Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 28, 2022

Όταν παίζεις ποδόσφαιρο για να κρατηθείς στη ζωή

https://i0.wp.com/www.sombrero.gr/wp-content/uploads/2022/07/paraisopolis_1_1224.jpg?w=1000&ssl=1

Όταν παίζεις για να κρατηθείς στη ζωή

el sombrero

gargaduaaas

Όταν παίζεις για να κρατηθείς στη ζωή

Ο Έντουαρντ βαν Γκιλς είναι Ολλανδός και εδώ και χρόνια θεωρείται ο Νονός του Streetfootball. Είναι 42 ετών και σε αρκετά μικρή ηλικία έμπλεξε με διάφορες παρανομίες κάτι που του στέρησε την ευκαιρία να κυνηγήσει το όνειρό του και να γίνει επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Ευτυχώς η αγάπη του για το ποδόσφαιρο του έδωσε τη δύναμη να επιστρέψει δυνατός και -αν και έχασε το τελευταίο βαγόνι για το τρένο της επαγγελματικής καριέρας- κατάφερε να μείνει κοντά στο άθλημα, έστω και από άλλο μετερίζι. Στις μέρες μας έχει γράψει ένα εξαιρετικό βιβλίο για τη ζωή του και τη μετάβαση από τους σκληρούς δρόμους στο σήμερα και την καταξίωση μιας μιντιακής καριέρας που έχει σκοπό να προβάλλει ένα μέρος της σκοτεινής πλευράς της κοινωνίας έχοντας ως βάση -τι άλλο;- το ποδόσφαιρο και είναι ο κεντρικός παρουσιαστής της μίνι-σειράς The Streetkings of Football. Μια σειρά μόλις τεσσάρων απολαυστικών επεισοδίων που έχει να κάνει με το ποδόσφαιρο και πώς αυτό βοηθά ανθρώπους που βρίσκονται πίσω από τα σίδερα μιας φυλακής να επιβιώσουν και -το σημαντικότερο- να συνεχίσουν να ονειρεύονται για ένα καλύτερο μέλλον. Ένα από τα επεισόδια, το αγαπημένο μου, είναι γυρισμένο στη Βραζιλία και με αυτό θα ασχοληθώ σήμερα.

Το Σάο Πάολο το γνωρίζουμε όλοι. Είναι η μεγαλύτερη πόλη της Βραζιλίας με πάνω από 12.000.000 κατοίκους. Μια πόλη που συνήθως την ακούμε για τους ποδοσφαιριστές που γεννά και φυσικά για τις φημισμένες της φαβέλες. Αυτές τις τεράστιες παραγκουπόλεις που βρίσκονται στο κέντρο της, κυριολεκτικά, δίπλα στους τεράστιους ουρανοξύστες δημιουργώντας ένα μοναδικό τοπίο αντιφάσεων. Οι πλούσιοι και οι φτωχοί δίπλα-δίπλα να προσπαθούν να ζήσουν αρμονικά. Το 1/3 των κατοίκων του Σάο Πάολο ζει στις φαβέλες και δεν είναι μυστικό πως αυτοί οι άνθρωποι ζουν στα όρια της ανέχειας και της φτώχειας. Μόνο που η φτώχεια -δυστυχώς για τους ίδιους- δεν είναι το μεγαλύτερο πρόβλημά τους. Στην Ευρώπη έχουμε μάθει να χρησιμοποιούμε τη λέξη φαβέλα πολύ εύκολα μόνο που δεν έχουμε ιδέα τι είναι ακριβώς η φαβέλα. Η φαβέλα δεν είναι μόνο η φτώχεια και οι παράγκες. Δεν είναι τα ξυπόλητα παιδιά που παίζουν με αυτοσχέδιες μπάλες. Δεν είναι οι άθλιες συνθήκες. Αν -υποθετικά μιλώντας- βάζαμε ένα θερμόμετρο που θα ζεσταινόταν όλο και περισσότερο όσο δυσκολεύει το επίπεδο διαβίωσης σε μια φαβέλα, κάποιος που θα πέθαινε εκεί και θα πήγαινε στην Κόλαση, θα ζητούσε ειδική άδεια για να γυρίσει πίσω και να επιστρέψει με την κουβέρτα του. Αν έχετε διαβάσει το αριστούργημα του Χουάν Ρούλφο «Πέδρο Πάραμο», φέρτε στο μυαλό σας το ταξίδι του νεαρού ήρωα στην Κομάλα και θα έχετε πάρει μια μικρή ιδέα για το πως είναι να ζει κάποιος εκεί. Η φαβέλα είναι ο βούρκος που σε παίρνει μαζί του. Η φαβέλα είναι κάτι που όσο κι αν κάποιος πετύχει στη ζωή του και ξεφύγει από αυτή πάντα θα την κουβαλά μαζί του και πάντα αυτή θα τον περιμένει σε μια κακόφημη γωνιά για να του στερήσει τα πάντα. Ο άνθρωπος που γεννιέται και μεγαλώνει σε ένα τέτοιο μέρος δεν έχει καμία σχέση με τους περισσότερους από εμάς και αυτό -το τονίζω- δεν έχει να κάνει μόνο με το οικονομικό κομμάτι.

Παράγκες, φτώχεια, έγκλημα, ναρκωτικά, θάνατοι επηρεάζουν τις ζωές όσων ζουν εδώ λέει ο Ζιλμπέρτο Σίλβα που φιλοξενείται στο επεισόδιο της Βραζιλίας κάνοντας μια προσωπική αναδρομή από τα χρόνια που έπαιζε ξυπόλητος στους δρόμους μέχρι τα 16 του, όταν και παράτησε το ποδόσφαιρο για σχεδόν δύο χρόνια, για να δουλέψει σε παγωτατζίδικο βοηθώντας έτσι την άρρωστη μητέρα του. Ο Ζιλμπέρτο ήταν από τους τυχερούς και κατάφερε να επιστρέψει φτάνοντας στην κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου και στα γήπεδα της Πρέμιερ Λιγκ, ο κολλητός του απ’ την άλλη, από εκείνα τα χρόνια, αν και ήταν μεγαλύτερο ταλέντο από τον ίδιο, βρέθηκε νεκρός από σφαίρα αφού είχε προλάβει να μπλέξει με το οργανωμένο έγκλημα. Ένα οργανωμένο έγκλημα που κάνει κουμάντο τα τελευταία 30 χρόνια στις φαβέλες της χώρας. Ζιλμπέρτο και βαν Χιλς φτάνουν στην Παραϊζόπολις. Μια συνοικία ανάμεσα στις φαβέλες για το τοπικό ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα ερασιτεχνών με το όνομα Ειρήνη. Εκεί θα συναντήσουν τον κύριο Ντουντού, έναν καλοσυνάτο γεράκο που είναι και ο διοργανωτής. Σκοπός του, όπως ο ίδιος λέει, δεν είναι να βρει ταλέντα και να κερδίσει χρήματα από τα πόδια τους αλλά απλά να τους κρατήσει στη ζωή. Το ποδόσφαιρο άλλωστε είναι η μόνη τους διαφυγή. Αυτό που τους κρατά μακριά από μπλεξίματα, βία και ναρκωτικά και παράλληλα τους δίνει ελπίδα. «Το ποδόσφαιρο είναι αγάπη και ελπίδα» δηλώνει μπροστά στην κάμερα ο Ντουντού ξεσπώντας σε κλάματα. Ο βαν Χιλς γνωρίζεται με κάποιους εκ των πιο ταλαντούχων και μαθαίνει πως πολλοί από αυτούς είναι άνθρωποι που μπαινοβγαίνουν στις φυλακές.  Θα σας φανεί περίεργο, του λέει ο Ντουντού, αλλά όταν ένα παιδί αρχίζει να κλωτσάει μια μπάλα σε κάποια ακαδημία της Ευρώπης, λαμπερή ή ταπεινή, όλοι ξέρουν πως οι πιθανότητες να γίνει επαγγελματίας είναι μηδαμινές. Το ίδιο ισχύει και εδώ. Μόνο που εσείς -συνήθως- θα βρείτε μια δουλειά και εύκολα ή δύσκολα θα καταφέρετε να ζήσετε. Εδώ ακόμα και δουλειά να βρουν τα παιδιά της φαβέλας δεν μπορούν να ζήσουν. Και, κάπως έτσι, καταλήγουν στο οργανωμένο έγκλημα που τους περιμένει με ανοικτές αγκάλες. Η συνέχεια έχει δύο -και μόνο- δρόμους. Φυλακή ή θάνατο.

Ο Έντουαρντ βαν Γκιλς

Ελέγχει όμως σε τόσο μεγάλο βαθμό το οργανωμένο έγκλημα τις φαβέλες; Θα πάμε 30 χρόνια πίσω, στο 1992, όταν και ξέσπασαν οι χειρότερες εξεγέρσεις φυλακών στην ιστορία της χώρας οδηγώντας σε 111 νεκρούς αν και ανεπίσημες πληροφορίες μιλούν για πολύ μεγαλύτερο αριθμό. Πρωτεργάτης σε αυτή την μάχη φυλακισμένων και Κράτους ήταν η ποδοσφαιρική ομάδα των φυλακών του Σάο Πάολο. Η ομάδα λεγόταν PCC και σήμερα είναι η μεγαλύτερη εγκληματική οργάνωση στη Βραζιλία αριθμώντας πάνω από 20.000 μέλη. Φυσικά ελέγχει τις φυλακές και το εμπόριο ναρκωτικών και έχει τις φαβέλες ως εργοστάσιο παραγωγής εγκληματιών. Όταν η PCC οδηγείται σε κάποια εξέγερση εντός φυλακών ή εναντίον των αστυνομικών στους δρόμους τα αντίποινα από την αστυνομία είναι οι επιθέσεις στις γειτονιές που ζουν μέλη της οργάνωσης. Συνήθως αυτό γίνεται στις φαβέλες και την πληρώνουν όλοι. Ακόμα και αυτοί που δεν έχουν μπλέξει ποτέ με την παρανομία. Αυτοί δηλαδή που ζουν στις φαβέλες βρίσκονται στη μέση της κόντρας PCC – Αστυνομίας χωρίς καμία δυνατότητα προστασίας. Η βία είναι βία άλλωστε είτε πρόκειται για εγκληματίες είτε για τραμπούκους με στολές στην εποχή Μπολσονάρου. Ο δρόμος θέλει προσοχή. Πεθαίνεις χωρίς να το καταλάβεις. Αν γίνει μια εξέγερση σε μία καλή περιοχή η αστυνομία είναι προσεκτική και θα φερθεί με σεβασμό στους πολίτες. Στη φαβέλα θα επιτεθούν σε όλους χωρίς να ρωτήσουν λεπτομέρειες. Υπάρχουν ένα σωρό καταγεγραμμένα περιστατικά αστυνομικής βίας, ακόμα και απαγωγές και βασανισμοί επειδή κάποιος απλά βρέθηκε στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή. «Ένα 12χρόνο παιδί σκοτώθηκε από αστυνομικά πυρά επειδή έτυχε να περνάει έξω από ένα μίνι μάρκετ την ώρα που το λήστευαν δύο μικροαπατεώνες. Η σφαίρα το βρήκε πισώπλατα και κανείς δεν τιμωρήθηκε γι’ αυτό», λόγια νεαρού ποδοσφαιριστή, που μπαινοβγαίνει στις φυλακές,  από το πρωτάθλημα Ειρήνης και δείχνουν εντελώς κυνικά την άρρωστη κατάσταση που επικρατεί στους δρόμους της Βραζιλίας.

Το οδοιπορικό φυσικά και δεν θα μπορούσε να κλείσει κάπου αλλού εκτός των φυλακών Φουντασάο – Κάσα στο Σάο Πάολο. Μιλάμε για σκληρές φυλακές ανηλίκων, όχι σαν αυτές του Όσεντορφ της Γερμανίας, που οι τρόφιμοι βγαίνουν από τα μικροσκοπικά κελιά τους μόνο για μία ώρα τη μέρα, αλλά σκληρές. Οι τρόφιμοι απαγορεύεται να έχουν αφίσες, βιβλία και φωτογραφίες εντός των κελιών. Πέφτουν για ύπνο στις 21:00 και ξυπνούν στις 06:00 και απαγορεύεται να παρακολουθούν ειδήσεις στην τηλεόραση. Το καλό είναι πως μέσα σε όλες αυτές τις απαγορεύσεις υπάρχει σχολείο όπως και αρκετές ώρες για άσκηση. Υπάρχουν παιδιά μάλιστα που δηλώνουν ευτυχισμένα μιας και εντός της φυλακής νιώθουν ασφάλεια αφού δεν μπορούν να δεχθούν μια «αδέσποτη» σφαίρα όπως συμβαίνει δηλαδή στους δρόμους του Σάο Πάολο. Φυσικά και σε μια τέτοια φυλακή δεν θα μπορούσε να λείπει το ποδόσφαιρο. Βαν Γκιλς και Ζιλμπέρτο Σίλβα συναντούν, εντός της φυλακής, τον Παγκόσμιο Πρωταθλητή του 1970 Ζε Μαρία, τον άνθρωπο δηλαδή που τρέχει το ποδοσφαιρικό πρόγραμμα της φυλακής. Αν και ξεκίνησε ως απλός καλεσμένος για να οργανώσει ένα φιλικό πριν χρόνια, κατάφερε με τις πιέσεις του να οργανώσει ένα πρωτάθλημα για τους τρόφιμους με μοναδικό σκοπό μερικές στιγμές ανεμελιάς και ζωντάνιας. Αν και -όπως λέει- ξέρει πως οι περισσότεροι από αυτούς όταν βγουν οι πιθανότητες να επιστρέψουν -πολύ σύντομα μάλιστα- είναι πολλές δεν θα μπορούσε να τους στερήσει την ευκαιρία στη χαρά. «Τα σπορ δημιουργούν ευκαιρίες και δεν πρέπει να ξεχνάμε το πιο σημαντικό. Μιλάμε για παιδιά. Για φτωχά παιδιά που μεγάλωσαν στους δρόμους και δεν έμαθαν ποτέ ποιες είναι οι σωστές επιλογές» θα πει ο ίδιος.

Φυσικά και υπάρχουν και κάποιοι που έχουν τρομερό ταλέντο και με τις πιέσεις του Ζε Μαρία έχουν φτάσει να παίρνουν ακόμα και ειδικές άδειες για να προπονούνται εκτός της φυλακής με κανονικές ομάδες ελπίζοντας πως θα καταφέρουν να βρουν ένα συμβόλαιο όταν έχουν εκτίσει την ποινή τους. Όπως ο Ζέισον για παράδειγμα που μετά τη φυλακή κατάφερε και βρήκε επαγγελματικό συμβόλαιο σε ομάδα στη Β’ εθνική της Πορτογαλίας. Αυτό όμως που προσωπικά μου έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση ήταν τα λόγια ενός εξαιρετικά ταλαντούχου τρόφιμου με το όνομα Ουάσινγκτον. Ο νεαρός δήλωσε θυμωμένος και δεν ήθελε να συζητήσει με κανέναν για αυτά που τον βασανίζουν. Θέλω να αλλάξω αλλά δε μπορώ και αυτό με θυμώνει ακόμα περισσότερο, λέει ο ίδιος, φανερώνοντας -έστω κι αν δε το καταλαβαίνει- την τσακισμένη του ψυχοσύνθεση. Τι μπορεί να έχει βιώσει ένα ανήλικο παιδί που μεγάλωσε σε μια φαβέλα και από εκεί -που το μόνο που ήθελε- ήταν να γίνει ποδοσφαιριστής κατέληξε πίσω από τα κάγκελα μιας σκληρής φυλακής; Μπορεί αυτό το παιδί να επιστρέψει χωρίς τραύματα σε μια κοινωνία που δεν έχει τους μηχανισμούς για να το αγαπήσει και να το προστατεύσει; Πόσο δύσκολο είναι τελικά να ξεφύγεις από τον βούρκο της φαβέλας ακόμα και όταν έχεις γίνει επαγγελματίας κερδίζοντας δεκάδες εκατομμύρια; Αυτός είναι και ο λόγος (και αυτό είναι κάτι καθαρά προσωπικό) που δεν έχω χλευάσει, βρίσει, χαρακτηρίσει άσχημα ποτέ αθλητή για την απόδοσή του, όσο σπουδαίος κι αν ήταν/είναι. Ακόμα κι αν δεν έκανε ούτε στο μισό όλα αυτά που μπορούσε.  Πολλοί σπουδαίοι έπαιξαν σε κορυφαίο επίπεδο απλά και μόνο για να γλιτώσουν από το βούρκο και για ένα καλύτερο μέλλον της οικογένειάς τους και αυτό προσωπικά το βρίσκω εντελώς τίμιο. Τα παιδικά τραύματα άλλωστε δεν φεύγουν ούτε με εκατομμύρια, ούτε με τίτλους, ούτε με δόξα και κανένας μας δεν ξέρει τι βασανίζει τον διπλανό μας σε αυτήν εδώ τη ζωή. Κανένα παιδί άλλωστε δεν φταίει για τον κόσμο που γεννιέται και όλοι αξίζουν την ευκαιρία τους.

Και για να το κλείσω κάπως όμορφα, όσο είναι εφικτό κάτι τέτοιο για αυτό εδώ το κείμενο, στο τέλος έγινε ένα υπέροχο ματσάκι ανάμεσα στην ομάδα του Ζιλμπέρτο Σίλβα (εντάξει έπαιξε ελάχιστα) και στην ομάδα του βαν Χιλς (και του Ζέισον) που κατέληξε σε διαγωνισμό ποδιάς. Ένα παιχνίδι λυτρωτικό, γεμάτο όμορφα συναισθήματα και φαντεζί ενέργειες που θα ζήλευαν ακόμα και οι σπουδαιότεροι επαγγελματίες αρτίστες. Ποιος κέρδισε δεν το μάθαμε ποτέ, αν και ελάχιστη σημασία έχει. Τα παιδιά της φαβέλας άλλωστε δεν παίζουν για να νικήσουν – παίζουν για να κρατηθούν στη ζωή.

Πηγή: El Sombrero (sombrero.gr)

Δεν υπάρχουν σχόλια: