ΑΣΛΙ ΕΡΝΤΟΓΑΝ: «Ζούμε στην εποχή δογματικών ηγετών, wannabe δικτατόρων»
Μία από τις κατεξοχήν αντικαθεστωτικές φωνές της Τουρκίας, η συγγραφέας, δημοσιογράφος και ακτιβίστρια που, ζώντας αυτοεξόριστη στη Γερμανία, βρέθηκε ξανά στην Αθήνα αυτές τις μέρες με αφορμή το Φεστιβάλ Βιβλίου, χάρη στους Έλληνες εκδότες της από τον «Ποταμό», μιλάει για τη σημερινή Τουρκία, για την προσφυγιά της λογοτεχνίας και της γλώσσας της, για τη μητέρα της και για τα όνειρά της.
Συνεπαρμένη και σοκαρισμένη. Γοητευμένη και μελαγχολική. Με ανάμεικτα συναισθήματα με βρήκε το τέλος της συνέντευξης με την Τουρκάλα συγγραφέα, δημοσιογράφο και ακτιβίστρια Ασλί Ερντογάν, γνωστή και πολυβραβευμένη για τα βιβλία της (τα οποία στα ελληνικά κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ποταμός). Κι ακόμα, διεθνώς διάσημη ως μία από τις κατεξοχήν αντικαθεστωτικές φωνές της Τουρκίας.
Διασημότερη μετά τις διώξεις και τη φυλάκισή της για 136 ημέρες από το καθεστώς Ερντογάν το 2016, όταν έναν μήνα μετά την απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία συνελήφθη, μαζί και με άλλους συναδέλφους της στην κουρδική εφημερίδα Özgür Gündem (στην οποία η ίδια αρθρογραφούσε) και προφυλακίστηκε με την κατηγορία της «συμμετοχής σε τρομοκρατική οργάνωση» και της «υπονόμευσης της εθνικής ενότητας».
Εξόριστη και, μετά την πλήρη απαλλαγή της από τις κατηγορίες, αυτοεξόριστη στη Γερμανία, αλλά ακόμα «απαγορευμένη» στη χώρα της όπου τα βιβλία της δεν κυκλοφορούν. Προορισμένη λες να παρεξηγείται ακόμα κι από τους καλοπροαίρετους ή τους ομοδόξους της, όπως της συνέβη όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο της «Το πέτρινο κτίριο», όπου αφηγείται την εμπειρία της φυλακής με μια θραυσματική ποιητικότητα, με την αποσπασματική συνέπεια δηλαδή της μετατραυματικής μνήμης ενός βαριά κακοποιημένου ανθρώπου.
«Μου ασκήθηκε πολύ σκληρή κριτική και εξ αριστερών, γιατί δεν μπορεί –είπαν– μια τέτοια εμπειρία να αποτυπώνεται αποσπασματικά και με ποιητικότητα. Οτι δεν βοηθάει μια τέτοιου είδους περιγραφή και ότι αντίθετα θα όφειλα να είμαι “δημοσιογραφική”», απαντάει όταν τη ρωτώ αν υπάρχουν στιγμές που το «σύμβολο» Ασλί Ερντογάν επισκιάζει τη λογοτέχνιδα. Ποιος κακοποιημένος άνθρωπος μπορεί όμως να ανακαλεί με ψυχρή αποστασιοποίηση και επιστημονική προσήλωση το τραύμα του; Το τραύμα το οποίο στη δική της περίπτωση όχι μόνο δεν επουλώθηκε, αλλά έγινε αιτία και για άλλες τραυματικές «μεταστάσεις».
Με μια μάνα που παραμένει στην Τουρκία και που τη βλέπει λίγες μέρες τα καλοκαίρια, η Ασλί Ερντογάν, στα 54 της, ζει στο Βερολίνο, με πολύ δοκιμασμένη υγεία λόγω ενός σοβαρού αυτοάνοσου καθώς και ακόμα μιας πρόσφατης περιπέτειας που ευτυχώς είχε ομαλή εξέλιξη, της προκαλεί, όμως, τον ακόμα εντονότερο νόστο του ανθρώπου που βίωσε ξανά τον φόβο του θανάτου και ονειρεύεται να γυρίσει σπίτι του. Θλίψη τής προκαλεί και το γεγονός ότι τα βιβλία της, γραμμένα στα τουρκικά, δεν κυκλοφορούν παρά μεταφρασμένα. Οταν χρησιμοποιώντας τον τίτλο ενός από αυτά «Μήτε κι η σιωπή είναι πια δική σου» (που περιλαμβάνει επιλεγμένα κείμενα της αρθρογραφίας της στην Özgür Gündem) τη ρωτώ αν είναι δικές της τουλάχιστον οι λέξεις της, μου περιγράφει την προσφυγιά της ίδιας της τής γλώσσας και της λογοτεχνίας.
«Αν έχω ένα λογοτεχνικό ταλέντο αυτό είναι στη γλώσσα. Δεν είμαι όπως ο Ορχάν Παμούκ που διακρίνεται για τη δομή ή την αφηγηματικότητα. Εμένα το δυνατό μου σημείο είναι η γλώσσα», παρατηρεί. Αλλά αυτό το ταλέντο της είναι καταδικασμένο –λέει–, για την ώρα τουλάχιστον, να περιορίζεται στη διαμεσολάβηση μιας μετάφρασης.
«Αλήθεια, τι όνειρά βλέπετε; Και σε ποια γλώσσα;» τη ρωτώ ξανά.
«Αυτή είναι μια πολύ σκληρή ερώτηση», σχολιάζει. Μου απαντάει ωστόσο με τον ίδιο βελούδινο, ψύχραιμο, ειλικρινή, χαμηλόφωνο και κάπως αργό τρόπο της αναζήτησης (κι από τις δυο μας άλλωστε) της κατάλληλης αγγλικής λέξης. «Αμέσως μετά τη φυλάκισή μου, όταν είχα απωθήσει εκείνες τις μέρες και ανακαλούσα στιγμές σαν μέσα σε ομίχλη, έβλεπα συχνά τη φυλακή στα όνειρά μου. Ξυπνούσα κάθιδρη κι έλεγα “είσαι στη Γερμανία τώρα”. Αργότερα έβλεπα στιγμιότυπα της δίκης μου. Και την Κωνσταντινούπολη, αλλά άδεια από ανθρώπους, σαν έρημο σκηνικό. Ή άλλοτε έβλεπα να ανασύρω τη γάτα μου από τη θάλασσα, πνιγμένη. Τώρα, σιγά σιγά, ονειρεύομαι την πόλη μου όπως είναι κανονικά. Βλέπω όνειρα στη γλώσσα μου, βλέπω όμως όνειρα και στα γερμανικά, καμιά φορά και στα αγγλικά επίσης».
Είναι παράξενο πόσες οδυνηρές εμπειρίες περνούν από αυτή την κουβέντα διαπερνώντας και τη λεπτή και βραχύσωμη αυτή γυναίκα που όμως δεν λυγίζει και δεν χάνει τον ρυθμό της, όσο σκληρά κι αν είναι όσα λέει. Αυτοκυριαρχείται με μια αξιοθαύμαστη ηρεμία, ακόμα κι αν ώρες-ώρες μοιάζει να χάνει την πίστη της σε ό,τι ονειρεύεται. «Σκέφτομαι καμιά φορά ότι ακόμα κι όταν όλα τα κοινωνικά ζητήματα λυθούν, θα παραμείνει ένα: το γυναικείο ζήτημα. Είμαι πολύ απαισιόδοξη. Φοβάμαι πως θα αντιμετωπιζόμαστε διαρκώς ως κατώτερα όντα», παρατηρεί.
«Είστε μια πολύ ταλαντούχα και πολύ όμορφη γυναίκα και ο χρόνος, οι προοπτικές και οι αγώνες είναι μπροστά σας ακόμα», τολμώ να αντιτάξω σ’ αυτήν την κατασταλαγμένη μελαγχολία. Χαμογελάει και ύστερα λέει μόνο: «Ομορφη εγώ; Πού να δείτε τη μητέρα μου. Εκείνη ναι, με τα μεγάλα πράσινα μάτια της και τα ωραία της τα μαλλιά, παραμένει καλλονή».
● Στη Δύση διαβάζουν τα βιβλία σας και σας βραβεύουν και, τότε που χρειάστηκε, ξεσηκώθηκαν άνθρωποι των γραμμάτων απ’ όλο τον κόσμο αλλά και πολιτικοί απαιτώντας την αποφυλάκισή σας, ταυτόχρονα, όμως, ζείτε μακριά από τη χώρα σας. Είστε διάσημη συγγραφέας αλλά και μια αυτοεξόριστη γυναίκα, ανεπιθύμητη ούτως ή άλλως για την κυβέρνηση Ερντογάν. Πώς ισορροπείτε ανάμεσα στις δύο αυτές πραγματικότητες; Θα επιστρέψετε στην Τουρκία;
Η δικαστική έκβαση της υπόθεσής μου διήρκεσε συνολικά 6 χρόνια. Τελείωσε ουσιαστικά λίγους μήνες πριν. Μέσα μου δεν τέθηκε ούτε τότε το ζήτημα της επιστροφής στη χώρα μου. Ημουν 100% εξόριστη πριν από την οριστική ετυμηγορία. Τώρα ξαφνικά άνοιξε μια νέα οδός, θεωρητικά ελεύθερη. Ρωτάω λοιπόν φίλους και γνωστούς αν πιστεύουν ότι θα ήταν ασφαλές να επιστρέψω στην Τουρκία και όλοι τους απαντούν αρνητικά. Μοναδική εξαίρεση ο δικηγόρος μου, που επιμένει ότι μπορώ να γυρίσω, σε μία εποχή όμως που πολλοί άλλοι ψάχνουν τρόπο να φύγουν από την Τουρκία και όχι μόνο για πολιτικούς λόγους, αλλά και για οικονομικούς. Η ζωή εκεί έχει αρχίσει και γίνεται αφόρητη. Χτίζεται μια νέα ισλαμική κοινωνία και όσοι ψάχνουν λίγη ελευθερία κοιτούν να φύγουν. Συνεπώς, δεν είναι καθόλου σώφρον να επιστρέψω – για την ώρα τουλάχιστον.
● Η οικογένειά σας βρίσκεται εκεί;
Εχω μόνο μία μητέρα. Ο πατέρας μου πέθανε τρία χρόνια πριν και δεν μπόρεσα να πάω στην κηδεία του. Ακόμα κι αν δεν αντιμετώπιζα όλα αυτά, δεν θα ήταν εύκολο να πάω μέσα στην πανδημία. Τη μητέρα μου τη συναντώ πότε πότε, όπως έγινε και φέτος, λίγες εβδομάδες πριν. Παίρνει το φεριμπότ κι έρχεται στα ελληνικά νησιά. Την πρώτη-πρώτη φορά είχαμε συναντηθεί στη Μυτιλήνη, όπου πηγαίναμε σε ένα εξοχικό σπίτι από τότε που ήμουν 14 χρόνων. Αλλοτε πάμε μαζί στην Ανδρο ή σε κάποιο άλλο νησί. Συνήθως, δηλαδή, αντικρύζω την Τουρκία από απέναντι, μακριά, πράγμα που μου προκαλεί μεγάλη θλίψη.
● Θεωρείτε ότι η Ευρώπη είναι αρκετά αποτελεσματική έναντι συγκεκριμένων συμπεριφορών και πολιτικών αναδιπλώσεων της Τουρκίας;
Ειλικρινά έχω αρχίσει και είμαι πιο σκεπτικίστρια ως προς τη στάση της Ευρώπης.[..........................................]
ΣΥΝΕΧΙΣΤΕ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΣΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου