαιολόγος στην Πομπηία από το 1924 και διευθυντής έως το 1961 (γνώριμος στην Ελλάδα από ανασκαφές στη Ρόδο), είχε προειδοποιήσει για την επερχόμενη καταστροφή, όταν άρχισαν να κυκλοφορούν πληροφορίες ότι οι πλαγιές του Βεζούβιου έχουν γίνει καταφύγιο των Γερμανών.
Ο Μαϊούρι προσπάθησε να προστατεύσει τα κινητά αντικείμενα και τα κτίρια πριν αρχίσουν οι επιδρομές, αλλά όπως έγραψε «ποιος θα μπορούσε να σώσει τα μνημεία, τις οικίες και τις τοιχογραφίες από τη μανία των βομβαρδισμών;».
« Ο πρώτος βομβαρδισμός έγινε το βράδυ της 24ης Αυγούστου 1943…. Από τις 30 Αυγούστου έως τα τέλη Σεπτεμβρίου, ακολούθησαν αρκετές ακόμη επιδρομές, μέρα και νύχτα…. Κανένα σημείο των ανασκαφών δεν γλίτωσε εντελώς». Από τις 13 έως τις 26 Σεπτεμβρίου, η Πομπηία δέχτηκε το δεύτερο και πιο σοβαρό πλήγμα.
Τραυματισμένος από βόμβα στο αριστερό του πόδι, ο Μαϊούρι συνέταξε μία λίστα με 1378 κατεστραμμένα κινητά ευρήματα και περισσότερα από 100 κατεστραμμένα κτίρια.
Τα κτιριακά λείψανα της Πομπηίας αναστηλώθηκαν και αναστήθηκαν για δεύτερη φορά -μία καταστροφή για την οποία στην προκειμένη περίπτωση ευθυνόταν αποκλειστικά ο ανθρώπινος παράγοντας. Όμως η αρχαία ρωμαϊκή νεκρόπολη «θα έπαιρνε την εκδίκησή της», όταν έναν χρόνο μετά, τον Μάρτιο του 1944, μία έκρηξη του Βεζούβιου θα κατέστρεφε σχεδόν και τα 80 βομβαρδιστικά B-25 των Συμμάχων, όπως και το αεροδρόμιο τους στους πρόποδες του βουνού.
Το καλοκαίρι του 2019, ιταλικά μέσα ενημέρωσης μετέδιδαν ότι τουλάχιστον δέκα βόμβες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου που είχαν ρίξει οι Συμμαχικές Δυνάμεις στις εννέα εκείνες αεροπορικές επιδρομές παραμένουν ακόμη στον αρχαιολογικό χώρο. «Εντοπίστηκαν και απενεργοποιήθηκαν ενενήντα έξι βόμβες», ανέφερε η ιταλική εφημερίδα Il Fatto Quotidiano. «Οι άλλες κατέληξαν σε μια περιοχή που δεν έχει ακόμη ανασκαφεί. Πολλές από αυτές εξουδετερώθηκαν ή είχαν ήδη εκραγεί. Αλλά τουλάχιστον δέκα είναι ακόμα εκεί». Το Αρχαιολογικό Πάρκο της Πομπηίας εξέδωσε τότε ανακοίνωση, καθησυχάζοντας τους επισκέπτες ότι δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος.
Τώρα, ένα νέο ντοκιμαντέρ του National Geographic με τίτλο «Bombing Pompeii» (Βομβαρδίζοντας την Πομπηία) που κάνει πρεμιέρα στις 22 Αυγούστου (21:50) επιχειρεί να λύσει το μυστήριο του γιατί η Πομπηία στοχοποιήθηκε από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία στη διάρκεια του Β′ Παγκοσμίου Πολέμου, ρίχνοντας φως σε ένα εν πολλοίς άγνωστο κεφάλαιο της πιο διάσημης χρονοκάψουλας στην ιστορία.
*************************
ΦΩΤΙΖΟΝΤΑΣ ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΤΟ ΘΕΜΑ
Pompeii and World War II
************************
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου