Ο θείος Σάκης
Διήγημα της Κώστιας Κοντολέων*
Είναι –πρέπει να είναι– κάποιες φωτογραφίες ανάμεσα σε άλλες που ξεπροβάλλουν όλες τους μέσα από σιδερένια κουτιά, που κάποτε είχαν φιλοξενήσει γλυκά μπισκότα του παρελθόντος, μα τώρα φιλοξενούν ποικίλες μνήμες του τότε… Ναι, πρέπει να είναι αυτές οι φωτογραφίες αδιάψευστοι μάρτυρες μιας καταχωνιασμένης διάψευσης.
Ώρα των ενδοσκοπήσεων, λοιπόν. Ώρα μοναχική και ενίοτε οδυνηρή, που λειτουργεί σαν τυφλή ανασκαφή στα έγκατα του ασυνείδητου. Κι όσο πιο βαθιά προχωρά, τόσο τα κτερίσματα που φέρνει στο φως αποκτούν λανθάνουσα υπόσταση και καταγράφονται σ’ εκείνο το κομμάτι του εγκεφάλου που σαν ηλεκτρονικός υπολογιστής αποθηκεύει ως μη όφειλε και όσα θα έπρεπε να περάσουν οριστικά στη λήθη…
Ήταν ίσως η νοσταλγία που την είχε κάνει να ανοίξει εκείνο το ξεχασμένο σιδερένιο κουτί, που έκρυβε μέσα του αποτυπωμένες στιγμές της παιδικής της ηλικίας. Εκείνη την κουτσοδόντικη της πρώτης δημοτικού, τις άλλες των διαδοχικών αποκριάτικων μεταμορφώσεων κι άλλες μετέπειτα κι άλλες…
Κι εκεί, ανάμεσα σ’ εκείνες της ψευδεπίγραφα ανέμελης παιδικής της ηλικίας… Μπλέχτηκε στα δάχτυλά της μια, ψαλιδισμένη στη δεξιά της πλευρά, φωτογραφία. Σερπαντίνες και χάρτινες γιρλάντες που κρέμονταν από την οροφή μιας ταβέρνας σηματοδοτούσαν την τυπική μικροαστική αποκριάτικη ατμόσφαιρα εκεί στο ξέφτισμα της δεκαετίας του ’50.
Βιάστηκε να τη χώσει ανάμεσα στις άλλες φωτογραφίες, εκείνο το κόψιμο στη μια πλευρά απώθησε την περιέργειά της να την κοιτάξει καλύτερα και συνέχισε το ταξίδι της στο τότε με τις άλλες, όλες τους μαυρόασπρες, όλες τους ξεθωριασμένες από τον χρόνο.
Κουρασμένη, πια, από τη συναισθηματική αναδρομή και τους συνειρμούς που τη συνόδευαν, έκλεισε το σιδερένιο κουτί με την ξεθωριασμένη ετικέτα Μπισκότα Παπαδοπούλου και το παράχωσε στο προστατευτικό σκοτάδι της δερμάτινης κασέλας-θεματοφύλακα των ιερών και ανόσιων μυστικών της οικογένειας.
Έκανε να σηκωθεί και τότε η ψαλιδισμένη φωτογραφία ηθελημένα ή αθέλητα βρέθηκε πεσμένη στο χαλί.
Πρέπει να με δεις! λες και απαιτούσε.
Δεν αντιστάθηκε στην απαίτηση, υπέκυψε και τη σήκωσε από κάτω, είδε μια εκδοχή από τις πολλές του δεκάχρονου εαυτού της, να κάθεται στα γόνατα της μάνας της φορώντας κίτρινο κοτιγιόν με τουρκουάζ φτερό στο πλάι. Γελούσε ευτυχισμένη σε κάποιον απέναντί της που μόνο το παχουλό αφράτο χέρι του είχε γλιτώσει από το –εκδικητικό λες– κόψιμο του ψαλιδιού.
Κι ένιωσε την ανάγκη να το χαϊδέψει εκείνο το χέρι. Ήταν ως να ένωνε κομμάτια ενός δύσκολου παζλ για να φτιάξει εντέλει από μνήμης το σώμα και το πρόσωπο εκείνου του ακρωτηριασμένου άντρα.
Και σιγά-σιγά το παζλ άρχισε να ολοκληρώνεται σε μια άλλη ασπρόμαυρη φωτογραφία…
Αυτή απεικόνιζε μια παραλία, κάποιο σούρουπο, κι εκείνη να είναι κουρνιασμένη στην αγκαλιά ενός άντρα που την κρατούσε τρυφερά στην αγκαλιά του με τα παχουλά, αφράτα χέρια του, όπως ένας πατέρας αγκαλιάζει τη μοναχοκόρη του.
Μόνο που αυτός δεν ήταν ο πατέρας της – τα δικά της αχνά γράμματα με μολύβι είχαν στο πίσω μέρος της φωτογραφίας γράψει το όνομά του, Θείος Σάκης, υπογραμμίζοντας μια υποτιθέμενη υπόσταση της σχέσης τους. Εντέλει κι αυτή ψευδής.
Δεν ήταν, ασφαλώς, η κόρη του, δεν ήταν ανιψιά του.
Ήταν η κόρη της Λεώνης, που είχε μείνει χήρα στα είκοσι τρία της. Μ’ ένα μωρό στην κοιλιά κι ένα μέλλον αδιευκρίνιστο ακόμη…
Χήρα με παιδί… Ήταν… Και έμεινε.
Κι ο θείος Σάκης ακρωτηριασμένος σε μια παλιά ασπρόμαυρη φωτογραφία, ήρθε κι έφυγε, αφήνοντας ένα –λειψό κι αυτό– αφράτο παχουλό χέρι.
Τα ψαλίδια ανοίγουν δρόμους στη λήθη.
Η λήθη πάντα θα αντιπαλεύεται τη μνήμη.
Η Κώστια Κοντολέων είναι συγγραφέας και μεταφράστρια. Έχει γράψει επτά βιβλία (μυθιστορήματα και διηγήματα) και έχει μεταφράσει περίπου εκατό βιβλία. Έχει τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Μετάφρασης, όπως και με διάφορα άλλα σημαντικά βραβεία.
___________________
Ο IANOS και οι εκδόσεις Κλειδάριθμος παρουσίασαν το βιβλίο της συγγραφέως Κώστιας Κοντολέων, «Άννα, το όνομά της».
Το βιβλίο είναι βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα και οικογενειακά αρχεία. Η συγγραφέας αφηγείται μια βαθιά ανθρώπινη ιστορία με τη μορφή μυθιστορηματικής σύνθεσης και μέσα από αυτήν χαρτογραφεί το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα.
Για το βιβλίο μίλησαν : Ελένη Πριοβόλου, συγγραφέας Ελεωνόρα Ορφανίδου, δημοσιογράφος, προϊσταμένη προγράμματος (τομέας Πολιτισμού) Ρ/Σ Αθήνα 984fm Βάσω Παπάλη, εκπαιδευτικός - δραματοθεραπεύτρια
Αποσπάσματα του βιβλίου διάβασαν οι ηθοποιοί Άννα Γεραλή και Λάμπρος Τσάγκας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου