Για τη γαλανόλευκη και τον Φίρερ
ΚΡΥΦΑ ΧΑΡΤΙΑ
Μαύρα κοράκια πάνω από το καμπαναριό του Προφήτη Ηλία στον Μελιγαλά, την αποτελεσματικότερη φωλιά πολυβόλου των ταγματασφαλιτών κατά την τριήμερη μάχη που προηγήθηκε των εκτελέσεων
Οι πεσόντες εθνικόφρονες του Μελιγαλά, μέσα από τα δικά τους λόγια
Πρόκειται για τη γνωστότερη -και συνάμα αποκαλυπτική- από τις ετήσιες αντικομμουνιστικές «γιορτές μίσους» που μέχρι το 1982 διοργανώνονταν από το επίσημο κράτος, για να περάσουν κατόπιν στην πρωτοβουλία και αρμοδιότητα της εγχώριας Ακροδεξιάς. Αν στον Γράμμο και το Βίτσι οι εθνικόφρονες γιορτάζουν απλώς τη στρατιωτική νίκη του κράτους τους πάνω στον εσωτερικό εχθρό, στον Μελιγαλά η επιμνημόσυνη τελετή αποτίει φόρο τιμής σε μια πολύ διαφορετική (και σαφώς λιγότερο παρουσιάσιμη) πτυχή της δεκαετίας του 1940: τη διακριτική ενσωμάτωση του ένοπλου δωσιλογισμού της Κατοχής στο μεταπολεμικό κράτος της μάχιμης εθνικοφροσύνης.
Υπενθυμίζουμε πως, από την άνοιξη μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1944, ο Μελιγαλάς υπήρξε βάση και ορμητήριο των ταγματασφαλιτών της Μεσσηνίας («ΙΙΙ Τάγμα Εθελοντών Χωροφυλακής Μελιγαλά - Καλαμών», σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις της μονάδας στον τοπικό Τύπο). Οπως και τα υπόλοιπα Τάγματα Ασφαλείας της Κατοχής, έτσι κι αυτό υπήρξε βοηθητικός σχηματισμός της Βέρμαχτ, υπαγόμενος στον Αρχηγό των Ες Ες στην Ελλάδα, με αποκλειστική αποστολή την καταπολέμηση της ΕΑΜικής αντίστασης. Την αιματηρή δε συντριβή του από τον ΕΛΑΣ, μετά την άρνησή του να καταθέσει τα όπλα την επαύριο της γερμανικής αποχώρησης, ακολούθησε ένα αιματηρό λουτρό αντεκδικήσεων για όσα είχαν προηγηθεί στο πλαίσιο της συνεργασίας του με τον κατακτητή.
«Είμεθα υπερήφανοι διότι ηκολουθήσαμεν τον Αρχηγόν Συν/ρχην κ. Παπαδόγκωνα Διονύσιον, πρωτοπόρον του σημερινού αγώνος κατά της μαφίας της Μόσχας, του Σλαβισμού και των Εβραίων» | Λοχαγός Αντώνιος Χριστοδούλου, ομιλία στον Μελιγαλά (30.6.1944)
Σύμφωνα με μια λεπτομερή ονομαστική καταγραφή, στη διάρκεια της Κατοχής η Μεσσηνία είχε θρηνήσει τουλάχιστον 924 εκτελεσμένους από Γερμανοϊταλούς και ταγματασφαλίτες, στους οποίους πρέπει να προστεθούν και 59 όμηροι που βρήκαν τον θάνατο σε γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης (Τάσος Αποστολόπουλος, «Μεσσηνιακή εκατόμβη», Καλαμάτα 2000). Μετά την αποχώρηση των Γερμανών, στον οχυρωμένο Μελιγαλά κατέφυγαν οι περισσότεροι ταγματασφαλίτες του νομού μαζί με τους πολιτικούς προϊσταμένους, τους στενούς συνεργάτες και –σε κάποιες περιπτώσεις– τις οικογένειές τους. Μπαίνοντας στην κωμόπολη ύστερα από τριήμερη πολύνεκρη μάχη, ο ΕΛΑΣ ισοφάρισε τον κατοχικό λογαριασμό, εκτελώντας μεταξύ 15 και 20 Σεπτεμβρίου εκατοντάδες άτομα – τα περισσότερα ύστερα από μια συνοπτική δικαστική διαδικασία, βασισμένη στα στοιχεία που είχαν συγκεντρώσει και κατέθεσαν οι οργανώσεις της Εθνικής Πολιτοφυλακής των γύρω χωριών.
Οι 35 μαρμάρινες πλάκες που στήθηκαν στον χώρο του τοπικού μνημείου επί χούντας περιέχουν συνολικά 777 ονόματα ανδρών μάχιμης ηλικίας και 10 γυναικών από 54 πόλεις και χωριά της Μεσσηνίας κι επτά άλλων νομών (οι 107 –ανάμεσά τους 7 γυναίκες– από τον ίδιο τον Μελιγαλά). Στον αριθμό αυτό περιλαμβάνονται όχι μόνο εκτελεσμένοι, αλλά και επώνυμα θύματα της σκληρής μάχης που προηγήθηκε (όπως ο ταγματάρχης Παναγιώτης Γρουσουζάκος ή ο ανθυπολοχαγός Παναγιώτης Μπένος)· εντοπίσαμε, επίσης, τουλάχιστον 8 ταγματασφαλίτες που είχαν σκοτωθεί δυο μήνες νωρίτερα στο Ρούτσι της Μεγαλόπολης, κατά την ανατίναξη μιας γερμανικής αμαξοστοιχίας από τον ΕΛΑΣ (22-23/7/1944).
Ο σχετικός κατάλογος του τοπικού «Συλλόγου Θυμάτων Πηγάδας» παραθέτει πάλι 1.144 ονόματα (κατά 98% άντρες μάχιμης ηλικίας), 108 από τους οποίους ήταν κάτοικοι του Μελιγαλά. Εκτός από εκτελεσμένους ή πεσόντες στη μάχη που προηγήθηκε, περιλαμβάνει ωστόσο ακόμη και ταγματασφαλίτες σκοτωμένους στο πλευρό της Βέρμαχτ στη διάρκεια της Κατοχής.
Παρεξηγημένοι φιλελεύθεροι;
Η κατοχική συστράτευση των περισσότερων απ’ αυτά τα θύματα στο πλευρό του κατακτητή αποσιωπήθηκε διακριτικά στα μεταπολεμικά χρόνια, ακόμη κατά τις επιμνημόσυνες τελετές που τελούνταν επίσημα κάθε χρόνο τη δεύτερη Κυριακή του Σεπτεμβρίου (βλ. αναλυτικά στο βιβλίο μου «Η αυτολογοκριμένη μνήμη», Αθήνα 2005, σ. 94-97). Η πολιτική της εθνικής συμφιλίωσης που υιοθετήθηκε απ’ όλο το κοινοβουλευτικό φάσμα τη δεκαετία του 1980 επέτεινε αυτή την αποσιώπηση· το «μεταναθεωρητικό» πάλι ρεύμα της δεκαετίας του 2000 προσπάθησε ν’ αποκαταστήσει πολιτικοϊδεολογικά τους ταγματασφαλίτες σαν φιλελεύθερους κατά βάθος μαχητές, που έδωσαν μια παρεξηγημένη, άνιση μάχη ενάντια στον ερυθρό ολοκληρωτισμό.
Τη χαρακτηριστικότερη ίσως εκδοχή αυτής της συγκάλυψης, στο μεταίχμιο των δύο εποχών, την οφείλουμε στον γνωστό Μεσσήνιο πολιτικό Γιάννη Μπούτο (1925-2004) – νεαρό ταγματασφαλίτη που επέζησε της σφαγής σύμφωνα με τον τοπικό «Σύλλογο Θυμάτων» (Ηλίας Θεοδωρόπουλος, «Η πηγάδα του Μελιγαλά», Αθήνα 2001, σ. 130), γιο του πολιτικού καθοδηγητή του Τάγματος που λιντσαρίστηκε από το πλήθος κατά τη μεταγωγή του στην Καλαμάτα (17/9/1944), βουλευτή μεταπολεμικά των Φιλελευθέρων (1950-1951 και 1956-1958), της ΕΡΕ (1961-1967), της Ν.Δ. (1974-1984) και του ΠΑΣΟΚ (1989-1993), ευρωβουλευτή (1984-1989), κάμποσες φορές υπουργό (1974-1980) και διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος (1993-1994). Ταγματασφαλίτες κι αντάρτες του ΕΛΑΣ, υποστήριξε το 2002 σε συνέντευξή του στην κεντροδεξιά «Ελευθερία» της Καλαμάτας, «κατά βάθος και οι δυο πολεμούσανε για τα ίδια πράγματα. Οι μεν ήθελαν να διατηρήσουνε το σπίτι τους και το χωράφι τους και οι άλλοι να τ’ αποκτήσουν με άλλους τρόπους από εκείνους που ήταν ιστορικά και θεσμικά δεδομένοι. Και οι δυο πολεμούσανε για την πατρίδα» (παρατίθεται στο βιβλίο του Νίκου Ζερβή, «Καλαμάτα. Κατοχή - Αντίσταση - Απελευθέρωση», τ. Στ’, Καλαμάτα 2007, σελ. 235). Διατύπωση που, παρά τη φαινομενική εθνοενωτική μετριοπάθειά της, εξισώνει ηθικά τον ναζισμό με την αντιφασιστική αντίσταση· για την ακρίβεια, τον τοποθετεί ένα σκαλάκι παραπάνω, σαν «αμυντικό» εγχείρημα ανάσχεσης μιας «εξωθεσμικής» επιβουλής.
Γιατί ο αγώνας των ταγματασφαλιτών «για την πατρίδα» είχε αυτή την ιδιαιτερότητα: η υπεράσπιση «του σπιτιού και του χωραφιού» τους περνούσε (όπως και των ίδιων των Γερμανών ναζί, άλλωστε) από την ενεργό –κι ενίοτε ενθουσιώδη– στράτευσή τους στις γραμμές της χιτλερικής Νέας Τάξης. Αψευδείς μάρτυρες, όχι μόνο τα αιματηρά έργα τους στο πλευρό της Βέρμαχτ αλλά και οι δημόσιες διακηρύξεις τους που δημοσιεύονταν τακτικά στην καλαματιανή εφημερίδα «Τα Νέα - Σημαία - Θάρρος», κοινή έκδοση των τοπικών φύλλων όσο το Τάγμα ήλεγχε την πόλη (από τις 14/2/1944 μέχρι το τέλος της Κατοχής).
Η ιδεολογία και η στοχοθεσία των ταγματασφαλιτών, που αποτυπώνονται εκεί, δεν διαφέρουν στο παραμικρό από τον πρωτότυπο ναζισμό: ένα χαρμάνι αντισημιτισμού, σλαβοφαγίας και διακηρυκτικής προάσπισης των «πατρογονικών» συντηρητικών αξιών, πλήρως ευθυγραμμισμένο με την κεντρική συνταγή που λανσάρισε Γκέμπελς το 1943 σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη· χαρμάνι, επιπλέον, διανθισμένο με μια γκροτέσκο λατρεία «του Αρχηγού» (γερμανιστί: Φίρερ) των Ταγμάτων της Πελοποννήσου, συνταγματάρχη Παπαδόγκωνα. Ας ακούσουμε, λοιπόν, αυτούς τους παρεξηγημένους φιλελεύθερους νοικοκυραίους από κοντά.
Ο Αρχηγός και η εβραϊκή μαφία
Το πρώτο ντοκουμέντο που αναπαράγουμε είναι η δημόσια ομιλία ενός λοχαγού του Τάγματος στους κατοίκους του Μελιγαλά (30/6/1944), όπως δημοσιεύτηκε πρωτοσέλιδα στο φύλλο της 3/7/1944. Το ρεπορτάζ φέρει ψευδώνυμη υπογραφή («ΜΙΚ-ΑΡΙΣ»), η οποία στάθηκε αδύνατο να ταυτοποιηθεί. Κεντρική θέση στην ομιλία κατέχει «ο Αρχηγός» (Παπαδόγκωνας), ως «πρωτοπόρος του σημερινού αγώνος κατά της μαφίας της Μόσχας, του Σλαβισμού και των Εβραίων» και της εξόρμησης «διά την οριστικήν εξόντωσιν των ληστών Ελληνοφώνων Σλάβων», ο δε εθνικόφρων πληθυσμός καλείται να συνδράμει με κάθε μέσο «τον τίμιον αγώνα του», στο πλευρό «των Αρχών Κατοχής». Η τελευταία ζητωκραυγή αφιερώνεται πάλι εμμέσως και παρεμπιπτόντως στον τοπικό διοικητή, ταγματάρχη Παναγιώτη Στούπα, που λίγες μέρες αργότερα θ’ αναχωρούσε από τον Μελιγαλά για να στήσει το γειτονικό Τάγμα Ασφαλείας των Γαργαλιάνων.
Το πλήρες κείμενο του δημοσιεύματος έχει ως εξής:
«ΑΝΤΙΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΩΜΟΠΟΛΙΝ ΜΕΛΙΓΑΛΑ
ΜΕΛΙΓΑΛΑ (Ταχυδρομικώς).
Κατά
την εορτήν Πέτρου και Παύλου, Αποστόλων, ωμίλησεν εν τη κωμοπόλει
Μελιγαλά, εκ του εξώστου του Διοικητηρίου, ο Λοχαγός Πεζικού κ.
Χριστοδούλου Αντώνιος. Από ενωρίς το πλήθος ήρχισε να συγκεντρώνεται εις
την προ του Διοικητηρίου πλατείαν. Περί ώραν 10 π.μ. εξήλθεν εις τον
εξώστην ο ομιλητής γενόμενος ενθουσιωδώς δεκτός. Χειροκροτήματα και
ουρανομήκεις ζητωκραυγαί υπέρ του Τάγματος Ασφαλείας, του Αρχηγού κ. Δ.
Παπαδόγκωνα και του Διοικητού κ. Στούπα εδόνουν τον αέρα επ’ αρκετήν
ώραν.
Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ κ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Κυρίαι και Κύριοι
Εις
εμέ έλαχεν ο κλήρος να εμφανισθώ ενώπιον του Λαού της Ανω Μεσσήνης, με
σκοπόν επικοινωνίας προς αυτόν, σήμερα ακριβώς που δυναμικότεροι ημείς
από τον Κομμουνισμόν συνεχίζομεν τον αγώνα της εκκαθαρίσεως τούτου, και
να τονίσω ότι τόσον εγώ όσον και οι Συνάδελφοί μου, Μόνιμοι και Εφεδροι,
ότι είμεθα υπερήφανοι διότι ηκολουθήσαμεν, άλλοι μεν από της πρώτης
στιγμής, άλλοι δε κατά την διάρκειαν του αγώνος, τον Αρχηγόν Συν/ρχην κ.
Παπαδόγκωνα Διονύσιον, πρωτοπόρον του σημερινού αγώνος κατά της μαφίας
της Μόσχας, του Σλαβισμού και των Εβραίων.
Αι καταβληθείσαι παρά του Αρχηγού και ημών προσπάθειαι τείνουσαι εξ ολοκλήρου εις την εξόντωσιν των ληστρικών συμμοριών του ΕΑΜ εστέφθησαν εξ αρχής υπό επιτυχίας, παρ’ ότι τα διατεθέντα μέσα ήσαν πενιχρά.
Σκοπούμεν και έχομεν ειλημμένην και κατηγορηματικήν απόφασιν να κτυπήσωμεν καιρίως τας εγκληματικάς οργανώσεις ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, όπισθεν των οποίων κρύπτεται το Κομμουνιστικόν Κόμμα, και να προφυλάξωμεν τον αθώον πληθυσμόν της ευάνδρου Μεσσηνίας από την μήνιν των εγκληματιών αυτών, σώζοντες ούτως αθώους πολίτας από τας δολοφονικάς των σφαίρας και εξησφαλίζοντες την νέαν μας γενεάν από το μίασμα του Κομμουνισμού και του Αθεϊσμού.
Ο Συνταγματάρχης κ. Παπαδόγκωνας, ούτινος είναι γνωστή η στρατιωτική ιστορία, προ των τελευταίων αιμοχαρών εγκλημάτων των δολοφόνων της Μόσχας ηναγκάσθη να μεταβή εις Αθήνας ίνα επικοινωνών με τας Αρχάς Κατοχής και την Ελληνικήν Κυβέρνησιν εξασφαλίσει τα μέσα διά την οριστικήν εξόντωσιν των ληστών Ελληνοφώνων Σλάβων.
Ευρισκόμενος εις Αθήνας τω εδόθη η ευκαιρία να επικοινωνήση με τους εις Αθήνας διαμένοντας Ελληνας, ομιλήσας εις αυτούς διά μικροφώνου προ του μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτου, παρισταμένου του κ. Πρωθυπουργού, του Υπουργικού Συμβουλίου και των λοιπών Αρχών ως και πλήθους κόσμου, ειπών τα εξής: (Απηγγέλθη ο λόγος του Αρχηγού Συν/χου κ. Παπαδόγκωνα).
Οι λόγοι του Αρχηγού αυτοί καθ’ εαυτοί πατριωτικοί και πλήρεις εννοίας μάς πείθουν ότι ο άνθρωπος αυτός και τας τελευταίας ημέρας της ζωής του διαθέτει διά το καλόν της αιμασσούσης Ελληνικής Πατρίδος και μας προσκαλεί όπως όλοι ημείς, άνδρες και γυναίκες, γέροντες και νέοι τον ακολουθήσωμεν εις τον τίμιον αγώνα του καταβάλλοντες πάσαν δυνατήν προσπάθειαν είτε διά λόγων είτε δι’ έργων επ’ αγαθώ της δεινοπαθούσης Πατρίδος μας και προς εξασφάλισιν εις την νέαν μας γενεάν μιας καλυτέρας αύριον.
Τας τελευταίας λέξεις του κ. Χριστοδούλου τας εκάλυψαν ουρανομήκεις ζητωκραυγαί.
Το πλήθος εν εξάλλω ενθουσιασμώ ενεφώνει:
Κάτω οι δολοφόνοι.
Κάτω οι λησταί.
Κάτω ο Μπολσεβικισμός.
Ζήτω η Ελλάς.
Ζήτω ο Συν/χης Παπαδόγκωνας.
Ζήτω το Τάγμα Στούπα».
Ο δεσπότης κι ο Εβραίος
Ο λοχαγός Χριστοδούλου δεν ήταν ο μόνος που ανακάλυψε τον «αιώνιο Εβραίο» πίσω από το αντιφασιστικό αντάρτικο του ΕΛΑΣ. Τους προηγούμενους μήνες, αμέσως μετά τη συγκρότηση του Τάγματος Ασφαλείας Καλαμών (18/2/1944), παρόμοιο σκεπτικό είχε αναπτύξει σε σειρά αντι-ΕΑΜικών άρθρων του στην ίδια εφημερίδα και ο επιχώριος μητροπολίτης Μεσσηνίας Πολύκαρπος Συνοδινός.
Κάτω από τον τίτλο «Ο κομμουνισμός εχθρός της ευημερίας των εθνών» (8/3/1944), ο ιεράρχης προειδοποίησε το ποίμνιό του πως «ο
Κομμουνισμός, όστις ανεπτύχθη υπό του Εβραίου Μαρξ, είναι εχθρός
φοβερός παντός ατόμου, οικογενείας και Εθνους. Αποβάλλει την θρησκείαν,
την οποίαν θεωρεί “το όπιον διά τον λαόν”, διδάσκων ότι αι πνευματικαί
του ανθρώπου δυνάμεις, ολόκληρος η πνευματική αυτού ζωή, είναι απατηλή
ανάπλασις της οικονομικής ζωής, ήτις είναι και η μόνη γνησία
πραγματικότης».[......................................]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου