Τρίτη, Νοεμβρίου 16, 2021

Δάκρυα που σκουριάζουν στον καιρό

 

kk with cat deksia 728

Προδημοσίευση ενός διηγήματος από τη συλλογή «Αφαίας και Τελαμώνος» του Κώστα Β. Κατσουλάρη που θα κυκλοφορήσει στις 25 Νοεμβρίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

bookpress.gr

Δάκρυα που σκουριάζουν στον καιρό *

Τι στον διάολο! Στέκεσαι μπροστά μου, για ακόμα μια φορά, εσύ ή το φάντασμά σου, δεν καταλαβαίνω πια τη διαφορά. Καλά, δεν είναι και τόσο ασυνήθιστο, βραδιές σαν κι αυτή, με το φεγγάρι ολόγιομο σαν κολοκύθα να κρέμεται πάνω από το κεφάλι μας. Κάτι τέτοιες στιγμές αποφασίζεις συνήθως να τηλεφωνήσεις, και να με λοιπόν, καθηλωμένη ξανά, με το ακουστικό στο χέρι, ν’ ακούω τη φωνή σου, αυτή τη φωνή που μερικές χιλιάδες χρόνια πριν θα αναγνώριζα πριν καν κουνήσεις τα χείλη σου, να ανεβαίνει μέσα από το ακουστικό σαν από βαθύ γκρεμό.

Θυμάμαι ακόμα πιο καλά τα μάτια σου, ήταν πιο γαλανά κι από τ’ αυγά του κοκκινολαίμη («τρελό, ε;» έλεγες όταν έβλεπες κάτι όμορφο και παράξενο, «ναι, εντελώς τρελό, καλέ μου»), τα ποιήματά μου ήταν χάλια, μου είπες, μα από πού στον κόρακα καλείς, τι είναι αυτή η βουή; Από έναν θάλαμο στην Ομόνοια; Υπάρχουν ακόμη θάλαμοι; Δέκα χρόνια πάνε απ’ όταν σου έφερα ένα ζευγάρι μανικετόκουμπα, για εκείνο το κοτλέ σακάκι με το οποίο και πάλι ποζάρεις στο αυτί του νέου σου μυθιστορήματος (όμορφος τίτλος, κλεμμένος θα είναι). Τι μου έφερες εσύ; Άσε καλύτερα, φίλε μου. Ξέρουμε καλά τι φέρνουν τυπάκια σαν κι εσένα. Αναμνήσεις ανεμοσκορπίσματα. Και δάκρυα που σκουριάζουν στον καιρό.

Ναι, εσύ, το ατημέλητο φαινόμενο, το αυθεντικό κοσμοπολίτικο αλητάκι, ξεστράτισες τότε στην αγκαλιά μου και λούφαξες εκεί, προσωρινά χαμένος στη μέσα θάλασσα.

Τι πράγμα κι αυτό! Ξεβράστηκες στη λογοτεχνική σκηνή της Αθήνας, σαν από το πουθενά, ο ωραίος Λαρισαίος, κι είχες γίνει ήδη μύθος πριν καλά καλά γράψεις μια πρόταση, για όλα αυτά τα κοριτσόπουλα που έτρεχαν ξοπίσω σου λες κι ήσουν ο νέος Μπουκόβσκι. Ναι, εσύ, το ατημέλητο φαινόμενο, το αυθεντικό κοσμοπολίτικο αλητάκι, ξεστράτισες τότε στην αγκαλιά μου και λούφαξες εκεί, προσωρινά χαμένος στη μέσα θάλασσα. Και βέβαια η Παναγιά θα ήταν δικιά σου εντελώς δωρεάν, και ναι, το κορίτσι που αναδύθηκε μέσα από τα κύματα θα σε κρατούσε αλώβητο για πάντα – έτσι πίστευες, κι έτσι ήταν.

Και πράγματι, για μια στιγμή, σαν να ’ναι τώρα, σε βλέπω να στέκεσαι, με κιτρινισμένα φύλλα να πέφτουν τριγύρω και χιόνι στα μαλλιά σου, τώρα, ναι, μου χαμογελάς καθώς κρέμεσαι από το παράθυρο εκείνου του άθλιου ξενοδοχείου στην Αιόλου, κι οι ανάσες μας βγαίνουν σαν άσπρα συννεφάκια, σμίγουν και χάνονται στον αέρα, μακάρι να ’ναι αυτές οι τελευταίες μας ανάσες, σκέφτηκα τότε, κι έτσι σκέφτομαι ακόμη.

Κι έρχεσαι τώρα, με ύφος άνετο κι αποστασιοποιημένο, και λες ότι δεν νιώθεις νοσταλγία. Ε, τότε βρες εσύ τη σωστή λέξη, μάγε των λέξεων, μια από αυτές που ανασύρεις από τα λεξικά ή από τον Παπαδιαμάντη, εσύ που είσαι τόσο καλός στα λόγια και στο να κρατάς τα πράγματα ασαφή κι αόριστα, δώσε μου τώρα λίγη από αυτήν την πολυπόθητη αοριστία σου, δώσε μου λίγη ποιητικίζουσα ασάφεια, γιατί τη χρειάζομαι όσο ποτέ, τώρα που όλα μου ξανάρχονται με τόση καθαρότητα. (Δεν αντέχεται τόση καθαρότητα…)

Οκ, ναι, σε αγάπησα βαθιά, και τι μ’ αυτό, αν το μόνο που έχεις να μου προσφέρεις είναι δάκρυα που σκουριάζουν στον καιρό, άσε καλύτερα, έχω ήδη πληρώσει τον λογαριασμό.

 * Το διήγημα Δάκρυα που σκουριάζουν στον καιρό είναι ελεύθερη μετάφραση-μεταγραφή του τραγουδιού της Τζόαν Μπαέζ Diamonds and rust. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: